Σάββατο 24 Μαρτίου 2012

Δημήτριος Τσελεγγίδης «πείθεσθε τοις ηγουμένοις»


Η πρώτη ερώτηση από ομιλία που πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα της Ιεράς Μητροπόλεως Λεμεσού στις 16 Δεκεμβρίου 2011 με τον κ. Δημητρίου Τσελεγγίδη, Καθηγητή Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ

Η υποδομή της Χριστιανικής μας ταυτότητας, υπόθεση ζωής
Δημήτριος Τσελεγγίδης
Ερώτηση 1η

Είμαι τώρα στη διάθεσή σας να σας δώσω διευκρινήσεις για όσα είπα, αλλά και να σας απαντήσω σε άλλα ενδεχόμενα ερωτήματα, τα οποία σχετίζονται με την ζωή μας, την αγιοπνευματική, την χαρισματικώς μέσα στο πλαίσιο της Εκκλησίας και ιδιαίτερα στις μέρες μας. Γιατί σημασία έχει ότι η ζωή αυτή είναι εν παντί τόπω και εν παντί χρόνω· είναι για όλες τις ηλικίες, είναι για όλες τις εποχές, για όλες τις συνθήκες, για όλους τους προσοντούχους, τους μη προσοντούχους, μέχρι και γι’ αυτούς που λένε ότι είναι φυτά, επειδή βρίσκονται σε μία κατάσταση τέτοια που δεν τα πιάνουν τα μηχανήματα, δεν πιάνουν τη συνείδησή τους δηλαδή. Ένας τέτοιος άνθρωπος μπορεί να βυθίζεται ή να ανάγεται μέχρι του Τριαδικού Θεού και μπορώ να σας πω κι ένα παράδειγμα από τον π. Εφραίμ τον Κατουνακιώτη, που μου το είχε πει αυτό για μια περίπτωση, αλλά να ακούσω πρώτα τα δικά σας ερωτήματα.

Ερώτηση: Καλωσορίσατε κύριε καθηγητά. Να πω πρώτα ότι είναι μεγάλη μας τιμή που σας βλέπουμε, που σας ακούσαμε κιόλας, γιατί από τις παραδόσεις στη Θεολογική Σχολή που είχαμε την ευκαιρία να σας ακούμε και που σας ακούσαμε, έχουμε ωφεληθεί πάρα πολύ.

Αυτό το οποίο θα ήθελα να ρωτήσω εγώ είναι, θα σταθώ σ’ αυτό που είπατε πριν από λίγο, ότι θα πρέπει να ανακρίνουμε και να κρίνουμε τα πράγματα όταν αφορούν τα θέματα της πνευματικής ζωής. Απλώς αυτό που θα ήθελα να ρωτήσω είναι το «πείθεσθε τοις ηγουμένοις» του Αποστόλου Παύλου, πώς ταιριάζει και πώς συνάδει μ’ αυτά, τα οποία είπατε, και σε τι πρέπει να πειθόμαστε σ’ αυτά που μας λένε οι ηγούμενοι ή οι προϊστάμενοι εκκλησιαστικώς.

Ευχαριστώ πάρα πολύ για το ερώτημα, το οποίο είναι πολύ επίκαιρο και πολύ διάπυρο θα έλεγε κανείς.
Δε θα διακινδυνεύσω καμία ερμηνεία, γιατί εδώ έχω τη συνείδηση ότι αυτά, τα οποία σας είπα δεν είναι η άποψή μου· προσωπικώς, μετά από αυτά που είπα τουλάχιστον θα πρέπει να έχετε αντιληφθεί ότι δεν μπορώ να εκτιμώ την άποψή μου, αφού μίλησα περί ακυρώσεως του προσωπικού θελήματος και τηρήσεως του θελήματος του Θεού. Έτσι λοιπόν επιχείρησα να σας πω, με απλό τρόπο σχετικώς, τι λέει η Εκκλησία γι’ αυτά και αυτό είναι το ζητούμενο. Φυσικά και ο πρώην φοιτητής μου και νυν τιμηθείς με το υπέρτατο αξίωμα, αυτό της Ιεροσύνης, και χαίρομαι γι’ αυτό, θέτει αυτό το ερώτημα προκειμένου να ακούσει τι επ’ αυτού λέει η Εκκλησία.

Το χρυσό στόμα λοιπόν της Εκκλησίας, ο ερμηνευτής του Αποστόλου Παύλου, το στόμα του Αποστόλου Παύλου, που είναι ο Ιερός Χρυσόστομος θα πει τα εξής, τα οποία θα πω στη συνέχεια· μόνο θέλω να σημειώσω ότι συνήθως είναι μέθοδος των αιρετικών να χρησιμοποιούνε αυτόνομα χωρία. Λέει η Αγία Γραφή πολλά πράγματα, κάποιος λέει π.χ. «και η Αγία Γραφή λέει ότι ουκ έστι Θεός». Ναι, αλλά λέει νωρίτερα ότι «είπε άφρων εν τη καρδία αυτού: ουκ έστι Θεός» (Ψαλμ., 13, 1). Αν το πάρεις μόνον «ουκ έστι Θεός» ότι το λέει η Αγία Γραφή, πράγματι λέει η Αγία Γραφή αυτό, αλλά πρέπει να δει κανείς τη συνάφεια του κειμένου.

Ο Ιερός Χρυσόστομος λοιπόν ερμηνεύοντας αυτό που σας είπα, και είναι αυθεντικό γιατί κι εγώ από τον Απόστολο Παύλο σας μνημόνευσα, ότι και Άγγελος εξ ουρανού, και εγώ ο ίδιος να είμαι ανάθεμα αν πω κάτι διαφορετικό, έχει τεράστια σημασία. Λέει λοιπόν ότι στην ίδια επιστολή –είναι από την προς Εβραίους αυτό- λέει, «ων αναθεωρούντες», δηλαδή το «ων» είναι «των ηγουμένων στην Εκκλησία», «ων αναθεωρούντες την έκβασιν της αναστροφής μιμείσθε την πίστιν» (Εβρ., 13, 7), λέει ο Απόστολος Παύλος, το οποίο έχει άμεση συνάρτηση, γιατί είναι στο ίδιο κεφάλαιο, με αυτό το οποίο λέχτηκε προηγουμένως. Και λέει το εξής εντυπωσιακό ο Ιερός Χρυσόστομος, ότι οφείλουμε να προσέχουμε αυτά, τα οποία ακούμε από τους ηγουμένους, που υποτίθεται ότι αγρυπνούσι υπέρ των ψυχών ημών, έτσι; Το «υποτίθεται» το λέω ότι, αυτή είναι η σκοπιμότητά τους, γι’ αυτό λέγονται «επίσκοποι», να βρίσκονται επί σκοπόν, να θεωρούν και να υπεραμύνονται, με τίμημα την ίδια τους τη ζωή, της αληθείας της Εκκλησίας.

Αλλά αυτό δεν είναι αυτονόητο. Είπα προηγουμένως ότι η Εκκλησία μας πείθει. Ο Νεστόριος π.χ. Πατριάρχης ήταν, αν ακολουθούσε δηλαδή το ποίμνιο ή οι υπ’ αυτόν κληρικοί ό,τι έλεγε, τότε θα πηγαίναμε καταστροφικά, κατά διαβόλου δηλαδή, διότι απεκόπη από την Εκκλησία ο Νεστόριος.

Η Ορθόδοξη Ανατολή, σχεδόν όλη η Ανατολή, όλα τα Πατριαρχεία δηλαδή, όλες οι Επισκοπές της Ανατολής, τον 7ο αι. επί του Αγίου Μαξίμου, έσφαλλαν. Κι αυτό ήταν το επιχείρημα και του εκπροσώπου του Πατριάρχη και του εκπροσώπου του Αυτοκράτορα στον Άγιο Μάξιμο: «Καλά, μόνο εσύ είσαι έξυπνος; Μόνο συ το κατάλαβες; Μόνο συ είσαι ευφυής; Μόνον εσύ έχεις εκκλησιαστικό φρόνημα και κατάλαβες τι είναι σωστό;» Και εκεί ο Άγιος Μάξιμος λέει πως δέχεται καθετί και από τον έναν και από τον άλλον που είναι υπό τον ουρανόν, αλλά δεν μπορεί να μην είναι επόμενος τοις Αγίοις Πατράσι, στους Αγίους Πατέρες δηλαδή, που πάντοτε προηγουμένως έλεγαν άλλα πράγματα, και θέτει αυτά που λέγανε. Γιατί του είπαν: «Κι εσύ, τέλος πάντων, πού ανήκεις; Σε ποια Εκκλησία ανήκεις;». Κι η απάντησή του ήταν ότι, ανήκει στην Εκκλησία του Χριστού, όπου και όλοι αυτοί οι Άγιοι.

Εν τοιαύτη περιπτώσει, λοιπόν, ο Ιερός Χρυσόστομος μάς λέει ότι οφείλουμε να προσέχουμε πάρα πολύ αυτήν τη διδασκαλία σε ότι αφορά την πίστη. Ότι όμως αφορά την ζωή τους, τον βίο τους, θα λέγαμε σήμερα την ιδιωτική τους ζωή, σ’ αυτό δεν πρέπει να σταθούμε και δεν πρέπει αυτό να προσδιορίσει την στάση της υπακοής απέναντί τους. Όχι βεβαίως αν υποτεθεί ότι κάνει μια άτοπη ζωή ότι θα πρέπει εμείς να κάνουμε εκείνο, αλλά στο πλαίσιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας, δόξα τω Θεώ μέχρι σήμερα, και αν έχει κάνει κάποιος Επίσκοπος ή Πατριάρχης κάτι άτοπο, ποτέ δεν καλεί το ποίμνιο να τον μιμηθεί. Εδώ μιλάμε για την πίστη, έτσι; Και το επικίνδυνο είναι ότι ακριβώς αυτό γίνεται το ατόπημα. Λέγεται δηλαδή κάτι εσφαλμένο, κάνοντας χρήση εξουσίας ένας ή πολλοί -δεν έχει σημασία αυτό- ζητούν υπακοή· αυτή είναι η κακή υπακοή γιατί υπακούει κανείς σ’ έναν άνθρωπο κι όχι στο θέλημα του Θεού, αυτό δηλαδή που εκφράστηκε από την Εκκλησία. Για να το ξέρει όμως κανείς αυτό πρέπει να έχει κριτήρια, να έχει πνευματική καθαρότητα, να βλέπει δηλαδή και να ξέρει τι πάντοτε η Εκκλησία έλεγε.

Έτσι λοιπόν είναι κατ’ εξοχήν υπεύθυνη η στάση μας ως πιστών στο πλαίσιο της Εκκλησίας και στο βαθμό που είναι κανείς, έτσι, ευαίσθητος και νήφει, δηλαδή βρίσκεται εν προσευχή· είπα σε κάποιο σημείο όταν δεν βρίσκεται εν προσευχή τότε αμαρτάνει, τότε αστοχεί, ο οποιοσδήποτε, ας είναι και χαρισματούχος, ας έχει κάνει και θαύματα. Δεν αποτελούν αυτά εγγύηση, μια παγιωμένη κατάσταση στον παρόντα βίο, αλλά πρέπει να βρίσκεται εν προσευχή.

Όταν βρίσκεται εν προσευχή δεν μπορεί να αμαρτάνει γιατί λειτουργεί μέσα του ο ίδιος ο Χριστός, το Πνεύμα της Αληθείας. Η ετοιμότητα αυτή, η νήψη αυτή μας κάνει και πολύ υπεύθυνους πολίτες· γιατί αν για τα πνευματικά και υψηλά μπορούμε να κάνουμε διάγνωση, πολύ περισσότερο μπορούμε να το βλέπουμε αυτό στην κοινωνική μας ζωή, στη σχέση μας μέσα στην οικογένεια, στην κοινωνική ευρύτερα ζωή αλλά και στην πολιτική ζωή. Γιατί; Γιατί έχει καθαρίσει ο νους μας και δεν απατάται από τα φαινόμενα. Άρα και ως πολίτες ακόμη γινόμαστε υπεύθυνοι πλέον, γιατί και εκεί η αστοχία είναι αμαρτία. Αμαρτία, άλλωστε, αυτό το πράμα είναι, όταν κανείς δεν κάνει το θέλημα του Θεού. Αυτό όμως για να το βλέπει χρειάζεται αυτή η νήψη, δηλαδή να βρίσκεται διαρκώς σ’ αυτή τη διαδικασία του απομπαζώματός του, που είναι η προσευχή, αυτή η γνωστή η μικρή, «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με» ή «Φώτισόν μου το σκότος».

Φωτίζει ο Θεός, διότι όταν ο άνθρωπος ζητά έλεος από τον Θεό σημαίνει ότι πρακτικώς ταπεινώνεται και όταν ταπεινώνεται είναι πνευματικός νόμος, «ο Θεός ταπεινοίς δίδωσι χάρι» (Ιακώβ., 4, 6). Η Χάρη του Θεού είναι φως εκ φωτός, του φωτίζει μ’ ένα παράκλητο τρόπο και παρηγορεί γι’ αυτό το οποίο πληροφορείται, μετανοεί διά των μυστηρίων της Εκκλησίας και όχι μόνος του και ιδιωτικώς, καταθέτοντας αυτό στον πνευματικό παίρνει την άφεση, με την άφεση αυτή χαίρεται την παρούσα αυτή ζωή σε σχέση μες στην Εκκλησία, με την ίδια προσευχή βλέπει στη συνέχεια την ανεπάρκειά του κ.ο.κ. και έτσι είναι ένας υπεύθυνος άνθρωπος μέσα στο σώμα της Εκκλησίας. Δεν είναι αυτός, ο οποίος ευκαίρως ακαίρως κάνει κριτική για το οτιδήποτε. Και προσέξτε το σημείο αυτό, ο Ιερός Χρυσόστομος μιλά για την πίστη, το φρόνημα σε θέματα πίστεως, όχι σε θέματα ζωής· όχι γιατί αυτό δεν έχει σημασία, αλλά γι’ αυτόν μπορεί να επιληφθεί και θεσμικά και αργότερα, τέλος πάντων, η Εκκλησία δια της Ιεραρχίας κλπ. Αλλά στο θέμα της πίστεως δεν είναι απαραίτητο να γίνει πρώτα κάποια σύνοδος για να το καταδικάσει, διότι είναι θέμα που μας χωρίζει από τον Θεό.

Θυμάστε την περίπτωση του ασκητή Αγάθωνα, που τον είπαν ότι είσαι πόρνος, είσαι κλέπτης, έτσι έχει ακουστεί για σένα, και τα αποδέχτηκε έστω και αν δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα. Και όταν του είπε «είσαι αιρετικός», δηλαδή σφάλλεις στο θέμα της πίστης, είπε «Δεν είμαι». Τότε λοιπόν γιατί όλα τ’ άλλα τα παραδέχτηκες και τούτο το αρνείσαι; Γιατί τα άλλα, λέει, δεν μπορούν να με χωρίσουν από τον Θεό. Μετανοεί ο άνθρωπος, αλλά ο αιρετικός δεν μετανοεί· επομένως η αίρεση με χωρίζει από τον Θεό.

Έτσι λοιπόν και εμάς μας χωρίζει από τον Θεό κάθε φρόνημα που δεν αντιστοιχεί στο φρόνημα της Εκκλησίας και προσέξτε το αυτό το σημείο, είναι πάρα πολύ σπουδαίο. Και εμπειρικά αν κανείς έχει πνευματική ζωή, έχει αίσθηση δηλαδή, αυτό που λέμε «εν πάση αισθήσει» γίνονται αυτά τα πράγματα, όπως λέει ο Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος, θα το καταλάβει. Αν είχε δηλαδή προηγουμένως ζωή εν Χριστώ και τώρα απεδέχθη κάτι εσφαλμένο, αμέσως θα σκοτεινιάσει, αμέσως θα καταλάβει ότι έπαψε ο Θεός να ενεργεί μέσα του. Άρα μιλάμε για εξαιρετικής σημασίας πράγματα, και θα σας πω μόνο αυτό του Αγίου Μαξίμου και να τελειώσω.

Ο Άγιος Μάξιμος κάνει μία διαβάθμιση της ακαθαρσίας του ανθρώπου.

  • Ως κορυφαία, κορυφαία, ακαθαρσία, συμπύκνωση μάλιστα ακαθαρσίας, είναι η εσφαλμένη πίστη στο Θεό, όταν δηλαδή είναι κάποιος μιας άλλης θρησκείας, δεν πιστεύει δηλαδή στον Τρισυπόστατο Θεό.
  • Η αμέσως κατώτερη από αυτό ακαθαρσία στον άνθρωπο είναι όταν έχει εσφαλμένη θεώρηση στο θέμα του Θεού· είναι οι αιρετικοί. Κάτι επιμέρους, δεν δέχεται κάτι από αυτά.
  • Αλλά σκεφτείτε ότι η Τρίτη, που μόλις από μας θεωρείται αμαρτία, απ’ τους περισσότερους δηλαδή, είναι όταν ο άνθρωπος διά του λογισμού συγκατατεθεί με την αμαρτία, τρίτης κατηγορίας δηλαδή.
  • Και τετάρτης κατηγορίας ακαθαρσία είναι όταν κάνει τις αμαρτίες διά του σώματος, που εμείς τα έχουμε ανατρέψει αυτά. Και θεωρούμε ότι αν κανείς λέει κάτι εσφαλμένο για την πίστη, ε, αυτή είναι μία άποψη. Δεν είναι καμία άποψη, είναι ακαθαρσία μεγάλη, στην οποία δεν φτάνει κανείς με άλμα επί κοντώ, αλλά προχωρά σταδιακά, δηλαδή με την αμαρτία του σώματος, με την αμαρτία των λογισμών και πάει λέγοντας προς τα πάνω.

Άρα μιλάμε για μια αποκοπή ουσιαστικά, πνευματικά από τον ίδιο τον Χριστό. Γι’ αυτό οφείλουμε να έχουμε αυτή την ετοιμότητα κι αυστηρότητα.


Χαίρετε εν Κυρίω
π. Φώτιος Βεζύνιας