Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης
Ὁμότιμος Καθηγητής Θεολογικῆς
Σχολῆς Α.Π.Θ.
Α´ Τά περιστατικά τῆς ἐκφώνησης καί τῆς λογοκρισίας
Ἡ παραχάραξη τῆς ἱστορίας μέ αὐθαίρετες ἑρμηνεῖες τῶν γεγονότων καί κατασυκοφάντηση ἱστορικῶν προσώπων, λόγῳ ἰδεολογικῶν προκαταλήψεων, εἶναι συνηθισμένο φαινόμενο στίς ἡμέρες μας. Πρόκειται γιά κατευθυνόμενη καί καλά ὀργανωμένη καί καλοπληρωμένη προσπάθεια, ποὺ ἔχει ὡς στόχο νά γκρεμίσει τά παραδοσιακά ἐρείσματα καί νά οἰκοδομήσει νέα, μέ ὑλικά ξένα πρός τόν Ἑλληνισμό καί τήν Ὀρθοδοξία. Πρῶτος καί βασικός στόχος ἡ Ἐκκλησία, γιατί αὐτή, περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλο θεσμό, ἐκφράζει τήν αὐτοσυνειδησία τοῦ Γένους, αὐτή ἀποτελεῖ, ὅπως ἐλέχθη προσφυῶς, τή ραχοκοκκαλιά τοῦ Ἔθνους, ἔστω καί ἄν ἡ ἡγεσία της σήμερα ἀπομακρύνεται ἀπό αὐτόν τόν ἱστορικό της ρόλο. Ἀπό τήν πολεμική αὐτή ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία παρέλαβε τό Γένος ἀπό τά χέρια τῶν πολιτικῶν ἡγετῶν τό 1453 ἐξουθενωμένο καί ταπεινωμένο καί τό κατέστησε πρώτη οἰκονομική καί πολιτιστική δύναμη τῆς Ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας, ἕτοιμο νά ἀποτινάξει τόν τουρκικό ζυγό τό 1821, ἀπό τήν πολεμική λοιπόν αὐτή δέν γλύτωσε δυστυχῶς καί ὁ πρωταθλητής καί πρωτομάρτυρας τῆς Ἐπαναστάσεως, ὁ πατριάρχης Γρηγόριος Ε´. Οὔτε τό μαρτύριο καί τήν διαπόμπευση ἀπό τόν τουρκικό ὄχλο οὔτε τό σχοινί τοῦ ἀπαγχονισμοῦ του δέν σεβάσθηκαν οἱ δικοί μας συκοφάντες καί παραχαράκτες.
Ἦταν στίς
ἀρχές τῆς δεκαετίας τοῦ 1980, ὅταν στό ἀναθεωρητικό πρόγραμμα τῆς νέας καί
ὁρμητικῆς κυβέρνησης τοῦ ΠΑΣΟΚ περιελήφθησαν ἡ ἀναθεώρηση τῆς ἱστορίας, οἱ
σχέσεις Ἐκκλησίας καί Πολιτείας, τό οἰκογενειακό δίκαιο καί ἄλλα. Τό τρίπτυχο
πατρίδα, θρησκεία, οἰκογένεια λοιδορήθηκε καί ἀπαξιώθηκε. Νέα ἀμερικανικά,
ξενόφερτα, στοιχεῖα διεκδικοῦσαν νά κυριαρχήσουν στήν παραδοσιακή Ὀρθόδοξη Ἑλλάδα.
Μουδιασμένος καί φοβισμένος ὁ παραδοσιακός κόσμος τῆς χώρας ἔβλεπε νά ξηλώνεται
τό εἰκονοστάσι τοῦ Γένους ἀπό τούς «προοδευτικούς» πολιτικοὺς καί λογίους. Μέσα
στό γενικό μούδιασμα καί στή σιωπή, μπροστά στήν θρασύτητα τῆς ἀντεθνικῆς καί
ἀντιεκκλησιαστικῆς προπαγάνδας, ἐλάχιστες φωνές τολμοῦσαν νά ἀντισταθοῦν καί νά
ἀντιδράσουν.
Αὐτήν τήν
ἀντίσταση καί ἀντίδραση τῆς ἐθνικῆς καί ἐκκλησιαστικῆς αὐτοσυνειδησίας ἐξέφρασε
ὁ γράφων, ὅταν τοῦ ἀνατέθηκε ἀπό τόν ἀείμνηστο μητροπολίτη Θεσσαλονίκης
Παντελεήμονα Β´ (Χρυσοφάκη), θερμό πατριώτη καί ἀκραιφνῆ Ὀρθόδοξο, νά ἐκφωνήσει
τόν πανηγυρικό τῆς ἡμέρας, στήν μνήμη τοῦ ἐθνομάρτυρος, καί ἱερομάρτυρος τώρα,
πατριάρχου Γρηγορίου τοῦ Ε´, στίς 10 Ἀπριλίου τοῦ 1983, ποὺ συνέπιπτε νά εἶναι
Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως, στόν ἱερό ναό τῆς Ἁγίας Σοφίας Θεσσαλονίκης.
Νεοεκλεγείς τότε τακτικός καθηγητής στήν Θεολογική Σχολή τοῦ Πανεπιστημίου
Θεσσαλονίκης, λαϊκός εἰσέτι, ἔνοιωσα τήν ἀνάγκη νά παρουσιάσω γνήσια τήν
ἱστορική ἀλήθεια, νά τιμήσω τήν μνήμη τοῦ ἐθνομάρτυρος, τοῦ ὁποίου ἡ θυσία
ἔθεσε γερά θεμέλια στόν ξεσηκωμό τῶν Ἑλλήνων ἀπέναντι στόν Τοῦρκο δυνάστη. Ἡ
ὁμιλία συγκίνησε τό ἐκκλησίασμα καί ἐνθάρρυνε μέ τά ἐπιχειρήματά της. Θά
ἐνθυμοῦμαι πάντοτε τοὺς δακρυσμένους γέροντες καί τοὺς μεσήλικες ποὺ περίμεναν
ἔξω ἀπό τό ἱερό τοῦ Ναοῦ, γιά νά μέ συγχαροῦν καί πολλοί νά μέ ἀγκαλιάσουν.
Ἦταν ἀπό τίς ὡραιότερες στιγμές τῆς διδασκαλικῆς μου δραστηριότητος.
Ἡ ἀπήχηση
τῆς ὁμιλίας ξεπέρασε τά ὅρια τοῦ ἐκκλησιάσματος καί ἔφθασε στίς ἀκοές τῶν
δημοσιογράφων. Ἐνημερώθηκε ἀμέσως ἡ φιλοκυβερνητική ἐφημερίδα «Ἐλευθεροτυπία», ἡ ὁποία τήν Δευτέρα 11
Ἀπριλίου, στή στήλη «Πολιτικά
Παρασκήνια», μιλοῦσε γιά «κατάπτυστη
ἐπίθεση κατά τῆς πολιτικῆς καί πνευματικῆς ἡγεσίας», ποὺ ἔγινε “μπροστά στόν μητροπολίτη Θεσσαλονίκης κ.
Παντελεήμονα καί προφανῶς εἶχε τύχει τῆς ἐγκρίσεώς του“[1]. Τήν
ἄλλη ἡμέρα μετά ἀπό ἐπικοινωνία τοῦ Ὑπουργοῦ Βορείου Ἑλλάδος μέ τόν Μητροπολίτη
βρέθηκα στό γραφεῖο τοῦ Ὑπουργοῦ Βασιλείου Ἰντζέ, βουλευτοῦ Σερρῶν, γιά νά δώσω
ἐξηγήσεις καί νά παραδώσω τό χειρόγραφο τῆς ὁμιλίας μου, χωρίς εὐτυχῶς νά
ὑπάρξει ἄλλη συνέχεια καί συνέπεια.
Τό κείμενο
τοῦ λόγου δημοσιεύθηκε κατόπιν στήν ἐφημερίδα «Ἑλληνικός Βορρᾶς» τῆς
Θεσσαλονίκης, ἡ ὁποία στίς 19 Ἀπριλίου, στή στήλη «Ἡ γνώμη μας» καί μέ τίτλο «Ὁ
Γρηγόριος Ε´» ἔγραψε τά ἑξῆς:
«Ὑπῆρξε μιά ἀποστομωτική ἀπάντηση στοὺς βεβήλους, οἱ
ὁποῖοι ἐπιχειροῦν συστηματικά νά κλονίσουν τόν σεβασμό τῶν Ἑλλήνων στήν ἱερά
μνήμη τοῦ Πατριάρχου Γρηγορίου τοῦ Ε´καί τήν πίστη τους στήν Ὀρθοδοξία καί τό
Ἔθνος τό ἄρθρο τοῦ καθηγητοῦ κ. Ζήση, ποὺ δημοσιεύθηκε στόν Ἑλληνικό Βορρά τῆς
Κυριακῆς. Ἡ ἀποδεικτική συνοχή τῶν γραφομένων καί ἡ δέσμη τῶν ἱστορικῶν
ἐπιχειρημάτων γιά τό ρόλο τοῦ ἐθνομάρτυρος Πατριάρχου σχηματίζουν ρόπαλο
κινούμενο κατά τῶν κεφαλῶν τῆς ψευδολογίας καί τῆς παραποιήσεως, ποὺ σάν
Λερναία Ὕδρα ἀπειλεῖ νά πνίξη τήν ἱστορική ἀλήθεια καί νά μαράνη τό φρόνημα τοῦ
Ἔθνους. Καί θά μποροῦσε νά προσθέση κανείς, σέ ὅσα ὑποστήριξε καί ἀπέδειξε ὁ κ.
καθηγητής γιά τό νόημα ποὺ εἶχε ὁ ἀφορισμός τῶν ἐπαναστατῶν ἐκ μέρους τοῦ
Πατριάρχου, ὡς μέτρου οἰκονομίας, ὅτι δηλαδή ὁ ἀφορισμός δέν ἦταν πραγματικός,
τή λαϊκή παροιμία, ποὺ ἦταν σέ εὐρύτατη χρήση κατά τοὺς χρόνους ἐκείνους στοὺς
Ἕλληνες, “πίσκοπος κρεμάμενος, ἔγραφε κι᾽ ἀπόγραφε“. Ἤξεραν συνεπῶς οἱ ἐπαναστατήσαντες
Ἕλληνες τί ἦταν ἐκεῖνος ὁ “ἀφορισμός“. Πολὺ περισσότερο ὅταν ὁ μέγας ἐκεῖνος
“Πίσκοπος“ κρεμάστηκε πραγματικά κι ἔδωσε τόν ἑαυτό του λύτρον ἀντί πολλῶν. Ἀλλά
πῶς νά συγχωρήσουν οἱ σύγχρονοι ἀρνητές τήν ὕπαρξη τέτοιων ἐθνικῶν μορφῶν καί τήν
προσφορά τέτοιων θυσιῶν, ὅταν δέν ταιριάζουν στοὺς σκοπούς των; Προσπαθοῦν λοιπόν
μαζί μέ τοὺς Τούρκους νά κρεμάσουν τόν Γρηγόριο ἀκόμη μιά φορά...».
Ἡ
δημοσίευση τοῦ πανηγυρικοῦ λόγου στόν «Ἑλληνικό Βορρά» συνετέλεσε στό νά δεχθεῖ
ὁ γράφων πλῆθος συγχαρητηρίων τηλεφωνημάτων καί παρακλήσεις νά δημοσιευθεῖ ὁ
λόγος σέ τευχίδιο. Μετά ἀπό ὡριμότερη σκέψη καί σέ συνεννόηση μέ τόν Ἐκδοτικό
Οἶκο τῶν Ἀδελφῶν Κυριακίδη ἀποφασίσαμε νά δημοσιεύσουμε τήν ὁμιλία,
συνοδευόμενη ὅμως στό β´ μέρος ἀπό ἐκτενές ἀνθολόγιο κειμένων καί γνωμῶν γιά τόν
πατριάρχη, μέ τά ὁποῖα πλασιώνονται καί κατοχυρώνονται καλύτερα οἱ θέσεις τῆς
ὁμιλίας. Ἡ διάταξη τοῦ ἀνθολογίου εἶναι συγχρόνως θεματική καί χρονική. Μπορεῖ
ἔτσι κανείς νά παρακολουθήσει ἱστορικά πῶς ἐξέφρασε τό Γένος τήν ἐκτίμηση καί τήν
εὐγνωμοσύνη του πρός τόν πρωταθλητή τῆς Ἐλευθερίας[2].
Τό κείμενο
τῆς ὁμιλίας περιελήφθη ἐπίσης στό βιβλίο μας «Ἱεράρχες Ἐθνάρχες. Γρηγόριος Ε´—Χρυσόστομος Σμύρνης—Χρύσανθος Ἀθηνῶν—Σεβαστιανός
Δρυϊνουπόλεως»[3].
[1]. Τό πλῆρες σχόλιο τῆς «Ἐλευθεροτυπίας» μέ τίτλο
«Κηρύγματα» εἶχε ὡς ἑξῆς, ὑπογραφόμενο ἀπό δημοσιογράφο μέ τά ἀρχικά Γ. Λ.:
«Κατάπτυστη ἐπίθεση κατά τῆς πολιτικῆς καί πνευματικῆς ἡγεσίας τοῦ τόπου
ἐξαπέλυσε χθές ἀπό τόν Ἄμβωνα τῆς Ἁγίας Σοφίας Θεσσαλονίκης ὁ θεολόγος κ. Θ.
Ζήσης, κατάγγειλαν ἀναγνώστες τῆς «Ε». Ἀπό ἀφορμή τή μνήμη τοῦ Πατριάρχη
Γρηγορίου Γρηγορίου τοῦ Ε´ ὁ θεολόγος αὐτός εἶπε: «Ὑπάρχουν περίοδοι τῆς
Ὀρθοδοξίας, πού ὁ λαός ξεφεύγει ἀπό τόν δρόμο τῆς ἐκκλησίας... τότε βρίσκονται
ἡγέτες πού τόν ἐπαναφέρουν, ἐπαναφέρουν τόν λαό στόν σωστό δρόμο... Σήμερα,
ὅμως, ἀπό τόν δρόμο, δέν ἔχει ξεφύγει μόνο ὁ λαός, ἀλλά καί οἱ ἡγέτες του...».
Καί κάνοντας ... ἰδιαίτερη τιμή καί στόν δημοσιογράφο Σπ. Καρατζαφέρη, ὁ
θεολόγος αὐτός εἶπε: «Μεγάλο μέρος τῆς εὐθύνης γιά τήν κατάσταση πού ἔχει
δημιουργηθεῖ, φέρουν ὁ Τύπος, ἡ τηλεόραση καί οἱ διάφοροι Καρατζαφέρηδες...». Τό
κήρυγμα ἔγινε μπροστά στόν Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης κ. Παντελεήμονα καί,
προφανῶς, εἶχε τύχει τῆς ἐγκρίσεώς του. Ὁ Μητροπολίτης δέν βρέθηκε γιά νά
σχολιάσει τό γεγονός».
[2]. Θεοδωρου Ζηση, Καθηγητοῦ
Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Ὁ πατριάρχης
Γρηγόριος Ε´ στή συνείδηση τοῦ Γένους, Ἐκδοτικός Οἶκος Ἀφῶν Κυριακίδη,
Θεσσαλονίκη 1986, σελίδες 276.
[3]. Θεοδωρου Ζηση, Πρωτοπρεσβυτέρου Καθηγητοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Ἱεράρχες Ἐθνάρχες, Θεσσαλονίκη 2003,
σελ. 13-47.
Β´. Ὁ πατριάρχης Γρηγόριος Ε´. Ἡ ἐπιχειρηθεῖσα ἀλλοίωση τῆς ἱστορίας.
Ἀκολουθεῖ τό κείμενο σέ ξεχωριστό ἀρχεῖο PDF.