Τετάρτη 7 Φεβρουαρίου 2018

Μεγάλου Φωτίου: Εγκύκλιος Επιστολή όπου γίνεται ανάλυση μερικών ζητημάτων, και ότι δεν πρέπει να λέμε ότι το Πνεύμα εκπορεύεται εκ του Πατρός και του Υιού, αλλά μόνο εκ του Πατρός.

(απόδοση στην νέα ελληνική)
(ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ 866)
Δεν υπήρξε ποτέ, καθώς φαίνεται, στον πονηρό κορεσμός των κακών, ούτε τέλος των επινοημάτων και τεχνασμάτων, τα οποία εξ αρχής μελέτησε να θέσει σε εφαρμογή κατά του ανθρωπίνου γένους. Αλλά πριν από την εν σάρκα παρουσία του Δεσπότη, με αμέτρητες απάτες έκανε υποχείριο τον άνθρωπο, παροδηγώντας τον σε πράξεις αφύσικες και παράνομες, δια των οποίων έλαβε απόλυτη εξουσία επάνω του και μετά από αυτά δεν αμέλησε με μύριες πλάνες και δολώματα να υποσκελίσει και παρασύρει όσους του έδειχναν εμπιστοσύνη. Γι’ αυτό οι Σίμωνες και οι Μαρκίωνες, οι Μοντανοί και οι Μάνητες και η ποικίλη και πολυμήχανη θεομαχία των αιρέσεων αυξήθηκε. Γι’ αυτό ο Άρειος και ο Μακεδόνιος, ο Νεστόριος, ο Ευτυχής και ο Διόσκορος, και το και το υπόλοιπο τάγμα της ασέβειας, κατά των οποίων οι επτά άγιες και Οικουμενικές Σύνοδοι συγκροτήθηκαν και κατά τόπους συνάξεις των ιερών και θεοφόρων έγιναν χώρα και ξερρίζωσαν με τη μάχαιρα του Πνεύματος τις πονηρές παραφυάδες, αφήνοντας καθαρό τον αγρό της Εκκλησίας να βλαστήσει.

Όταν λοιπόν αυτοί διώχθηκαν και παραδόθηκαν στην σιωπή και την λήθη, οι ευσεβείς έτρεφαν αγαθή και βαθειά ελπίδα ότι δεν θα εμφανίζονταν πλέον εφευρέτες καινούργιων σοφισμάτων και ασεβειών, με τα οποία πείραζε ο πονηρός, αφού τα σχέδιά του είχαν στραφεί εναντίον του, ούτε θα παρουσιάζονταν υπερασπιστές και πρόμαχοι αυτών που ήδη είχαν καταδικάσει συνοδικώς, αφού θα συνετίζονταν από το πάθημα και την καταστροφή εκείνων που έκαναν την αρχή και εκείνων που θέλησαν να τους μιμηθούν. Με αυτές τις ελπίδες επαναπαυόταν ο ευσεβής λογισμός, ιδίως στην Βασιλεύουσα, όπου πολλά στόματα αποβάλλοντας την πρότερη βδελυρότητά τους διδάχθηκαν να υμνούν μαζί μας τον κοινό Πλάστη και Δημιουργό. Σαν από κάποιον υψηλό και μετέωρο τόπο η Βασιλεύουσα ανέβλυζε τις πηγές της Ορθοδοξίας, και έρρεε τα καθαρά νάματα της ευσέβειας στα πέρατα της οικουμένης, και σαν ποτάμι άρδευε με τα δόγματα τις ψυχές, οι οποίες πολύ καιρό πριν, ενώ ήταν κατάξερες από την φωτιά της ασέβειας και εθελοθρησκείας, έρημοι και άγονοι τόποι, είχαν υποδεχτεί την βροχή της διδασκαλίας και καρποφορούσαν με αφθονία στον αγρό του Χριστού; Πράγματι, οι κάτοικοι της Αρμενίας, ενώ ήσαν προσκολλημένοι στην ασέβεια των Ιακωβιτικών και αυθαδίαζαν προς την ορθή και ευσεβή διδασκαλία, κατόρθωσαν να απωθήσουν την μεγάλη εκείνη πλάνη, αφ’ ότου συγκροτήθηκε στην Χαλκηδόνα η πολυάριθμος και αγία εκείνη Σύνοδος των Πατέρων μας, έχοντας ως αρωγό τις προσευχές σας. Και απονέμει σήμερα η χώρα των Αρμενίων την αμιγή και ορθόδοξη λατρεία στον Θεό, αφού βδελύχθηκε, όπως όλη η Καθολική Εκκλησία, τον Ευτυχή, τον Σεβήρο και τον Διόσκορο, και τους πετροβόλους κατά της ευσέβειας, τον Πέτρο και τον Αλικανασσέα Ιουλιανό και όλη την πολύσπορη διασπορά τους, και τους υπέβαλε στα άλυτα δεσμά του αναθέματος.

Ακόμα και των Βουλγάρων το βάρβαρο και μισόχριστο έθνος στράφηκε σε τόση ημερότητα και θεογνωσία, ώστε εγκατέλειψαν τα δαιμόνια και τα πατροπαράδοτα όργια, και αποκηρύσσοντας την πλάνη της ειδωλολατρείας και δεισιδαιμονίας, εγκεντρίφθηκαν κατά τρόπο θαυμαστό στην χριστιανική πίστη.

Αλλ’ ω της φθονερής και υβριστικής και άθεης σκέψεως και πράξεως! -διότι αυτή η διήγηση, ενώ ήταν υπόθεση ευαγγελίου, παίρνει θλιβερή τροπή, αφού η χαρά και ευφροσύνη μεταβλήθηκε σε πένθος και δάκρυα. Ούτε δύο έτη δεν πέρασαν από τότε που εκείνο το έθνος παρέλαβε την ορθή χριστιανική πίστη, και άνθρωποι ασεβείς και αποτρόπαιοι πως αλλιώς να τους αποκαλέσει κανείς - άνθρωποι που αναδύθηκαν από το σκότος αφού υπήρξαν γεννήματα της εσπερίας- αλλοίμονο! πως να διηγηθώ τη συνέχεια; αυτοί το νεοπαγές στην ευσέβεια και νεοσύστατο έθνος, σαν κεραυνός ή σεισμός ή πυκνό χαλάζι ή καλύτερα, σαν αγριόχοιροι καταπάτησαν, τον αμπελώνα του Κυρίου τον αγαπημένο και νεόφυτο, και με πόδια και δόντια, δηλαδή με ακόλαστους τρόπους ζωής και διεστραμμένα δόγματα, το οδήγησαν στην δική τους αναισχυντία, και αφού το μοίρασαν το λυμαίνονταν. Διότι επεχείρησαν δολίως να τους διαβρώσουν βαθμιαίως και να τους αποσπάσουν από τα ορθά και καθαρά δόγματα και την αμώμητη πίστη των χριστιανών.

Αρχικώς λοιπόν, τους εισήγαγαν κατά παράβαση των κανόνων στην νηστεία του Σαββάτου. Γνωρίζουμε δε πως κι αυτή ακόμη η μικρή αθέτηση των παραδοθέντων οδηγεί στην καταφρόνηση ολοκλήρου του δόγματος. Κατόπιν αφαίρεσαν την πρώτη εβδομάδα των νηστειών από την υπόλοιπη νηστεία, παρασύροντας τους σε γαλακτοποσία και τυροφαγία και την κατανάλωση των παραγώγων τους. Τοιουτοτρόπως πλάτυναν γι’ αυτούς το μονοπάτι των παραβάσεων και τους απομάκρυναν από την ευθεία και βασιλική οδό. Και μάλιστα κι εκείνους που διακρίνονταν από παλαιά για τον θεοσεβή τους γάμο, αυτοί που υπεδείκνυαν πολλές κόρες να είναι γυναίκες χωρίς άνδρα και γυναίκες να ανατρέφουν παιδιά, των οποίων δεν ήταν δυνατό να δεις τον πατέρα, τους έκαναν να βδελύσσονται και να αποστρέφονται τους αληθινούς ιερείς του Θεού, ενσπείροντας σ’ αυτούς τα σπέρματα του Μανιχαϊσμού και ρημάζοντας με την σπορά των ζιζανίων ψυχές που μόλις άρχισαν να βλασταίνουν τον σπόρο της ευσέβειας.

Επί πλέον, αυτούς που είχαν λάβει το χρίσμα από τους πρεσβυτέρους δεν φοβήθηκαν να τους μυρώσουν πάλι, αποκαλώντας τους εαυτούς τους επισκόπους και τερατολογώντας πως τάχα το χρίσμα των πρεσβυτέρων είναι άκυρο και άχρηστο.

Άραγε υπάρχει κανείς που έχει παραλάβει εξ ακοής τέτοια ανοησία, την οποία δεν αμέλησαν να τολμήσουν οι παράφρονες, χρίοντας πάλι με μύρο αυτούς που είχαν ήδη λάβει το χρίσμα και εμπαίζοντας δημοσίως τα υπερφυή και θεία μυστήρια των χριστιανών με ατέλειωτες φλυαρίες και χλευαστικά γέλια; αυτή είναι η σοφή σκέψη των αληθινά αμύητων: δεν επιτρέπεται, ισχυρίζονται, οι ιερείς να τελούν το χρίσμα. αυτό αποτελεί αποκλειστική αρμοδιότητα των αρχιερέων! Που λοιπόν υπάρχει τέτοιος νόμος; Ποιος από τους αποστόλους είναι ο νομοθέτης; Ποιος από τους Πατέρες; Μήπως κάποια από τις Συνόδους; που και πότε συστήθηκε, και τι αποφάσισε η πλειοψηφία; Δεν επιτρέπεται στους ιερείς να σφραγίζουν με μύρο τους βαπτισμένους; Για να είναι λοιπόν για σένα όχι μισός ο ιερέας αλλά ολόκληρος, ας είναι αποδιωγμένος σε ανίερο κλήρο. Ιερουργεί το δεσποτικό σώμα και αίμα του Χριστού και με αυτά καθαγιάζει  αυτούς που από καιρό έχουν μυηθεί πως δεν θα αγιάσει χρίοντας με μύρο αυτούς που τώρα μυούνται; Βαπτίζει ο ιερέας τελεσιουργώντας καθάρσιο δώρο για τους βαπτιζομένους. Πώς του αφαιρείς την εξουσία να σφραγίζει και διασφαλίζει την κάθαρση, της οποίας ο ίδιος είναι τελεσιουργός; Αν του αφαιρείς την σφραγίδα, τότε μη του επιτρέψεις καν να υπηρετήσει το μυστήριο, ούτε να μυσταγωγεί κανένα σ’ αυτό, ούτως ώστε γυμνός από ιδιότητες που να του εξασφαλίζουν την διάκριση του Ιερέα, να αναδείξει και σένα ο ιερέας σου αρχηγό και επίσκοπο της ιδίας χοροστασίας, στην οποία ανήκει.

Ωστόσο, δεν διδάχθηκαν μόνο αυτές τις παρανομίες, αλλά έφθασαν και σ’ αυτό που αποτελεί κορωνίδα των κακών. Κοντά στα προαναφερθέντα ατοπήματα επεχείρησαν να αλλοιώσουν με νόθους λογισμούς και αντικανονικές προσθήκες και υπερβολικό θράσος το ιερό και άγιο Σύμβολο, το οποίο σε όλα τα συνοδικά και οικουμενικά ψηφίσματα έχει κύρος απρόσβλητο, λέγοντας - ω! των τεχνασμάτων του πονηρού - πως το Πνεύμα το άγιο δεν εκπορεύεται μόνο εκ του Πατρός αλλά και εκ του Υιού.

Ποιος άκουσε ποτέ τέτοιο πράγμα από τους μέχρι στιγμής ασεβείς; Ποιος διεστραμμένος όφις το ψιθύρισε στις καρδιές τους; Ποιος θα ανεχόταν στο ελάχιστο χριστιανούς να εισάγουν δύο αίτια στην αγία Τριάδα, του Υιού μεν και του Πνεύματος τον Πατέρα, του Πνεύματος δε πάλι τον Υιό, χωρίζοντας την μοναρχία σε διθεΐα, διαταράσσοντας την χριστιανική θεολογία όχι λιγότερο από ότι η μυθολογία των Ελλήνων και εξυβρίζοντας το αξίωμα της Υπερουσίου και μοναρχικής Τριάδος; Για ποιο λόγο να εκπορεύεται εκ του Υιού το Πνεύμα; Εάν η εκ του Πατρός εκπόρευση είναι τέλεια και είναι τέλεια αφού Θεός τέλειος εκπορεύεται εκ Θεού τέλειου τι σημαίνει η εκ του Υιού εκπόρευση; και τι σκοπό εξυπηρετεί; Δεν θα ήταν περιττή και ανώφελη;

Και ακόμα, αν εκπορεύεται εκ του Υιού το Πνεύμα, όπως εκ του Πατρός, γιατί και ο Υιός να μη γεννάται εκ του Πνεύματος, όπως εκ του Πατρός, ούτως ώστε να είναι όλα ασεβή στους ασεβείς και να μην υπολείπεται τίποτα ατόλμητο;

Αναλογίσου και το εξής· εάν η ιδιότης του Πνεύματος προσδιορίζεται από την εκ του Πατρός εκπόρευση, ομοίως δε του Υιού από την εκ Πατρός γέννηση, και εάν, όπως φλυαρούν, το Πνεύμα εκπορεύεται και εκ του Υιού, τότε το Πνεύμα απομακρύνεται από τον Πατέρα περισσότερο απ’ ότι ο Υιός, έχοντας περισσότερες ιδιότητες. Διότι, κατ’ αυτούς είναι κοινή μεν στον Πατέρα και τον Υιό η εξ αυτών προβολή του Πνεύματος, ίδιον δε γνώρισμα του Πνεύματος η εκπόρευση και εκ του Πατρός και εκ του Υιού. Εάν λοιπόν το Πνεύμα απομονώνεται με περισσότερες διαφορές παρά ο Υιός, τότε ο Υιός θα βρίσκεται πιο κοντά στην πατρική ουσία, παρά το Πνεύμα. Τοιουτοτρόπως εμφανίζεται πάλι η κατά του αγίου Πνεύματος τόλμη του Μακεδονίου, παίζοντας τον ίδιο ρόλο στην σκηνή και το δράμα εκείνων.

Γνωρίζουμε ότι όλες οι κοινές ιδιότητες του Πατρός και του Υιού αποτελούν σαφώς και του Πνεύματος ιδιότητες, όπως το Θεός, Κύριος, Βασιλεύς, Δημιουργός, Παντοκράτωρ, υπερούσιος, απλός, ασχημάτιστος, ασώματος, αόρατος, και όλα τα υπόλοιπα. Αν λοιπόν είναι κοινή ιδιότητα του Πατρός και του Υιού η εκπόρευση του Πνεύματος, έπεται ότι και το Πνεύμα εκπορεύεται από τον εαυτό του. αποτελεί δηλαδή αρχή του εαυτού του, αιτία και αιτιατό συγχρόνως. Αλλά τέτοιο πράγμα ούτε οι μύθοι των Ελλήνων έπλασαν.

Αν λοιπόν, μόνο το Πνεύμα έχει την ιδιότητα να αναφέρεται σε διάφορες αρχές, πως δεν είναι ιδιότητα μόνου του Πνεύματος το να έχει πολυσχιδή αρχή;

Ακόμη, σύμφωνα με τις θεωρίες τους το Πνεύμα αποκλείεται από εκείνα στα οποία κοινωνούν ο Πατήρ και ο Υιός. Δεδομένου λοιπόν ότι ο Πατήρ συνάπτεται σε κοινωνία με τον Υιό κατά την ουσία και όχι κατά τα ιδιώματα, επόμενο είναι να περιορίζεται η κατά την ουσία συγγένεια του Πνεύματος.

Ο Κύριος και Θεός μας είπε: “Το Πνεύμα, ο παρά του Πατρός εκπορεύεται” (Ιωάν. 15, 26). Τώρα οι πατέρες αυτής της καινούργιας ασέβειας, “το Πνεύμα, λένε, ο παρά του Υιού εκπορεύεται". Ποιος δεν θα κλείσει τ’ αυτιά του στο άκουσμα της υπερβολικής αυτής βλασφημίας, η οποία εναντιώνεται στα Ευαγγέλια, αντιτάσσεται στις άγιες Συνόδους, απορρίπτει τους μακαρίους και άγιους Πατέρες, τον Μέγα Αθανάσιο, τον περιφανή θεολόγο Γρηγόριο, την βασιλική στολή της Εκκλησίας, τον Μέγα Βασίλειο, το χρυσό στόμα της οικουμένης και πέλαγος της σοφίας, τον όντως Χρυσόστομο. Και τι τους αναφέρω ξεχωριστά; Εναντίον όλων μαζί των Αγίων προφητών, αποστόλων, ιεραρχών, μαρτύρων, και αυτών των ιδίων των Δεσποτικών λόγων, η βλάσφημη αυτή και θεομάχος φωνή εξοπλίζεται.

Το Πνεύμα το άγιον εκ του Υιού εκπορεύεται; Άραγε είναι η ίδια εκπόρευση με την πατρική, ή αντίθετη; Αν είναι η ίδια, πως δεν συγχέονται οι ιδιότητες, αποκλειστικώς βάσει των οποίων η Τριάς είναι και προσκυνείται ως Τριάς; Αν είναι αντίθετη, πως να μην προκύψουν με τον λόγο αυτό Μάνεντες και Μαρκίωνες που αυθαδιάζουν πάλι κατά του Πατρός και του Υιού;

Επί πλέον, εάν μεν εκ του Πατρός έχει γεννηθεί ο Υιός, το δε Πνεύμα εκ του Πατρός και του Υιού εκπορεύεται, αναφερόμενο σε δύο αίτια, κατ’ ανάγκη θα καταλήξουμε ότι είναι σύνθετο.

Ακόμη, αν ο Υιός έχει γεννηθεί εκ του Πατρός, το Πνεύμα εκ του Πατρός και εκ του Υιού εκπορεύεται, ποια η ιδιαιτερότητα του Πνεύματος; Μήπως εκπορεύει κάτι άλλο; Όπως συνάγεται από την θεομαχεί σκέψη τους, όχι τρεις, αλλά τέσσερεις οι υποστάσεις, ή μάλλον άπειρες, αφού αυτή η τέταρτη θα προβάλλει άλλη, κι εκείνη πάλι άλλη, μέχρις ότου εκπέσουν στην ελληνική πολυθεΐα.

Ας αναλογιστεί κανείς και το εξής: αφού η εκ του Πατρός εκπόρευση του Πνεύματος αποτελεί την αιτία της υπάρξεώς του, ποια η ανάγκη για το Πνεύμα της εκ του Υιού εκπορεύσεως, αφού αρκεί η πατρική για την ύπαρξή του; Δεν θα τολμήσει βεβαίως να ισχυριστεί κανείς πως αυτή συμπληρώνει κάποιο άλλο στοιχείο της ουσίας του, εφ’ όσον η μακάρια και θεία εκείνη φύση κείται πολύ μακριά από κάθε πολλαπλότητα και συνθετότατα.

Γνωρίζουμε πως οτιδήποτε δεν αποτελεί κοινό γνώρισμα της παντοκρατορικής και ομοουσίου και υπερφυούς Τριάδος, αφορά σε μία μόνο από τις τρεις υποστάσεις. Επίσης γνωρίζουμε πως δεν είναι κοινή και των τριών υποστάσεων η προβολή του Πνεύματος. Κατά συνέπεια είναι ιδιότητα μιας μόνο των τριών. Προκύπτουν λοιπόν δύο εκδοχές. εάν ισχυριστούν ότι το Πνεύμα εκπορεύεται εκ του Πατρός, θα προδώσουν την καινή και αγαπητή τους μυσταγωγία. Εάν πουν “εκ του Υιού”, τότε γιατί επεδίωξαν στην αρχή να καλύψουν την θεομαχία τους, αφού όχι μόνο καθιστούν τον Υιό αρχή της του Πνεύματος εκπορεύσεως, αλλά και αφαιρούν την ιδιότητα αυτή από τον Πατέρα; ακόλουθο μ’ αυτά είναι να αλλάζουν την γέννηση με την εκπόρευση και να πουν, όχι ο Υιός εκ του Πατρός, αλλά ότι ο Πατέρας εκ του Υιού έχει γεννηθεί. για να πρωτοστατούν όχι μόνο των ασεβών, αλλά και των τρελλών.

Παρατηρεί κανείς πόσο καταφανής είναι η ασέβεια και ανοησία της θεωρίας τους. Διότι οποιοδήποτε χαρακτηριστικό αποδίδουμε στην παναγία και ομοφυή και ομοούσιο Τριάδα, ή είναι κοινό και των τριών, ή ενός μόνο των τριών. Αν λοιπόν η προβολή του Πνεύματος ούτε κοινό είναι, ούτε, καθώς ισχυρίζονται, ενός και μόνο, (ίλεως ας γίνει σ’ εμάς ο Θεός και η βλασφημία τους ας επιστρέψει σ’ αυτούς), τότε ούτε καν υπάρχει η προβολή του Πνεύματος στην δυαρχική και τέλεια Τριάδα.

Και μύρια αλλά μπορεί κανείς ελέγχοντας την άθεη θεωρία τους να προσθέσει στα όσα ειπώθηκαν. Όμως ο περιορισμένος χώρος της επιστολής δεν μας επιτρέπει τώρα να τα συμπεριλάβουμε και εκθέσουμε. Γι’ αυτό τα προαναφερθέντα παρουσιάσθηκαν σε πολύ γενικές γραμμές και υποτυπωδώς, αφήνοντας, Θεού θέλοντος, τον έλεγχο των λεπτομερειών και την κατά πλάτος διδασκαλία στην κοινή συνέλευση.

Αυτή την ασέβεια οι επίσκοποι του σκότους (επισκόπους αποκαλούσαν τους εαυτούς τους) μαζί με αλλά αθέμιτα ενέσπειραν στο απλό και νεοσύστατο έθνος των Βουλγάρων. Έφθασε η φήμη αυτών των πραγμάτων στην ακοή μας, και διαπέρασε τα σπλάγχνα μας, σαν να βλέπαμε με τα μάτια μας τα παιδιά μας να κατασπαράσσονται και να κομματιάζονται από ερπετά και θηρία. Ανάλογη με τους κόπους, τους πόνους και τους ιδρώτες που καταβλήθηκαν για την αναγέννηση και τελείωσή τους, ήρθε η συμφορά και η αφόρητη λύπη για την απώλεια των γεννημάτων.

Έτσι λοιπόν, όση χαρά πήραμε βλέποντάς τους απαλλαγμένους από την προηγούμενη πλάνη τους, τόσο και θρηνήσαμε για το αιφνίδιο πλήγμα.

Εκείνους μεν θρηνήσαμε και θρηνούμε, και δεν θα δώσουμε ύπνο στους οφθαλμούς μας, ούτε στα βλέφαρά μας νυσταγμό αγωνιζόμενοι να τους ανορθώσουμε και να τους φέρουμε, όσο το επιτρέπουν οι δυνάμεις μας, στο σκήνωμα του Κυρίου.

Τους δε νέους προδρόμους της αποστασίας, τους υπηρέτες του ανθρωποκτόνου, τους ένοχους μυρίων θανάτων, τους βέβηλους διαφθορείς που κατασπάραξαν τόσο άγρια το απαλό και νεοσύστατο στην ευσέβεια έθνος, αυτούς τους απατεώνες και θεομάχους καταδικάσαμε με συνοδική και θεία ψήφο. Και δεν αποφανθήκαμε στηριζόμενοι στις δικές μας κρίσεις φέραμε στο φως και εκθέσαμε πάλι σε όλους την ορισμένη από τις μέχρι τώρα Συνόδους και τους αποστολικούς θεσμούς καταδίκη

Διότι είναι στην φύση του ανθρώπου να μη προστατεύεται και σωφρονίζεται τόσο από τα παραδείγματα του παρελθόντος, όσο από τις τιμωρίες του παρόντος. Βεβαίωση άλλωστε των παλαιοτέρων αποτελεί η συμφωνία τους με τα τωρινά. Έτσι και αυτούς, αφού εμμένουν στην πολύμορφη πλάνη τους, τους αποκλείσαμε από κάθε χριστιανική κοινότητα. Εξ άλλου, και ο εξηκοστός τέταρτος κανόνας των Αγίων Αποστόλων αυτούς που κρατούν την νηστεία του Σαββάτου τους αφορίζει λέγοντας.

“Εάν κάποιος κληρικός βρεθεί να νηστεύει τις Κυριακές ή τα Σάββατα, πλην του ενός μόνο, να καθαιρείται.  κι αν είναι λαϊκός να αφορίζεται”.

Και ο πεντηκοστός πέμπτος κανόνας της αγίας και οικουμενικής έκτης Συνόδου αποφαίνεται παρομοίως.

«Επειδή πληροφορηθήκαμε ότι στην Ρώμη κατά τις άγιες νηστείες της Τεσσαρακοστής νηστεύουν τα Σάββατα, αντίθετα με την παραδοθείσα εκκλησιαστική τάξη, η αγία Σύνοδος παραγγέλλει να τηρείται και από την Ρωμαϊκή Εκκλησία απαρασάλευτος ο κανόνας που λέει: “Εάν Κληρικός βρεθεί να νηστεύει τις Κυριακές ή τα Σάββατα, πλην του ενός μόνο, να καθαιρείται. κι αν είναι λαϊκός να αφορίζεται”.

Σχετικώς προς αυτούς που βδελύσσονται τον γάμο ο τέταρτος κανόνας της εν Γάγγρα Συνόδου λέει “εάν κάποιος δεν θεωρεί σωστό να μεταλάβει από έγγαμο ιερέα που λειτούργησε, ας είναι ανάθεμα”.

Ομοίως ομόφωνη ψήφο εναντίον αυτών φέρει και η έκτη Σύνοδος αναφέροντας τα εξής:

Επειδή η Ρωμαϊκή Εκκλησία πληροφορηθήκαμε πως επιβάλλει ως κανόνα σ’ αυτούς που πρόκειται να αξιωθούν χειροτονίας πρεσβυτέρου ή διακόνου να υπόσχονται πως ουδέποτε πλέον θα έχουν σχέσεις με τις συζύγους τους, εμείς ακολουθώντας τον αρχαίο κανόνα της Αποστολικής ακρίβειας και τάξεως, παραγγέλλουμε οι νόμιμοι γάμοι των ιερωμένων να είναι απαρασάλευτοι, ώστε να μη διαλύουν τον δεσμό τους με τις συζύγους, ή να στερούνται την μεταξύ τους σχέση κατά τον κατάλληλο καιρό. Έτσι, αν κάποιος κριθεί άξιος προς χειροτονία διακόνου ή υποδιακόνου, αυτός ποτέ να μην εμποδίζεται να δεχθεί τον βαθμό αυτό επειδή έχει νόμιμη σύζυγο. ούτε και πριν από τη χειροτονία να ζητείται από αυτόν η υπόσχεση πως θα διακόψει την νόμιμη σχέση με την σύζυγο, διότι με αυτόν τον τρόπο φθάνουμε στο σημείο να υβρίζουμε τον γάμο, που ο Θεός νομοθέτησε και ευλόγησε με την παρουσία του, ενώ η φωνή του Ευαγγελίου είναι σαφής: “ους ο Θεός έζευξεν, άνθρωπος μη χωρίζετε”, και ο Απόστολος διδάσκει “τίμιον τον γάμον εν πάση και την κοίτην αμίαντον” και “δέεσαι γυναικί; μη ζητεί λύσιν”. Αν λοιπόν τολμήσει κάποιος, παρά τους Αποστολικούς κανόνες, να στερήσει από ιερωμένο, πρεσβύτερο ή διάκονο ή υποδιάκονο, την κοινωνία και συνάφεια με την νόμιμη σύζυγό του, ας καθαιρείται. Ομοίως, αν κάποιος πρεσβύτερος ή διάκονος χωρίσει την σύζυγό του προφάσει ευλαβείας, ας αφορίζεται κι αν επιμένει ας καθαιρείται”.

Όσον αφορά δε στην κατάλυση της πρώτης εβδομάδος και την επανάληψι του χρίσματος στους ήδη βαπτισμένους και μυρωμένους, δεν νομίζω πως χρειάζονται κανόνες για να τα καταδικάσουν, διότι και μόνο το άκουσμά τους υπερβαίνει το πλέον υπερβολικό ασέβημα.

Αλλά ακόμη κι αν δεν είχε ειπωθεί τίποτα από τα παραπάνω, και μόνη η κατά του Πνεύματος, ή μάλλον καθ’ όλης της αγίας Τριάδος βλασφημία, που δεν υστερεί στην υπερβολή, αρκεί να τους υποβάλλει σε μύρια αναθέματα.

Κρίναμε αναγκαίο να αναφέρουμε και γνωστοποιήσουμε στην εν Κυρίω φιλαδελφία σας όλα αυτά, σύμφωνα με το παλαιό έθος της εκκλησίας. Παράκληση και παραίνεσή μας προς εσάς είναι να γίνετε πρόθυμοι συναγωνιστές στην αναίρεση των ασεβών αυτών και αντίθεων θεωριών, και να μη παραβλέψετε την πατροπαράδοτη τάξη, την οποία οι πρόγονοί μας με τον τρόπο που έδρασαν μας παρέδωσαν ως κληρονομιά. Αλλά με μεγάλη φροντίδα και προθυμία να εκλέξετε και να στείλετε τοποτηρητές στην θέση σας, άξιους εκπροσώπους σας, κοσμημένους με ιεροσύνη και ευσέβεια, με λόγο και βίο, για να αποκόψουμε από το σώμα της Εκκλησίας την γάγγραινα της βλασφημίας που προσφάτως εξαπλώθηκε, να ξεριζώσουμε τα φύτρα της πονηριάς που αυτοί οι μανιώδεις ενέσπειραν στο νεοπαγές έθνος, και να τους παραδώσουμε στο πυρ δια κοινής αποφάσεως πράξη την οποία τα λόγια του Κυρίου θεσπίζουν για τους αξιοκατάκριτους.

Με αυτόν τον τρόπο όταν η ασέβεια διωχθεί και η ευσέβεια κραταιωθεί θα έχουμε αγαθές ελπίδες το νεοκατήχητο εις Χριστόν και νεοφώτιστο πλήρωμα των Βουλγάρων να επιστρέψει στην πίστη που του παραδόθηκε. Καθόσον όχι μόνο το έθνος αυτό αντάλλαξε την πρότερη ασέβεια με την πίστη στον Χριστό, αλλά και το θρυλικό έθνος των Ρως, που κατείχε την πρώτη θέση στην ωμότητα και τις στυγερές ανθρωποκτονίες. Αυτοί λοιπόν, αφού υποδούλωσαν τους γειτονικούς λαούς και έγιναν υπερβολικά αλαζόνες, ύψωσαν ανάστημα κατά της Ρωμαϊκής αρχής. Τώρα όμως και αυτοί ανταλλάξαν τις ειδωλολατρικές και αντίθεες δοξασίες τους με την καθαρή και ανόθευτη πίστη των χριστιανών, και αντί της προ μικρού διαστήματος λεηλασίας εναντίον μας και της μεγάλης τους θρασύτητας, με αγάπη τώρα έθεσαν τους εαυτούς τους στην τάξη των υπηκόων και φίλων μας. Και τόσο πολύ ο πόθος και ο ζήλος της πίστεως άναψε μέσα τους, ώστε να δεχθούν επίσκοπο και ποιμένα και να ασπάζονται με μεγάλη τιμή, φροντίδα και επιμέλεια τις αλήθειες της χριστιανικής πίστεως. “Ευλογητός ο Θεός εις τους αιώνας”, αναφωνεί πάλι ο Παύλος.

Αφού λοιπόν και αυτοί, με την Χάρι του φιλάνθρωπου Θεού, που θέλει όλοι οι άνθρωποι να σωθούν και να έλθουν στην επίγνωση της αλήθειας, εγκατέλειψαν τις παλιές τους δοξασίες και τις αντικατέστησαν με την αληθινή πίστη των χριστιανών, έχουμε την πεποίθηση στον Κύριο Ιησού Χριστό, τον αληθινό Θεό, ότι εάν εγερθείτε κι εσείς και προθυμοποιηθείτε να συνεργαστείτε μαζί μας για την εγκοπή και καύση των παραφυάδων, το ποίμνιό του ακόμη περισσότερο θα αυξηθεί, και θα εκπληρωθεί ο λόγος “ειδήσουσί με πάντες από μικρού έως μεγάλου αυτών” (Εβρ. 8,11) και “εις πάσαν την γην εξήλθεν ο φθόγγος” των αποστολικών διδαγμάτων, “και εις τα πέρατα της οικουμένης τα ρήματα αυτών” (Ρωμ. 10,18.Ψαλμ. 18,4).

Πρέπει λοιπόν να ορίσετε τους εκπροσώπους σας, οι οποίοι θα επέχουν το κύρος του δικού σας ιερού και όσιου προσώπου και θα φέρουν την δική σας αυθεντία, την οποία εν Πνεύματι αγίω λάβατε. Έτσι θα είναι ικανοί να μιλήσουν και ακωλύτως, να ενεργήσουν γι’ αυτά τα θέματα και για αλλά παραπλήσια με την αυθεντία αποστολικού θρόνου. Διότι και από τα μέρη της Ιταλίας έφθασε σ’ εμάς συνοδική επιστολή, γεμάτη κατηγορίες για ανομολόγητα εγκλήματα, την οποία οι κάτοικοι της Ιταλίας έστειλαν αγανακτισμένοι κατά του οικείου επισκόπου, μαζί με μύριες παρακλήσεις να μη τους παραβλέψουμε στον θανάσιμο κίνδυνό τους, ενώ καταπιέζονται από τόσο βαρεία τυραννία, οι ιερατικοί κανόνες καθυβρίζονται και όλοι οι εκκλησιαστικοί θεσμοί ανατρέπονται. Αυτά και παλαιότερα είχαν ακουστεί από μοναχούς και πρεσβυτέρους που είχαν έλθει από εκεί. Ο Βασίλειος, ο Ζωσιμάς, ο Μητροφάνης και άλλοι μαζί μ' αυτούς θρηνολογούσαν για την τυραννία αυτή και με δάκρυα μας έκαμαν έκκληση να αναλάβουμε την προστασία των Εκκλησιών. Τώρα όμως, όπως ανέφερα, πολλά γράμματα από διαφόρους έφθασαν από εκεί φορτωμένα με όλη την τραγωδία και μύριους θρήνους. Αυτά εξ ίσου παραθέσαμε στο γράμμα μας, κατά την παράκληση και αξίωσή τους, (διότι μας εξόρκισαν με όρκους φοβερούς και παρακλήσεις να τα αναγνώσουμε και να γνωστοποιήσουμε την κατάσταση σε όλους τους αρχιερατικούς και αποστολικούς θρόνους), ούτως ώστε κατά την διάρκεια της αγίας και οικουμενικής εν Χριστώ Συνόδου να αποφασιστεί και γι’ αυτά δια κοινής ψήφου αυτό που είναι θεάρεστο και σύμφωνο με τους συνοδικούς κανόνες και έτσι να επικρατήσει απόλυτη ειρήνη στις Εκκλησίες του Χριστού.

Καθόσον δεν προσκαλούμε μόνο την Μακαριότητά σας για το έργο αυτό, αλλά και τους προκρίτους των άλλων αρχιερατικών και αποστολικών θρόνων, από τους οποίους άλλοι ήδη παρευρίσκονται και άλλοι αναμένονται να έλθουν σε λίγο.

Ας μη γίνει λοιπόν αιτία η εν Κύριο φιλαδελφία σας να χρονοτριβούν υπέρ του δέοντος οι αδελφοί, λόγω κάποιας αναβολής ή παρατάσεως χρόνου, έχοντας συναίσθηση πως εάν εξ αιτίας ενδεχομένης καθυστερήσεως διαπραχθέν κάποιο λάθος, κανείς άλλος παρά εσείς οι ίδιοι θα φέρετε την ευθύνη.

Θεωρήσαμε επίσης υποχρέωση να συμπεριλάβουμε στο Γράμμα μας το θέμα της συναριθμήσεως της αγίας και Οικουμενικής έβδομης Συνόδου με τις έξι προηγούμενες άγιες και Οικουμενικές Συνόδους, ούτως ώστε να παραδοθεί αυτή στο πλήρωμα της Εκκλησίας. Διότι ακούσαμε ότι μερικές από τις Εκκλησίες που υπάγονται στον αποστολικό θρόνο αριθμούν τις Οικουμενικές Συνόδους μέχρι την έκτη, και δεν γνωρίζουν την έβδομη. Όσα βεβαίως επικυρώθηκαν σ’ αυτήν τα ακολουθούν με προσοχή και σεβασμό, δεν έχει όμως ανακηρυχθέν οικουμενική, όπως οι προηγούμενες, μολονότι παντού έχει το ίδιο κύρος μ’ εκείνες.

Διότι και αυτή καταπολέμησε μεγίστη ασέβεια, έχοντας συμπάρεδρους και συμψήφιους αρχιερείς των τεσσάρων αρχιερατικών θρόνων. Ως γνωστόν, τους δικούς σας αποστολικούς θρόνους, τον Αλεξάνδρειας εκπροσωπούσαν ο Ιερομόναχος Θωμάς και οι συν αυτώ, τον Ιεροσολύμων και Αντιόχειας ο Ιωάννης και οι συν αυτώ, ενώ από την πρεσβυτέρα Ρώμη έφθασαν ο Πέτρος, ευλαβέστατος πρωτοπρεσβύτερος, και ο άλλος Πέτρος, πρεσβύτερος, μοναχός και Καθηγούμενος της ευαγούς Μονής του Αγίου Σάββα στην Ρώμη.

Αφού λοιπόν συγκεντρώθηκαν όλοι αυτοί, μαζί με τον θείο μου αγιότατο και τρισμακάριστο Ταράσιο, Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως, συγκροτήθηκε η μεγάλη και οικουμενική έβδομη Σύνοδος, η οποία θριαμβευτικώς κατέλυσε την ασέβεια των εικονομάχων ή Χριστομάχων. Αυτής τα πρακτικά δεν στάθηκε εύκολο να διακομίσουν προς εσάς, επειδή κατείχε τις χώρες της αυτοκρατορίας το βαρβαρικό και αλλόφυλο έθνος των Αράβων. Για τον λόγο αυτόν οι διατάξεις της, αν και περιβάλλονται με σεβασμό από τους κατοίκους των περιοχών αυτών, εν τούτοις δεν γνωρίζονται ως καρποί των εργασιών αυτής της Συνόδου.

Πρέπει λοιπόν και αυτήν να την κατατάξουμε μαζί με τις προηγούμενες έξι Συνόδους ανακηρύσσοντάς την μεγάλη, αγία και οικουμενική. Εάν δεν το πραγματοποιήσουμε, πρώτον, αδικούμε την Εκκλησία του Χριστού, παραβλέποντας τόσο μεγάλη Σύνοδο, και διασπώντας και διαλύοντας τον σύνδεσμο και την ενότητά της, δεύτερον, τους εικονομάχους, των οποίων την ασέβεια γνωρίζω καλώς ότι αποτάσσεσθε όχι λιγότερο απ’ ότι των άλλων αιρετικών, τους αποθρασύνουμε, αφού δεν καθαιρούνται από οικουμενική σύνοδο αλλά μόνο από ένα θρόνο καταδικάζονται, γεγονός που χρησιμοποιούν ως πρόφαση για να κηρύττουν τις τερατολογίες τους.

Γι’ αυτούς τους λόγους και στα συνοδικά γράμματα και σε όλα τα συνοδικά και εκκλησιαστικά πρακτικά και διασκέψεις, αξιώνουμε εισηγούμενοι τα πρέποντα και ως αδελφοί αδελφούς παραινούμε να την συναριθμήσουμε και κατατάξουμε μαζί με τις άγιες και Οικουμενικές έξι Συνόδους, δίδοντάς της την έβδομη θέση.

Ο Χριστός, ο αληθινός Θεός ημών, ο πρώτος και μέγας Αρχιερεύς, αυτός που θυσίασε εκουσίως τον εαυτό του για μας και έδωσε το αίμα του λύτρο για την σωτηρία μας, είθε να δώσει η αρχιεροσύνη και τιμιότητά σας να φανεί ισχυρότερη των γύρω βαρβαρικών εθνών, να διανύσετε γαλήνιο και ήρεμο τον δρόμο της ζωής, να επιτύχετε δε την ανέκφραστη χαρά και ευφροσύνη της άνω κληρονομιάς, όπου ευρίσκεται των ευφραινομένων η κατοικία, και εξαφανίζεται κάθε οδύνη, στεναγμός και κατήφεια, εν Χριστώ τω αληθινό Θεώ ημών. Σ’ αυτόν η δόξα και η δύναμις εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

Προσευχόμενα για σάς, όπως οφείλουμε στην πατρική σας οσιότητα. Μη παραλείπετε κι εσείς να μνημονεύετε την μετριότητά μας.


__________________________________________
Το 869/870 λατινική σύνοδος στην Κων/πολι θα αναθεματίσει τον Φώτιο. «Δεν πρέπει να λησμονούμε, παρατηρεί ο ιστορικός Francis Dvornik, ότι η σύνοδος του 869/870, που αποκαλείται όγδοη οικουμενική, ήταν από κάθε άποψι μια αποτυχία για τον Παπισμό. Μόνο 13 επίσκοποι ήσαν παρόντες στην έναρξη, ενώ οι “λίβελλοι” που συντάχθηκαν δεν είχαν πρόσβαση στον λαό». Δέκα χρόνια αργότερα γενική σύνοδος 383 Πατέρων, ανατολικών και δυτικών, θα ακυρώσει τις αποφάσεις της προηγούμενης “συγκεντρώσεως”, θα αποκαταστήσει τον Φώτιο και θα επαναφέρει την ειρήνη και κοινωνία καταδικάζοντας κάθε προσθήκη στο Σύμβολο της Πίστεως και απαγορεύοντας την μετατροπή του πρωτείου τιμής του επισκόπου Ρώμης σε διοικητικό πρωτείο εξουσίας. Οι αντιπρόσωποι του νέου πάπα Ιωάννη Η' θα προσυπογράψουν «ως ομόφρονες, και φωνή και γλώσση και ιδιοχείρω γραφή...» ενώ η Σύνοδος θα τον ευχαριστήσει «ως ομονοούντι και ομοφρονούντι ημίν και ασπαζομένω την ένωσιν της του Θεού Εκκλησίας...». Η Σύνοδος του 879 δικαίως και επιτυχώς διεκδικεί τον τίτλο της οικουμενικότητας. Ωστόσο η Ρώμη δεν θα μείνει για πολύ καιρό στις αποφάσεις της. Θα επιστρέψει στην σύνοδο του 869 και θα καταφέρει να αμαυρώσει την μνήμη του Φωτίου. Μόλις η νεώτερη έρευνα θα τον αναγνωρίσει ως «μέγα Ιεράρχη, σοφό ανθρωπιστή και γνήσιο χριστιανό, αρκετά μεγαλόψυχο στο να συγχωρεί τους εχθρούς του και να κάνει το πρώτο βήμα προς την συμφιλίωση» όπως τον αναγνώρισε και ο πάπας Ιωάννης Η' διακηρύσσοντας. «Μηδείς προφασιζέσθω τας κατ’ αυτού γενομένας αδίκους συνόδους...»

Απόσπασμα από το βιβλίο:
«Ο ΠΕΙΡΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΡΩΜΗΣ» Έκδοση Ιεράς Μονής Κουτλουμουσίου Αγίου Όρους