Πέμπτη 26 Απριλίου 2018

«Οίκος τις ανέπαυσεν ημάς ευσεβής και φιλόθεος» (Γρηγόριος Θεολόγος – Ομιλία ΚΣΤ΄)

 
«Οίκος τις ανέπαυσεν ημάς ευσεβής και φιλόθεος»
(Γρηγόριος Θεολόγος – Ομιλία ΚΣΤ΄)
Νίκος Σακαλάκης,Μαθηματικός
 
Ο λόγος αυτός του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου είναι μια ακόμη περίλαμπρη εκδήλωση επισκοπικής συνέπειας, ευσέβειας και Ορθόδοξης μαχητικότητας.
Στο λόγο αυτό αντανακλάται το Ορθόδοξο επισκοπικό ήθος του, ως λειτουργική σύνθεση ευσέβειας και φιλοθεΐας.
Σε μια κρίσιμη σύγκρουση ανάμεσα στην αίρεση (Αρειανισμός) και στην Ορθοδοξία (Κωνσταντινούπολη, 378 - 381), τα ορθόδοξα σύνορα – όρια τα διαφύλαξε η κορυφαία θεολογία και μαχητικότητα του Αγίου Γρηγορίου.
Την εποχή εκείνη ήταν η επισκοπική παρουσία – συνείδηση, που συγκέντρωσε τους ορθόδοξους καταμερισμούς σε ρυθμό σύμφωνο με την Αγία Γραφή, με την Αποστολική διδασκαλία και με την Πατερική παράδοση.
Ως γνωστό οι Ορθόδοξοι της Κωνσταντινουπόλεως ήταν λίγοι, ενώ οι αρειανοί είχαν όλους τους ναούς της πόλεως. Ο Γρηγόριος εκκλησίαζε (συνήθροιζε και λειτουργούσε) σε μικρό σπιτάκι (οικίσκωμικρώ), χωρίς να μνημονεύει τον επίσημο Πατριάρχη, χωρίς εκκλησιαστική κοινωνία με τους αιρετικούς, με πλήρη αποτείχιση από την αίρεση. «Οίκος τις ανέπαυσεν ημάς, ευσεβής και φιλόθεος», υπογραμμίζει ο μεγάλος αυτός άγιος της Εκκλησίας. Συνεχίζει ο Ι. Πατήρ: «και οίος τον Ελισσαίον ο της Σουναμίτιδος, συγγενών το σώμα, συγγενών το πνεύμα, πάντα φιλότιμος· παρ’ οις και ο λαός ούτος επάγη, κλέπτων έτι την διωκομένων ευσέβειαν, ουκ αδεώς, ουδέ ακινδύνως». Με απλά λόγια:
«Μας ανέπαυσε κάποιος ευσεβής και φιλόθεος οίκος, όπως τον Ελισσαίον ο της Σουναμίτιδος, συγγενών κατά το σώμα, συγγενών κατά το πνεύμα, καθ’ όλα φιλοτίμων· πλησίον των οποίων συνεπήχθη ο λαός ούτος, διατηρών κρυφίως την διωκομένηνευσέβειαν, όχι αφόβως ούτε ακινδύνως».
Στον μικρό οικίσκο ο Άγιος Γρηγόριος απέτρεψε την κονιορτοποίηση των Ορθοδόξων, να μη γίνουν δηλ. η σκόνη των αιρετικών στους Ναούς, με στιγμιαία μόνο πνευματική συνοχή, χωρίς ορθόδοξο δεσμό διάρκειας.
Ο μικρός Ναός – οικίσκος σήκωσε τη «διωκόμενη ευσέβεια», στερέωσε το μικρό Ορθόδοξο ποίμνιο, χωρίς η ψυχή του να λυγίζει από το φόβο ή από τον κίνδυνο των διώξεων των αρειανών.
«Στον πρόχειρο μικρό ναΐσκο έγινε η πρώτη ανάσταση της Ορθοδοξίας», σημειώνει εύστοχα ένας διακεκριμένος θεολόγος καθηγητής.
Αναμφίβολα, οι μεγάλες Ορθόδοξες αντιστάσεις στην Ιστορία δεν είναι ποτέ αποτέλεσμα της ανθρώπινης λογικής, αλλά είναι οι αγώνες πίστεως, αγώνες πνευματικής ανυψώσεως και ομολογίας, ενάντια στην ανθρώπινη λογική.
Σήμερα, δυστυχώς, η ομολογία δεν είναι η πρώτη βιωματική πράξη του Ορθοδόξου πληρώματος.
Ενώ η ομολογία (θεολογικά) είναι σύμφυτη της ζωής της αγιότητος, της έννοιας του αγίου και απαραίτητο στοιχείο σωτηρίας (Ματθ. Ι, 32), η απολυτοποίηση των λόγων διαφόρων πνευματικών – Γερόντων οδήγησε το Εκκλησιαστικό Σώμα σε μια μετέωρη κατάσταση αναποφασιστικότητας, σε αιρετική μαλθακότητα, που διευκολύνει με «ζήλο» τον Οικουμενισμό.
Οι διάφορες τάσεις και διαθέσεις της προσωπικής – ατομικής ευσέβειας που δημιούργησαν διάφοροι πνευματικοί, Γέροντες και εκκλησιαστικές οργανώσεις, οδήγησαν στη μη συνάρθρωση της συνολικής πνευματικής ζωής με την Ευαγγελική και Πατερική διάσταση της Ορθοδοξίας. Εύστοχα ο π. Δανιήλ Αεράκης γράφει: «Πολλές φορές και σήμερα απολυτοποιούμε γνώμες ανθρώπων, ιδίως των πνευματικών, των γεροντάδων. Δηλ. αν πη ο γέροντας, ότι ο ήλιος είναι σκοτάδι, θα το δεχθής; Ο γέροντας και ο πνευματικός και ο κληρικός και ο επίσκοπος και ο αρχιεπίσκοπος και ο άγιος και ο άγγελος, είναι όλοι δούλοι του Θεού. Ο λόγος του Θεού, το Ευαγγέλιο, η Αγία Γραφή δεν είναι έργο δούλων του Θεού, αλλ’ έργο του ίδιου του Θεού. Επομένως το Ευαγγέλιο είναι πάνω από όλους τους ανθρώπους, πάνω από όλους τους αγγέλους» (Ερμηνεία στην προς Γαλάτας επιστολή, Σελ. 40).
Επίσης ο Ι. Χρυσόστομος τονίζει: «Ο Χριστός θεωρεί αξιοπιστότερο το λόγο της Γραφής από το λόγο νεκρών, που τυχόν θ’ αναστηθούν. Ο δε Παύλος, κι όταν λέγων Παύλος, το Χριστό εννοώ, προτιμά την Αγία Γραφή από αγγέλους, που τυχόν θα κατέβαιναν από τον ουρανό. Και πολύ δικαιολογημένα· Διότι οι άγγελοι, και οι μεγαλύτεροι, δεν είναι τίποτε άλλο, παρά δούλοι και λειτουργοί. Η Αγία Γραφή όμως δεν δόθηκε από δούλους, ανθρώπους ή αγγέλους, αλλά την έγραψε ο ίδιος ο Θεός και την έστειλε στους ανθρώπους» (Ε.Π.Ε. 20, 202). Σωματικά ένα αδύνατο – φιλάσθενο «Οστράκινον σκεύος» ήταν ο άγιος Γρηγόριος, μα ήταν Οδηγός! Επίσκοπος ηγέτης, που δεν ρυμουλκήθηκε από την αίρεση. Προπύργιο Ορθοδοξίας, που συνέτριψε την αίρεση του Αρείου. Ως συνείδηση του Ορθοδόξου ύψους κατοικούσε – λειτουργούσε «εν μικρώοικίσκω, ευσεβή και φιλόθεο». Άξιο παρατηρήσεως, ότι και ο Ι. Χρυσόστομος προβάλλει την πνευματική ζωή, όπως και ο Γρηγόριος, στον άξονα ευσέβεια – φιλοθεΐα (ει τις ευσεβής και φιλόθεος…), όπως διαβάζουμε στον Κατηχητικό του λόγο το βράδυ της Αναστάσεως. Ο «μικρός οικίσκος» των Ορθοδόξων της Κωνσταντινουπόλεως ελέγχει και επικρίνει τη σημερινή ανεπάρκεια των Ορθοδόξων.
Υπενθυμίζει ότι οι Εκκλησιαστικοί Πνευματικοί ηγέτες, όπως ο Γρηγόριος, δεν πρέπει να κατοικούν σε πολυτελή Μητροπολιτικά μέγαρα, υπό την προστασία της Κρατικής Εξουσίας, δέσμιοι της αιρέσεως.
Ο «μικρός οικίσκος» αποπνέει ευωδία πνευματική, ορθοδοξία, που απομυθοποιεί την ψευδοευσέβεια, που χαρακτηρίζει τις αποτειχίσεις ως σχίσμα.
Ο «μικρός οικίσκος» δεν διαστέλλει την πνευματικότητα από την ομολογία και στέλνει διαχρονικό μήνυμα στις Ι. Μονές, στις Εκκλησιαστικές οργανώσεις – αδελφότητες και στις ενορίες, ότι τα μεγάλα κτίρια, οι ανέσεις και οι πολυτέλειες δεν συνιστούν πνευματική άμυνα, ευσέβεια και φιλοθεΐα. Τέλος, ο μικρός αυτός οικίσκος, αργότερα και ο Ναός Αγίας Αναστασίας, υπήρξε σχολείο θεολογικών σπουδών με διευθυντή τον Άγιο Τριαδικό Θεό και όχι την αίρεση.
Σήμερα, ο «μικρός οικίσκος» βρίσκεται αυθεντικά εκεί που δεν υπάρχουν οι «μνημονευταί των αιρετικών» (κατά τους Αγιορείτας Πατέρας του 1275) και δεν υπάρχει εκκλησιαστική κοινωνία με την αίρεση.