Τετάρτη 28 Σεπτεμβρίου 2016

Ετερόδοξες «εκκλησίες», δηλαδή αιρέσεις.


ΣΧΟΛΙΟ: Αυτό λέμε εμείς, δεν συμφωνούν όμως οι... υπογράφοντες   τα κείμενα της Συνόδου στην Κρήτη. Εκεί η λέξη "ετερόδοξος" μάλλον σημαίνει μία άλλη "αλήθεια" δίπλα στη ΑΛΗΘΕΙΑ. Δηλαδή μία αθλιότητα, ένα επαίσχυντο ψεύδος, ΜΙΑ ΚΑΚΟΔΟΞΙΑ. Όχι λοιπόν "ετερόδοξοι" αλλά "κακόδοξοι".. 
Ας τους φωτίσει ο Θεός να νοήσουν την "ΑΛΗΘΕΙΑ" 
π. Φώτιος Βεζύνιας.
Αποτέλεσμα εικόνας για κακόδοξοι

ΓΡΑΦΕΙ Ο Ηλιάδης Σάββας Δάσκαλος

 «Εἰς μίαν, ἁγίαν, καθολικήν καί ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν. Ὁμολογῶ ἕν Βάπτισμα εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν` προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν  καί ζωήν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. Ἀμήν».

     Στους πρωτόγνωρους και απερίγραπτους σε απανθρωπιά και εγκατάλειψη καιρούς, που ο Θεός παραχώρησε να `ρθουν και να αλλάξουν άρδην και «εντυπωσιακώς» τη ζωή μας, αντί να νιώθουμε την άνεση και τη χαρά της συσπείρωσης κάτω από τη σκέπη της Αγίας Ορθοδοξίας, ακολουθώντας τους ποιμένες μας, βλέπουμε και ακούμε πολλούς απ` αυτούς, να προσπαθούν, πάση θυσία, να κάνουν το αντίθετο. Να μας ανεβάσουν, άκοντες εκόντες, στο άρμα του Οικουμενισμού, μη αισθανόμενοι (;) το βάρος της ευθύνης που τους αναλογεί απέναντι στο ποίμνιό τους και στο Θεό, που τους εμπιστεύτηκε αυτήν τη διακονία.
     Είναι, λέει ο ορθόδοξος ποιμένας,  ο παπισμός, ο δεύτερος πνεύμονας, που αναπνέει η «εκκλησία». Ναι, αλλά αυτός ο πνεύμονας πάσχει βαρέως. Ασθενεί και χρειάζεται θεραπεία, δηλαδή μετάνοια. Και αφού θεραπευθεί, μπορεί να προσαρμοστεί στο σώμα  και να προσφέρει «τον υγιή αέρα». Αλλιώς θα το μολύνει. Έτσι μας λένε οι άγιοι.
     Πώς όμως να γίνει αυτό, αφού παντού και πάντοτε  σιωπάται ηχηρώς και απολύτως και σκοπίμως η λέξη «αίρεση» και χρησιμοποιείται  και προβάλλεται αντ` αυτής, επιμόνως, η λέξη «ετεροδοξία» και τα ομόρριζά της;  
     Βέβαια, όσο κι αν θέλουν να καλύψουν το κενό και την πλάνη με λεξιλογικά παιχνίδια, αυτές οι λέξεις μιλάνε από μόνες τους. Δεν αποκλείεται, δηλαδή, να σημαίνουν ακριβώς αυτό που θέλουν να αποφύγουν. Μάλιστα, όταν το σημαίνον αναφέρεται στην πίστη και στα δόγματα της Εκκλησίας,  το εννοιολογικό του περιεχόμενο, το σημαινόμενο, ταυτίζεται με αυτό της αίρεσης.
     Ανατρέχοντας σε έγκυρα λεξικά, κάναμε μια καταγραφή ερμηνείας αυτών των λέξεων, όπου φαίνεται ξεκάθαρα η ως άνω παρατήρηση:  
ΜΕΓΑ ΛΕΞΙΚΟΝ LIDDELL-SKOTT:
Ετεροδοξέω-ώ =  έχω ετέραν δοξασίαν, «δόξαν είναι ψευδή το ετεροδοξείν» (Πλάτων). Παρά δε Εκκλησιαστικοίς, είμαι ετερόδοξος, αιρετικός (Ιγνάτιος, Ευσέβιος).
Ετεροδοξία = το υπολαμβάνειν (το να πιστεύει κάποιος) εν πράγμα αντί ετέρου, πλάνη γνώμης. Παρά δε Εκκλ. το να είναι τις ετερόδοξος, αιρετικός (Ιγνάτιος, Ευσέβιος, Αθανάσιος, Επιφάνιος).
Ετερόδοξος = ο έχων διάφορον δόξαν, διάφορον γνώμην, αντίθ. του ομόδοξος  2) ο πρεσβεύων άλλο παρά το ορθόν, ο ακολουθών πλάνην, αντίθετον του ορθόδοξος. Παρά Εκκλ. αιρετικός.   
ΜΕΓΑ ΛΕΞΙΚΟΝ ΡΗΜΑΤΩΝ ΚΟΝΤΕΟΥ:
Ετεροδοξέω-ώ =  δοξάζω ψευδή, έχω ετέραν δοξασίαν, είμαι αιρετικός. ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ:   Το ρήμα παρασύνθετον εκ του ετερόδοξος (έτερος+δόξα) εξ ου και ετεροδοξία (αντίθ. ομόδοξος ή ορθόδοξος) = ο ψευδή δοξασίαν έχων, 2. Παρ` εκκλ.= ο μη ορθόδοξος.
ΛΕΞΙΚΟΝ ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΥ:
Ετεροδοξία = πλάνη γνώμης 2. Εκκλ. η ιδιότης του ετεροδόξου.
Ετερόδοξος =  ο έχων διάφορον ή πεπλανημένην γνώμην 2. Εκκλ. ο αιρετικός. β) ο πρεσβεύων δόγμα διάφορον του επικρατούντος εν τη χώρα της διαμονής του.
ΛΕΞΙΚΟ Γ. ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗ:
Ετερόδοξος = αυτός που πιστεύει σε θρησκευτικό δόγμα διαφορετικό από αυτό που επικρατεί στη χώρα διαμονής του. ΑΝΤ. Ομόδοξος, ομόθρησκος.
ΛΕΞΙΚΟΝ ΠΡΩΪΑΣ:
Ετεροδοξία = η ιδιότης του ετεροδόξου΄// (κατ` επέκτ.), εσφαλμένη δοξασία, πεπλανημένη γνώμη.
Ετερόδοξος = ο πρεσβεύων άλλο θρησκευτικόν ή φιλοσοφικόν δόγμα΄ // (κατ` επέκτ.), ο πεπλανημένα πρεσβεύων, αιρετικός.
ΠΟΛΥΛΕΞΙΚΟ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΖΩΗ:
Ετερόδοξα επίρ. = όχι σύμφωνα με το ορθόδοξο χριστιανικό  δόγμα, αλλά σύμφωνα με τις  δοξασίες των αιρετικών. Αντίθ.: ορθόδοξα.
Ετεροδοξία = 1. Η ιδιότητα του ετεροδόξου, το να ανήκει κάποιος σε άλλο δόγμα ή σε θρησκευτική αίρεση. 2. Το να ανήκει κάποιος σε θρησκευτικό δόγμα διαφορετικό από αυτό που επικρατεί στη χώρα του. 3. (με επέκτ.) η λανθασμένη γνώμη.
Ετερόδοξος = 1. Αυτός που πιστεύει σε διαφορετικό θρησκευτικό  ή φιλοσοφικό δόγμα, από αυτό που επικρατεί στη χώρα του, ο αλλόθρησκος. 2. Ο αιρετικός.
      Δεν είμαστε βέβαιοι, αν ακολουθούμε τον ενδεδειγμένο τρόπο  παρουσίασης, από φιλολογική και θεολογική άποψη. Το βέβαιο είναι πως, σε όλες τις ερμηνείες, μεταξύ των άλλων, επισυνάπτονται, αυτή του άλλου δόγματος και εν κατακλείδι της αίρεσης.
     Επειδή όλα τα λήμματα, ερμηνεύοντας τη λέξη «ετερόδοξος», αναφέρονται στη διαφορετικότητα του δόγματος και  για να φανεί ξεκάθαρα πως αυτή η διαφορετικότητα είναι στην ουσία της αίρεση, θα δούμε τι λέει σχετικά ο  π. Ιωάννης Ρωμανίδης: «Τα δόγματα είναι οι αποφάνσεις των αγίων  Πατέρων στις Οικουμενικές Συνόδους, όταν αντιμετώπιζαν αιρετικές διδασκαλίες, που αλλοίωναν την αποκαλυπτική αλήθεια».
     Επίσης: «Δόγμα ονομάζεται η οριοθέτηση της αποκαλύψεως. Στην ουσία, όμως, το δόγμα δείχνει τον αποκαλυπτόμενο εν δόξη Χριστό. Πρόκειται για την έκφραση των θεοφανειών, τόσο της Παλαιάς, όσο και της Καινής Διαθήκης. Το δόγμα δεν είναι μια απλή εξωτερική ομολογία, αλλά είναι η διατύπωση της αποκαλυπτικής αλήθειας. Και αυτό το έκαναν οι άγιοι Πατέρες, γιατί υπήρχε ειδικός λόγος, αφού οι αιρετικοί αμφισβητούσαν την αποκάλυψη. Έτσι υπάρχει διαφορά δόγματος και ερμηνείας». (Μητρ. Ναυπάκτου Ιεροθέου, «Εμπειρική Δογματική», τόμος Α΄).
     Είναι λογικό και φυσικό λοιπόν πως, το ετέρως δοξάζειν ακολουθείται από το ετέρως διδάσκειν,  το οποίο διαπλάθει το έτερον ήθος και δι` αυτού αναδύεται το ετέρως ζην και πολιτεύεσθαι, τουτέστιν αιρετικώς και πάντως όχι ορθοδόξως.
Ηλιάδης Σάββας
Δάσκαλος
Κιλκίς, 28-9-2016