Ἀρχιμανδρίτου Ἰωαννικίου
Καθηγουμένου Ἱ.Μονῆς Μεταμορφώσεως
Σοχοῦ Λαγκαδᾶ.
Ὁ ποιητής μας Γιῶργος Σεφέρης σ’ ἕνα ὡραίο ποίημά του:
Να θυμᾶσαι...
Εἶτε βραδυάζει
εἶτε
φέγγει
μένει
λευκό τό γιασεμί.
Καί ὁ Ἅγιος Βασίλειος, ὁ Οὐρανοφάντωρ
γράφει γιά τό ἐγκληματικό καί ἀπάνθρωπο πάθος τῆς συκοφαντίας: «Στήν ἄκρη μιᾶς λίμνης εἶχαν
κατεβεῖ μερικά περιστέρια. Λίγο πιό πέρα ἀναπηδοῦσαν ἔξω ἀπό τό νερό, παίζοντας
ἕνα-δύο βατράχια. Κάποιο
παιδάκι ἔρριξε κατά ’κεῖ μία πέτρα. Τότε τά μέν περιστέρια πέταξαν καί ὑψώθηκαν
στόν οὐρανό, τά δέ βατράχια βούτηξαν βαθειά στό νερό καί δέν ξαναφάνηκαν. Μιά
συκοφαντία, σάν μιά πέτρα πού πέφτει στή λίμνη μπορεῖ νά ἔχει δυό ἀποτελέσματα.
Ἄν εἴμαστε ἔνοχοι θά βουλιάξουμε ἐξ αἰτίας της, ὅπως βούτηξαν οἱ βάτραχοι σ’ ἐκεῖνο
τό τέλμα. Ἄν ὅμως εἴμαστε καθαροί, θά γίνει ἀφορμή νά βρεθοῦμε πιό ψηλά, ὅπως
τά περιστέρια.
Εἶναι ἀδιαμφισβήτητο γεγονός πώς ὁ
σταυρός τῆς συκοφαντίας λογίζεται σάν μαρτύριο καί μπορεῖ νά γίνει ἀνάσταση
μόνο μέσα στήν πίστη, στή ζεστή προσευχή καί τήν ὑπομονή καί τήν ἀγάπη πρός τόν
ἐχθρό συκοφάντη.
Γι’ αὐτό ἀδελφέ μου, σήκωσε τό σταυρό
τῆς συκοφαντίας μέ ἀνδρεία καί ἀκολούθησε τόν Χριστό, πού λέει: «Μακάριοι
νά εἶσθε ὅταν σᾶς ὀνειδίσουν καί σᾶς διώξουν καί σᾶς ποῦν κάθε πονηρό λόγο ἐναντίον
σας, ψευδόμενοι γιά τήν πίστη σας σέ μένα».