μήνυμα

μήνυμα

Παρασκευή 22 Ιουλίου 2016

Πρέπει να υπακούμε σε αιρετικούς Ποιμένες;


Πρέπει να υπακούμε σε αιρετικούς Ποιμένες;
Η σύνοδος της Κρήτης αποτελεί ήδη παρελθόν και αρκετές απόψεις εκφράζονται σχετικά με αυτήν. Η πλειονότητα των αγωνιστών ορθοδόξων κληρικών και λαϊκών θεολόγων την κατατάσσει στις αιρετικές και ληστρικές συνόδους που έβλαψαν παρά ωφέλησαν την Εκκλησία. Τίθεται λοιπόν επιτακτικό και αναγκαίο το ερώτημα: Ποια θα πρέπει να είναι η στάση μας στις αποφάσεις αυτής της συνόδου και στα πρόσωπα που υπέγραψαν τις αποφάσεις αυτές; Οφείλουμε να υπακούμε τους Επισκόπους που υπέγραψαν αυτές τις αιρετικές και προδοτικές αποφάσεις για την Ορθόδοξη πίστη ; 
Η απάντηση θα πρέπει να δοθεί τεκμηριωμένα  και με θεολογικά επιχειρήματα, με βάση την Αγία Γραφή, την ορθόδοξη πατερική διδασκαλία και τους Ιερούς κανόνες. Πολλοί είναι εκείνοι που εκφράζονται με προσωπικές εκτιμήσεις και τακτικισμούς χωρίς όμως να τεκμηριώνουν τις απόψεις τους θεολογικά. Ευθύνη για την Εκκλησία δεν έχουν μόνο οι Επίσκοποι αλλά όλοι, κλήρος και λαός, διότι η Εκκλησία δεν είναι κτήμα κανενός, αλλά αποτελεί το σώμα του Χριστού με κεφαλή τον Ίδιο.
1)                      Αγ. Γραφή: α) «Πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν καὶ ὑπείκετε· αὐτοὶ γὰρ ἀγρυπνοῦσιν ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ὑμῶν ὡς λόγον ἀποδώσοντες». (Εβρ. 13, 17)  Στο συγκεκριμένο χωρίο ο Απ. Παύλος παρακινεί  να υπακούμε στους πνευματικούς μας ηγέτες. Πότε όμως; Όταν αυτοί  «ἀγρυπνοῦσιν ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ὑμῶν». Όχι όταν εκείνοι διαστρεβλώνουν την ορθόδοξη πίστη και συνθηκολογούν με την αίρεση. Η έννοια της υπακοής στο χώρο της Εκκλησίας είναι ιδιαίτερα παρεξηγημένη. Υπακούμε στην Εκκλησία σημαίνει ότι υπακούμε στην αλήθεια και στην ορθόδοξη πίστη, όχι στα πρόσωπα που πολλές φορές την αλλοιώνουν. Πώς είναι δυνατόν να υπακούμε σε Επισκόπους που μας οδηγούν στην αίρεση επειδή απλά κατέχουν το επισκοπικό αξίωμα; Ο θεσμικός και εκκλησιαστικός τους ρόλος δεν εξαγιάζει τις πράξεις και τις διδασκαλίες τους.
β) «Προσέχετε οὖν ἑαυτοῖς καὶ παντὶ τῷ ποιμνίῳ ἐν ᾧ ὑμᾶς τὸ Πνεῦμα τὸ ῞Αγιον ἔθετο ἐπισκόπους, ποιμαίνειν τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ, ἣν περιεποιήσατο διὰ τοῦ ἰδίου αἵματος.  ἐγὼ γὰρ οἶδα τοῦτο, ὅτι εἰσελεύσονται μετὰ τὴν ἄφιξίν μου λύκοι βαρεῖς εἰς ὑμᾶς μὴ φειδόμενοι τοῦ ποιμνίου·
 καὶ ἐξ ὑμῶν αὐτῶν ἀναστήσονται ἄνδρες λαλοῦντες διεστραμμένα τοῦ ἀποσπᾶν τοὺς μαθητὰς ὀπίσω αὐτῶν. διὸ γρηγορεῖτε, μνημονεύοντες ὅτι τριετίαν νύκτα καὶ ἡμέραν οὐκ ἐπαυσάμην μετὰ δακρύων νουθετῶν ἕνα ἕκαστον». (
Πραξ. 20, 28-31) Ο Απόστολος Παύλος εδώ μας εφιστά την προσοχή και μας διδάσκει ότι γνωρίζει καλά ότι αφότου εκείνος φύγει, θα έρθουν ποιμένες που τους χαρακτηρίζει “λύκους βαρείς”, οι οποίοι θα διδάσκουν  ‘’διεστραμένα’’   με σκοπό να μας διασπάσουν. Μας προλέγει λοιπόν, ότι στην Εκκλησία θα εισχωρήσουν ποιμένες που δεν θα σεβαστούν το ποίμνιο αλλά ο στόχος τους θα είναι να το διχάσουν διαστρεβλώνοντας την ορθόδοξη πίστη και προκαλώντας σύγχυση στο εκκλησιαστικό σώμα.
γ) «ἀλλὰ καὶ ἐὰν ἡμεῖς ἢ ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ εὐαγγελίζηται ὑμῖν παρ' ὃ εὐηγγελισάμεθα ὑμῖν, ἀνάθεμα ἔστω».(Γαλ. 1, 8) Και εδώ ο Απ. Παύλος γίνεται σαφής. Δεν οφείλουμε να υπακούμε εκείνους οι οποίοι δεν ακολουθούν την αποστολική παράδοση και διδασκαλία ακόμα και εάν είναι άγγελοι που ήρθαν εκ του ουρανού, πόσο μάλλον αν είναι άνθρωποι επί της γης! Συχνά πολλοί επιστρατεύουν ακόμα και την πατερική διδασκαλία για να επικαλεστούν την τυφλή υπακοή στον Επίσκοπο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό του αγ. Ιγνατίου, υποστηρίζοντας ότι η Εκκλησία είναι επισκοποκεντρική. Σε ποιόν Επίσκοπο όμως αναφέρεται ο αγ. Ιγνάτιος; Στον Επίσκοπο που αποδίδει εκκλησιαστικότητα στους αιρετικούς; Στον Επίσκοπο που συμπροσεύχεται μαζί τους; Ή στον Επίσκοπο που είναι επί – σκοπόν; Που θυσιάζεται για το ποίμνιο και διαφυλάσσει ανόθευτη την ορθόδοξη πίστη και την Αποστολική Παράδοση;
2) Πατερική Διδασκαλία: Σε πείσμα όλων όσοι πιστεύουν και θεωρούν ότι ζούμε στην μεταπατερική και νεοπατερική εποχή, οφείλουμε να ανατρέξουμε στους θεοφόρους πατέρες της Εκκλησίας μας. Στον πλούτο της διδασκαλίας τους θα προσεγγίσουμε χαρακτηριστικές θέσεις τους για το αν πρέπει να υπακούμε σε αιρετικούς ποιμένες.
α) Μέγας Αθανάσιος:  Δεν έχει χαρακτηρισθεί τυχαία ως ο ηρωικότερος των αγίων και ο αγιότερος των ηρώων. Υπήρξε μέγας διδάσκαλος της Εκκλησίας μας σε μια εποχή που κυριαρχούσε η αίρεση του αρειανισμού και όπου η σύγχυση και η ταραχή στο σώμα της Εκκλησίας ήταν διάχυτη όπως και σε εμάς σήμερα. Τι μας διδάσκει ο Μ. Αθανάσιος: «Ἐὰν ὁ ἐπίσκοπος ἢ ὁ πρεσβύτερος, οἱ ὄντες ὀφθαλμοὶ τῆς Ἐκκλησίας, κακῶς ἀναστρέφωνται καὶ σκανδαλίζωσι τὸν λαόν, χρὴ αὐτοὺς ἐκβάλλεσθαι. Συμφέρον γὰρ ἄνευ αὐτῶν συναθροίζεσθαι εἰς εὐκτήριον οἶκον, ἢ μετ αὐτῶν ἐμβληθῆναι ὡς μετὰ Ἄννα καὶ Καϊάφα εἰς τὴν γέενναν τοῦ πυρός». (ΒΕΠΕΣ 33, 199)  Ο ρόλος των Επισκόπων και των πρεσβυτέρων κατά τον Μ. Αθανάσιο είναι άλλος από αυτόν που νομίζουν οι σημερινοί Επίσκοποι ότι είναι . «Οἱ ὀφθαλμοὶ τῆς Ἐκκλησίας» μετατράπηκαν σε κήρυκες της παναιρέσεως του συγκριτικού οικουμενισμού και του αντορθοδόξου Π.Σ.Ε., εξισώνοντας με αυτόν τον τρόπο την Μία, Αγία, Καθολική, και Αποστολική Εκκλησία με όλες τις άλλες αιρέσεις. Προβαίνουν στην αγιοκατάταξη συγχρόνων ομολογητών της πίστεως ( αγ. Ιουστίνου Πόποβιτς, αγ. Παϊσίου) αλλά δεν ακολουθούν την διδασκαλία τους.
β) Μέγας Φώτιος: Η παρουσία του και η  διδασκαλία του υπήρξε σαφής και καταλυτική για την καταδίκη του  filiogue στην σύνοδο της Κων/πολεως, στην Η’ Οικουμενική σύνοδο. Γιατί άραγε αποφεύγουν να την αναγνωρίσουν; Γιατί η  σύνοδος της Κρήτης δεν την επικύρωσε ως την Η’ Οικουμενική σύνοδο; Αλλά αντιθέτως, όχι μόνο δεν την επικύρωσε αλλά προτίμησαν να έχουν εντός της συνόδου της Κρήτης εκείνους που αποδέχονται την αίρεση του filiogue! Μας διδάσκει λοιπόν ο Μ. Φώτιος: «Αἱρετικός ἐστίν ὁ ποιμήν; λύκος ἐστίν. φεύγειν ἐξ αὐτοῦ καί ἀποπηδᾶν δεήσει μήν ἀπατηθῆναι προσέλθειν καν ἥμερον αὐτοῦ παρισαίνειν δοκεῖ, φύγε τήν κοινωνίαν καί τήν πρός αὐτόν ὁμιλίαν ὡς ἰόν ὄφεως» Και παρακάτω αναφαίρει: «Ὀρθόδοξος ἐστιν ὁ ποιμήν, εὐσέβεια ἐσφράγισται, οὐδέν τῆς αἱρετικῆς φατρίας ἐπισύρεται; Ὑποτάγηθι αὐτῶ, ὡς εἰς τύπον προκαθεζομένω Χριστοῦ».(ΕΠΕ 12, 400,31)   Ο Μ. Φώτιος εδώ  αφού πρώτα κάνει τον διαχωρισμό σε αιρετικό και ορθόδοξο ποιμένα, μας διδάσκει ότι τον μεν αιρετικό να τον αποφεύγουμε διότι είναι ‘’λύκος’’ ώστε να μην έχουμε κοινωνία μαζί του και στον δε ορθόδοξο ποιμένα να υποταχθούμε σαν να είναι εις τύπον Χριστού. Δεν μπορεί να γίνει πιο σαφής ο Μ. Φώτιος. Κάθε νοήμων και λογικός άνθρωπος εύκολα αντιλαμβάνεται ποια είναι η διδασκαλία του και ποια θα πρέπει να είναι η δική μας αντίδραση στους αιρετικούς Επισκόπους.
γ) Αγ. Σωφρόνιος Πατριάρχης Ιεροσολύμων: Ο αγ. Σωφρόνιος έζησε την εποχή που είχε εμφανιστεί η αίρεση του μονοθελητισμού. Αναφέρεται σε πιστούς οι οποίοι είχαν πάψει να έχουν κοινωνία με μονοθελήτες κληρικούς. «  εἰ δέ τινές ἀποσταιεν τινός οὐ διά τήν πρόφασιν ἐγκλήματος, ἀλλά δί ΄αἵρεσιν ὑπό σύνοδου ἤ ἁγίων πατέρων κατεγνωσμένην τιμῆς καί ἀποδοχῆς ἄξιοι, ὡς οἱ ὀρθόδοξοι». P.G. 87 Γ, 3369D.  Είναι ορθόδοξοι εκείνοι που θα διαχωριστούν από τους αιρετικούς ποιμένες και να είναι άξιοι της τιμής και της αποδοχής. Σήμερα θα χαρακτηρίζονταν ως φονταμεταλιστές και ακραίοι ζηλωτές. Υπάρχει ακόμα πλήθος πατερικών κειμένων σχετικά με το θέμα. Εδώ αναφέραμε ορισμένα χαρακτηριστικά παραδείγματα προκειμένου να αναδείξουμε την διαχρονική διδασκαλία των πατέρων της Εκκλησίας.
3) Ιεροί Κανόνες : Οι οικουμενιστές αποσιωπούν τους Ιερούς κανόνες και δεν τους προβάλλουν. Ο ίδιος Πατριάρχης Κων/πολεως αναφέρει τα εξής σε μελέτη του το 1970 υποτιμώντας την αξία τους : «∆έν δύνανται νά ἐφαρμοσθοῦν σήμερον και πρέπει νά τροποποιηθοῦν αἱ διατάξεις αἱ κανονίζουσαι τάς σχέσεις τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν πρός τούς ἑτεροδόξους καί ἑτεροθρήσκους. ∆έν δύναται ἡ Ἐκκλησία νά ἔχῃ διατάξεις ἀπαγορευούσας τήν εἴσοδον εἰς τούς ναούς τῶν ἑτεροδόξων καί τήν μετ’ αὐτῶν συμπροσευχήν, καθ’ ἥν στιγμήν αὕτη διά τῶν ἐκπροσώπων αὐτῆς προσεύχεται ἀπό κοινοῦ μετ’αὐτῶν διά τήν τελικήν ἕνωσιν ἐν τῇ πίστει, τῇ ἀγάπῃ, τῇ ἐλπίδι.» Οι Ιεροί κανόνες αποτελούν τους φωτεινούς οδοδείκτες της σωτηρίας μας, σύμφωνα με την ορθόδοξη πατερική διδασκαλία.
α) 15 ος της Πρωτοδευτέρας συνόδου: «Οἱ γὰρ δι᾿ αἱρεσίν τινα, παρὰ τῶν ἁγίων Συνόδων ἢ Πατέρων κατεγνωσμένην, τῆς πρὸς τὸν πρόεδρον κοινωνίας ἑαυτοὺς διαστέλλοντες, ἐκείνου τὴν αἵρεσιν δηλονότι δημοσίᾳ κηρύττοντος καὶ γυμνῇ τῇ κεφαλῇ ἐπ᾿ ἐκκλησίας διδάσκοντος, οἱ τοιοῦτοι οὐ μόνον τῇ κανονικῇ ἐπιτιμήσει οὐχ ὑποκείσονται, πρὸ συνοδικῆς διαγνώσεως ἑαυτοὺς τῆς πρὸς τὸν καλούμενον ἐπίσκοπον κοινωνίας ἀποτειχίζοντες, ἀλλὰ καὶ τῆς πρεπούσης τιμῆς τοῖς ὀρθοδόξοις ἀξιωθήσονται. Οὐ γὰρ ἐπισκόπων, ἀλλὰ ψευδεπισκόπων καὶ ψευδοδιδασκάλων κατέγνωσαν, καὶ οὐ σχίσματι τὴν ἕνωσιν τῆς ἐκκλησίας κατέτεμον, ἀλλὰ σχισμάτων καὶ μερισμῶν τὴν ἐκκλησίαν ἐσπούδασαν ῥύσασθαι(15ος Κανὼν τῆς ΑΒ” Συνόδου).  Ο συγκεκριμένος κανόνας αναφέρει ότι δεν είναι σχισματικοί εκείνοι που διέκοψαν την κοινωνία από τους αιρετικούς ποιμένες όταν πρόκειται για κατεγνωσμένη από σύνοδο ή από τους αγίους πατέρες αίρεση, διότι  «οὐ σχίσματι τὴν ἕνωσιν τῆς ἐκκλησίας κατέτεμον, ἀλλὰ σχισμάτων καὶ μερισμῶν τὴν ἐκκλησίαν ἐσπούδασαν ῥύσασθαιΚαι επίσης οι Επίσκοποι αυτοί χαρακτηρίζονται ως « ψευδεπίσκοποι και ψευδοδιδάσκαλοι». Όσοι το πράττουν δεν πρέπει να υπόκεινται σε κανονικά επιτίμια αλλά είναι άξιοι τιμής ως ορθόδοξοι. Ο φόβος του σχίσματος είναι που αποτρέπει την εφαρμογή του εν λόγω κανόνα, ενώ ο ίδιος ο κανόνας αναφέρει ότι έτσι αποτρέπουμε τα σχίσματα στην Εκκλησία και δεν τα προκαλούμε. Πολλές μελέτες έχουν γίνει για το συγκεκριμένο κανόνα σχετικά με το αν είναι ή  δεν είναι υποχρεωτικός. Εμείς εδώ απλά θα αναρωτηθούμε το εξής: Ακόμα και αν δεχθούμε ότι ο κανόνας είναι προαιρετικός, τι μας εμποδίζει να τον εφαρμόσουμε; ο φόβος των σχισμάτων; δεν υφίσταται τέτοια σκέψη όπως το ερμηνεύσαμε παραπάνω. Ο εφησυχασμός ότι κάποια στιγμή θα διορθωθούν τα κακώς κείμενα και εμείς αναμένουμε ανεχόμενοι εν προσευχή; Μήπως λόγω αυτού του σκεπτικού φτάσαμε ως εδώ; Ή μήπως δεν πιστεύουμε ότι η Σύνοδος της Κρήτης δεν είναι αιρετική και ληστρική και οι υπογράφοντες Επίσκοποι δεν καθίστανται αιρετικοί; Μας ελέγχει ή όχι η συνείδησή μας; Αναπαυόμαστε ή σκανδαλιζόμαστε με τους Επισκόπους που υπέγραψαν τις αντορθόξες αποφάσεις της Ληστρικής συνόδου της Κρήτης;
β) ΙΖ’ Κανών αγ. Νικηφόρου:
«Διὰ τρεῖς αἰτίας ἐφεῖται τῷ μοναχῷ τῆς ἰδίας ἀναχωρεῖν 
μονῆς· ἐάν ᾖ ὁ ἡγούμενος αἱρετικὸς…» Στο συγκεκριμένο κανόνα ο αγ. Νικηφόρος αναφέρει για ποιους λόγους ένας μοναχός συγχωρείται να φύγει από το μοναστήρι του. Ο ένας εξ αυτών είναι εάν ο ηγούμενος του μοναστηριού είναι αιρετικός. Αναφέρεται σε μοναχούς που έχων δώσει όρκο ισοβίου υπακοής στον ηγούμενο κατά την μοναχική κουρά. Εάν όμως ο ηγούμενος είναι αιρετικός καταλύεται η μοναχική υπακοή και δεν υπάρχει αμαρτία από την παράβλεψή της. Πρόσφατα γίναμε γνώστες ενός άδικου διωγμού πέντε μοναχών από την Ιερά Μονή Χιλανδαρίου Αγ. Όρους επειδή αντέδρασαν στις αποφάσεις της ληστρικής συνόδου της Κρήτης και ομολόγησαν την Ορθόδοξη πίστη. Επίσης συγχαίρουμε τους αγιορείτες πατέρες με πρωτοστάτη τον π. Σάββα Λαυριώτη που ομολογούν και διακηρύσσουν την ορθόδοξη πίστη σε εποχή χαλεπή όπως η σημερινή και που μόλις προσφάτως οδηγήθηκε σε δίκη από τον ηγούμενό του! Αυτοί είναι οι πραγματικοί αγιορείτες πατέρες, συνεχιστές και φορείς της διδασκαλίας των επί Βέκκου αγίων μαρτύρων αγιορειτών μοναχών.
Εν κατακλείδι, καταγράφουμε και εκφράζουμε τον βαθύτατο προβληματισμό μας για την πορεία του ορθοδόξου πληρώματος της Εκκλησίας στην εποχή μετά την ληστρική σύνοδο της Κρήτης. Οφείλουμε συντεταγμένα και τεκμηριωμένα να πορευθούμε χωρίς εγωισμούς και πάθη, με προσευχή στο αγ. Πνεύμα προκειμένου να μας φωτίσει να ακολουθήσουμε την αγιογραφική, αγιοπατερική και ιεροκανονική ορθόδοξη παράδοση της Εκκλησίας μας.