Πρὶν ἀπὸ μερικὰ χρόνια, πρὶν ἡ τηλεόραση μπεῖ καθοριστικὰ στὴ ζωή μας, στὸ Παρίσι χάθηκε ἕνα μικρὸ κοριτσάκι. Ἡ ἀστυνομία τὸ βρῆκε, ὅμως τὸ παιδὶ εἶχε ὑποστεῖ τόσο ἰσχυρὸ σόκ, ὥστε ἦταν ἀδύνατο νὰ δώσει ὁποιαδήποτε πληροφορία. Οὔτε ὀνόματα, οὔτε διεύθυνση, οὔτε τηλέφωνο, οὔτε τὸ ὄνομά του δὲ θυμόταν.
Ἀπὸ τὸ σὸκ εἶχε ἀπενεργοποιηθεῖ τελείως ἡ μνήμη. Γιατροὶ καὶ ἀστυνόμοι βρέθηκαν πρὸς στιγμὴ σὲ ἀδιέξοδο. Τότε ὁ εἰσαγγελέας πῆρε τὸ παιδὶ καὶ τοῦ ζήτησε νὰ τοῦ τραγουδήσει ἕνα τραγούδι. Τὸ παιδὶ τοῦ τραγούδησε τὸ τραγούδι ποὺ τοῦ ’λέγε ἡ μητέρα του, ὅταν τὸ ’βάζε γιὰ ὕπνο. Οἱ ἀρχὲς τὸ μαγνητοφώνησαν καὶ τὸ ἔδωσαν στὸ ραδιόφωνο. Μέσα σὲ λίγες ὧρες βρέθηκαν οἱ γονεῖς.
Αὐτὸ τὸ ἀληθινὸ γεγονὸς ἐπιβεβαιώνει ὅτι τὸ μυαλὸ τοῦ ἀνθρώπου, ὅσο δυνατὸ κι ἂν εἶναι, ὅσες γνώσεις κι ἂν τοῦ ἀποθηκεύσουμε, ἔρχεται ὥρα ποὺ δὲ μπορεῖ νὰ βοηθήσει. Ἀπενεργοποιεῖται. Ἐκείνη ποὺ ποτὲ δὲν ξεχνάει καὶ τὰ πάντα σώζει εἶναι ἡ καρδιά. Σ’ αὐτὴν ἀπευθυνόμαστε. Γιατί οἱ γνώσεις μποροῦν νὰ ξεχαστοῦν, οἱ ἐμπειρίες ὅμως ποτέ.
Ποτὲ δὲν πάει χαμένο ἐκεῖνο ποὺ ἐμπιστευόμαστε στὰ παιδιὰ καὶ ἐκεῖνο ποὺ τοὺς δίνουμε ἀπ’ τὴν καρδιά μας. Ὅσο πολύτιμο καὶ ἂν εἶναι, τὰ παιδιὰ δὲν θὰ τὸ χάσουν. Μπορεῖ νὰ χάσουν τὰ βιβλία τους, τὴ ζωγραφιά τους, τὴ μπάλα τους, μπορεῖ καὶ τὰ ἴδια νὰ χαθοῦν σὲ ὁλοσκότεινες νύχτες, ὅμως ἐκεῖνο ποὺ θὰ τοὺς δώσουμε ἀπὸ τὴ ψυχή μας δὲ θὰ τὸ χάσουν ποτέ.. Κάποια μέρα θὰ γυρίσουν στὴ φωλιὰ ποὺ τὰ ζέστανε.
Όμως, ἀφοῦ δίνουμε ἀγάπη, γιατί λίγα χρόνια μετὰ εἰσπράττουμε τόσο θυμό, τόση ἀντίδραση, τόσα ξενύχτια, τόση παραίτηση…. Γιατί τὶς νύχτες τόσα παιδιὰ ἔξω ἀπὸ τὰ σπίτια τους; Ἐνῶ στὰ χέρια μας κρατούσαμε ἕνα παιδικὸ πρόσωπο ὄμορφο καὶ καθαρὸ σὰν τὸ χιόνι, ὕστερα ἀπὸ λίγα χρόνια, γιατί ἔχουμε ἀπέναντι μας ἕναν ἔφηβο σὰν ἄγρια θάλασσα καὶ ἀνίκανο νὰ χαρεῖ, νὰ ἀγαπήσει, νὰ ἐλπίσει;
Ρωτᾶς: γιατί παιδί μου πίνεις, γιατί καπνίζεις, γιατί παίρνεις ναρκωτικὰ καὶ ἀπαντοῦν γιατί νὰ μὴν καπνίσω, γιατί νὰ μὴν παίρνω ναρκωτικά…; Γιατί νὰ ζήσω; Ρωτᾶς: τὰ ἔχεις ὅλα. Σπίτι, φαγητό, γλῶσσες, σχολεῖο, ἐκδρομές, διασκέδαση, χρήματα…. Τί σοῦ λείπει;… καὶ παίρνεις τὴν ἀπάντηση: Δὲ μοῦ φτάνουν… ἔχω ψυχὴ καὶ ἡ ψυχή μου πεινάει, διψάει, κλαίει….
Ποῦ κάναμε λάθος; Τί δὲν κάναμε καλά; Τὰ παιδιά, ἀκόμα κι ὅταν εἶναι ἀγριεμένα, ἀκόμα καὶ ὅταν εἶναι ἄρρωστα, βλέπουν καὶ πίσω ἀπὸ τὸν τοῖχο, γιατί βλέπουν μὲ τὴν καρδιά. Ξέρουν πότε νοιαζόμαστε γι’ αὐτὰ καὶ πότε γιὰ τὸν ἑαυτό μας καὶ ἀνάλογα μ’ αὐτὸ ποὺ τοὺς δίνουμε ἢ ἁγιάζουν ἢ ξεπαγιάζουν.
Πηγή: «Αγία Ζώνη», Περιοδική έκδοση Ι. Ναού Αγίας Ζώνης Πατησίων, Οκτώβριος 2011
Ἀπὸ τὸ σὸκ εἶχε ἀπενεργοποιηθεῖ τελείως ἡ μνήμη. Γιατροὶ καὶ ἀστυνόμοι βρέθηκαν πρὸς στιγμὴ σὲ ἀδιέξοδο. Τότε ὁ εἰσαγγελέας πῆρε τὸ παιδὶ καὶ τοῦ ζήτησε νὰ τοῦ τραγουδήσει ἕνα τραγούδι. Τὸ παιδὶ τοῦ τραγούδησε τὸ τραγούδι ποὺ τοῦ ’λέγε ἡ μητέρα του, ὅταν τὸ ’βάζε γιὰ ὕπνο. Οἱ ἀρχὲς τὸ μαγνητοφώνησαν καὶ τὸ ἔδωσαν στὸ ραδιόφωνο. Μέσα σὲ λίγες ὧρες βρέθηκαν οἱ γονεῖς.
Αὐτὸ τὸ ἀληθινὸ γεγονὸς ἐπιβεβαιώνει ὅτι τὸ μυαλὸ τοῦ ἀνθρώπου, ὅσο δυνατὸ κι ἂν εἶναι, ὅσες γνώσεις κι ἂν τοῦ ἀποθηκεύσουμε, ἔρχεται ὥρα ποὺ δὲ μπορεῖ νὰ βοηθήσει. Ἀπενεργοποιεῖται. Ἐκείνη ποὺ ποτὲ δὲν ξεχνάει καὶ τὰ πάντα σώζει εἶναι ἡ καρδιά. Σ’ αὐτὴν ἀπευθυνόμαστε. Γιατί οἱ γνώσεις μποροῦν νὰ ξεχαστοῦν, οἱ ἐμπειρίες ὅμως ποτέ.
Ποτὲ δὲν πάει χαμένο ἐκεῖνο ποὺ ἐμπιστευόμαστε στὰ παιδιὰ καὶ ἐκεῖνο ποὺ τοὺς δίνουμε ἀπ’ τὴν καρδιά μας. Ὅσο πολύτιμο καὶ ἂν εἶναι, τὰ παιδιὰ δὲν θὰ τὸ χάσουν. Μπορεῖ νὰ χάσουν τὰ βιβλία τους, τὴ ζωγραφιά τους, τὴ μπάλα τους, μπορεῖ καὶ τὰ ἴδια νὰ χαθοῦν σὲ ὁλοσκότεινες νύχτες, ὅμως ἐκεῖνο ποὺ θὰ τοὺς δώσουμε ἀπὸ τὴ ψυχή μας δὲ θὰ τὸ χάσουν ποτέ.. Κάποια μέρα θὰ γυρίσουν στὴ φωλιὰ ποὺ τὰ ζέστανε.
Όμως, ἀφοῦ δίνουμε ἀγάπη, γιατί λίγα χρόνια μετὰ εἰσπράττουμε τόσο θυμό, τόση ἀντίδραση, τόσα ξενύχτια, τόση παραίτηση…. Γιατί τὶς νύχτες τόσα παιδιὰ ἔξω ἀπὸ τὰ σπίτια τους; Ἐνῶ στὰ χέρια μας κρατούσαμε ἕνα παιδικὸ πρόσωπο ὄμορφο καὶ καθαρὸ σὰν τὸ χιόνι, ὕστερα ἀπὸ λίγα χρόνια, γιατί ἔχουμε ἀπέναντι μας ἕναν ἔφηβο σὰν ἄγρια θάλασσα καὶ ἀνίκανο νὰ χαρεῖ, νὰ ἀγαπήσει, νὰ ἐλπίσει;
Ρωτᾶς: γιατί παιδί μου πίνεις, γιατί καπνίζεις, γιατί παίρνεις ναρκωτικὰ καὶ ἀπαντοῦν γιατί νὰ μὴν καπνίσω, γιατί νὰ μὴν παίρνω ναρκωτικά…; Γιατί νὰ ζήσω; Ρωτᾶς: τὰ ἔχεις ὅλα. Σπίτι, φαγητό, γλῶσσες, σχολεῖο, ἐκδρομές, διασκέδαση, χρήματα…. Τί σοῦ λείπει;… καὶ παίρνεις τὴν ἀπάντηση: Δὲ μοῦ φτάνουν… ἔχω ψυχὴ καὶ ἡ ψυχή μου πεινάει, διψάει, κλαίει….
Ποῦ κάναμε λάθος; Τί δὲν κάναμε καλά; Τὰ παιδιά, ἀκόμα κι ὅταν εἶναι ἀγριεμένα, ἀκόμα καὶ ὅταν εἶναι ἄρρωστα, βλέπουν καὶ πίσω ἀπὸ τὸν τοῖχο, γιατί βλέπουν μὲ τὴν καρδιά. Ξέρουν πότε νοιαζόμαστε γι’ αὐτὰ καὶ πότε γιὰ τὸν ἑαυτό μας καὶ ἀνάλογα μ’ αὐτὸ ποὺ τοὺς δίνουμε ἢ ἁγιάζουν ἢ ξεπαγιάζουν.
Πηγή: «Αγία Ζώνη», Περιοδική έκδοση Ι. Ναού Αγίας Ζώνης Πατησίων, Οκτώβριος 2011
πηγή:http://www.katafigi.gr/2013/02/21022013.html