Τετάρτη 13 Φεβρουαρίου 2019

Η Θράκη αντί πινακίου...Χάλκης;

 
 

του Νεκτάριου Δαπέργολα

Διδάκτορος Ιστορίας

 

       Μέσα στο γενικευμένο ξεπούλημα του παντός που επιχειρεί - εντελώς απροκάλυπτα πλέον εδώ και μήνες - το αντίχριστο και μισελληνικό καθεστώς που κυβερνά τη χώρα, περίοπτη θέση κατέχει φυσικά η (ακόμη) ελληνική Θράκη. Μία περιοχή άλλωστε που τελεί εδώ και πολλά χρόνια υπό ελληνική ψιλή κυριότητα, αλλά ουσιαστικά υπό τουρκική επικαρπία, λόγω της εθνομειοδοτικής στάσης όλων (λίγο ως πολύ) των σύγχρονων ελληνικών κυβερνήσεων, λόγω της συμπεριφοράς του τοπικού πολιτικού και αυτοδιοικητικού προσωπικού, αλλά και εξαιτίας του παροιμιώδους στροθοκαμηλισμού που χαρακτηρίζει τους πλείστους εκ των κατοίκων της.

      Με αυτά τα δεδομένα - και καθώς έχει ήδη προηγηθεί η προδοσία της Μακεδονίας (και έχουν ταυτόχρονα αρχίσει και να δικαιώνονται όσοι φοβούνται ότι ο διαμελισμός της πατρίδας βρίσκεται πλέον σε πλήρη εξέλιξη) - το έργο «επέκταση και ολοκλήρωση της τουρκικής επικυριαρχίας στη Θράκη» δεν προκαλεί την παραμικρή έκπληξη σε όσους το παρακολουθούν. Το έργο είναι ήδη από δεκαετίες γνωστό, η φάκα και αυτή καλά στημένη και γνωστά είναι επίσης και τα δήθεν ανταλλάγματα που προτίθεται να δώσει η Τουρκία, προκειμένου να πετύχει τους στόχους της. Αυτά συνοψίζονται βασικά στο απαράδεκτο θέμα που επιγράφεται ως «επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης». Θέμα που ποτέ δεν βγήκε θεωρητικά από την ατζέντα, τώρα όμως, μέσα στον πρωτοφανή κυκεώνα εκποίησης και προδοσίας όπου βρισκόμαστε, επανέρχεται στο προσκήνιο με τρόπο πιο δραματικό από κάθε άλλη φορά. Πιο δραματικό και πιο αγωνιώδη: το κλίμα εκχώρησης αφ’ ενός κάθε εθνικού συμφέροντος σε σεσημασμένους εχθρούς και ορκισμένους επίβουλους, που (μετά την επικύρωση της προδοσίας των Πρεσπών) έφτασε σε μία δεύτερη απανωτή κορύφωση με τις πρόσφατες υποκύψεις του ημετέρου γονυπετούς χατζηαβάτη ενώπιον του νεοθωμανού σουλτάνου, αλλά και οι περίπου πανηγυρικές δηλώσεις των Βαρθολομαίου και Ελπιδοφόρου αφ’ ετέρου, επιβεβαιώνουν δυστυχώς του λόγου το ασφαλές.

      Για τη Χάλκη ως μέρος της ελληνοτουρκικής ατζέντας, ο υποφαινόμενος έχει ασχοληθεί αρκετές φορές στο παρελθόν (και μέσω ευρύτερης αρθρογραφίας, αλλά και ως διαχειριστής του ιστολογίου «Προξενείο-Στοπ» που επί μία σειρά ετών, από το 2008 έως το 2015, προσπαθούσε να παρέχει καθημερινή ενημέρωση για τα τεκταινόμενα στη Θράκη, τη δράση του Προξενείου Κομοτηνής και γενικότερα την κλιμακούμενη τουρκική διείσδυση στην περιοχή). Η θέση που προβάλλαμε πάντοτε ήταν ξεκάθαρη, χωρίς υπεκφυγές, μισόλογα και λεκτικά φτιασίδια. Χαρακτηριστικό  το παρακάτω απόσπασμα από άρθρο του 2013 (με τίτλο «Να σταματήσει επιτέλους η γελοιότητα με τη Χάλκη»), σε μια εποχή που το θέμα είχε πάλι ανακινηθεί μετά από συνάντηση του Ταγίπ Ερντογάν με τον τότε πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά και είχε ξεκινήσει πάλι μια συζήτηση για τις τουρκικές πιέσεις αλλά και τις πατριαρχικές επιδιώξεις:

      «…Προσωπικά δεν τρέφουμε την παραμικρή εκτίμηση στους σύγχρονους νεοεποχίτες ρασοφόρους του Φαναρίου, που δυστυχώς προσβάλλουν αδιαλλείπτως εδώ και πολλά χρόνια την ένδοξη ιστορία και την τεράστια πνευματική παρακαταθήκη του Οικουμενικού μας Πατριαρχείου. Συνεπώς, ούτως ή άλλως δεν μπορούμε να βλέπουμε καθόλου θετικά την ενδεχόμενη επαναλειτουργία μιας Σχολής για την οποία είμαστε απολύτως βέβαιοι πως θα λειτουργήσει κατά τις διεγνωσμένες σκέψεις και τις σεσημασμένες πλέον διαθέσεις όλων αυτών των κακοφρόνων και πλανεμένων, δηλαδή ως άντρο κακοδοξίας και ως εκκολαπτήριο νέων στρατιών από αθεολόγητους «θεολόγους» - στην ουσία εκπροσώπους της γνωστής πανθρησκειακής πνευματικής χωματερής.

      Αυτό όμως είναι ασφαλώς το λιγότερο, στην προκείμενη περίπτωση. Γιατί ακόμη κι αν τίποτε απ’ όλα αυτά δεν ίσχυε και το Πατριαρχείο μας ήταν επανδρωμένο από πραγματικούς ορθόδοξους κληρικούς, ακόμη και τότε λοιπόν το να γίνει συζήτηση περί ανοίγματος της Σχολής της Χάλκης - και σε σχέση εννοείται με τα απαιτούμενα από τουρκικής πλευράς ανταλλάγματα - θα έπρεπε να είναι εντελώς απαράδεκτο, ακόμη και ως απλή σκέψη. Γιατί ασφαλώς τα απαιτούμενα (με προεξάρχον την κατοχύρωση της «εκλογής» μουφτήδων) είναι τεράστιας σημασίας για το μέλλον ολόκληρης της Θράκης (όπως και της συνέχισης εν τέλει της ίδιας της εθνικής μας κυριαρχίας σε αυτήν) και γι’ αυτό είναι φυσικό να απασχολούν τόσο έντονα την κυβέρνηση Ερντογάν (που επείγεται να πληρώσει αυτές τις νευραλγικής σημασίας θέσεις με τουρκοπράκτορες εκπροσώπους του…«δυτικοθρακιώτικου αλυτρωτισμού»). Και φυσικά ουδεμία σχέση μπορεί να έχουν αυτά τα τόσο μεγάλης βαρύτητας απαιτούμενα με ελάσσονος σημασίας θέματα, όπως η επαναλειτουργία μιας σχολής ή η οποιαδήποτε άλλη δήθεν «παραχώρηση» της σημερινής Τουρκίας προς τη φαναριώτικη ιεραρχία ή ακόμη και προς τα θλιβερά λείψανα μιας από καιρό εξοντωμένης, ξεκληρισμένης και παντελώς ασήμαντης πλέον μειονότητας».

      Αυτά τα γράφαμε πριν από έξι περίπου χρόνια σε μία από τις (πολλές κατά καιρούς) ανακινήσεις του θέματος. Και επομένως - σε συνέχεια των παραπάνω - οφείλουμε επιπλέον εδώ σήμερα να πούμε ότι εντελώς απορριπτέα θα ήταν ασφαλώς η αντιστοίχιση των εθνικών μας εκχωρήσεων στη Θράκη όχι μόνο με τη Χάλκη, αλλά και με ακόμη σοβαρότερα θέματα που θεωρητικά απασχολούν το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Γιατί αξίζει να ειπωθεί και αυτό: ακόμη και για το Φανάρι, το θέμα της Χάλκης είναι δευτερεύουσας σημασίας, μπροστά σε μεγαλύτερα προβλήματα που θεωρητικά αντιμετωπίζει, όπως το διοικητικό του καθεστώς, η λειψανδρία λόγω της ταπεινωτικής προϋπόθεσης της τουρκικής υπηκοότητας κλπ. Γιατί λοιπόν να μην διεκδικήσει πρωτίστως κάτι από αυτά; Το ερώτημα αυτό όμως είναι στ’ αλήθεια ρητορικό. Υπαρκτό είναι μόνο για όσους αγνοούν την πραγματικότητα. Και η πραγματικότητα είναι πως το πάλαι ποτέ σεπτό και μαρτυρικό μας Πατριαρχείο τυγχάνει εδώ και πολλά χρόνια όχι μόνο άντρο πλάνης και κακοδοξίας, αλλά και προκεχωρημένο φυλάκιο της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής (όπως φυσικά και εσκεμμένα μεν ημιθανές, τεχνητά δε «προστατευόμενο είδος» των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών). Ως τέτοιο φυλάκιο και ως προπύργιο της νεοταξικής οικουμενιστικής λαίλαπας, κινείται αποκλειστικά βάσει έξωθεν εντολών που εξυπηρετούν τα συμφέροντα των σκοτεινών εντολοδόχων του και ουδόλως επείγεται για διεκδικήσεις και αναβαθμίσεις που ενδεχομένως θα μπορούσαν να προκαλέσουν μελλοντικές ανεξέλεγκτες καταστάσεις. Ίσα-ίσα μάλιστα, τα γεγονότα δείχνουν πως τις απεύχεται κιόλας, καθώς διοικητικά και αριθμητικά βρίσκεται ακριβώς στο σημείο που το θέλουν οι νεοταξίτες προστάτες του (όπως ακριβώς στο επιθυμητό για κάποιους σημείο βρίσκεται και η σχεδόν εκμηδενισμένη ελληνική μειονότητα της Πόλης), ώστε ξεδοντιασμένο και πλήρως ελεγχόμενο να παίζει το δικό τους έργο, που το διεκπεραιώνει επιτυχώς η νυν υπάρχουσα ομάδα ρασοφόρων. Έτσι κατέληξαν κάποιοι να «φωνάζουν» για τη Χάλκη, η επαναλειτουργία της οποίας θα συντελεστεί ούτως ή άλλως απολύτως ελεγχόμενα και θα εξυπηρετήσει εύκολα (δια της…λελογισμένης εκκολάψεως κακοφρόνων κληρικών και μελλοντικών στελεχών της φαναριώτικης παρέας) και τους ψευτοθεολογικούς σκοπούς των Οικουμενιστών. Και καθόλου τυχαίο φυσικά και το έντονο αμερικανικό ενδιαφέρον για το συγκεκριμένο θέμα (όχι όμως φυσικά και για τα υπόλοιπα), το οποίο επανεπιβεβαιώθηκε μάλιστα expressis verbis από επίσημα χείλη (Σαμ Μπράουνμπακ) λίγες μόλις ώρες μετά την πρόσφατη συνάντηση Τσίπρα-Ελπιδοφόρου στη Χάλκη.

       Αυτές οι τελευταίες επισημάνσεις θεωρώ πως ολοκληρώνουν την εικόνα γύρω από την πομφόλυγα της Χάλκης, την οποία βεβαίως δεν χρησιμοποιεί μόνο το Φανάρι για τους δικούς του λόγους, αλλά το χειρότερο είναι πως τη χρησιμοποιεί και η Τουρκία, για να πετύχει σε αντάλλαγμα τεράστιας πραγματικά σπουδαιότητας δεδικασμένα στη Θράκη:  πρόκειται με λίγα λόγια για μία απαράδεκτη σπέκουλα που επιχειρείται εδώ και μία τουλάχιστον εικοσαετία πάνω σε ένα ζήτημα που κανονικά δεν θα έπρεπε να έχει την παραμικρή διαπραγματευτική ισχύ. Σήμερα μάλιστα τα πράγματα βρίσκονται σε πολύ χειρότερο σημείο: από τη μια μεριά η τουρκική αλαζονεία έχει ακόμη περισσότερο αυξηθεί και από την άλλη υπάρχει ένα ελλαδικό ψευδοκράτος χωρίς καμία απολύτως πλέον διεθνή αξιοπρέπεια, ένα αξιολύπητο μόρφωμα όπου τα πάντα είναι διαλυμένα, κανένας θεσμός ουσιαστικά δεν λειτουργεί και το οποίο καταδυναστεύεται από ένα καθεστώς εθνομηδενιστών επιόρκων, με μόνη αποστολή την εκτέλεση του «συμβολαίου θανάτου» της πατρίδας που έχουν αναφανδόν αναλάβει. Υπό τις συνθήκες αυτές, το να εκχωρηθεί ολόκληρη η Θράκη (αλλά και το Αιγαίο πλέον - η εθνομειοδοτική ταρίφα δυστυχώς αυξήθηκε) με μοναδικό αντίδωρο τη Χάλκη (όπως ακριβώς εκχωρήθηκε η Μακεδονία με αντίδωρο κάποιες δήθεν αλλαγές στο σκοπιανό σύνταγμα) είναι κάτι παραπάνω από εξαιρετικά πιθανό. Πολλώ δε μάλλον από τη στιγμή που η πραξικοπηματική προ μηνών εκδίωξη των νόμιμων μουφτήδων της Θράκης δείχνει ακόμη πιο καθαρά προς τα πού ακριβώς βαδίζουμε.

       Όπου όμως κι αν σκοπεύει να φτάσει η εμμανής εκποιητική πολιτική του καθεστώτος των Αθηνών, αλλά κι επειδή στο εν λόγω θέμα εμπλέκονται ξεκάθαρα όχι μόνο πολιτικοί, αλλά και κάποιοι εκκλησιαστικοί ταγοί που μείζον (και εν πλήρει συγχύσει διατελόν) μέρος του ελληνικού λαού εκτιμά ακόμη ως σοβαρά πνευματικά πρόσωπα, εμείς οφείλουμε να είμαστε κάθετοι και κατηγορηματικοί:  το δήθεν «ζήτημα της Χάλκης» είναι κυριολεκτικά μία σαπουνόφουσκα και οποιοσδήποτε εχέφρων άνθρωπος με στοιχειώδη πατριωτική ευαισθησία οφείλει να μην ανέχεται ούτε καν να αναφέρεται ενώπιόν του ως πραγματικό θέμα από τους γνωστούς στημένους μηχανισμούς προπαγάνδας (και φυσικά όσους από αφέλεια την αναπαράγουν), ειδικά μάλιστα όσο αυτό το δήθεν θέμα θα συνδέεται με τόσο ζωτικά εθνικά ζητήματα. Είναι δυνατόν δηλαδή τα έρημα ντουβάρια και οι όποιες μωροφιλοδοξίες κακοδόξων επισκόπων δίχως ποίμνιο να μπαίνουν στη ζυγαριά της όποιας διαπραγμάτευσης σε ισότιμη μοίρα με την τύχη ολόκληρης της Θράκης, αλλά και του Αιγαίου; Είναι δηλαδή ισοβαρή πράγματα αυτά, είναι ίδιο το διακύβευμα; Επιτέλους, ποιοι είναι αυτοί (λαϊκοί τε και ρασοφόροι) που τολμούν με τόσο θράσος και με τέτοιους απαράδεκτους τρόπους μυστικής διπλωματίας να παίζουν εν ου παικτοίς;