«πολλοί που αλλοιώνουν τον Πατερικό λόγο, …. κάνουν λόγο γιά μεταπατερική θεολογία»
Κυριακή τών Αγίων Πατέρων (15 Ιουλίου)
Η Πατερική θεολογία
Η σημερινή Κυριακή είναι αφιερωμένη από τήν Εκκλησία στούς αγίους Πατέρες πού συνεκρότησαν τήν Δ' Οικουμενική Σύνοδο στήν Χαλκηδόνα τό έτος 451 μ.Χ., η οποία αντιμετώπισε τήν αίρεση τού μονοφυσιτισμού. Πρόκειται γιά τήν αίρεση εκείνη πού υποστηρίζει ότι οι δύο φύσεις τού Χριστού –θεία καί ανθρωπίνη– ενώθηκαν σέ μία φύση καί συγκεκριμένα η ανθρώπινη φύση απορροφήθηκε από τήν θεία φύση. Αυτή η άποψη ανέτρεπε όλη τήν διδασκαλία τής Εκκλησίας, η οποία υποστηρίζει ότι διατηρείται η ανθρώπινη φύση στόν Χριστό καί μετά τήν ένωσή της μέ τήν θεία φύση.
Η αίρεση τού μονοφυσιτισμού είναι συνέχεια τής μεγάλης αιρέσεως τού αρειανισμού,πού ισχυριζόταν ότι ο Χριστός είναι κτίσμα καί όχι Θεός. Η βάση τών πρώτων αυτών αιρέσεων ήταν ότι προσπαθούσαν νά ερμηνεύουν μέ τήν λογική τό Πρόσωπο τού Χριστού. Τό σημαντικό είναι ότι οι αιρετικοί καί όλοι οι ομόφρονές τους θεολόγησαν χρησιμοποιώντας τήν ελληνική φιλοσοφία καί τόν στοχασμό, ενώ οι Πατέρες χρησιμοποιούσαν τήν εμπειρία τών Προφητών καί τών Αποστόλων, όπως διατυπώθηκε μέσα στήν Αγία Γραφή, αλλά καί όπως επιβεβαιώθηκε από τήν δική τους πνευματική,εκκλησιαστική εμπειρία. Αυτή είναι η βασική διαφορά μεταξύ τών αιρετικών καί τών Πατέρων. Οι αιρετικοί προσπαθούσαν νά ερμηνεύσουν τήν σχέση τού Πατρός μέ τόν Λόγο, καί τήν σχέση τών δύο φύσεων στόν Χριστό, μέ τήν χρήση φιλοσοφικών προϋποθέσεων, ενώ οι Πατέρες εγνώριζαν από τήν πείρα τους ότι ο Λόγος είναι Θεός, γιατί κατά τήν εμφάνισή Του στούς Αποστόλους καί σέ αυτούς τούς ίδιους έλαμπε ως Φώς, όπως ο ήλιος. Έτσι, ο Λόγος έχει τήν ίδια ουσία καί ενέργεια μέ τόν Πατέρα καί τό Άγιον Πνεύμα. Επίσης, η ένωση τών δύο φύσεων στό Πρόσωπο τού Χριστού, έγινε «ασυγχύτως», «ατρέπτως», «αδιαιρέτως» καί «αχωρίστως».
Πράγματι,κατά τήν Μεταμόρφωση τού Χριστού επάνω στό όρος Θαβώρ, οι τρείς Μαθητές είδαν τό πρόσωπο τού Χριστού νά λάμπη όπως ο ήλιος, καί τά ιμάτιά Του νά είναι λευκά όπως τό φώς άκουσαν καί τήν φωνή τού Πατρός, πού εμαρτύρησε ότι ο Χριστός είναι αγαπητός Υιός Του καί είδαν τό Άγιον Πνεύμα ως νεφέλη φωτεινή. Ο αρχιδιάκονος καί πρωτομάρτυρας Στέφανος στό Συνέδριο τών Ιουδαίων είδε μεγάλη δόξα-λάμψη Θεού καί τόν Χριστό νά βρίσκεται στά δεξιά τού Πατρός. Ο Απόστολος Παύλος είδε τόν Χριστό μέσα στό Φώς, καί μάλιστα ένα Φώς τού οποίου η λαμπρότητα υπερείχε τής λαμπρότητος τού ηλίου. Αυτήν τήν εμπειρία είχαν οι Προφήτες στήν Παλαιά Διαθήκη, όπως ο θεόπτης Μωϋσής, αλλά καί οι θεοφόροι Πατέρες διά μέσου τών αιώνων. Σέ μιά τέτοια εμπειρική θεολογία δέν μπορεί νά αντέξη οποιαδήποτε φιλοσοφία καί οποιοσδήποτε στοχασμός. Ο Απόστολος Πέτρος πού παρευρέθηκε κατά τήν Μεταμόρφωση τού Χριστού στό όρος Θαβώρ, γράφει ότι έγινε «επόπτης» τής μεγαλειότητος τού Θεού καί δέν Τόν γνώρισε μέ «σεσοφισμένους μύθους», δηλαδή μέ παραμύθια τά οποία παρουσιάζονται μέ σοφούς λόγους καί, ασφαλώς, εδώ εννοείται η αρχαία ελληνική φιλοσοφία, πού χαρακτηρίζεται μεταφυσική (Β' Πέτρ. α', 16-21).
Η θεολογία τών Πατέρων τής Εκκλησίας είναι εμπειρική καί όχι ορθολογιστική,εκφράζεται από αυτόπτες μάρτυρες τής θεότητος τού Χριστού καί όχι από φιλοσόφους πού χρησιμοποιούν τόν στοχασμό καί τήν φιλοσοφία. Αυτό τό τελευταίο είναι διακριτικό γνώρισμα τών αιρετικών, οι οποίοι αναμειγνύουν τήν λογική μέ τόν νού, τήν φαντασία μέ τήν πραγματικότητα, τήν φιλοσοφία μέ τήν αλήθεια, τόν στοχασμό μέ τήν Αποκάλυψη. Γι’ αυτό τιμάμε τούς Πατέρας τής Εκκλησίας ως απλανείς διδασκάλους, ως μεγάλους θεολόγους, ως αστέρες πολύφωτους τού νοητού στερεώματος, ως άνθη τού Παραδείσου, ως πάγχρυσα στόματα τού Λόγου καί πολλά άλλα τά οποία ακούσαμε νά ψάλλωνται σήμερα κατά τήν διάρκεια τού Όρθρου στόν Ναό.
Καί αυτό είναι σημαντικό, γιατί υπάρχουν σήμερα πολλοί πού αλλοιώνουν τόν Πατερικό λόγο, μέ τήν σκέψη ότι ζούμε σέ μιά άλλη εποχή, διαφορετική από τήν εποχή τών Πατέρων, οπότε κάνουν λόγο γιά μεταπατερική θεολογία, αλλά καί τόν παρερμηνεύουν μέ περίπλοκο τρόπο, ώστε νά τόν υπονομεύουν. Είναι οδυνηρές αυτές οι παρερμηνείες, καί στήν ουσία τους αντιεκκλησιαστικές, αφού η Εκκλησία τιμά μέ ύμνους καί προσευχές τούς Πατέρες καί όχι τούς φιλοσόφους.
Τιμάμε κι εμείς τούς Πατέρες, όταν αποδεχόμαστε τόν λόγο τους καί εφαρμόζουμε τήν διδασκαλία τους, η οποία είναι πάντα επίκαιρη.
Ο Μητροπολίτης
† Ο Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου ΙΕΡΟΘΕΟΣ
Εκκλησιαστική Παρέμβαση – Ιούλιος 2012/
Η αίρεση τού μονοφυσιτισμού είναι συνέχεια τής μεγάλης αιρέσεως τού αρειανισμού,πού ισχυριζόταν ότι ο Χριστός είναι κτίσμα καί όχι Θεός. Η βάση τών πρώτων αυτών αιρέσεων ήταν ότι προσπαθούσαν νά ερμηνεύουν μέ τήν λογική τό Πρόσωπο τού Χριστού. Τό σημαντικό είναι ότι οι αιρετικοί καί όλοι οι ομόφρονές τους θεολόγησαν χρησιμοποιώντας τήν ελληνική φιλοσοφία καί τόν στοχασμό, ενώ οι Πατέρες χρησιμοποιούσαν τήν εμπειρία τών Προφητών καί τών Αποστόλων, όπως διατυπώθηκε μέσα στήν Αγία Γραφή, αλλά καί όπως επιβεβαιώθηκε από τήν δική τους πνευματική,εκκλησιαστική εμπειρία. Αυτή είναι η βασική διαφορά μεταξύ τών αιρετικών καί τών Πατέρων. Οι αιρετικοί προσπαθούσαν νά ερμηνεύσουν τήν σχέση τού Πατρός μέ τόν Λόγο, καί τήν σχέση τών δύο φύσεων στόν Χριστό, μέ τήν χρήση φιλοσοφικών προϋποθέσεων, ενώ οι Πατέρες εγνώριζαν από τήν πείρα τους ότι ο Λόγος είναι Θεός, γιατί κατά τήν εμφάνισή Του στούς Αποστόλους καί σέ αυτούς τούς ίδιους έλαμπε ως Φώς, όπως ο ήλιος. Έτσι, ο Λόγος έχει τήν ίδια ουσία καί ενέργεια μέ τόν Πατέρα καί τό Άγιον Πνεύμα. Επίσης, η ένωση τών δύο φύσεων στό Πρόσωπο τού Χριστού, έγινε «ασυγχύτως», «ατρέπτως», «αδιαιρέτως» καί «αχωρίστως».
Πράγματι,κατά τήν Μεταμόρφωση τού Χριστού επάνω στό όρος Θαβώρ, οι τρείς Μαθητές είδαν τό πρόσωπο τού Χριστού νά λάμπη όπως ο ήλιος, καί τά ιμάτιά Του νά είναι λευκά όπως τό φώς άκουσαν καί τήν φωνή τού Πατρός, πού εμαρτύρησε ότι ο Χριστός είναι αγαπητός Υιός Του καί είδαν τό Άγιον Πνεύμα ως νεφέλη φωτεινή. Ο αρχιδιάκονος καί πρωτομάρτυρας Στέφανος στό Συνέδριο τών Ιουδαίων είδε μεγάλη δόξα-λάμψη Θεού καί τόν Χριστό νά βρίσκεται στά δεξιά τού Πατρός. Ο Απόστολος Παύλος είδε τόν Χριστό μέσα στό Φώς, καί μάλιστα ένα Φώς τού οποίου η λαμπρότητα υπερείχε τής λαμπρότητος τού ηλίου. Αυτήν τήν εμπειρία είχαν οι Προφήτες στήν Παλαιά Διαθήκη, όπως ο θεόπτης Μωϋσής, αλλά καί οι θεοφόροι Πατέρες διά μέσου τών αιώνων. Σέ μιά τέτοια εμπειρική θεολογία δέν μπορεί νά αντέξη οποιαδήποτε φιλοσοφία καί οποιοσδήποτε στοχασμός. Ο Απόστολος Πέτρος πού παρευρέθηκε κατά τήν Μεταμόρφωση τού Χριστού στό όρος Θαβώρ, γράφει ότι έγινε «επόπτης» τής μεγαλειότητος τού Θεού καί δέν Τόν γνώρισε μέ «σεσοφισμένους μύθους», δηλαδή μέ παραμύθια τά οποία παρουσιάζονται μέ σοφούς λόγους καί, ασφαλώς, εδώ εννοείται η αρχαία ελληνική φιλοσοφία, πού χαρακτηρίζεται μεταφυσική (Β' Πέτρ. α', 16-21).
Η θεολογία τών Πατέρων τής Εκκλησίας είναι εμπειρική καί όχι ορθολογιστική,εκφράζεται από αυτόπτες μάρτυρες τής θεότητος τού Χριστού καί όχι από φιλοσόφους πού χρησιμοποιούν τόν στοχασμό καί τήν φιλοσοφία. Αυτό τό τελευταίο είναι διακριτικό γνώρισμα τών αιρετικών, οι οποίοι αναμειγνύουν τήν λογική μέ τόν νού, τήν φαντασία μέ τήν πραγματικότητα, τήν φιλοσοφία μέ τήν αλήθεια, τόν στοχασμό μέ τήν Αποκάλυψη. Γι’ αυτό τιμάμε τούς Πατέρας τής Εκκλησίας ως απλανείς διδασκάλους, ως μεγάλους θεολόγους, ως αστέρες πολύφωτους τού νοητού στερεώματος, ως άνθη τού Παραδείσου, ως πάγχρυσα στόματα τού Λόγου καί πολλά άλλα τά οποία ακούσαμε νά ψάλλωνται σήμερα κατά τήν διάρκεια τού Όρθρου στόν Ναό.
Καί αυτό είναι σημαντικό, γιατί υπάρχουν σήμερα πολλοί πού αλλοιώνουν τόν Πατερικό λόγο, μέ τήν σκέψη ότι ζούμε σέ μιά άλλη εποχή, διαφορετική από τήν εποχή τών Πατέρων, οπότε κάνουν λόγο γιά μεταπατερική θεολογία, αλλά καί τόν παρερμηνεύουν μέ περίπλοκο τρόπο, ώστε νά τόν υπονομεύουν. Είναι οδυνηρές αυτές οι παρερμηνείες, καί στήν ουσία τους αντιεκκλησιαστικές, αφού η Εκκλησία τιμά μέ ύμνους καί προσευχές τούς Πατέρες καί όχι τούς φιλοσόφους.
Τιμάμε κι εμείς τούς Πατέρες, όταν αποδεχόμαστε τόν λόγο τους καί εφαρμόζουμε τήν διδασκαλία τους, η οποία είναι πάντα επίκαιρη.
Ο Μητροπολίτης
† Ο Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου ΙΕΡΟΘΕΟΣ
Εκκλησιαστική Παρέμβαση – Ιούλιος 2012/
Πηγή: www.aktines.blogspot.com
Χαίρετε εν Κυρίω
π. Φώτιος Βεζύνιας