(Νίκος Ψαρουδάκης – 1966)
Τοῦ Ν. ΣΑΚΑΛΑΚΗ
Αναμφίβολα, το Εκκλησιαστικό σώμα, σήμερα, ζει μία ακόμη πικρή εμπειρία. Το σημερινό Κράτος δεν είναι μόνο οικονομικό σύστημα. Η διακοπή της κρατικής μισθοδοσίας του ιερού κλήρου αποτελεί όψη του Κράτους, της Κοσμοθεωρίας και Βιοθεωρίας του.
Δυστυχώς, κλήρος και λαός, λίγα πράγματα έχουν κάνει στο κοινωνικό μέτωπο εναντίον της αμαρτίας, όπου οι νόμοι, οι θεσμοί και οι πολιτικές πρακτικές αντιστρατεύονται (εν πολλοίς) τον άνθρωπο στην πορεία του προς την Ευαγγελική τελείωση (Θέωση).
Οι Ορθόδοξοι στην Ελλάδα κατά μονοφυσιτικό τρόπο δεν συνειδητοποίησαν και την αναγκαιότητα της πολιτικής διακονίας, ως έκφραση πνευματικής ζωής, για τη μεταλλαγή των κοινωνικών θεσμών. Αγιογραφικά, Εκκλησία και Κράτος, δεν επιδιώκουν αντιθετικούς στόχους.
Χριστιανικά, Ορθόδοξα, το Κράτος νοείται ως Διακονική Ευαγγελική οργάνωση της Κοινωνίας. Είναι ο κοινωνικός έλεγχος, που ρυθμίζει τις σχέσεις και δραστηριότητες των ανθρώπων σύμφωνα με τους πνευματικούς άξονες εξουσίας, που διατυπώνονται στην Αγία Γραφή.
Με αγαθήν την προαίρεση παρατηρούμε, ότι οι πραγματικότητες της ανάγκης, ως προβολή σύγχρονων (πνευματικών) κοινωνικών αναγκών, αντιμετωπίσθηκαν από το εκκλησιαστικό σώμα, κλήρο και λαό, «κατ’ ευκαιρίαν», σπασμωδικά και «εμβαλωματικά», και οι τύχες των Ορθοδόξων «εναπετέθησαν» όχι στην διαχρονική διδασκαλία της Αγίας Γραφής και της Πατερικής παραδόσεως, αλλά σε προσωπικές (κυρίως) στρατηγικές κληρικών–γερόντων ή σε Οργανωσιακές προσπάθειες.
Τα Εκκλησιαστικά και Πολιτικά γεγονότα των ημερών μας είναι καταλυτικά και πολύπλευρης υφής. Αβίαστα συμπεραίνουμε, ότι ως συντονισμένες ωρολογιακές βόμβες εξερράγησαν στα θεμέλια του Έθνους και της Εκκλησίας. Κύριο χαρακτηριστικό τους η αποστασία από την ορθή πίστη, από την Ορθοδοξία. Οι προδοσίες της Πίστεως είναι ενοποιημένες και σε εκκλησιολογικό και σε πολιτικό πεδίο. Το Κράτος από την πλευρά του με τις νομοθεσίες του παραβίασε κατάφωρα την Ευαγγελική ηθική και η εκκλησία προχώρησε σε υιοθέτηση του Οικουμενισμού, της αιρέσεως, αθέτησε δηλ. την Ορθόδοξη Αλήθεια.
Να υπενθυμίσουμε, ότι η αποστολή του Κράτους εμπεριέχεται στην αποστολή της Εκκλησίας. Κράτος και Εκκλησία (Διοικούσα) ήταν Ενωμένα στα χέρια των Αποστόλων, ως δύο δυνάμεις ζευγμένες στο αλέτρι του Λόγου του Θεού για την καλλιέργεια του κόσμου.
Στις ημέρες μας, με την «ψευδοσύνοδο» της Κρήτης, μεθοδεύτηκε η αναγνώριση του Οικουμενισμού. Η αναγνώριση αυτή υπήρξε καταστρεπτική για το σώμα της Εκκλησίας. Πρώτα είχαμε Ορθοδοξία και κοινωνικό καθεστώς ειδωλολατρίας. Τώρα έχουμε οικουμενισμό και κοινωνικό καθεστώς την αθεΐα!
Η θεολογική και ιστορική ευθύνη του ιερατείου, στην επικράτηση του οικουμενισμού, είναι τεράστια. Την «Δυνητική Ερμηνεία» του π. Επιφανίου Θεοδωρόπουλου, ακολούθησε η πλημμυρίδα του οικουμενισμού.
Το Εκκλησιαστικό σώμα επαναπαύθηκε στις ενοριακές δράσεις, στην οικοδομή ναών, στα ακριβά έπιπλα των ναών, στους ρητορικούς λόγους περί Ορθοδοξίας, στους καλλίφωνους ψάλτες και στην πνευματική και οικονομική εγκατάλειψη των αποτειχισμένων ιερέων, μοναχών και λαϊκών.
Η «σύγχρονη» εκκλησιαστική πραγματικότητα επιβεβαιώνει τον Μ. Βασίλειο:
«Εν εστιν έγκλημα νυν σφοδρώς εκδικούμενον, η ακριβής τήρησις των πατρικών παραδόσεων» (Επιστ., σμγ΄).
Ο Ιωάννης ο Πρόδρομος, ο άγιος με την τρίχινη κάπα και την δερμάτινη ζώνη, το Ευαγγελικό θάρρος, το μέγα πνευματικό ανάστημα, ο μάρτυρας της πίστεως και της αλήθειας, πάντα μου έρχεται στην σκέψη, όταν βλέπω τα Μοναστήρια, σήμερα να απουσιάζουν από τον αγώνα της Ορθοδοξίας. Πλέον τα πράγματα χειροτέρεψαν. Το «άχρι καιρού» έχει προ πολλού παρέλθει και ο Κύριος παρεμβαίνει αφυπνιστικά. Οι σημερινές πολιτικές, εθνικές και Εκκλησιαστικές κρίσεις, δεν είναι η νόσος, αλλά τα συμπτώματα της νόσου, που είναι η άρνηση της Ορθοδοξίας.
Η αποστολική διαδοχή δεν είναι μια τυπική επαναλαμβανόμενη πράξη της Εκκλησίας, που καθιστά τους ιερωμένους σε αγίους, αυτόματα. Η προσωπική μετοχή τους στη θεία καθαρότητα δεν είναι μόνο η άσκηση αλλά και η ένταξή τους στους αγώνες της Εκκλησίας, ως συνιστώσα της νήψης.
Μέσα στην Ενορία του ο ιερέας δεν ζει το μυστήριο της Εκκλησίας μόνο στον Άμβωνα, θεωρητικά–ιδεαλιστικά. Σε συγκεκριμένες ιστορικές στιγμές, εν τόπω και χρόνω, οφείλει να κατεβεί και στο πεζοδρόμιο ως Ηγέτης, για να υπερασπισθεί μια ελεύθερη και ζωντανή Εκκλησία.
Μέσα στην καθολικότερη λειτουργία του ολοζώντανου οργανισμού της Εκκλησίας, χρειάζεται και το πεζοδρόμιο να γίνεται άμβωνας! Ουδεμία, όμως, συλλογική διαμαρτυρία, κλήρου και λαού, πραγματοποιήθηκε για την αλλοίωση της πίστεως στην Κρήτη ή για το εθνικό θέμα της Μακεδονίας ή για τα νομοσχέδια περί φύλου. Γιατί μόνο περί μισθοδοσίας;
Η υλιστική–Μαρξιστική κυβέρνηση της σημερινής Ελλάδας, πιστή στις υλιστικές ιδέες της, επιχείρησε μια εσωδιάρθρωση της κοινωνίας (έτσι πιστεύει), διότι εξηγεί όλα τα φαινόμενα από τις ανάγκες της αυτοσυντήρησης και της αναπαραγωγής (Engels). Ερμηνεύει δηλ. τον άνθρωπο στην ζωική σφαίρα.
Οφείλουμε, όμως να αποδεικνύουμε, κλήρος και λαός, ότι η ζωή μας πηγάζει, καθορίζεται και ερμηνεύεται από τη σχέση μας με το Χριστό, από τη ζωή μας στην Εκκλησία.
Η σημερινή συμπεριφορά του πληρώματος της Εκκλησίας, δυστυχώς, δημιουργεί αμφιβολίες στους «εθνικούς» για την συνειδησιακή μας ορθότητα έναντι της Ορθοδοξίας. Τους φαίνεται, ότι δικαιώνεται ο Μαρξ ή ο Engels, βλασφημείται δηλ. το όνομα του Θεού «εν τοις έθνεσι».
Ο Ι. Χρυσόστομος, στην Α΄ προς Κορινθίους (Στ΄ ομιλία), λέγει:
«…Λαμψάτω γαρ υμών, φησι, το φως έμπροσθεν των ανθρώπων, όπως ίδωσι υμών τα καλά έργα… Τότε ουν πάντων ήν η καρδία και η ψυχή μία και ουδέ εις τι των εαυτού υπαρχόντων έλεγεν ίδιον είναι αλλ’ είχον άπαντα κοινά και διεδίδοτο εκάστω, καθότι αν τις χρείαν είχε, και βίον έζων αγγελικόν. Και νυν αν γένηται τούτο, την οικουμένην επιστρέψωμεν άπασαν χωρίς σημείων» (P.G. τόμος 61, σελ. 52).
Ας μη δημιουργηθούν τυχόν παρεξηγήσεις ή άστοχα συμπεράσματα για τις προθέσεις μας. Σεβόμεθα και αγαπούμε τους κληρικούς μας, τον εφημεριακό ενοριακό κλήρο. Επισημαίνουμε όμως, υϊκώς, τον υποτονισμό της Ιερατικής ή μοναχικής συνειδήσεως από τους ίδιους. Δεν συμφωνούμε με εκείνους, που «εξ αρότρων και δικέλλης και σμινύης πανημέρου» (κατά τον άγιο Γρηγόριον Θεολόγον) εισήλθαν στις τάξεις του Κλήρου προς «ανεύρεσιν πόρου ζωής». Επίσης, είμαστε κάθετα αντίθετοι με εκείνους, που προωθούν άμεσα ή έμμεσα την αίρεση του οικουμενισμού, διότι είναι «σκόπελος αντί λιμάνι και, αντί ναός, είναι τάφος ασβεστωμένος, και αντί πρόβατο λύκος καταστρεπτικός για κείνους που δελεάζονται απ’ αυτόν». (Φιλοκαλία, Τόμος Α΄, σελ. 239).
Πάλι ο Ι. Χρυσόστομος, λέγει:
«Μέγας ο των μοναχών αγών και πολύς ο μόχθος· αλλ’ ει τις τη καλώς διοικουμένη ιερωσύνη τους εκείθεν ιδρώτας παραβάλοι, τοσούτον ευρήσει το διάφορον, όσο ιδιώτου και βασιλέως το μέσον» (Περί Ιερωσύνης, Στ΄, 5).
Αυτό επιθυμούμε έναντι του Οικουμενισμού:
«Τον Μέγα των μοναχών αγώνα και την «καλώς διοικουμένη Ιερωσύνη», που δεν φανερώνονται σήμερα, ως εργώδης προσπάθεια, ως ποιμαντική μέριμνα, ως Ευχαριστιακή πράξη–συνείδηση. Διαλέξαμε ως τίτλο «από τον άμβωνα στο πεζοδρόμο», τον τίτλο ενός σπουδαίου βιβλίου του μακαριστού Νίκου Ψαρουδάκη, που έγραψε το 1964 (1966). Στο βιβλίο αυτό γράφει για τον π. Γεράσιμο (σύμβολο ιδεατό), που εκφράζει την πνευματική αφύπνιση του ράσου, ως αφύπνιση ολοκληρωμένη της Εκκλησίας.
Το περιεχόμενο του βιβλίου συνοψίζει η αφιέρωση του Νίκου Ψαρουδάκη: «Στους ζωντανούς Κληρικούς που βρίσκονται κοντά στο Λαό και τα προβλήματά του».
ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ
ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ