Παρασκευή 22 Νοεμβρίου 2013

ΘΕΣΕΙΣ "ΜΕΤΑΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ" ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΣ ΣΤΗΝ ΠΑΠΙΚΗ ΗΜΕΡΙΔΑ

Κείμενον συνταχθέν υπό των διαχειριστών του Ιστολογίου katanixis.gr

ΟΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΚΕΣ-ΜΕΤΑΠΑΤΕΡΙΚΕΣ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΣ κ. ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΣΤΗΝ ΠΑΠΙΚΗ ΗΜΕΡΙΔΑ «Β΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ ΒΑΤΙΚΑΝΟΥ: 50 ΧΡΟΝΙΑ ΠΙΣΤΗΣ ΚΑΙ ΕΛΠΙΔΑΣ» 
(Σάββατο 9 Νοεμβρίου 2013-Λεόντειο Λύκειο Πατησίων)
Σχετικά με την ημερίδα εν συντομίαΔιαβάζουμε σύμφωνα με το ρεπορτάζ: «Πραγματοποιήθηκε η ημερίδα ‘Β΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ ΒΑΤΙΚΑΝΟΥ: 50 ΧΡΟΝΙΑ ΠΙΣΤΗΣ ΚΑΙ ΕΛΠΙΔΑΣ’ με μεγάλη επιτυχία το Σάββατο, 9 Νοεμβρίου 2013, στο Λεόντειο Λύκειο Πατησίων. Προσκεκλημένοι εισηγητές ήσαν ο Εκλαμπρότατος Καρδινάλιος κ. Domenico Calcagno, ο Σεβασμιότατος Αρχιεπίσκοπος Καθολικών Αθηνών κ. Νικόλαος, ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Δημητριάδος και Αλμυρού κ. Ιγνάτιος, ο αιδεσιμότατος π. Μάρκος Φώσκολος και η δρ. Βασιλική Μαυροσκά, επίκουρη καθηγήτρια στην Ανώτατη Εκκλησιαστική Ακαδημία Αθηνών. Αναπτύχθηκαν θέματα ιστορικά και θεολογικά σχετικά με την Β’ Οικουμενική Σύνοδο του Βατικανού, τα διατάγματα, τις παραινέσεις και την εφαρμογή τους στην Ελλάδα και τον υπόλοιπο κόσμο και προβλήθηκε σχετικό βίντεο παραγωγή της Γ.Ι.Ε.Ι.Ε. …»1.

Δεν δικαιολογούνται οι ύμνοι του Μητροπολίτου Δημητριάδος για τη Β΄ Βατικανή Σύνοδο.
Ανήμερα λοιπόν της εορτής του Αγίου Νεκταρίου, ένας Ορθόδοξος Επίσκοπος, ο Μητροπολίτης Δημητριάδος κ. Ιγνάτιος, παρέστη ως ισότιμος συνομιλητής με εκπροσώπους της ρωμαιοκαθολικής «εκκλησίας» στο προαναφερθέν συνέδριο, γνωρίζοντας κυριολεκτικά την αποθέωση από όλους τους παπικούς παρισταμένους, δεδομένου ότι οι τοποθετήσεις του για τη Β΄ ΒατικανήΣύνοδο υπήρξαν υμνητικές στο έπακρο. Με στοχαστική μέθοδο, όπως ο ίδιος παραδέχεται στην αρχή της εισήγησής του, ενθουσιωδώς μεν, αλλά εντελώς αντιεπιστημονικά δε, χωρίς παραπομπές και βιβλιογραφία, εξωράισε παραπλανητικά την εικόνα της εν λόγω «συνόδου». Είναι άραγε δικαιολογημένοι οι ύμνοι που εξέπεμψε ο άγιος Δημητριάδος για την 24η –κατά τους Λατίνους- «οικουμενική» σύνοδο, άλλως Β’ Βατικάνειο;
Πρίν απαντηθεί το καίριο αυτό ερώτημα, ας σταχυολογήσουμε δειγματοληπτικά ορισμένες προβληματικές τοποθετήσεις του γνωστού ιεράρχη, καθότι, όπως θα αποδειχθεί λίαν συντόμως, αυτές ανατρέπουν συθέμελα την Ορθόδοξη Εκκλησιολογία και Δογματική των Αγίων Πατέρων:
1. Κατά τον κ. Ιγνάτιο ξεκάθαρα, η ρωμαιοκαθολική παρασυναγωγή δεν αποτελεί αίρεση, αλλά εκκλησία με χάρη και μυστηριακή ζωή, καίτοι έχει καταδικαστεί επανειλημμένα από δεκάδες Ορθόδοξες Συνόδους2, με πρώτη αυτή της Κωνσταντινουπόλεως του 879-880 επί Μεγάλου Φωτίου! Ερωτηθείς επί τούτου απήντησε ανερυθριάστως και επί λέξει ότι «όντως φιλοξενήσαμε (πρόσφατα) ένα συνέδριο της Συνοδικής Επιτροπής επί των Αιρέσεων στην πόλη του Βόλου και στο συνεδριακό μας Κέντρο, φιλοξενούμενοι της Μητροπόλεώς μας. Όμως αυτή η Επιτροπή ασχολείται με τις αναγνωρισμένες από την Εκκλησία αιρέσεις και δεν συμπεριλαμβάνονται σε αυτές οι Καθολικοί αδελφοί μας, ούτε η Καθολική Εκκλησία». Με τον τρόπο αυτό, ο Μητροπολίτης Δημητριάδος «καθησυχάζει» τους πλανεμένους αδελφούς μας του ρωμαιοκαθολικισμούπως δεν είναι αίρεση, και έρχεται σε ευθεία αντίθεση με το σύνολο των Αγίων Πατέρων που χαρακτηρίζουν τον ρωμαιοκαθολικισμό με τον όρο αυτό, με πρώτο τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, που ομιλεί για «σατανοκίνητη αίρεση»3! Με βάση λοιπόν αυτή την εσφαλμένη και κατεδαφιστική θέση του, θα παρακαλούσαμε τον κ. Ιγνάτιο να μας υποδείξει έναν Άγιο της Ορθοδοξίας που να θεωρεί το ρωμαιοκαθολικισμό ως εκκλησία και όχι ως αίρεση!
2. Από το ανωτέρω γίνεται εξίσου εμφανές πως ο Μητροπολίτης του Βόλου θεωρεί πως η Εκκλησία είναι μία, αλλά συγχρόνως και διηρημένη, κάτι που αποτελεί αντίφαση εν τοις όροις. Διότι, πως είναι δυνατόν, η Εκκλησία που περιλαμβάνει εννοιολογικά το «όλον», ως «μία, αγία, καθολική και αποστολική», όπως ομολογούμε στο Σύμβολο της Πίστεως, ταυτοχρόνως να βρίσκεται «εν ετέρα μορφή» και κάπου αλλού; Άραγε «μεμέρισται ο Χριστός»4; Μήπως έχει διαιρεθεί το Σώμα του Χριστού σε κομμάτια και δεν το γνωρίζουμε;
3. Σε ολόκληρη την εισήγηση του Μητροπολίτου Δημητριάδος επαινείται, όπως ήδη αναφέραμε, διθυραμβικά η σημασία της Β’ ΒατικανήςΣυνόδου, εξαιρέτως δε το περίφημο «διάταγμα περί οικουμενισμού» (UnitatisRedintegratio)5, το οποίο ανοίγει τις πόρτες στη συνεργασία και στο διάλογο με τις άλλες χριστιανικές «εκκλησίες», κάτι που αποτελεί εξέλιξη στην καθολική εκκλησιολογία, εφόσον αυτή αναγνωρίζει πως η χάρη του Χριστού ενεργεί και στις άλλες χριστιανικές «εκκλησίες». Ο κ. Ιγνάτιος δεν απορρίπτει τούτη την αιρετική προσέγγιση, η οποία ουσιαστικώς είναι ταυτόσημη με την «θεωρία των κλάδων» που προωθεί το «Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών», αντιθέτως την υιοθετεί πανηγυρικώς, αφού κατά την εκτίμησή του εμείς οι Ορθόδοξοι θα πρέπει να χαιρόμαστε κι από πάνω, επειδή «η Ορθόδοξος Εκκλησία αναγνωρίζεται ως ‘Εκκλησία’ με πλήρη εκκλησιολογική έννοια», από τη Β΄ ΒατικανήΣύνοδο! Αυτό βεβαίως που αποφεύγει εν προκειμένω να θίξει ο άγιος Δημητριάδος είναι ότι για το Βατικανό η Ορθόδοξη Εκκλησία, όπως διακηρύχθηκε urbietorbi τον Ιούνιο του 2009 από τον Πάπα Βενέδικτο ΙΣΤ΄, ναι μεν χαρακτηρίζεται ως εκκλησία, πλην όμως ως ελλειμματική, ενόσω χρόνο δεν αποδέχεται το «πέτρειο πρωτείο» του Πάπα!
4. Συμπληρωματικά στο ανωτέρω, ο Σεβασμιότατος δεν τόλμησε να αναλύσει σε πλήρη έκταση το «διάταγμα περί οικουμενισμού» (UnitatisRedintegratio), το οποίο δεν στέκεται απλά και μόνο στο «διαχριστιανικό άνοιγμα», αλλά ότι το άνοιγμα αυτό και ο διάλογος επεκτάθηκε και προς τις άλλες θρησκείες, ιδιαίτερα προς τον Ιουδαϊσμό και το Ισλάμ, παρά την έντονη αντίδραση μιας μειοψηφίας στη Σύνοδο. Πρακτικά αυτό σημαίνει πως στη συγκεκριμένη σύνοδο, το Βατικανό έθεσε επισήμως και για πρώτη φορά τα θεμέλια προς ένα «πανθρησκειακό μοντέλο», όπου κάθε χριστιανική ομολογία και θρησκεία θα κρατήσει τα δικά της (unityindiversity), με την ένωση να περιορίζεται μόνο στην αναγνώριση του Πάπα, ως πνευματικού ηγέτη αυτής της διαθρησκειακής πυραμίδας. Το σχήμα αυτό θυμίζει επακριβώς τις προφητείες των Αγίων Πατέρων που ομιλούν για τον Αντίχριστο, ο οποίος θα επιτρέψει μία φαινομενική θρησκευτική ελευθερία, ο καθένας να κρατήσει τα δικά του, αρκεί να προσκυνηθεί από την ανθρωπότητα!
5. Ένα ακόμη «επίτευγμα» της Β΄ Βατικανής, κατά τον άγιο Δημητριάδος, είναι η ενίσχυση της «συλλογικότητας των επισκόπων», διότι σαν όρος πλησιάζει στη συνοδικότητα, καθώς και η ενίσχυση της έννοιας «τοπική εκκλησία». Βεβαίως και εδώ αποκρύπτεται ευσχήμως από τον Ορθόδοξο Επίσκοπο, το αδιαμφισβήτητο γεγονός πως όλοι αυτοί οι όροι που «ενίσχυσε» η σύνοδος είναι λεκτικά πυροτεχνήματα, αφού πάντοτε τον τελευταίο λόγο στη ρωμαιοκαθολική παρασυναγωγή τον έχει ο Πάπας, κάτι που δεν αμφισβητείται ποτέ κι από κανένα στον ρωμαιοκαθολικό κόσμο.
6. Εμφανίζεται ανακουφισμένος ο κ. Ιγνάτιος διότι «η Εκκλησία της Ρώμης αισθάνθηκε την ανάγκη να συγκροτήσει σύνοδο. Μετά την Α΄ ΒατικανήΣύνοδο πολλοί πίστεψαν ότι αρκεί ο Πάπας για να εκφράσει τη διδασκαλία της εκκλησίας, και μάλιστα αλάθητα! Να όμως που, ευτυχώς(sic), τα πράγματα δεν ήταν έτσι. Η εκκλησία εκφράζεται σε ύψιστο βαθμό μόνον συνοδικώς…». Βέβαια το ερώτημα προς το Μητροπολίτη Δημητριάδος είναι, πότε και σε ποια σημεία η Β΄ Βατικανή Σύνοδος ανασκεύασε τις αποφάσεις της Α΄ Βατικανής, και κυρίως το δόγμα «περί αλαθήτου» excathedra; Μήπως απεμπόλησε ο Πάπας τον τίτλο του Vicarius Christi, ήτοι αντι-πρόσωπος του Χριστού πάνω στη γη, και δεν το γνωρίζουμε κι αυτό;
7. Όσον αφορά την λεγομένη «οικουμενική κίνηση» και το «Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών», στο οποίο οι Ορθόδοξοι εγκαταβιούν παρέα με άλλες 300 περίπου αιρετικές παραφυάδες του προτεσταντικού χώρου, ο Μητροπολίτης Δημητριάδος, αφού επαινεί πρωτίστως «τους εαυτούς μας» που αποτελούμε ιδρυτικά μέλη αυτού του ανοσιουργήματος, εν συνεχεία αποδίδει και πάλι τα εύσημα στη Β΄ ΒατικανήΣύνοδο, διότι πρίν από τη σύγκλησή της «το Βατικανό απέρριπτε κατηγορηματικά κάθε συμμετοχή της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας στην οικουμενική κίνηση». Αυτό που δεν αναφέρει εδώ ο κ. Ιγνάτιος είναι πως οι ρωμαιοκαθολικοί ακόμη και μέχρι σήμερα, προς τιμήν τους, δεν συμμετέχουν στο «θέατρο σκιών» του Π.Σ.Ε. ως πλήρη μέλη, αλλά ως απλοί παρατηρητές, κάτι που συνέβη κι αυτές τις ημέρες στις εργασίες της Ι΄ Γενικής Συνελεύσεως του Π.Σ.Ε., που διεξήχθη στην πόλη Πουσάν της Νότιας Κορέας. Έχει άραγε αναρωτηθεί ο άγιος Δημητριάδος, γιατί επιλέγουν μέχρι σήμερα το ρόλο του παρατηρητή οι ρωμαιοκαθολικοί; Απλούστατα διότι οι ίδιοι, σε αντίθεση με εμάς που μειοδοτούμε και υποχωρούμε συνεχώς, θεωρούν τους εαυτούς τους ως τη «μία, αγία, καθολική και αποστολική εκκλησία» και δεν καταδέχονται να καθίσουν ως ομοτράπεζοι επί ίσοις όροις με «ελλειμματικές εκκλησίες»! Εκμεταλεύονται δηλαδή, αυτό που εμείς, ως γνήσια Αποστολική Εκκλησία του Χριστού, απεμπολούμε!
8. Τέλος, αλγεινή εντύπωση προκάλεσε η προσωπική άποψη του κ. Ιγνατίου, για όσους θεωρούν το ρωμαιοκαθολικισμό ως αίρεση, ή επιδεικνύουν ένα «αντιοικουμενιστικό πρόσωπο». Ο Μητροπολίτης διαπιστώνει ισοπεδωτικά και με έναν πρωτοφανή ολοκληρωτισμό ότι «πίσω από τέτοιες συμπεριφορές υπάρχουν ψυχικά τραύματα, που ίσως τα ξέρει μόνο αυτός που φτάνει σε ακραίες εκδηλώσεις και ο Θεός». Αυτή η θέση εμφανίζει μία συνέπεια με το αιρετικό δόγμα της «μεταπατερικής θεολογίας», κι αυτό διότι, εφόσον ισχύει υποθετικά η διαπίστωση αυτή του Σεβασμιοτάτου, τότε στην κατηγορία αυτή, ως ψυχοπαθείς δηλαδή, περιλαμβάνονται όλοι οι μεγάλοι Πατέρες της Ορθοδοξίας από τον 9ο αιώνα και εντεύθεν, με πρώτο τον Μέγα Φώτιο, τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, τον Άγιο Μάρκο τον Ευγενικό, τον Άγιο Κοσμά τον Αιτωλό, τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη και όλους τους Αγίους Κολλυβάδες Πατέρες, τον Άγιο Νεκτάριο, τον Άγιο Ιουστίνο Πόποβιτς και άλλους πολλούς. Ταπεινώς λοιπόν θα τολμήσουμε να ερωτήσουμε, μήπως ο άγιος Δημητριάδος κρίνει εξ ιδίων τα αλλότρια;
Ότι δεν πέτυχε η Ουνία στον ορθόδοξο χώρο, το πετυχαίνει η Β΄ Βατικανή Σύνοδος.
Είναι πάντως αξιοσημείωτο το γεγονός, πως στην εισήγησή του ο Δεσπότης του Βόλου, εμφανίζεται σε αρκετά σημεία να επιτίθεται στο αρχέγονο ζήτημα της Ουνίας (unia=ένωση), αναγνωρίζοντας πως «αποτελεί τροχοπέδη στις σχέσεις των δύο Εκκλησιών, Ορθοδόξου και Ρωμαιοκαθολικής, και που πρέπει να αντιμετωπισθεί οπωσδήποτε». Εν πολλοίς δεν θα υπήρχε διαφωνία ως προς την ανωτέρω θέση, εφόσον ο άγιος Δημητριάδος και αρκετοί ομόφρονές του στην Ιερά Σύνοδο, δεν αναγνώριζαν το κράτος του Βατικανού ως κανονική εκκλησία. Πλέον όμως, από τη στιγμή που ο παπισμός, ο οποίος σημειωτέον αποτελεί τη μήτρα όλων των δυτικών αιρέσεων, αναγνωρίζεται ως εκκλησία, η παραπάνω θέση του Δημητριάδος «περί διευθετήσεως του ζητήματος της Ουνίας» αποτελεί πλεονασμό, καθότι ουσιαστικά η ουνιτοποίηση διεξάγεται νομοτελειακά μέσω της αποδοχής των πορισμάτων της Β΄ Βατικανής Συνόδου και της εμφυτεύσεως αυτής της καινοτόμου, πλην όμως αιρετικής, εκκλησιολογίας στον ελλαδικό Ορθόδοξο χώρο. Με αυτή την θεολογική «τέχνη της πανουργίας», καλλιεργείται επισταμένως στα υψηλά κλιμάκια της Ελλαδικής Εκκλησίας η αίσθηση της «ενότητας μέσα από τη διαφορετικότητα», με συνέπεια το πράγμα να αποκτά θεσμική υπόσταση. Σε μία τέτοια περίπτωση, ο κίνδυνος για την Ορθόδοξη Εκκλησία είναι απείρως μεγαλύτερος από τον κίνδυνο της Ουνίας, και το μόνο πλέον που θα απομένει είναι ο τρόπος που θα σερβιριστεί αυτού του είδους η «ενότητα» στον λαό.
Να διακηρύξει δημοσίως στο χριστεπώνυμο πλήρωμα της Εκκλησίας ο Μητροπολίτης Δημητριάδος, τις θέσεις που κατέθεσε στη Λεόντειο Σχολή.
Αυτό ακριβώς το «σερβίρισμα» στο λαό είναι εκείνο που φρενάρει τον φιλελεύθερο-ουμανιστικό ενθουσιασμό του Μητροπολίτου Δημητριάδος, και δεν μπορεί να εκδηλωθεί με την ίδια ζέση, όπως συμβαίνει σε ακροατήρια τύπου «Λεοντείου Σχολής», απέναντι προς τους απλούς (και «ανώριμους» ακόμη) πιστούς, υπό τον προφανή φόβο αντιδράσεων και σχισμάτων στο χώρο της Εκκλησίας. Αυτός ασφαλώς είναι και ο κύριος λόγος που εξηγεί γιατί υποκρίνεται και δεν αποκαλεί δημοσίως, κατά την ώρα του κηρύγματος π.χ., τους ρωμαιοκαθολικούς ως εκκλησία, από τη στιγμή που αποδεδειγμένα αυτό φρονεί και διδάσκει σε οικεία ακροατήρια. Έχοντας επομένως αυτή την παρασκηνιακή και κρυφή δραστηριότητα, δεν δείχνει να ενοχλείται, αλλά μάλλον δείχνει επικοινωνιακά να εκμεταλλεύεται τις αποτειχίσεις μεμονωμένων πιστών εντός των διοικητικών του ορίων (και όχι μόνο), πολύ δε περισσότερο δεν έχει καμία συναίσθηση πως ουσιαστικώς αυτός αποτελεί τον ηθικό αυτουργό όλων αυτών των κινήσεων.
Επίλογος-Η αλήθεια μέσα από το πρίσμα της σχετικοποίησης.
Επιλογικά, θα σταθούμε σε μία φράση που χρησιμοποιεί ο άγιος Δημητριάδος κατά την εισήγησή του, το «αληθεύοντες εν αγάπη». Σε μια ημερίδα που, κατά την ταπεινή μας εκτίμηση, κυριάρχησε το ψέμα και η υποκρισία, μας έκανε τρομερή εντύπωση η διαστρέβλωση του παύλειου αυτού λόγου6 από το στόμα ενός Ορθοδόξου Επισκόπου. Εδώ, στο σημείο αυτό, διακρίνουμε και το φρόνημα των όσων διαλέγονται στο όνομα της Ορθοδοξίας με τους ετεροδόξους: είναι ξεκάθαρο πως ως αλήθεια για αυτούς νοείται η σχετικοποίηση της αλήθειας, κι όχι αυτή καθεαυτή η αλήθεια.
Η Β΄ Βατικάνειος Σύνοδος, όχι μόνο σχετικοποιεί και νοθεύει την αλήθεια, που είναι το πρόσωπο του Θεανθρώπου Χριστού, αλλά το εκριζώνει θα λέγαμε εκ βάθρων, προβάλλοντας έναν ανθρωποκεντρισμό-ουμανισμό, που έχει τις βάσεις του στον δογματικό μινιμαλισμό κατά τον Άγιο Ιουστίνο Πόποβιτς. Με άλλα λόγια η «θεολογία της απελευθέρωσης»7, πάνω στο πνεύμα της οποίας κινήθηκε το Βατικανό καθ’ όλη την δεκαετία του ’60, για τους Ορθοδόξους δεν είναι τίποτε άλλο από «θεολογία της υποδούλωσης», μέσα από διατάγματα και όρους τύπου “GaudiumetSpes” (=«Η Εκκλησία μέσα στο σύγχρονο κόσμο»), τα οποία όσο σαγηνευτικά κι αν ακούγονται, δεν έχουν καμία απολύτως θέση στην ορθόδοξη θεολογία και ζωή. Όπως πολύ ωραία και κομψά το διασαφηνίζει ο Άγιος Πόποβιτς, «οι πραγματικοί και συνεπείς Ορθόδοξοι σε καμία περίπτωση και με κανένα αντάλλαγμα δεν κάνουν μικτούς γάμους, δεν συμπεθεριάζουν με αιρετικούς και απίστους. Το τέρμα και ο σκοπός, που επιδιώκουμε εμείς, είναι ο ουρανός και η αιώνια μακαριότης, ενώ γι᾽ αυτούς είναι η γη και η ευδαιμονία πάνω σ᾽ αυτήν. Προκειμένου να επιτύχει το συνοικέσιο, σ᾽ ένα μικτό γάμο, είναι ανάγκη κάποιος να αρνηθεί το πιστεύω και τις αρχές του, να αρνηθεί τον εαυτό του. Και αυτός για κανένα λόγο δεν είναι δυνατό να είμαστε εμείς»8. 
Ιστολόγιο Κατάνυξις 
________________________________________ 
1 http://cen.gr/index.php/news/catholic-archdiocese-athens/756-hmerida-2013 
2 Αναφέρουμε ενδεικτικά ορισμένες εξ αυτών: α) Σύνοδος 1170, εν Κωνσταντινουπόλει , β) Σύνοδος 1450, εν Κωνσταντινουπόλει , γ) Σύνοδος 1722, εν Κωνσταντινουπόλει , δ) Σύνοδος 1838 εν Κωνσταντινουπόλει , Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως, Αλεξανδρείας, Αντιοχείας, Ιεροσολύμων, 1848 , ε) Σύνοδος 1895, εν Κωνσταντινουπόλει. 
3 Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, Περί της εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος Λόγος Α’, στο Γρηγορίου Παλαμά, Απαντά τα έργα, ΕΠΕ, τομ. 1, Θεσσαλονίκη 1981, σελ. 74 
4 Α΄ Κορ. α΄ 13 
5 Βλ. σχετικά περιοδικό ΑΝΟΙΧΤΟΙ ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ, Η Β’ Σύνοδος του Βατικανού ανοίγει την Εκκλησία στο μέλλον, τ. 1028, ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2005 
6 Εφεσ. δ΄ 15 
7 Η κίνηση πήρε το όνομα «Θεολογία της Απελευθέρωσης» από το ομότιτλο βιβλίο (1972) του περουβιανού κοινωνικού επιστήμονα και θεολόγου ΓκουστάβοΓκουτιέρες. 
8 Εφημερίδα ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ, 19-10-2012, αρ. φύλλου 1946