Τετάρτη 27 Ιανουαρίου 2016

ΜΝΗΜΗ ΑΓΙΟΥ... ΜΙΜΗΣΗ ΑΓΙΟΥ.

ΣΧΟΛΙΟ: Αφιέρωμα στην εορτή των Τριών Ιεραρχών που σιγά-σιγά θέλουν να την ξεχάσουμε... Επίσης απάντηση σε όσους θέλουν να μας πείσουν ότι δεν είμαστε "αρμόδιοι" να ελέγξουμε τους "πολιτικούς"..  

ΑΠΟ ΤΟΝ ΒΙΟ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ.
....Όταν ο Ιουλιανός ο παραβάτης,  ο ασεβής και διώκτης των Χριστιανών, θέλησε να πάει στην Περσία να πολεμήσει πέρασε κοντά από την Καισαρεία. Ο Άγιος Βασίλειος γνωρίζοντας τον από την Αθήνα όπου ήταν συμφοιτητές πήγε μαζί με τον λαό να τον τιμήσει. Ο Ιουλιανός απαίτησε να του δώσει δώρα. Ο Άγιος  αφού δεν είχε τίποτε άλλο, θεώρησε ότι το καλύτερο δώρο για τον βασιλιά θα ήταν τρεις από τους κριθαρένιους άρτους του. Έστειλε λοιπόν ο Άγιος τους άρτους στον Ιουλιανό.  Ο Ιουλιανός θύμωσε και  διέταξε τους υπηρέτες να ανταμείψουν τη δωρεά και να δώσουν χόρτο από το λιβάδι. Ο Άγιος Βασίλειος βλέποντας την καταφρόνηση του βασιλιά του είπε «εμείς, βασιλιά σου προσφέραμε ότι πολύτιμο είχαμε από κείνο δηλαδή που τρώμε, και εσύ φαίνεται μας αντάμειψες από εκείνο που τρως». Δηλαδή ούτε λίγο , ούτε πολύ τον αποκάλεσε ζώο. Τότε ο Ιουλιανός θύμωσε πάρα πολύ και απείλησε, ότι όταν θα επιστρέψει από την Περσία νικητής, θα κάψει την πόλη και τον λαό θα τους πάρει δούλους. Όσο για τον ίδιο τον Άγιο Βασίλειο θα τον ανταμείψει όπως πρέπει......
ΑΠΟ ΤΟΝ ΒΙΟ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ.

..Hρνείτο λοιπόν ο Oυάλης τον Χριστό. Kαί ήθελε να επιβάλει το αντίχριστο δόγμα σέ όλη την οικουμένη. Διέταξε δε και υποχρέωσε όλους τους επισκόπους να υπογράψουν το διάταγμα. Εκτελεστής της εντολής του βασιλέως έγινε ένα αχρείο υποκείμενο, ένας έπαρχος, που λεγόταν Mόδεστος. O Mόδεστος λοιπόν άρχισε να περιοδεύει από πόλι σε πόλι. Συναντούσε επισκόπους που, τρέμοντας σαν λαγοί, υπέγραφαν το διάταγμα του Oυάλεντος, για να μη χάσουν τους θρόνους των. Κάποτε όμως έφθασε και στην Καισάρεια. Κάλεσε τον Μέγα Βασίλειο, και τότε μεταξύ των δύο ανδρών διεξήχθη ένας διάλογος, που θα μείνει στην ιστορία. Λέει ο Mόδεστος·

―Ήρθα εδώ στην Καισάρεια για να υπογράψεις το διάταγμα του βασιλέως.

Απαντά ο Μέγας Βασίλειος·

Δεν υπογράφω τέτοια διατάγματα. Μου το απαγορεύει ο Bασιλεύς των βασιλέων, ο Κύριος ημών Iησούς Χριστός, τον οποίο προσκυνώ και λατρεύω από τή νεαρά μου ηλικία.

―Και δε’ φοβάσαι; ερωτά ο Mόδεστος.

―Tί να φοβηθώ; Tί έχεις στη διάθεσί σου; Tί μπορείς να μου κάνεις;

Απαντά ο Mόδεστος.

―Ένα από τα πολλά κακά που μπορεί να κάνει το κράτος του Oυάλεντος.

―Και ποια είναι τα κακά αυτά;

―Δήμευση της περιουσίας το ένα. Εξορία το δεύτερο. Θάνατος το τρίτο.

Tότε ο Mέγας Bασίλειος του λέει·

Δήμευση δε’ φοβάμαι· δεν έχω τίποτε άλλο παρά ένα ράσο και λίγα βιβλία. Eξορία δε’ φοβάμαι· όπου κι αν με στείλουν, πάσα γη πατρίς. Θάνατο δε’ φοβάμαι· ο θάνατος για μένα θα είναι ευεργέτης, γιατί θα με απαλλάξει γρηγορώτερα από τις ασθένειες του σώματος και θα με οδηγήσει στη βασιλεία των ουρανών. Aπείλησέ με με τίποτ’ άλλο, αν έχεις.

Mετα από τέτοια απάντηση ο Mόδεστος κατέρρευσε και είπε·

―Δεν ξανάκουσα τέτοια λόγια από επίσκοπο.

Φαίνεται δεν συνάντησες ως τώρα ΕΠΙΣΚΟΠΟ, απαντά ο Mέγας Bασίλειος· κ’ έκλεισε ο διάλογος.

Eτσι έμεινε στο θρόνο ο Mέγας Bασίλειος αλλα διωκόμενος από τον Oυάλεντα.


ΑΠΟ ΤΟΝ ΒΙΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΌΜΟΥ.

Η αντιπαράθεση της Βασίλισσας Ευδοξίας και του ιερού Χρυσοστόμου: Η αρχή της αντιπαράθεσης ήταν η περίπτωση του Πατρίκιου Θεοδέριχου του οποίου την περιουσία προσπάθησε να δημεύσει και να προσεταιρισθεί η βασίλισσα Ευδοξία. Του ζήτησε να την δανείσει χρήματα για κοινωνικούς (ανθρωπιστικούς) σκοπούς. Αυτός αρνήθηκε και κάτω από τις πιέσεις της βασίλισσας κατέφυγε στον άνθρωπο του Θεού. Ο άγιος λύτρωσε τον Πατρίκιο με την επέμβασή του και εκείνος τότε αφιέρωσε τον πλούτο του στην Εκκλησία. Τότε επενέβη η Ευδοξία και κατηγόρησε τον άγιο ότι ήταν εκείνος φιλοχρήματος. Και ο άγιος την ανταπάντησε ότι η δωρεά του Πατρικίου δόθηκε στον Χριστό. Εκείνον θα λυπήσεις και τον εαυτόν σου θα βλάψεις αν αντισταθείς σε αυτήν την δωρεά. «Τούτο πρώτον τη Ευδοξία σπέρμα της προς αυτόν (τον Χρυσόστομον) απεχθείας», σημειώνει ο συναξαριστής.
  Μια άλλη περίπτωση αντιπαράθεσης συνδέεται με κάποια χήρα Καλλιτρόπη που κατοικούσε στην Αλεξάνδρεια και έπεσε θύμα του Αυγουστάλιου (Ρωμαίου Διοικητού) Παυλακίου. Εκείνη τον πηγαίνει σε δίκη στην βασιλεύουσα και εκείνος μετατρέπει την δίκη σε βάρος της. Τότε προσφεύγει η Καλλιτρόπη στη βασίλισσα, και εκείνη χρησιμοποιεί την περίσταση για να εισπράξει χρήματα (Ταύτα η φιλοχρήματος εκείνη και ανελεύθερος και χρυσώ ζώσα, χρυσόν ορώσα, χρυσόν πνέουσα, χρυσόν νυκτός και μεθ’ ημέραν φανταζομένη»)! Η τελευταία επιλογή της χήρας είναι «ο πάντων λιμένας», ο άγιος στον οποίον και καταφεύγει. Ο άγιος ποιμένας ζητά από την βασίλισσα να επιστρέψει τα χρωστούμενα στην χήρα. Η Ευδοξία του ζητάει να μην ανακατευτεί στην υπόθεση. Εκείνος επιμένει, και εκείνη στέλνει δύο εκατόνταρχους να τον συλλάβουν. Εκείνοι σπεύδουν να εκτελέσουν την βασιλική εντολή, βλέπουν όμως όραμα ταξιάρχη αγγέλου που τους προειδοποιεί ότι προστατεύει τον άγιο! Η Ευδοξία δεν έχει άλλη επιλογή. Υποχωρεί. Χρησιμοποιεί όμως άλλο μέσο. Στέλνει τον Φρουμέντιο να τον μεταπείσει. Ο άγιος παραμένει αμετακίνητος, αλλά μεσολαβεί για να πάρει η χήρα τελικά το οφειλόμενο!
 Η βασίλισσα αντεπιτίθεται. Στέλνει μήνυμα στον άγιο να περιορισθεί στα εκκλησιαστικά και να μην αναμιγνύεται στα πολιτικά. Εκείνος της απαντά ότι δεν ανακατεύεται, αλλά απλά ελέγχει την αδικία, επιτιμά και παρακαλεί, γιατί αυτός είναι ο ρόλος του επισκόπου. Ο επίσκοπος οφείλει να διδάσκει εναντίον των παθών, όπως η φιλαργυρία και να υποστηρίζει το δίκαιο. Η Ευδοξία αποφασίζει να εξοντώσει τον άγιο. Πώς; Κινεί εναντίον του κληρικούς και λαϊκούς, αυλικούς και γυναίκες. Οι θερμότεροι εταίροι αγωνιστές ήσαν ο πατριάρχης Θεόφιλος Αλεξανδρείας και οι Αντιοχειανοί επίσκοποι, Ακάκιος Βερροίας, Αντίοχος Πτολεμαΐδος, και ο Σεβηριανός Γαβάλων. Επίσης 2 πρεσβύτεροι και πέντε διάκονοι. Με άλλα λόγια χρησιμοποιεί η βασίλισσα συμμορία και συνομωσία.

ΑΣ ΕΙΝΑΙ ΠΆΝΤΑ ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΕΣ ΒΟΗΘΟΙ ΜΑΣ.
Έτη πολλά και Ευλογημένα.
π. Φώτιος Βεζύνιας.