Παρασκευή 19 Οκτωβρίου 2018

Ποιμαντορική Εγκύκλιος για την Κυριακή της Ορθοδοξίας Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας Κοσμά


Αποτέλεσμα εικόνας για Μητροπολίτης Αιτωλίας και Ακαρνανίας Κοσμάς
Ἐν Ἱερᾷ Πόλει Μεσολογγίου τῇ 15ῃ Φεβρουαρίου 2017
Ἀριθ. Πρωτ.: 150                                                       
Π Ο Ι Μ Α Ν Τ Ο Ρ Ι Κ Η  Ε Γ Κ Υ Κ Λ Ι Ο Σ
( ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ  ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 91)
Πρός
τό  Χριστεπώνυμον  Πλήρωμα
τῆς  καθ’ ἡμᾶς  Ἱερᾶς  Μητροπόλεως.
Πρώτη Κυριακή τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς σήμερα, ἀγαπητοί πατέρες καί ἀδελφοί, Κυριακή της Ὀρθοδοξίας! Ἑορτή τῆς μεγάλης μας μητέρας, τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας! Ἡμέρα γεμάτη δόξα, μεγαλεῖο καί χαρά πνευματική. Ἡμέρα ἀναμνήσεως ἀγώνων καί θριάμβων τῆς πίστεώς μας. Ἡμέρα πού φέρνει στό νοῦ μας, τήν ἡρωική καί ἁγία ἀντίστασι τῶν πιστῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν ὅλων τῶν αἰώνων, ἔναντι τῶν δυνάμεων τοῦ σκότους καί τῆς πλάνης.
Αὐτή τήν μεγάλη ἡμέρα θά ἤθελα ὡς πνευματικός σας πατέρας νά ὑπενθυμίσω στήν ἀγάπη σας κάποιες ἀλήθειες, βασικές καί σωτήριες, τίς ὁποῖες πολλοί σήμερα ἀγωνίζονται νά ἀμβλύνουν, πρικαλῶντας σέ ἐμᾶς σύγχυσι, μέ ἀποτέλεσμα νά κινδυνεύῃ νά ματαιωθῇ καί αὐτή ἀκόμη ἡ σωτηρία μας.
Πρῶτα νά ὑπογραμμίσω ὅτι τήν Ἐκκλησία τήν ἀποτελοῦν ἡ κεφαλή της, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός καί ὅλοι οἱ χριστιανοί, ὅσοι ὀρθοδόξως βαπτίστηκαν στό ὄνομα τῆς Ἁγίας καί Ὁμοουσίου Τριάδος. Οἱ χριστιανοί, πού συνέρχονται κατά τόπους, προσφέρουν στόν Θεό διά τῶν κανονικῶν ἐπισκόπων καί τῶν ἱερέων τό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας καί κοινωνοῦν τοῦ παναγίου Σώματος καί Αἵματος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ὀφείλουμε νά ὁμολογήσουμε ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας δέν ὁρίζεται, ἀλλά βιώνεται. Ἄν θέλουμε νά γνωρίσουμε τήν Ὀρθοδοξία, ὀφείλουμε νά ἀκούσουμε ἐκεῖνο πού εἶπε σήμερα ὁ Ἀπόστολος Φίλιππος στόν Ἀπόστολο Ναθαναήλ, «ἔρχου καί ἴδε» (Ἰωάν. α’, 47). Ὅποιος μέ ταπείνωσι καί καθαρό λογισμό θελήσει νά ζήσῃ τήν Ὀρθοδοξία, θά πεισθῇ ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶναι ἁγία θεανθρώπινη κοινωνία, μέ κεφαλή της Αὐτόν τόν Θεάνθρωπο Κύριο.
Μέσα στήν Ἐκκλησία μας ὁ ἄνθρωπος βρίσκει τήν «ἀπωλεσθεῖσα», ἀπό τό προπατορικό ἁμάρτημα, δυνατότητα νά ἐπανενωθῆ μέ τόν Θεό καί Λυτρωτή του, ἀλλά καί μέ ὅλους τους ἀνθρώπους, σέ μία ἕνωσι πού δέν ἀναιρεῖ τό πρόσωπο, οὔτε τό μαζοποιεῖ, διότι αὐτή ἡ ἕνωσις γίνεται κάτ' εἰκόνα τῆς ἑνότητος τῆς Ἁγίας Τριάδος:  ἕνας Θεός, τρία ὅμως διακεκριμένα πρόσωπα.
«Ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία», ὑπογραμμίζει ὁ ἀείμνηστος καί σοφός Γέροντας π. Γεώργιος Καψάνης, «ὁ ἄνθρωπος δέν ἐνοῦται μέ τό Θεό καί μέ τά τέκνα τοῦ Θεοῦ μέ τήν ἀνιδιοτελῆ ἀγάπη, καί γι’ αὐτό διατελεῖ ὑπό τό κράτος τοῦ διαβόλου, πού εἶναι ὁ πατήρ τοῦ ἐγωισμοῦ, τῆς αὐτάρκειας, τῆς διαιρέσεως καί τῆς διασπάσεως». Ἄρα, ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία δέν σώζεται ὁ ἄνθρωπος.
Μέσα στήν ζῶσα Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία, ὁ χριστιανός δέν χάνει τήν προσωπικότητά του καί τήν ἀξία του, ἀλλά εἶναι ἄξιος τιμῆς, εἴτε εἶναι πτωχός, ἀγράμματος καί ἄσημος κατά κόσμον, εἴτε πλούσιος καί ἐγγράμματος. Μέσα στήν Ἐκκλησία «ἄνθρωπος ἐστί τό περισπούδαστον τοῦ Θεοῦ τέκνον κἄν δοῦλος εἶ, οὐκ ἔστι εὐκαταφρόνητος», κηρύσσει ὁ ὑμνητής τῆς Ἐκκλησίας, ἱερός Χρυσόστομος.
Ὅταν ἀναφέρουμε τόν ὅρο Ἐκκλησία, ὀφείλουμε νά ὁμολογήσουμε ὅτι ἐννοοῦμε μόνο τήν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία μας. Καί τοῦτο διότι μόνον ἡ Ὀρθοδοξία ἀποτελεῖ τήν Ἐκκλησία.
Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, στήν ὁποία κατά χάρι Θεοῦ ὅλοι ἀνήκουμε, εἶναι «στύλος καί ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας» (Α’ Τιμ. γ’, 15). Αὐτή κρατεῖ τήν ἀλήθεια γνησία, ἀκεραία, ὅπως τήν ἐφανέρωσε ὁ ἐνανθρωπήσας Θεός στόν κόσμο, ὅπως τήν διεφύλαξαν καί τήν ἐστερέωσαν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι, οἱ θεοφόροι Πατέρες, ὅπως τήν ἐπίστευσαν, τήν ἐκήρυξαν καί τήν ἔζησαν ὅλοι οἱ Ἅγιοί μας.
Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, μέ ἀγῶνες καί ποταμούς αἱμάτων πού ἔχυσαν τά πιστά καί ἅγια μέλη της, κρατεῖ καί διαφυλάσσει τήν θεία ἀλήθεια ἀνόθευτη, ἀναλλοίωτη, αἰώνια, χωρίς παραλλαγές καί μετατροπές, ὥστε ἡ μία, ἡ μόνη, ἡ πάντοτε ἀνόθευτη ἀλήθεια τοῦ Τριαδικοῦ μας Θεοῦ, νά προσφέρῃ στούς πιστούς τήν αἰωνία σωτηρία.
Πόσο ὡραία μᾶς διδάσκει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός: «Ἐγώ ἐδιάβασα καί περί ἀσεβῶν, αἱρετικῶν καί ἀθέων, τά βάθη τῆς σοφίας ἠρεύνησα∙ ὅλες αἱ πίστεις εἶναι ψεύτικες, τοῦτο ἐκατάλαβα ἀληθινόν, ὅτι μόνον ἡ πίστις τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν εἶναι καλή καί ἁγία».
Ὅποιος φέρει ἑτέρα διδαχή καί ἀλλοιωμένη τήν ἅπαξ παραδοθεῖσα τοίς ἁγίοις πίστιν (Ἰούδα 3) ἐκπίπτει τῆς κοινωνίας τῆς πίστεως καί κατά συνέπεια τῶν ἁγίων Μυστηρίων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Πῶς μπορεῖ νά κοινωνῇ τῶν Μυστηρίων τοῦ Χριστοῦ αὐτός ποῦ παραποιεῖ τή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας περί τοῦ Χριστοῦ; Κοινωνία στά Μυστήρια χωρίς κοινωνία στήν ὀρθή πίστι, «θά ἀπετέλει ὄνειδος πνευματικῆς σχιζοφρένειας».
Ἄρα, ὅσοι ἀνήκουν σέ ἄλλα ἐκτός Ὀρθοδοξίας δόγματα, δέν μποροῦν νά συμμετέχουν στά ὀρθόδοξα Μυστήρια, οὔτε νά συμπροσεύχονται μέ τούς ὀρθοδόξους.
Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας, ὅσο ἐπιεικής εἶναι στούς ἀνθρώπους, πού ἐν μετανοίᾳ ζητοῦν νά ἐνταχθοῦν στή ζωή της καί νά ἐπιμεληθοῦν τή σωτηρία τους, τόσο αὐστηρή καί ἀνυποχώρητη εἶναι στούς συμβιβασμούς, στίς ἀλλοιώσεις τῆς ἀληθείας, στίς ὑποκριτικές φιλοφρονήσεις, στά ψεύδη τῶν ἐχθρῶν τῆς ἀληθείας.
Ποιοί εἶναι, ὅμως, οἱ ἐχθροί τῆς ἀληθείας;
Ὅλοι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι γίνονται ὄργανα τοῦ μισόκαλλου ἑωσφόρου, ἀλλοιώνουν τήν θεία ἀλήθεια καί ματαιώνουν τήν σωτηρία μας.
Ὁ διάβολος συμβούλευσε τόν Ἀδάμ, αὐτός μόνος, χωρίς τή χάρι τοῦ Θεοῦ, νά θελήση νά γίνη Θεός. Πίστευσε ὁ Ἀδάμ αὐτό τό ψεῦδος, ἀρνήθηκε τήν ἀλήθεια τοῦ Δημιουργοῦ, καί μέ τόν ἐγωισμό του ἔγινε ἀπό θεοκεντρικός, ἀνθρωποκεντρικός∙ ἔχασε τόν παράδεισο.
Ἔτσι καί σήμερα∙ παρ’ ὅτι ὁ Λυτρωτής μας, μέ τή Σάρκωσί Του, τό Πάθος Του καί τήν Ἀνάστασί Του, μᾶς χάρισε τή σωτηρία μας, μᾶς χάρισε τό ἱερό Εὐαγγέλιο, τήν ἀλάθητη Ἐκκλησία μας, μᾶς ὑπέδειξε τήν ὁδό τῆς σωτηρίας, πολλοί σήμερα θέλουν νά μᾶς περιπλέξουν στόν ἐγωκεντρισμό τους, στόν ἀνθρωποκεντρισμό τους, γιά νά μᾶς προσφέρουν χωρίς ὀρθόδοξη ἀλήθεια καί ζωή χωρίς χάρι Θεοῦ, τή σωτηρία.
Παράδειγμα, ἡ εἰδωλολατρία, ἡ ὁποίαμᾶς προσφέρει, μέ τίς ἐπιταγές τῆς νέας ἐποχῆς, τήν νεοειδωλολατρία καί τόν ἀποκρυφισμό, ἡ φιλοσοφία πού χωρίς Χριστό, θέλει νά ἀντικαταστήσῃ τόν θεῖο λόγο μέ τόν ἀνθρώπινο, ἀλλά καί οἱ αἱρέσεις πού μέ μανία πολεμοῦν καί θέλουν νά διαστρέψουν τήν ἀλήθεια, νά δώσουν πίστι στόν ἄνθρωπο καί ὄχι στόν Θεό.
Τόν Θεάνθρωπο Κύριο παραγνωρίζει καί ὁ Παπισμός, πού τοποθετεῖ σάν κέντρο καί ὁρατή κεφαλή ὅλης τῆς Ἐκκλησίας ἕνα ἄνθρωπο αἱρεσιάρχη, ἐγωκεντρικό, τάχα ἄλαθητο, τόν Πάπα.
Τόν Θεάνθρωπο Κύριο, τόν παραγνωρίζουν καί οἱ Προτεστάντες, οἱ ὁποῖοι ἀπέρριψαν τόν ἕνα Πάπα τῆς Ρώμης γιά νά γίνη ὁ κάθε Προτεστάντης Πάπας. Σέ αὐτούς ἀνήκουν οἱ Πεντηκοστιανοί, οἱ Εὐαγγελικοί, οἱ Ἀντβενισταί, οἱ Σαββατισταί καί ἄλλες πολλές ὁμάδες. Ἔτσι, οὔτε ὁ παπισμός, οὔτε ὁ προτεσταντισμός, πού εἶναι αἱρέσεις, δέν μποροῦν ποτέ, ἐφ’ ὅσον παραμένουν ἀμετανόητοι,  νά ὀνομασθοῦν Ἐκκλησίες.
Τέκνα τοῦ προτεσταντισμοῦ εἶναι καί οἱ δυστυχεῖς Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβά, οἱ λεγόμενοι Χιλιασταί. Συγκεντρώνουν στήν πλανεμένη καί ἀντίχριστη διδασκαλία τους, ὅλες τίς πλάνες τοῦ κόσμου.
Νά μήν παραλείψουμε νά ἀναφέρουμε καί τήν παναίρεσι τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Ἡ αἵρεσι αὐτή, ὄργανο τῆς νέας τάξεως πραγμάτων, θέλει νά ζυμώσῃ τήν γλυκυτάτη Ὀρθοδοξία μέσα στήν ἴδια σκάφη, μαζί μέ αἱρέσεις καί πλάνες, μέ ἀλλόθρησκες δοξασίες. Θέλει νά δημιουργήσῃ ἕναν Θεό, φυσικό δημιούργημα τοῦ ἀνθρώπου, χωρίς τήν ἀνόθευτη ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας μας καί τήν ὑπακοή στό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ μας.
Ἀγαπητοί πατέρες καί ἀδελφοί, γνήσια τέκνα τῆς παναγίας καί μεγάλης μητέρας μας, τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Σήμερα, ἑορτή τῆς Ὀρθοδοξίας, ἄς κοιτάξουμε μέ προσοχή τή μεγάλη μας μητέρα. «Ὡς πορφύραν καί βύσσον, τά αἵματα» φοράει ἡ Ἐκκλησία μας. Εἶναι ματωμένη.  Ματωμένη ἀπό τά αἵματα τῶν Ἁγίων Αποστόλων, τῶν Ἁγίων Μαρτύρων, τῶν Ἱερομαρτύρων, τῶν Ὁμολογητῶν, τῶν Ὁσίων, τῶν Νεομαρτύρων.
Τρεῖς αἰῶνες τῶν μεγάλων διωγμῶν, ἀρειανισμός, κακοδοξίες, αἱρέσεις, σταυροφορίες καί εἰκονομαχίες∙ τετρακόσια χρόνια τουρκικῆς κατοχῆς, διωγμοί στή Μικρά Ἀσία, διωγμοί στήν Ρωσσία, στή Μέση Ἀνατολή, στήν Κύπρο καί στή Βόρειο Ἤπειρο, ἀνέδειξαν πολλούς, ἀναρίθμητους ὁμολογητές. Ἁγίους, οἱ ὁποῖοι ἔβαψαν τή γῆ μέ τό αἷμα τοῦ μαρτυρίου τους, ἐπειδή ὁμολόγησαν τήν πίστι τήν Ὀρθόδοξο καί δέν τήν ἐπρόδωσαν.
Αἱματωμένη, ἀλλά λάμπει, ἀστράφτει ἡ Ὀρθοδοξία μας. Μαζί μέ ὅλους τούς ὁμολογητάς καί μάρτυρας τῆς Ἐκκλησίας μας ἄς πορευθοῦμε, ἀγαπητοί, στήν πορεία τῆς ζωῆς μας. Ἄς τούς γνωρίσουμε, ἄς τούς ἀκολουθήσουμε, ἄς τούς μιμηθοῦμε. Ἄς ζοῦμε καί ἄς ὁμολογοῦμε «λόγοις καί ἔργοις» τήν Ὀρθοδοξία μας.
Μή παρασυρώμαστε ἀπό φωνές κοσμικές, φαντασμαγορικές, ἐγωκεντρικές, φωνές χωρίς πίστι καθαρή, χωρίς ταπείνωσι, χωρίς Ὀρθόδοξη πίστι καί ζωή. Ἄς ἀπομακρύνουμε τούς αἱρετικούς ἀπό κοντά μας, ὅσο καί ἄν ἐντυπωσιάζουν.
Μή φοβώμαστε. Ὅσο καί ἄν πολεμοῦν οἱ ἐχθροί τήν Ὀρθοδοξία μας, δέν θά κατορθώσουν νά τήν ξερριζώσουν ἀπό τήν καρδιά μας, νά τήν ἀπομακρύνουν ἀπό τήν Ἑλλάδα καί τούς Ἕλληνες, ἄν ἐμεῖς δέν θελήσουμε νά τήν προδώσουμε.
Ζῶντας μέσα στήν ἀγκάλη τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας μας, θά λαμπρύνουμε τήν Ὀρθοδοξία μας. Ἔτσι, θά γίνουμε κι ἐμεῖς ἄξιοι τῆς σωτηρίας καί τοῦ Παραδείσου. 
Τό  εὔχομαι  ὁλοψύχως.
Μετά  πατρικῶν  εὐχῶν
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ

† Ο ΑΙΤΩΛΙΑΣ  ΚΑΙ  ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ  ΚΟΣΜΑΣ