Παρασκευή 9 Σεπτεμβρίου 2011

ΕΠΕΙΔΗ ΠΟΛΛΟΙ ΕΡΩΤΟΥΝ ΠΕΡΙ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΣΤΑΣΕΩΣ...

.....ΝΑ ΚΑΠΟΙΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΚΑΙΝΕ!!!!

Τόσες σημαντικές Σύνοδοι, όπως η Η΄ επί Μ. Φωτίου (879 - 880), οι Ησυχαστικές Σύνοδοι τού 1341, 1347, 1451 (Θ΄ Οικουμενική), οι νεότερες πατριαρχικές Σύνοδοι τής ΚΠόλεως (1722, 1727, 1838 κ.ά), αλλά και οι θεοφώτιστοι άγιοι Πατέρες άγιος Μάρκος Εφέσου, άγιος Αθανάσιος Πάριος, άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως με ευαγγελική, πατερική και αγιοσυνοδική θεολογική τεκμηρίωση καταδικάζουν απερίφραστα ως αιρετικούς τους Λατίνους ή τους Λατινόφρονες.
Κατά κανόνα μάλιστα οι Σύνοδοι και οι Πατριαρχικές Εγκύκλιοι από ποιμαντική επιταγή περιφρουρήσεως τού λαού από τις προπαγάνδες τών Φραγκολατίνων, χρησιμοποιούν χαρακτηρισμούς εντονότατα οξείς, όχι όμως αναληθείς ή εμπαθείς. Το αυτό παρατηρούμε και στο “Συνοδικό τής Ορθοδοξίας”, το οποίο περιελήφθη στο Τριώδιο και αναγινώσκεται στα Μοναστήρια. Βάσει τέτοιων Ορθοδόξων Συνοδικών και Πατερικών κριτηρίων, σε άρθρο του ο Σεβ. Ναυπάκτου κ. Ιερόθεος, τονίζει ότι δεν υπάρχει απόστολική διαδοχή (παράδοσις Χάριτος και αληθείας) ούτε Μυστήρια ούτε κυριολεκτουμένη Εκκλησία στον Παπισμό. Διαφορετικά, αν η ιστορική διαδοχή απότελούσε το εχέγγυο τής απόστολικότητος ερήμην τής αληθείας (ορθοδοξίας), τότε θα έπρεπε να την αναγνωρίζουμε και στους λοιπούς αιρετικούς και αιρεσιάρχες, πράγμα ανυπόστατο.

Λέει ο Αγ. Μάρκος ο Ευγενικός:

«Την μεν αιτίαν του σχίσματος εκείνοι δεδώκασι, την προσθήκην εξενεγκόντες αναφανδόν, ήν υπ’ οδόντα πρότερον έλεγον· ημείς δε αυτοίς εσχίσθημεν πρότεροι, μάλλον δε εσχίσαμεν αυτούς και απεκόψαμεν του κοινού της Εκκλησίας σώματος. Διότι ειπέ μοι: Πότερον, ως ορθήν έχοντας δόξαν ή ορθώς την προσθήκην εξενεγκόντας; Και τις αν τούτο είποι, μη σφόδρα τον εγκέφαλον διασεσεισμένος; αλλά ως άτοπα και δυσσεβή φρονούντας και παραλόγως την προσθήκην ποθήσαντας. Ουκούν ως αιρετικούς αυτούς απεστράφημεν και δια τούτο αυτοίς εχωρίσθημεν... αιρετικοί εισιν άρα και ως αιρετικούς αυτούς απεκόψαμεν»

Απόστολικοί κανόνες 45ος και 65ος:

«Επίσκοπος ή Πρεσβύτερος ή Διάκονος αιρετικοίς συνευξάμενος μόνον, αφοριζέσθω, ει δε επέτρεψεν αυτοίς ως κληρικοίς ενεργήσαι τι, καθαιρήσθω» και «Ει τις κληρικός ή λαϊκός εισέλθοι, εις συναγωγήν Ιουδαίων ή αιρετικών, προσεύξασθαι, και καθαιρείσθω και αφοριζέσθω».
Οι παπικοί, είναι αιρετικοί, όπως ερμηνεύει και ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης:

«Ο δε ξε΄ Απόστολικός λέγει, ότι όποιος έμβη εις συναγωγήν αιρετικών δια να προσευχηθή, Κληρικός μεν ων, ας καθαίρηται, Λαϊκός δε, ας άφορίζηται. Η δε εν Λαοδικεία, κατά μεν τον ς΄ αυτής, δεν συγχωρεί να εμβαίνουν οι αιρετικοί εις την εκκλησίαν, κατά δε τον λβ΄ δεν πρέπει, λέγει να λαμβάνη τινάς τας παρά των αιρετικών ευλογίας, ή οποίαις είναι αλογίαις, και όχι ευλογίαις, αλλ' ουδέ πρέπει να συμπροσεύχηταί τινας με αιρετικούς ή σχισματικούς κατά τον λγ΄ της αυτής. Ο δε λδ΄ αναθεματίζει τους αφήνοντας τους μάρτυρας του Χριστού και πορευομένους εις τους ψευδομάρτυρας των αιρετικών. Ο δε Ο΄ Τιμοθέου δεν συγχωρεί να στέκωνται παρόντες αιρετικοί εν τω καιρώ της θείας λειτουργίας, ΕΞΩ ΜΟΝΟΝ ΑΝ ΥΠΟΣΧΩΝΤΑΙ ΝΑ ΜΕΤΑΝΟΗΣΟΥΝ, ΚΑΙ ΝΑ ΑΦΗΣΟΥΝ ΤΗΝ ΑΙΡΕΣΙΝ. Αλλά και ο Ο΄ τής εν Λαοδικεία αφορίζει τους Χριστιανούς όπου πηγαίνουν εις τα κοιμητήρια, ή μαρτύρια των αιρετικών δια να προσευχηθούν, ή χάριν ιατρείας των ασθενών αυτών. Αλλ’ ούτε πρέπει να συνεορτάζη κανείς Χριστιανός με αιρετικούς, ούτε να δέχηται τα παρ αυτών πεμπόμενα εις αυτόν δώρα της εορτής των, κατά τον λζ΄ τής αυτής εν Λαοδικεία».
Όπως καταλαβαίνετε, όλοι οι άγιοι των παπικών, υπόκεινται στον παραπάνω κανόνα... άρα ΔΕΝ είναι άγιοι...
«Οι ορθόδοξοι Χριστιανοί πρέπει να αποστρέφωνται τους αιρετικούς, και τας τών αιρετικών τελετάς. Μάλλον δε αυτοί, οι αιρετικοί δηλ. πρέπει να ελέγχωνται και να νουθετώνται από τους Επισκόπους και Πρεσβυτέρους, μήπως ήθελαν καταλάβουν και επιστρέφουν από την πλάνην των. Δια τούτο ο παρών Κανών διορίζει ότι, όποιος Επίσκοπος, ή Πρεσβύτερος ήθελεν άποδεχθεί ως ορθόν και αληθινόν το βάπτισμα των αιρετικών ή την παρ' αυτών προσαγομένην θυσίαν, ο τοιούτος, προστάζομεν να καθαιρεθή. Επειδή ποίαν συμφωνίαν έχει ο Χριστός με τον διάβολον; ή ποίαν μερίδα έχει ο πιστός με τον άπιστον; Διότι εκείνοι όπου δέχονται τα παρά των αιρετικών, ή τα όμοια φρονήματα εκείνων έχουσι και αυτοί, ή το ολιγώτερον δεν έχουσι προθυμίαν να ελευθερώνουν αυτούς από την κακοδοξίαν των. ΟΙ ΓΑΡ ΣΥΝΕΥΔΟΚΟΥΝΤΕΣ ΕΙΣ ΤΑΣ ΕΧΕΙΝΩΝ ΤΕΛΕΤΑΣ, ΠΩΣ ΔΥΝΑΝΤΑΙ ΝΑ ΕΛΕΓΞΟΥΣΙΝ ΑΥΤΟΥΣ ΔΙΑ ΝΑ ΠΑΡΑΙΤΗΣΟΥΝ ΤΗΝ ΚΑΚΟΔΟΞΟΝ ΚΑΙ ΠΕΠΛΑΝΗΜΕΝΗΝ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΗΝ;» (Πηδάλιο σελ.50-54).

Αβάπτιστοι, λοιπόν, οι αιρετικοί...

Άρα πώς κάποιος αβάπτιστος είναι Χριστιανός;;;;;

Άρα οι παπικοί ΔΕΝ είναι καν Χριστιανοί.

Οι θείοι Πατέρες της Ζ' Οικουμενικής Συνόδου επίσης αναθεμάτισαν "τους προστιθέντας τι ή αφαιρούντας εκ της Καθολικής" (δηλ. της Ορθοδόξου) "Εκκλησίας" και όλα όσα εφεύρον οι νεωτεριστές μετά την Αγία αυτή Οικουμενική Σύνοδο και είναι "παρά την διδασκαλίαν και υποτύπωσιν των Αγίων Πατέρων", δηλαδή παρά την Εκκλησιαστική Παράδοση. Επομένως αναθεμάτισαν και τις καινοτομίες των παπικών :
"Νήφοντες εν πάσιν απόστολικώς, το ισόρροπον κρίνομεν, ίνα πάσαν καινοφωνίαν, ύφεσίν τε και πλεονασμόν, ως ζιζάνια τω καθαρώ σίτω επισπαρέντα, αναβολής πάσης εκτός, εκτίλλωμεν ως της αληθείας αντίθετα και της Εκκλησίας αντίμαχα. Τα γαρ εν αυτή παραδοθέντα ουκ εισί ναι και ου, αλλά ναι εισίν εν αλήθεια και μένουσιν αρραγή και ακράδαντα εις του αιώνος χρόνον..." (Πρακτικά Ζ' Οικ. Συνόδου, Mansi, Τόμος 12, σελ. 1002)... Πατέρες κηρύττουσι τέκνα υπακοής εσμέν και εγκαυχώμεθα εν προσώπω μητρός τη παραδόσει της Καθολικής Εκκλησίας" (δηλ. τής 'Ορθοδόξου)...

"Ημείς τους θεσμούς των Πατέρων φυλάττομεν. Ημείς τους προστιθέντας τι ή αφαιρούντας εκ της Καθολικής Εκκλησίας αναθεματίζομεν... Ημείς κατά πάντα των αυτών θεοφόρων Πατέρων ημών τα δόγματα και πράγματα κρατούντες κηρύσσομεν εν ενί στόματι και μια καρδία. μηδέν προστιθέντες, μηδέν αφαιρούντες, των εξ αυτών παραδοθέντων ημίν. Αλλά τούτοις βεβαιούμεθα, τούτοις στηριζόμεθα... Ει τις πάσαν παράδοσιν Εκκλησιαστικήν έγγραφόν τε ή άγραφον αθετεί ανάθεμα έστω..." (Mansi. Τόμος 23ος, σελ. 128 έπ.).

Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος επίσης διδάσκει:
"Πώς ουν Παύλος φησίν, πείθεσθε τοις ηγουμένοις υμών και υπείκετε; Ανωτέρω ειπών ων αναθεωρούντες την έκβασιν της αναστροφής, τότε είπε πείθεσθε τοις ηγουμένοις υμών και υπείκετε τι ουν; φησίν, όταν πονηρός ή και μη πειθώμεθα; Πονηρός πώς λέγεις; Ει μέν πίστεως ένεκεν φεύγε και παραίτησαι: μη μόνον αν άνθρωπος ή, αλλά καν άγγελος εξ ουρανού κατιών. Ει δε βίου ένεκεν, μη περιεργάζου. "(36η ομιλία του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου προς Εβραίους).
Ο Μέγας Βασίλειος στην "προς Μονάζοντας επιστολή" του λέει: Με όσους προσποιούνται ότι ομολογούν την υγιή πίστιν, «κοινωνούσι» δε με τους αλλοδόξους, εάν κατόπιν συμβουλής δεν διακόψουν την επικοινωνίαν των αυτήν με αυτούς, όχι μόνον να μη έχεις σχέσεις, «αλλά μηδέ αδελφούς ονομάζειν».

Έχουμε και τον Άγιο Μάρκο τον Ευγενικό που δίνει ολοκληρωμένα την άποψη της Ορθοδόξου Εκκλησίας:

«ΑΠΑΝΤΕΣ ΟΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΙ, ΠΑΣΑΙ ΑΙ ΣΥΝΟΔΟΙ, ΠΑΣΑΙ ΑΙ ΘΕΙΑΙ ΓΡΑΦΑΙ, ΦΕΥΓΕΙΝ ΤΟΥΣ ΕΤΕΡΟΦΡΟΝΑΣ ΠΑΡΑΙΝΟΥΣΙ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΥΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΔΙΙΣΤΑΣΘΑΙ»
(PG 160. 105 C).

Σύμφωνα τώρα προς τους κανόνες α' και β' τής Γ' Οικουμενικής συνόδου, όσοι προσχωρούν στους αιρετικούς εκπίπτουν της εκκλησιαστικής κοινωνίας και της ιερωσύνης.

Έχουμε και το παράδειγμα με τις ενώσεις με τους αμετανοήτους Λατίνους τα έτη 1274 και 1439. Οι Πατέρες δηλαδή διέκοψαν την εκκλησιαστική κοινωνία με όσους απεδέχοντο την ένωση της Λυών (1274). Προετίμησαν μάλιστα τα βασανιστήρια και τον θάνατο, ως οι αγιορείτες οσιομάρτυρες και οι όσιοι Μελέτιος και Γαλακτίων. Ο άγιος Μαρκος ο Ευγενικός επίσης συνιστούσε στούς Ορθοδόξους να μη επικοινωνούν με όσους απεδέχοντο την ψευδένωση της Φλωρεντίας (1439) και έλεγε: «Φευκτέον αυτούς, ως φεύγει τις από όφεως». Όμως, ΔΕΝ δημιούργησε νέα ιεραρχία και δεν προέτρεπε σε σχίσμα. Άλλο διακοπή κοινωνίας και άλλο σχίσμα.

Ο όσιος Νικόδημος κατέκρινε τους «λατινόφρονες» της εποχής του η «αμίσθους δεφένσορες του Λατινικού ψευδοβαπτίσματος», όπως τους ονόμαζε. Το 1755 οι ανατολικοί πατριάρχες είχαν απόφασίσει συνοδικώς να αναβαπτίζονται οι εκ των Λατίνων προσερχόμενοι στην Ορθοδοξία, διότι μέχρι τότε οι Λατίνοι εγίνοντο δεκτοί στην Ορθοδοξία κυρίως με αναμύρωση.

Λέει ο π. Ιουστίνος Πόποβιτς, για τον παπισμό:
«Το ορθόδοξο δόγμα, μάλλον το πανδόγμα περί της Εκκλησίας, απερρίφθη και αντικατεστάθη δια του λατινικού αιρετικού παν-δόγματος περί του πρωτείου και του αλαθήτου του πάπα, δηλαδή του ανθρώπου. Εξ αυτής δε της παναιρέσεως εγεννήθησαν και γεννώνται συνεχώς άλλαι αιρέσεις: το filloque, η απόβολή της Έπικλήσεως, τα άζυμα, η εισαγωγή της κτιστής χάριτος, το καθαρτήριον πυρ, το θησαυροφυλάκιον των περισσών έργων, η μηχανοποιημένη διδασκαλία περί της σωτηρίας και ως εκ τούτου μηχανοποιημένη διδασκαλία περί της ζωής, ο παπόκαισαρισμός, η Ιερά Έξέτασις, τα συγχωροχάρτια, ο φόνος του αμαρτωλού δια την αμαρτίαν, ο Ιησουητισμός, η σχολαστική, η καζουϊστική, ο μοναρχισμός, ο κοινωνικός ατομικισμός διαφόρων ειδών».

Τα μυστήρια των αιρετικών δεν έχουν Χάρη. Ο αγιασμός τους δεν είναι αγιασμός, το βάπτισμά τους είναι άκυρο. Αυτό ισχύει για όλους τους αιρετικούς, χωρίς διακρίσεις. Εκκλησία και αίρεση, δεν μπορούν να συνυπάρξουν. Ο Παπισμός, άρα, δεν είναι Εκκλησία. Αυτό, δεν σημαίνει πως δεν πρέπει να αγαπάμε και να προσευχόμαστε και για τους αιρετικούς. Αλλά το ότι τους αγαπάμε, φαίνεται από το γεγονός πως θα θέλαμε όχι να παραμείνουν στην πλάνη του παπισμού, αλλά να γνωρίσουν το φως της αλήθειας του Χριστού: Την Ορθόδοξη πίστη.

“Λέξιν μεν ενδέχεται μέσην δύο δοξών ευρεθήναι, τας αμφοτέρας σημαίνουσαν ομωνύμως, Δόξα δε μέση εναντίον δοξών περί του αυτού πράγματος, αδύνατον... Ου χωρεί συγκατάβασις εις τα της Ορθοδόξου πίστεως”.
(Μάρκος Ευγενικός)
Μεταγραφή: Θωμάς Δρίτσας.
Δια την αντιγραφήν
Π. Φώτιος  Βεζύνιας