Δεν συγχωρεις; Χριστιανος δεν εισαι!
«Ἐὰν ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος» (Ματθ. 6,14)
Εἶνε, ἀγαπητοί μου, σήμερα Κυριακὴ τῆς Τυρινῆς. Αὔριο ἀρχίζει μία νέα περίοδος στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας ποὺ ὀνομάζεται Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Τί εἶνε ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή;
⃝ Εἶνε διάστημα 40 ἡμερῶν. Ὅσοι πιστεύουν, αἰσθάνονται χαρὰ ποὺ ἔφτασε ὁ καιρὸς αὐτός. Εἶνε μία ἐξαιρετικὴ περίοδος τοῦ ἔτους.
⃝ Πιὸ ἁπλᾶ, Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ εἶνε μιὰ προθεσμία. Ὅσοι εἶνε ἔμποροι καὶ συναλλάσσονται, καταλαβαίνουν. Εἶνε προθεσμία, ἴσως ἡ τελευταία ποὺ μᾶς δίνει ὁ Μεγαλοδύναμος, γιὰ νὰ ἐξοφλήσουμε τὰ χρέη μας. Τὸ δὲ μεγαλύτερο χρέος εἶνε τὰ ἁμαρτήματά μας. Μεγάλη Σαρακοστὴ προθεσμία γιὰ ἐξόφλησι ἁμαρτιῶν.
⃝ Τί ἄλλο εἶνε ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή; Εἶνε ἀγώνας. Ἔφτασε ἡ ὥρα, ἀνοίγει τὸ στάδιο, γιὰ νὰ λάβουμε μέρος ὅλοι σὲ πνευματικὸ ἀγῶνα. Ὄχι νὰ κλωτσᾶμε μπάλλες, ἀλλὰ νὰ πολεμήσουμε τοὺς τρεῖς μεγάλους ἐχθρούς μας. Κι αὐτοὶ εἶνε· ὁ διεφθαρμένος ἑαυτός μας, ὁ κόσμος ποὺ μᾶς περιβάλλει μὲ τὰ θέλγητρα καὶ ὅλη τὴ γοητεία του, καὶ ὁ σατανᾶς ἢ ἑωσφόρος. Καλούμεθα λοιπὸν νὰ ἀγωνιστοῦμε ἐναντίον αὐτῶν, νὰ νικήσουμε, καὶ νικηταὶ νὰ φθάσουμε στὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων, νὰ κρατήσουμε στὰ χέρια τὰ βάϊα, νὰ προσκυνήσουμε τὸ Χριστὸ καὶ νὰ ποῦμε κ᾽ ἐμεῖς «Ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου» (Μᾶρκ. 11,9).
⃝ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ τί ἄλλο εἶνε; Εἶνε μιὰ σκάλα μὲ 40 σκαλοπάτια. Τὸ πρῶτο σκαλοπάτι εἶνε αὔριο, μὲ τὴν προσευχὴ τῆς Ἐκκλησίας μας ποὺ λέει «Κύριε, τῶν δυνάμεων μεθ᾿ ἡμῶν γενοῦ…» (Μέγ. Ἀπόδ.), καὶ τὸ τελευταῖο σκαλοπάτι εἶνε τὸ Μέγα Σάββατο ποὺ φωνάζουμε «Ἀνάστα, ὁ Θεός, κρῖνον τὴν γῆν…» (Ψαλμ. 81,8· Τριῴδ. Μ. Σάβ. ἑσπ.).
Μεγάλη Σαρακοστή· χαρὰ τῶν ἀγγέλων, τραῦμα τῶν δαιμόνων, ἀγαλλίασις τῶν ὀρθοδόξων. Τὴν περίοδο αὐτὴ ἔχουμε ἱερὰ χρέη. Ἀπ᾿ ὅλα τὰ χρέη, ποὺ πρέπει νὰ ἐκτελέσουμε, θέλω νὰ ὑπενθυμίσω στὴν ἀγάπη σας ἕνα, ποὺ δυστυχῶς τὸ παραμελοῦμε. Ποιό εἶν᾽ αὐτό; Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ ἴσον – τί; ἱερὰ ἐξομολόγησις.
⃝ Εἶνε διάστημα 40 ἡμερῶν. Ὅσοι πιστεύουν, αἰσθάνονται χαρὰ ποὺ ἔφτασε ὁ καιρὸς αὐτός. Εἶνε μία ἐξαιρετικὴ περίοδος τοῦ ἔτους.
⃝ Πιὸ ἁπλᾶ, Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ εἶνε μιὰ προθεσμία. Ὅσοι εἶνε ἔμποροι καὶ συναλλάσσονται, καταλαβαίνουν. Εἶνε προθεσμία, ἴσως ἡ τελευταία ποὺ μᾶς δίνει ὁ Μεγαλοδύναμος, γιὰ νὰ ἐξοφλήσουμε τὰ χρέη μας. Τὸ δὲ μεγαλύτερο χρέος εἶνε τὰ ἁμαρτήματά μας. Μεγάλη Σαρακοστὴ προθεσμία γιὰ ἐξόφλησι ἁμαρτιῶν.
⃝ Τί ἄλλο εἶνε ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή; Εἶνε ἀγώνας. Ἔφτασε ἡ ὥρα, ἀνοίγει τὸ στάδιο, γιὰ νὰ λάβουμε μέρος ὅλοι σὲ πνευματικὸ ἀγῶνα. Ὄχι νὰ κλωτσᾶμε μπάλλες, ἀλλὰ νὰ πολεμήσουμε τοὺς τρεῖς μεγάλους ἐχθρούς μας. Κι αὐτοὶ εἶνε· ὁ διεφθαρμένος ἑαυτός μας, ὁ κόσμος ποὺ μᾶς περιβάλλει μὲ τὰ θέλγητρα καὶ ὅλη τὴ γοητεία του, καὶ ὁ σατανᾶς ἢ ἑωσφόρος. Καλούμεθα λοιπὸν νὰ ἀγωνιστοῦμε ἐναντίον αὐτῶν, νὰ νικήσουμε, καὶ νικηταὶ νὰ φθάσουμε στὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων, νὰ κρατήσουμε στὰ χέρια τὰ βάϊα, νὰ προσκυνήσουμε τὸ Χριστὸ καὶ νὰ ποῦμε κ᾽ ἐμεῖς «Ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου» (Μᾶρκ. 11,9).
⃝ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ τί ἄλλο εἶνε; Εἶνε μιὰ σκάλα μὲ 40 σκαλοπάτια. Τὸ πρῶτο σκαλοπάτι εἶνε αὔριο, μὲ τὴν προσευχὴ τῆς Ἐκκλησίας μας ποὺ λέει «Κύριε, τῶν δυνάμεων μεθ᾿ ἡμῶν γενοῦ…» (Μέγ. Ἀπόδ.), καὶ τὸ τελευταῖο σκαλοπάτι εἶνε τὸ Μέγα Σάββατο ποὺ φωνάζουμε «Ἀνάστα, ὁ Θεός, κρῖνον τὴν γῆν…» (Ψαλμ. 81,8· Τριῴδ. Μ. Σάβ. ἑσπ.).
Μεγάλη Σαρακοστή· χαρὰ τῶν ἀγγέλων, τραῦμα τῶν δαιμόνων, ἀγαλλίασις τῶν ὀρθοδόξων. Τὴν περίοδο αὐτὴ ἔχουμε ἱερὰ χρέη. Ἀπ᾿ ὅλα τὰ χρέη, ποὺ πρέπει νὰ ἐκτελέσουμε, θέλω νὰ ὑπενθυμίσω στὴν ἀγάπη σας ἕνα, ποὺ δυστυχῶς τὸ παραμελοῦμε. Ποιό εἶν᾽ αὐτό; Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ ἴσον – τί; ἱερὰ ἐξομολόγησις.
* * *
Ἱερὰ ἐξομολόγησις, ἀγαπητοί μου! Καταλαβαίνετε; Πῶς νὰ σᾶς τὸ ἐξηγήσω; Ἂν θέλῃ κανεὶς νὰ καταλάβῃ τί εἶνε ἡ ἐξομολόγησις, νὰ πάῃ στὸ σπίτι του, νὰ πάρῃ τὸ συναξάρι –μὴν κοροϊδεύουμε· τὰ συναξάρια εἶνε γεμᾶτα σοφία, στάζουν οὐράνιο νάμα– καὶ νὰ διαβάσῃ τὸν βίο τῆς ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας. Νὰ δῆτε ἐκεῖ πῶς ἐξωμολογήθηκε αὐτὴ ἡ ἁγία στὸν Ζωσιμᾶ τὸν πνευματικό της πατέρα καὶ εἶπε μὲ δάκρυα ὅλα τὰ ἁμαρτήματα ποὺ εἶχε διαπράξει.
Ἐξομολόγησις εἶνε, ν᾽ ἀνοίξῃς τὴν καρδιά σου καὶ νὰ πῇς τὰ ἁμαρτήματά σου· νὰ τὰ πῇς μὲ εἰλικρίνεια, μὲ κατάνυξι, μὲ δάκρυα. Νὰ τὰ πῇς μὲ πίστι. Ποιά πίστι; Ὅτι γιὰ τὴ σωτηρία χρειάζονται δύο σταγόνες. Ἡ μία εἶνε τὸ δάκρυ τῆς μετανοίας· κάθε δάκρυ ποὺ πέφτει ἀπ᾽ τὰ μάτια τοῦ ἁμαρτωλοῦ γίνεται – τί; ἕνας Ἰορδάνης, ποὺ πλένει ὅλα τὰ ἁμαρτήματά του, καὶ τὰ μεγαλύτερα ἀκόμη. Καὶ ἡ ἄλλη σταγόνα ποὺ λυτρώνει τὸν ἁμαρτωλὸ εἶνε τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Ὅλη ἡ Ἐκκλησία ἐκεῖ στηρίζεται. Ὅλη ἡ ζωή μας δυὸ δάκρυα εἶνε· ἅμα δὲν τά ᾿χῃς αὐτά, τὰ ἄλλα τί νὰ τὰ κάνῃς; Ἂν πιστεύῃς στὴ θυσία – στὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ καὶ στὴ δύναμι τῆς ἐξομολογήσεως – στὸ δάκρυ τῆς μετανοίας, νά ἡ πραγματικὴ χαρὰ καὶ εὐτυχία.
Νὰ ἐξομολογηθοῦμε λοιπὸν στὸν πνευματικό. Οἱ καλοὶ πνευματικοὶ εἶνε σπάνιοι καὶ γιὰ νὰ τοὺς βρῇς πρέπει νὰ ψάξῃς. Βρῆκες πνευματικὸ πατέρα σεβάσμιο ν᾿ ἀνοίξῃς τὴν καρδιά σου νὰ πῇς τὰ μυστικά σου; Ὁ πνευματικὸς εἶνε ὁ ἀντιπρόσωπος τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος εἶπε στοὺς ἁγίους ἀποστόλους καὶ διὰ τῶν ἀποστόλων ἡ φωνή του φτάνει στοὺς σημερινοὺς κληρικοὺς καὶ λέει· «Ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς»· σὲ ὅσους δηλαδὴ συγχωρήσετε ἐσεῖς τὶς ἁμαρτίες, εἶνε συγχωρημένες (Ἰω. 20,23). Ὁ πνευματικὸς δίνει τὴ συγχώρησι, ἀλλὰ ἡ ῥίζα τῆς ἐξομολογήσεως εἶνε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός.
Μαζὶ μὲ τὴ συγχώρησι ὁ πνευματικὸς δίνει καὶ συμβουλὲς – ὑποδείξεις, καὶ μαζὶ μ᾽ αὐτὲς δίνει καὶ φάρμακα. Ὅπως ὁ γιατρὸς δίνει στὸν ἄρρωστο συνταγή, τοῦ λέει τί νὰ κάνῃ, ἔτσι κι ὁ πνευματικὸς δίνει τὰ φάρμακά του ποὺ λέγονται ἐπιτίμια ἤ, ὅπως τὰ λέει ὁ λαός, κανόνες. Πῆγα, λέει, στὸν πνευματικὸ καὶ μοῦ ἔβαλε κανόνα… Τί θὰ πῇ κανόνας; Φάρμακο, συνταγὴ ποὺ πρέπει νὰ ἐκτελέσῃς.
Ἀνάλογα μὲ τὴν ψυχικὴ ἀσθένεια εἶνε καὶ τὰ φάρμακα, οἱ κανόνες. Ἔρχεται ἕνας καὶ λέει· –Παππούλη, ἔχω πάθος μὲ τὸ πιοτό. Ὁ πνευματικὸς τοῦ λέει· –Ὁ κανόνας σου, παιδί μου, εἶνε νὰ μὴν ξαναπιάσῃς ποτήρι· θὰ κόψῃς τὸ κρασί, ὅλα τὰ οἰνοπνευματώδη. Ἔρχεται ὁ ἄλλος· –Ἐγώ, πάτερ, εἶμαι χαρτοπαίχτης. –Ὁ κανόνας σου εἶνε, δὲ θὰ ξαναπιάσῃς τράπουλα. Ἔρχεται ὁ ἄλλος· –Ἐγὼ βλέπω αἰσχρὰ ἔργα. –Ὁ κανόνας σου εἶνε νὰ μὴ ξαναδῇς· γιά προσπάθησε ἔτσι μέχρι τὸ Πάσχα. Ὁ ἄλλος λέει· –Ἐγὼ διαβάζω αἰσχρὰ περιοδικά. –Ὁ κανόνας σου εἶνε, σταμάτα νὰ τὰ διαβάζῃς γιὰ νὰ σοῦ ἐπιτρέψω νὰ κοινωνήσῃς· ἂν εἶνε ἁμαρτία νὰ τρῶς κρέας τὴ Σαρακοστὴ καὶ Τετάρτη καὶ Παρασκευή, πιὸ βαρὺ εἶνε νὰ τρῶς σάρκες μὲ τὰ ἔντυπα αὐτά. Ὁ ἄλλος λέει· –Ἐγὼ ἀγαπῶ τὰ λεφτά. Ἄ, ἐδῶ θὰ μπῇ ἄλλος κανόνας· –«Πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς…» (Ματθ. 19,21), νὰ τὰ δώσῃς ὅλα στοὺς φτωχούς. –Μμ δὲν μπορῶ… –Ἔ, τότε τὰ μισά. –Δὲν μπορῶ. –Δῶσε τὸ ἓν τέταρτον. –Δὲν μπορῶ… Ἄ, τὸ ἕνα δὲ μπορεῖς, τ᾽ ἄλλο δὲν μπορεῖς· πῶς θὰ γίνῃ λοιπόν;
Καθένας θέλει τὸν κανόνα του. Γι᾽ αὐτὸ ὁ πνευματικὸς πρέπει νά ᾽νε σοφός, νὰ ξέρῃ τί φάρμακο θὰ δώσῃ. Σήμερα τὰ πράγματα εἶνε δύσκολα. Ἐγὼ ἔπαυσα νὰ ἐξομολογῶ. Ἔρχεται μιὰ γυναίκα ποὺ τὰ χέρια της στάζουν αἷμα, σκότωσε ἄνθρωπο. Ποιόν; Τὸ παιδί της, τὸ σπλάχνο της! Πῆγε σὲ γιατροὺς ἀναξίους κ᾽ ἔκανε ἔκτρωσι, ξερρίζωσε μέσ᾽ ἀπ᾽ τὰ σπλάχνα της τὸ ἄνθος, τὸ λουλούδι τ᾽ οὐρανοῦ. Καὶ ὁ πνευματικὸς σκέπτεται· Τί νὰ κάνω μὲ τὴ γυναῖκα αὐτή;… Ἐγὼ εἶμαι ἁμαρτωλός, ὑπερβαίνει τὴ σοφία μου, ξεπερνᾷ τὴν καρδία μου, δὲ βρίσκω τί νὰ τῆς πῶ· διαβάζω τὰ βιβλία, δὲ βρίσκω κατάλληλο κανόνα γι᾽ αὐτὸ τὸ ἁμάρτημα· ἂς πάῃ αὐτὴ νὰ βρῇ κανέναν ἀσκητὴ ἀπ᾽ τὸ Ἅγιο Ὄρος, ἀπὸ ᾽κείνους ποὺ γονατίζουν καὶ προσεύχονται, ποὺ τρῶνε χορτάρια κ᾽ εἶνε σκελετοί, νὰ τῆς ὁρίσῃ τί κανόνα νὰ κάνῃ.
–Βαρειά, θὰ πῆτε, εἶν᾽ αὐτά· πῶς νὰ τὰ σηκώσουμε;… Ἔ, ἐγὼ νὰ σοῦ πῶ ἕναν εὔκολο κανόνα, ποὺ κι αὐτὸν ὅμως δὲν τὸν δέχονται. Ἂν πῇς σὲ μιὰ γυναῖκα, «Ἄντε ν᾽ ἀνοίξῃς τὴν ἐκκλησιὰ καὶ νὰ κάνῃς 40 λειτουργίες», τὸ κάνει· ἂν τῆς πῇς νὰ νηστεύῃ, νὰ κάνῃ μετάνοιες, νὰ πηγαίνῃ πρωὶ – βράδυ στὴν ἐκκλησιά, τὰ κάνει. Μὰ ἂν τῆς πῇς «–Δὲ μοῦ λές, εἶσαι μὲ κανένα μαλωμένη, ἔχεις ἔχθρα; τώρα ποὺ ἀρχίζει ἡ σαρακοστὴ πήγαινε νὰ συγχωρηθῆτε», σοῦ ἀπαντᾷ· –Ὤ, ὄχι! ἔχεις τίποτ᾽ ἄλλο νὰ μοῦ πῇς, παππούλη; –Δὲν ἔχω. –Ὄχι, δὲν πάω γιὰ συγχώρησι. –Κ᾽ ἐγὼ δὲν ἔχω τίποτε ἄλλο νὰ σοῦ πῶ· σοῦ λέω, ὅτι πρέπει νὰ συγχωρηθῆτε. Τὸ λέει καθαρὰ σήμερα τὸ εὐαγγέλιο· «Ἐὰν δώσετε συγχώρησι, θὰ πάρετε συγχώρησι· ἐὰν δὲν δώσετε, δὲν θὰ λάβετε συγχώρησι» (βλ. Ματθ. 6,14-15).
–Παπᾶ, λένε, διάβασέ μου μιὰ συγχωρητικὴ εὐχή. Κ᾽ ἐμεῖς δὲ ρωτᾶμε· –Μὲ ποιόν εἶσαι μαλωμένος; ἄντε πρῶτα νὰ συγχωρηθῆτε καὶ μετὰ νὰ ᾽ρθῇς νὰ σοῦ διαβάσω τὴν εὐχή· γιατὶ ἂν εἴμαστε μέσ᾽ στὸ μῖσος, κοροϊδεύουμε τὸ Θεό. Ἂν πάρῃς ὅλα ὅσα γράφουν τὰ βιβλία τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὰ στύψῃς, στὸ τέλος τί θὰ βγῇ; μία λέξι, ἀγάπη! Ἂν δὲν ἔχῃς ἀγάπη, τί νὰ τὰ κάνῃς τ᾽ ἄλλα; Τὸ εὐαγγέλιο λέει· «Ἐὰν ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν», θ᾽ ἀφήσῃ καὶ ὁ Θεὸς τὰ δικά σας· ἐὰν δὲν συγχωρήσετε ἐσεῖς τοὺς ἄλλους, οὔτε «ὁ πατὴρ ὁ οὐράνιος» θὰ συγχωρήσῃ ἐσᾶς (ἔ.ἀ.).
Τὸ συμπέρασμα ποιό εἶνε; Ἔχεις μέσα σου αὐτὸ τὸ φίδι τοῦ μίσους; Ὄχι ἕνας παπᾶς, ὄχι ἑκατὸ παπᾶδες –τί λέω;–, πατριάρχης νὰ σοῦ διαβάσῃ εὐχή, τὰ ἁμαρτήματά σου εἶνε ἀσυγχώρητα. Πρέπει νὰ ζητήσῃς καὶ νὰ δώσῃς συγχώρησι μὲ ὅλη σου τὴν καρδιά. Δὲν τὸ κάνεις αὐτό; δὲν εἶσαι Χριστιανός!
Ἐξομολόγησις εἶνε, ν᾽ ἀνοίξῃς τὴν καρδιά σου καὶ νὰ πῇς τὰ ἁμαρτήματά σου· νὰ τὰ πῇς μὲ εἰλικρίνεια, μὲ κατάνυξι, μὲ δάκρυα. Νὰ τὰ πῇς μὲ πίστι. Ποιά πίστι; Ὅτι γιὰ τὴ σωτηρία χρειάζονται δύο σταγόνες. Ἡ μία εἶνε τὸ δάκρυ τῆς μετανοίας· κάθε δάκρυ ποὺ πέφτει ἀπ᾽ τὰ μάτια τοῦ ἁμαρτωλοῦ γίνεται – τί; ἕνας Ἰορδάνης, ποὺ πλένει ὅλα τὰ ἁμαρτήματά του, καὶ τὰ μεγαλύτερα ἀκόμη. Καὶ ἡ ἄλλη σταγόνα ποὺ λυτρώνει τὸν ἁμαρτωλὸ εἶνε τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Ὅλη ἡ Ἐκκλησία ἐκεῖ στηρίζεται. Ὅλη ἡ ζωή μας δυὸ δάκρυα εἶνε· ἅμα δὲν τά ᾿χῃς αὐτά, τὰ ἄλλα τί νὰ τὰ κάνῃς; Ἂν πιστεύῃς στὴ θυσία – στὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ καὶ στὴ δύναμι τῆς ἐξομολογήσεως – στὸ δάκρυ τῆς μετανοίας, νά ἡ πραγματικὴ χαρὰ καὶ εὐτυχία.
Νὰ ἐξομολογηθοῦμε λοιπὸν στὸν πνευματικό. Οἱ καλοὶ πνευματικοὶ εἶνε σπάνιοι καὶ γιὰ νὰ τοὺς βρῇς πρέπει νὰ ψάξῃς. Βρῆκες πνευματικὸ πατέρα σεβάσμιο ν᾿ ἀνοίξῃς τὴν καρδιά σου νὰ πῇς τὰ μυστικά σου; Ὁ πνευματικὸς εἶνε ὁ ἀντιπρόσωπος τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος εἶπε στοὺς ἁγίους ἀποστόλους καὶ διὰ τῶν ἀποστόλων ἡ φωνή του φτάνει στοὺς σημερινοὺς κληρικοὺς καὶ λέει· «Ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς»· σὲ ὅσους δηλαδὴ συγχωρήσετε ἐσεῖς τὶς ἁμαρτίες, εἶνε συγχωρημένες (Ἰω. 20,23). Ὁ πνευματικὸς δίνει τὴ συγχώρησι, ἀλλὰ ἡ ῥίζα τῆς ἐξομολογήσεως εἶνε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός.
Μαζὶ μὲ τὴ συγχώρησι ὁ πνευματικὸς δίνει καὶ συμβουλὲς – ὑποδείξεις, καὶ μαζὶ μ᾽ αὐτὲς δίνει καὶ φάρμακα. Ὅπως ὁ γιατρὸς δίνει στὸν ἄρρωστο συνταγή, τοῦ λέει τί νὰ κάνῃ, ἔτσι κι ὁ πνευματικὸς δίνει τὰ φάρμακά του ποὺ λέγονται ἐπιτίμια ἤ, ὅπως τὰ λέει ὁ λαός, κανόνες. Πῆγα, λέει, στὸν πνευματικὸ καὶ μοῦ ἔβαλε κανόνα… Τί θὰ πῇ κανόνας; Φάρμακο, συνταγὴ ποὺ πρέπει νὰ ἐκτελέσῃς.
Ἀνάλογα μὲ τὴν ψυχικὴ ἀσθένεια εἶνε καὶ τὰ φάρμακα, οἱ κανόνες. Ἔρχεται ἕνας καὶ λέει· –Παππούλη, ἔχω πάθος μὲ τὸ πιοτό. Ὁ πνευματικὸς τοῦ λέει· –Ὁ κανόνας σου, παιδί μου, εἶνε νὰ μὴν ξαναπιάσῃς ποτήρι· θὰ κόψῃς τὸ κρασί, ὅλα τὰ οἰνοπνευματώδη. Ἔρχεται ὁ ἄλλος· –Ἐγώ, πάτερ, εἶμαι χαρτοπαίχτης. –Ὁ κανόνας σου εἶνε, δὲ θὰ ξαναπιάσῃς τράπουλα. Ἔρχεται ὁ ἄλλος· –Ἐγὼ βλέπω αἰσχρὰ ἔργα. –Ὁ κανόνας σου εἶνε νὰ μὴ ξαναδῇς· γιά προσπάθησε ἔτσι μέχρι τὸ Πάσχα. Ὁ ἄλλος λέει· –Ἐγὼ διαβάζω αἰσχρὰ περιοδικά. –Ὁ κανόνας σου εἶνε, σταμάτα νὰ τὰ διαβάζῃς γιὰ νὰ σοῦ ἐπιτρέψω νὰ κοινωνήσῃς· ἂν εἶνε ἁμαρτία νὰ τρῶς κρέας τὴ Σαρακοστὴ καὶ Τετάρτη καὶ Παρασκευή, πιὸ βαρὺ εἶνε νὰ τρῶς σάρκες μὲ τὰ ἔντυπα αὐτά. Ὁ ἄλλος λέει· –Ἐγὼ ἀγαπῶ τὰ λεφτά. Ἄ, ἐδῶ θὰ μπῇ ἄλλος κανόνας· –«Πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς…» (Ματθ. 19,21), νὰ τὰ δώσῃς ὅλα στοὺς φτωχούς. –Μμ δὲν μπορῶ… –Ἔ, τότε τὰ μισά. –Δὲν μπορῶ. –Δῶσε τὸ ἓν τέταρτον. –Δὲν μπορῶ… Ἄ, τὸ ἕνα δὲ μπορεῖς, τ᾽ ἄλλο δὲν μπορεῖς· πῶς θὰ γίνῃ λοιπόν;
Καθένας θέλει τὸν κανόνα του. Γι᾽ αὐτὸ ὁ πνευματικὸς πρέπει νά ᾽νε σοφός, νὰ ξέρῃ τί φάρμακο θὰ δώσῃ. Σήμερα τὰ πράγματα εἶνε δύσκολα. Ἐγὼ ἔπαυσα νὰ ἐξομολογῶ. Ἔρχεται μιὰ γυναίκα ποὺ τὰ χέρια της στάζουν αἷμα, σκότωσε ἄνθρωπο. Ποιόν; Τὸ παιδί της, τὸ σπλάχνο της! Πῆγε σὲ γιατροὺς ἀναξίους κ᾽ ἔκανε ἔκτρωσι, ξερρίζωσε μέσ᾽ ἀπ᾽ τὰ σπλάχνα της τὸ ἄνθος, τὸ λουλούδι τ᾽ οὐρανοῦ. Καὶ ὁ πνευματικὸς σκέπτεται· Τί νὰ κάνω μὲ τὴ γυναῖκα αὐτή;… Ἐγὼ εἶμαι ἁμαρτωλός, ὑπερβαίνει τὴ σοφία μου, ξεπερνᾷ τὴν καρδία μου, δὲ βρίσκω τί νὰ τῆς πῶ· διαβάζω τὰ βιβλία, δὲ βρίσκω κατάλληλο κανόνα γι᾽ αὐτὸ τὸ ἁμάρτημα· ἂς πάῃ αὐτὴ νὰ βρῇ κανέναν ἀσκητὴ ἀπ᾽ τὸ Ἅγιο Ὄρος, ἀπὸ ᾽κείνους ποὺ γονατίζουν καὶ προσεύχονται, ποὺ τρῶνε χορτάρια κ᾽ εἶνε σκελετοί, νὰ τῆς ὁρίσῃ τί κανόνα νὰ κάνῃ.
–Βαρειά, θὰ πῆτε, εἶν᾽ αὐτά· πῶς νὰ τὰ σηκώσουμε;… Ἔ, ἐγὼ νὰ σοῦ πῶ ἕναν εὔκολο κανόνα, ποὺ κι αὐτὸν ὅμως δὲν τὸν δέχονται. Ἂν πῇς σὲ μιὰ γυναῖκα, «Ἄντε ν᾽ ἀνοίξῃς τὴν ἐκκλησιὰ καὶ νὰ κάνῃς 40 λειτουργίες», τὸ κάνει· ἂν τῆς πῇς νὰ νηστεύῃ, νὰ κάνῃ μετάνοιες, νὰ πηγαίνῃ πρωὶ – βράδυ στὴν ἐκκλησιά, τὰ κάνει. Μὰ ἂν τῆς πῇς «–Δὲ μοῦ λές, εἶσαι μὲ κανένα μαλωμένη, ἔχεις ἔχθρα; τώρα ποὺ ἀρχίζει ἡ σαρακοστὴ πήγαινε νὰ συγχωρηθῆτε», σοῦ ἀπαντᾷ· –Ὤ, ὄχι! ἔχεις τίποτ᾽ ἄλλο νὰ μοῦ πῇς, παππούλη; –Δὲν ἔχω. –Ὄχι, δὲν πάω γιὰ συγχώρησι. –Κ᾽ ἐγὼ δὲν ἔχω τίποτε ἄλλο νὰ σοῦ πῶ· σοῦ λέω, ὅτι πρέπει νὰ συγχωρηθῆτε. Τὸ λέει καθαρὰ σήμερα τὸ εὐαγγέλιο· «Ἐὰν δώσετε συγχώρησι, θὰ πάρετε συγχώρησι· ἐὰν δὲν δώσετε, δὲν θὰ λάβετε συγχώρησι» (βλ. Ματθ. 6,14-15).
–Παπᾶ, λένε, διάβασέ μου μιὰ συγχωρητικὴ εὐχή. Κ᾽ ἐμεῖς δὲ ρωτᾶμε· –Μὲ ποιόν εἶσαι μαλωμένος; ἄντε πρῶτα νὰ συγχωρηθῆτε καὶ μετὰ νὰ ᾽ρθῇς νὰ σοῦ διαβάσω τὴν εὐχή· γιατὶ ἂν εἴμαστε μέσ᾽ στὸ μῖσος, κοροϊδεύουμε τὸ Θεό. Ἂν πάρῃς ὅλα ὅσα γράφουν τὰ βιβλία τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὰ στύψῃς, στὸ τέλος τί θὰ βγῇ; μία λέξι, ἀγάπη! Ἂν δὲν ἔχῃς ἀγάπη, τί νὰ τὰ κάνῃς τ᾽ ἄλλα; Τὸ εὐαγγέλιο λέει· «Ἐὰν ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν», θ᾽ ἀφήσῃ καὶ ὁ Θεὸς τὰ δικά σας· ἐὰν δὲν συγχωρήσετε ἐσεῖς τοὺς ἄλλους, οὔτε «ὁ πατὴρ ὁ οὐράνιος» θὰ συγχωρήσῃ ἐσᾶς (ἔ.ἀ.).
Τὸ συμπέρασμα ποιό εἶνε; Ἔχεις μέσα σου αὐτὸ τὸ φίδι τοῦ μίσους; Ὄχι ἕνας παπᾶς, ὄχι ἑκατὸ παπᾶδες –τί λέω;–, πατριάρχης νὰ σοῦ διαβάσῃ εὐχή, τὰ ἁμαρτήματά σου εἶνε ἀσυγχώρητα. Πρέπει νὰ ζητήσῃς καὶ νὰ δώσῃς συγχώρησι μὲ ὅλη σου τὴν καρδιά. Δὲν τὸ κάνεις αὐτό; δὲν εἶσαι Χριστιανός!
* * *
Ἀδελφοί μου, ὁ ἅγιος Ἀντώνιος ἔχει μιὰ προφητεία. –Θά ᾽ρθουν χρόνια κατηραμένα. –Πῶς θὰ τὸ καταλάβουμε; –Ὅταν, λέει, οἱ ἄνθρωποι θὰ βλέπουν κάποιον νὰ κρατάῃ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ θὰ λένε πὼς τρελλάθηκε, ἔφτασε τὸ τέλος. Καὶ σήμερα, ἂν π.χ. στὸ ἀεροπλάνο δοῦν μιὰ κοπέλλα νὰ διαβάζῃ Εὐαγγέλιο, οἱ πολλοὶ τί λένε; Δὲν εἶνε καλὰ στὰ μυαλά της… Ἐκεῖ φτάσαμε.
Ἂς φύγουμε πιὰ ἀπ᾽ τὴ βρωμιά. Γιατὶ –νὰ τὸ θυμᾶστε–, θὰ πέσῃ «σκούπα ἠλεκτρική», θὰ καθαρίσῃ ὁ Θεὸς τὴ βρωμιὰ ὁπωσδήποτε, θὰ τὴν καθαρίσῃ ἐν πυρὶ φοβερῷ! Προθεσμία μᾶς ἔδωσε νὰ ἐξοφλήσουμε χρέη, νὰ σβήσουμε ἁμαρτήματα. Αὐτὴ τὴ σαρακοστὴ ἂς κάνουμε φτερὰ ἀγγελικὰ νὰ πετάξουμε ψηλά.
Ἂς φύγουμε πιὰ ἀπ᾽ τὴ βρωμιά. Γιατὶ –νὰ τὸ θυμᾶστε–, θὰ πέσῃ «σκούπα ἠλεκτρική», θὰ καθαρίσῃ ὁ Θεὸς τὴ βρωμιὰ ὁπωσδήποτε, θὰ τὴν καθαρίσῃ ἐν πυρὶ φοβερῷ! Προθεσμία μᾶς ἔδωσε νὰ ἐξοφλήσουμε χρέη, νὰ σβήσουμε ἁμαρτήματα. Αὐτὴ τὴ σαρακοστὴ ἂς κάνουμε φτερὰ ἀγγελικὰ νὰ πετάξουμε ψηλά.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Γεωργίου Ν. Ἰωνίας – Ἀθηνῶν τὴν 28-2-1960
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Γεωργίου Ν. Ἰωνίας – Ἀθηνῶν τὴν 28-2-1960
ΤΟ ΕΙΔΑΜΕ ΣΤΟ: http://www.augoustinos-kantiotis.gr/?p=79038#more-79038