Σεβασμιώτατοι Άγιοι Ιεράρχες,
σεπτά μέλη της Δ.Ι.Σ. της
Εκκλησίας της Ελλάδος,
ασπαζόμεθα την δεξιάν σας και
κλίνοντες γόνυ υιϊκώς, καταθέτομεν στην Αγιότητά σας τον έμπονο προβληματισμό
μας, πάνω στο περιεχόμενο του κειμένου προς τον λαό, το οποίο εκδώσατε προς
ενημέρωση του ποιμνίου της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Άγιοι Ιεράρχες, μας διακατέχει
καλή διάθεση και θέληση απέναντι στα γεγονότα. Πολύ πριν τον Ιούνιο του 2016,
διαβάζοντας τα προσυνοδικά τότε κείμενα, προσπαθήσαμε να καλλιεργήσουμε την
πραότητα και την ησυχαστική προσευχή, προς
φωτισμό , πρώτα ημών των αναξίων δούλων του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, και
έπειτα υμών των αναδειχθέντων εις τον ύψιστο βαθμό της Αρχιεροσύνης.
Δεν αγανακτήσαμε, δεν κινήσαμε
ουρανό και γη, συγκρατήσαμε τα πνευματικά μας τέκνα από το να εκδηλώσουν τα
όποια συναισθήματα Ιεράς Οργής, τα οποία, φυσικώ τω τρόπω, δημιουργούνται στην
καρδιά κάθε πραγματικά πιστού, όταν βλέπει, ότι η Πίστη του κινδυνεύει από
επιθέσεις ποικίλων επιβούλων, εχθρών φανερών ή κρυφοδαγκανιάρηδων.
Άγιοι πατέρες, περιμέναμε στην
Σύνοδο της Κρήτης να δούμε Μάρκους
Ευγενικούς. Περιμέναμε να δούμε ομολογητές της Πίστεως. Περιμέναμε να δούμε Επισκόπους όντως ορθοτομούντας τον Λόγον της Αληθείας.
Αυτό, όμως, Άγιοι Πατέρες , δεν
το είδαμε. Και εάν Εσείς, όσοι ήσασταν παρόντες και όσοι δεν ήσασταν, έχετε την
γνώμη ότι στην Κρήτη ο λόγος που ακούστηκε ήταν Λόγος της Αληθείας, συγχωρέστε
μας δια το διαφορετικό της ταπεινής μας γνώμης, η οποία δεν είναι προσωπικού
χαρακτήρα, αλλά βασίζεται πάνω σε σχετικά κείμενα Αξίων Αρχιερέων, Εντίμων
Ιερέων, Λογιωτάτων Ιερομονάχων, σεμνών μοναχών και εγκρίτων καθηγητών θεολόγων
της Ορθοδοξίας μας. Επιτρέψτε μας να παραθέσουμε μερικά από αυτά.
Υπενθυμίζουμε, λοιπόν, στην σεβασμιότητά σας:
Τα όσα αναφέρει στην επιστολή του «ΛΟΓΟΙ ΠΑΡΑΙΤΗΣΕΩΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟ» ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ.κ. Σεραφείμ, δια της οποίας αρνήθηκε να συμμετάσχει στην Σύνοδο της Κρήτης.
Τα όσα επισημαίνει και πάλι ο Σεβασμιώτατος Πειραιώς, στο μεστό θεολογικών νοημάτων κείμενο Υ Π Ο Μ Ν Η Μ Α ΕΠΙ ΤΗΣ ΕΚΤΑΚΤΟΥ ΣΥΓΚΛΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΙΣΙ 23-24/11/2016.
- Τα όσα καταγράφει για την σύνοδο της Κρήτης στην επιστολή: «Παρέµβαση καί κείµενο στήν Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (Νοέµβριος 2016)» ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ.κ. Ἱεροθέος.
- Τα όσα επισημαίνει στο Φ.2/7/1085 με ημερομηνία 25η Μαΐου 2016 το Άγιον Όρος προσυνοδικά και τα επαναλαμβάνει μετασυνοδικά, η ΙΕΡΟΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΠΙ ΤΩΝ ΤΕΛΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ ΤΗΣ ΕΝ ΚΡΗΤῌ ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ με ημερομηνία 26-11-16, αλλά «Κύριος είδε ποίοις κριτηρίοις», προσπερνά τις Δογματικές παρατυπίες, και προτρέπει προς την αποδοχήν των αποφάσεων της Κρήτης. Το τελευταίο βέβαια, δεν μας βρίσκει σύμφωνους.
- Την εντολή που έλαβε ο Αρχιεπίσκοπός μας από την Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος, την αφορώσα το έκτο κείμενο, και η οποία εντολή κατατέθηκε τελικά στην Κρήτη εντελώς παραποιημένη, παραβιάζοντας έτσι κάθε έννοια Συνοδικότητας.
- Τα όσα ομολογούν με κείμενά τους οι κελλιώτες αγιορείτες πατέρες, τόσον προσυνοδικά όσον και μετασυνοδικά.
- Τα όσα αποδεικνύουν με επιχειρήματα στα διάφορα ομολογητικά κείμενά τους -και δεν επιβάλλουν δια της επιβολής του ΑΛΑΘΗΤΟΥ- συνάξεις πιστών Ορθοδόξων Χριστιανών.
- Τα όσα ομολογούν περί της Συνόδου της Κρήτης, με μεστά θεολογικού περιεχομένου κείμενα, έγκριτοι πανεπιστημιακοί διδάσκαλοι και θεολόγοι.
Δεν θα αναφέρουμε τις αντιδράσεις
των τεσσάρων Εκκλησιών, που δεν μετείχαν της Συνόδου, γιατί θα μπορούσατε να
επικαλεσθείτε το ότι και εσείς «εν τη
ελευθερία» της κρίσεώς σας αποφαίνεσθε περί της Συνόδου, ως δηλαδή
απαρτίζοντες την Δ.Ι.Σ. Σεβαστό και αληθές.
Άγιοι πατέρες, το κείμενο προς τον Λαό, αυτό δηλαδή που
συντάχθηκε από εσάς, για την ενημέρωση του ποιμνίου, με την πρώτη κιόλας ανάγνωση
φανερώνει δύο κυρίως πράγματα: Πρώτον, ότι δεν αναφέρεται στις αποφάσεις της
Συνόδου της Κρήτης, αλλά σε πεπραγμένα κάποιας άλλης Συνόδου και δεύτερον, ότι
απευθύνεται αποκλειστικά και μόνον σε ανθρώπους άσχετους και αδιάφορους σε
θέματα εκκλησιολογικής και δογματικής αυτοσυνειδησίας, διότι απλούστατα μονάχα αυτούς
μπορεί και να πείσει.
Σεβαστοί μας πατέρες, Άγιοι Ιεράρχες της Εκκλησίας του Χριστού, μεγάλο
μέρος του κειμένου ‘’προς τον Λαό’’, προσκρούει όχι μονάχα στην ζώσα
εκκλησιολογική και δογματική συνείδηση του Λαού μας, αλλά έρχεται σε σύγκρουση ακόμα
και με την απλή λογική κάθε συνειδητού και ενημερωμένου μέλους της Εκκλησίας
μας. .
1ον. Η εισαγωγή του κειμένου προς τον Λαό, «Κύριος
σκοπός της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου ήταν η ενίσχυση και η φανέρωση της
ενότητας όλων των Ορθοδόξων Εκκλησιών αλλά και η αντιμετώπιση διαφόρων
συγχρόνων ποιμαντικών ζητημάτων», έχει ήδη σχολιαστεί και αναιρεθεί από τον
Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Πειραιώς κ.κ. Σεραφείμ, στο έγγραφο της αρνήσεώς του
να συμμετάσχει στην Σύνοδο της Κρήτης. Γράφει εκεί ο σεβασμιώτατος: «Διαφωνῶ διά τήν θεματολογία διότι μετά
93 χρόνια προετοιμασίας μιᾶς Πανορθοδόξου Συνόδου ἡ ἐνασχόλησίς της μέ οὐσιωδῶς
λελυμένα θέματα ἀπό τήν Πατερική καί Κανονική μας Παράδοση, ὅπως τῆς Νηστείας
καί τοῦ Γάμου, μόνον δυστυχῶς θυμηδία προκαλεῖ». Και καταλήγει: «Ἑπομένως
δέν θά συμμετάσχω στό «ἀνόσιο παίγνιo» τῆς λεγομένης Ἁγίας καί Μεγάλης
Συνόδου».
2ον. Λίγο παρακάτω στο κείμενο προς τον Λαό,
λέτε: «Αξίζει να σημειωθεί επίσης ότι η
Αγία Σύνοδος δεν αναφέρθηκε μόνον στο κύρος των γνωστών Οικουμενικών Συνόδων,
αλλά σε αυτήν για πρώτη φορά αναγνωρίσθηκαν ως Σύνοδοι «καθολικού κύρους»,
δηλαδή ως Οικουμενικές, η Μεγάλη Σύνοδος επί Μεγάλου Φωτίου Πατριάρχου
Κωνσταντινουπόλεως (879-880), οι επί αγίου Γρηγορίου του Παλαμά Μεγάλες Σύνοδοι
(1341, 1351, 1368), και οι εν Κωνσταντινουπόλει Μεγάλες και Αγίες Σύνοδοι για
την αποκήρυξη της ενωτικής Συνόδου της Φλωρεντίας (1438-1439), των
προτεσταντικών δοξασιών (1638, 1642, 1672, 1691) και του εθνοφυλετισμού ως
εκκλησιολογικής αιρέσεως (1872)».
Άγιοι πατέρες, σε ποίο σημείο των «συνοδικών κειμένων» έχουμε τέτοια
αναφορά; Γιατί αν υπάρχει κάτι τέτοιο και έχει υπογραφεί, έπρεπε να κτυπούν
Αναστάσιμα οι καμπάνες όλων των Ορθοδόξων Ναών, αφού επιτέλους θα είχαμε έτσι σωθεί μια για πάντα από την μάστιγα
των αιρέσεων του παπισμού και του προτεσταντισμού και κατ’ επέκταση από τον
ολετήρα της παναίρεσης του οικουμενισμού. Αν υπήρχε τέτοια αναφορά,
ποίος ο λόγος να μην τηρηθούν από την Ελληνική αντιπροσωπεία οι οδηγίες που της
ενεχειρίσθησαν, αλλά «παντί τρόπω» της
επεβλήθη να αλλάξει το επιδοθέν εις αυτήν κείμενο υπό της Ιεραρχίας, στο άκομψο
και αδόκιμο «Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἀναγνωρίζει
τήν ἱστορικήν ὕπαρξιν ἄλλων χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καί Ὁμολογιῶν μή εὑρισκομένων
ἐν κοινωνίᾳ μετ᾽αὐτῆς»;.
Και εν πάσει περιπτώσει, σας παρακαλούμε, δώστε στον Λαό μία επεξηγήση:
Εις τον Ιερόν Ναόν του Αγίου Γεωργίου Κωνσταντινουπόλεως, ο «πάπας» προσκαλείται
κάθε τόσο με την ιστορικήν του, όπως
διατείνεσθε, ονομασία ή με
την ιδιότητα την αντιστοιχούσα στην εκ μέρους μας προσφώνησή του;
Θα μπορούσαμε άραγε ποτέ να τον προσφωνήσουμε «Αγιώτατε
αδελφέ πάπα Ρώμης κ. Τάδε», εάν όντως η Σύνοδος της Κρήτης είχε αναγνωρίσει και
είχε αποδεχθεί –ενώπιον μάλιστα των αιρετικών παρατηρητών- τις αποφάσεις όλων
των προαναφερθεισών Οικουμενικών και Τοπικών Συνόδων; Ασφαλώς, όχι.
3ον. Λέτε παρακάτω στο κείμενο προς τον Λαό: «Για
την ορθόδοξη Εκκλησία η οικογένεια αποτελεί καρπό της «εις Χριστόν και εις την
Εκκλησίαν» μυστηριακής ενώσεως ανδρός και γυναικός και είναι η μόνη εγγύηση της
γεννήσεως και της ανατροφής των τέκνων». Και πάλι εδώ απαντά, επί της
Αληθείας των πραγμάτων, ο Άγιος Πειραιώς: «Στό ζήτημα τῶν μικτῶν γάμων μετά ἑτεροδόξων ἀποφεύχθηκε
ἡ ρητή ἀναφορά καί δέσμευσις τῆς Συνόδου γιά ἱερολόγησί τους, πού ἀπαγορεύεται
σύμφωνα μέ τήν καθολικῆς ἰσχύος διάταξι τοῦ 72ου κανόνος τῆς Πενθέκτης, καί ἴσχυσε
«ἡ δυνατότης ἐφαρμογῆς τῆς ἐκκλησιαστικῆς οἰκονομίας». (ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΕΠΙ ΤΗΣ ΕΚΤΑΚΤΟΥ
ΣΥΓΚΛΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΙΣΙ 23-24/11/2016.)
4ον. Λέτε παρακάτω στο κείμενο προς τον Λαό: «Ο
διάλογος κυρίως με τους ετεροδόξους χριστιανούς (άλλες χριστιανικές ομολογίες –
αιρέσεις) γίνεται με βάση το χρέος της Εκκλησίας να μαρτυρεί προς κάθε
κατεύθυνση την αλήθεια και την αποστολική πίστη. Έτσι γίνεται γνωστή σε αυτούς
η γνησιότητα της Ορθόδοξης Παράδοσης, η αξία της πατερικής διδασκαλίας, η
λειτουργική εμπειρία και η πίστη των Ορθοδόξων».
Άγιοι πατέρες, αυτά αναφέρονται
όντως στα κείμενα της Κρήτης, ή με την παράγραφο αυτή εκδηλώνετε ανεκπλήρωτη
ενδόμυχη επιθυμία σας;
Γιατί εμείς, στα κείμενα τα Συνοδικά, δεν είδαμε ούτε μία φορά να αναφέρεται η λέξη
αίρεση και αιρετικός. Αντ΄ αυτού είχαμε την πικρή εμπειρία να βλέπουμε τους
αιρετικούς ως επισήμους παρατηρητές, και ημάς τους διακόνους της Εκκλησίας
αποκλειόμενους, έστω και ως παρατηρητές της Συνόδου.
Και αλήθεια όταν το 2006 στην θρονική εορτή στον Ιερό Ναό του Αγίου
Γεωργίου στην Κωνσταντινούπολη, βγαίνει ο διάκονος και κάνει υπόκλιση προς τον
ενδεδυμένο τα άμφιά του πάπα, και μνημονεύει «Υπέρ του αγιωτάτου πάπα Ρώμης
Βενεδίκτου…» πιστεύετε ότι έχουμε στην πράξη αυτό που λέτε: «Έτσι γίνεται γνωστή σε αυτούς η γνησιότητα
της Ορθόδοξης Παράδοσης, η αξία της πατερικής διδασκαλίας, η λειτουργική
εμπειρία και η πίστη των Ορθοδόξων»; Ποία λοιπόν επιτέλους είναι η πίστη
των Ορθοδόξων; Ότι ο «πάπας Ρώμης» είναι ισότιμος, αν όχι και υπέρτερος, του
Παναγιωτάτου Πατριάρχου μας;
Λέτε λοιπόν άγιοι πατέρες: Η Εκκλησία είναι μία, η Ορθόδοξη. Κατά τον Μ.
Βασίλειο «εις λαός πάντες οι εις Χριστόν
ηλπικότες και μία Εκκλησία νυν οι Χριστού, καν εκ διαφόρων τόπων
προσαγορεύηται».
Ναι αληθώς. Αλλά μόνο «τοπικά»
επικεντρώνεται ο «ορισμός» της Εκκλησίας μας υπό του Μεγάλου Ιεράρχου. Δεν
λέγει: «… καν εκ διαφόρων τρόπων»,
και οι αιρετικοί της Δύσεως και της Ανατολής χαρακτηρίζονται εκ της διαφοροποιήσεώς
τους ως προς τον «τρόπον», δηλαδή το
«λάθος δόγμα». Και βέβαια συμφωνούμε
και αναμένουμε την επιστροφή όλων στην Ορθοδοξία, αλλά πώς; ΕΝ ΜΕΤΑΝΟΙΑ Άγιοι
Αρχιερείς. Πρέπει να το πούμε. Διότι διαφορετικά εις μάτην κοπιώμεν δια των περιφήμων διαλόγων και προσεγγίσεων,
συμπροσευχών και εναγκαλισμών, των οποίων την «θεσμοθέτηση» επέβαλλε η Σύνοδος
της Κρήτης. Αυτή είναι η πικρή αλήθεια.
Και πάλι αιτούντες την συγγνώμη
υπενθυμίζουμε, ότι εσείς μας δίδετε το δικαίωμα να εκφράσουμε τα όσα είπαμε παραπάνω,
μέσα από την πρόταση: «Τα κείμενα της
Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας αποτελούν αντικείμενο
εμβαθύνσεως και περαιτέρω μελέτης. Αυτό ισχύει για όλες τις Συνόδους της
Εκκλησίας». Αν και αυτό το «για όλες
τις Συνόδους» ελπίζουμε, ότι δεν εμπεριέχει και τις ήδη πραγματοποιηθείσες,
με απώτερο σκοπό την «επέμβαση» σε κείμενα και Ιερούς Κανόνες. Και μην μας
πείτε, ότι αυτό που αναφέρουμε είναι υπερβολικό. Έχουμε στα χέρια μας την
διδακτορική διατριβή Ιεράρχου, που τα προτείνει όλα αυτά…..
Και ακόμα λέτε: «Ο θεολογικός διάλογος δεν διακόπτεται.
Προϋπόθεση απαραίτητη βεβαίως είναι να διατηρείται αλώβητη η θεολογική αλήθεια
και ο διάλογος αυτός να πραγματοποιείται χωρίς φανατισμούς και διαιρέσεις,
χωρίς παρασυναγωγές και σχίσματα, τα οποία πληγώνουν την ενότητα της Εκκλησίας».
Μας βρίσκετε απόλυτα
σύμφωνους, αρκεί αυτό να τηρείται
στην πράξη από όλους. Το λέμε αυτό άγιοι πατέρες, γιατί πώς αλλιώς
μπορούν να χαρακτηρισθούν οι «κεκλισμένων των θυρών» συμπροσευχές περί ενότητος
κ.λ.π. με αιρετικούς; Δεν είναι παρασυναγωγή; Δεν είναι σχίσμα; Αλλά τι είναι;
Ποίος είναι η ουσιαστικός χαρακτηρισμός αυτών των επαίσχυντων συμπεριφορών μέσα
στην Εκκλησία;.
Άγιοι
πατέρες, υπακούοντας στο δικό σας δηλωμένο ενδιαφέρον για την ενότητα της
Εκκλησίας, από την πλευρά μας καταθέτουμε την μεγάλη μας ανησυχία για τον ρόλο,
που μπορούν να παίξουν πάνω στο θεμελιώδες αυτό θέμα, τα κείμενα της Συνόδου
της Κρήτης.
Τα δύο κείμενα της Συνόδου της
Κρήτης, τα αναφερόμενα το ένα στο μυστήριο του γάμου και το δεύτερο και
σημαντικότερο, το αναφερόμενο στις σχέσεις της Ορθοδοξίας με τους άλλους
Χριστιανούς, ανοίγουν κερκόπορτες στην Κιβωτό της Εκκλησίας, γι’ αυτό και
πειθόμενοι τοις Αγίοις ημών Πατράσι, στεκόμαστε απέναντί τους κριτικά. Η
πατροπαράδοτη εκκλησιολογική και δογματική μας συνείδηση ελέγχεται σφόδρα και
αρνείται να τα δεχθεί.
Αυτά τα δύο κείμενα διέπονται απροκάλυπτα από τις αρχές του
οικουμενισμού, άρα είναι αιρετικά.
Επιτρέψτε μας, ως εφημέριοι και
πνευματικοί, να σας μεταφέρουμε την απαίτηση του ποιμνίου, που εσείς επιτελικά
ποιμαίνετε, να καταδικάστε αυτά τα δύο κείμενα, ως αντικείμενα εις τους Ιερούς
Κανόνες και στα Ιερά δόγματα της Εκκλησίας μας.
Έτσι μόνον θα αποδειχθεί στην πράξη, ότι η Αγία Σύνοδος της Εκκλησίας
της Ελλάδος Ορθοτομεί πράγματι τον Λόγον της Αληθείας.
Ει δε και δεν καταδικαστούν
τα δύο αυτά κείμενα, τότε ας ακουστεί ο Λόγος του Προφήτου «όψονται εις όν
εξεκέντησαν».
Μετά βαθυτάτου
σεβασμού,
αλλά και θλίψεως δια
την τρικυμία την οποία επέφερε
η Σύνοδος της Κρήτης
στην Εκκλησία.
Ο ελάχιστος π. Φώτιος
Βεζύνιας.
Ευλογείτε.