ΜΑΣ ΕΤΟΙΜΑΖΟΥΝ ΚΑΚΗΝ ΕΝΩΣΙΝ
Ἀνθίστανται ἐπὶ ἔτη ὁ «Ο.Τ.» καὶ οἱ συνεργάται του
Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Θεοδώρου Ζήση
1. Ἀρχαγγελικὸ φρόνημα εἶχαν οἱ Γέροντες Χαράλαμπος καὶ Μᾶρκος Ὁ «Ὀρθόδοξος Τύπος» ἱδρύθηκε τὸ 1961 ἀπὸ τὸν ἀείμνηστο Ἅγιο Γέροντα Χαράλαμπο Βασιλόπουλο. Τὸ 2011 συνεπλήρωσε πενήντα ἔτη ἀπὸ τὴν ἵδρυσή του. Τὴν ἐπέτειο αὐτὴ ἑόρτασε μὲ κατάλληλες ἐκδηλώσεις ἡ «Πανελλήνιος Ὀρθόδοξος Ἕνωσις» (Π.Ο.Ε), τῆς ὁποίας εἶναι ὄργανο. Ἐπὶ μισὸ αἰώνα τὸ εὐλογημένο αὐτὸ ἔντυπο ὑπῆρξε καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ εἶναι ἡ ναυαρχίδα τῶν ὀρθοδόξων ἐντύπων, γιατὶ ἀγωνίζεται μὲ συνέπεια καὶ παρρησία παραδειγματική, χωρὶς νὰ ἀλλάξει γραμμὴ πλεύσεως, ὑπὲρ τῆς διατηρήσεως καὶ κατισχύσεως τῆςὈρθοδόξου πίστεως, ἐναντίον τῶν πλανῶν καὶ τῶν αἱρέσεων ἀλλὰ καὶ ἐναντίον ὅσων ἐπιχειροῦν ἐκ τῶν ἔσω νὰ ἀλλοιώσουν τὸ ὀρθόδοξο φρόνημα, νὰ νοθεύσουν τὴν δογματικὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας.
Οἱ δεύτεροι, ὡς ἐσωτερικοὶ ἐχθροί, εἶναι πιὸ ἐπικίνδυνοι, διότι καλυπτόμενοι κάτω ἀπὸ τὸ εὐλογημένο καὶ ἁγιασμένο ράσο τοῦ ὀρθοδόξου κληρικοῦ καὶ τὴν ἰδιότητα τοῦ ὀρθοδόξου θεολόγου δημιουργοῦν σύγχυση στὸ πλήρωμα τῶν πιστῶν, οἱ ὁποῖοι τοὺς τιμοῦν, τοὺς σέβονται καὶ τοὺς ὑποδέχονται, πολλὲς φορὲς μετὰ βαΐων καὶ κλάδων, χωρὶς νὰ γνωρίζουν ὅτι δὲν τιμοῦν ποιμένες, ἀλλὰ ψευδοποιμένες, ποὺ ὁδηγοῦν τὸ ποίμνιο ὄχι σὲ λιβάδια ὀρθόδοξα, «εἰς νομὰς σωτηρίους», ἀλλὰ σὲ χωράφια ποὺ βλαστάνουν τὰ δηλητηριώδη φυτὰ τῶν αἱρέσεων, «εἰς νομὰς ἀπωλείας».
Ποιός θὰ τοὺς ἀποκαλύψει καὶ θὰ τοὺςφανερώσει, γιὰ νὰ προφυλάξει τὸ ποίμνιο; Συνήθως αὐτοὶ ἀνήκουν στοὺς δυνατούς, στοὺς κατέχοντες, στοὺς διαπλεκόμενους μὲ τοὺς κοσμοκράτορες τοῦ αἰῶνος τούτου. Πρέπει νὰ ἔχει κανεὶς ἀρχαγγελικὸ φρόνημα, γιὰ νὰ μὴ παρασυρθεῖ στὴν σκοτεινὴ πτώση, νὰ εἶναι μπολιασμένος στὴν ἀληθινὴ Ἐκκλησία τῶν μαρτύρων καὶ τῶν ἁγίων, ποὺ δὲν εἶχαν πνεῦμα δειλίας, ἀλλὰ ἀγωνίζονταν μέχρι θανάτου ὑπὲρ τῆς ἀληθείας, ἀποβλέποντες ὄχι στὰ πρόσκαιρα καὶ ὑλικὰ ἀγαθὰ τοῦ κόσμου, ἀλλὰ στὰ αἰώνια καὶ πνευματικὰ τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Αὐτὸ τὸ φρόνημα διέθεταν καὶ μὲ αὐτὴ τὴν πίστη ἦσαν μπολιασμένοι ὁ ὅσιος Γέροντας Χαράλαμπος Βασιλόπουλος καὶ ὁ ἰσάξιος στὶς ἀρετὲς καὶ στοὺς ἀγῶνες ἡσύχιος καὶ ταπεινός, ἀλλὰ λέων κατὰ τῶν φθειρόντων τὴν πίστη, ὁσιώτατος Γέροντας Μᾶρκος Μανώλης, μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ ὁποίου συνεχίζει ἐπὶ τῆς ἰδίας γραμμῆς νὰ πορεύεται ὁ «Ὀρθόδοξος Τύπος» στὴν πρωτοπορία τῶν ὁμολογιακῶν ἀγώνων κατὰ τῆς ἐπιχειρούμενης ψευτοένωσης τῶνὈρθοδόξων μὲ τοὺς ἑτεροδόξους, τῆς ἀλήθειας μὲ τὴν αἵρεση, τοῦ φωτὸς μὲ τὸ σκότος.
Ἐπειδὴ μάλιστα τὸ ἀνὰ χεῖρας φύλλο τῆς ὥριμης πλέον καὶ γεμάτης ἀπὸ καρποὺς μὲ «εὐωδίαν Χριστοῦ» ἐφημερίδοςφέρει τὸν ἀριθμὸν δύο χιλιάδες (2000), ποὺ σημαίνει ὅτι κατὰ τὴν διάρκεια τῆς πολυετοῦς ζωῆς της ἐκυκλοφορήθησαν δύο χιλιάδες (2000) φύλλα, ἐντὸς τῶν ὁποίων ἀναλύθηκαν καὶ παρουσιάσθηκαν ὑπερπλείονα θέματα ὀρθοδόξου διδαχῆς ἀπὸ τοὺς ἀριστεῖς τῆςὈρθοδόξου Παραδόσεως, ὁσίους Γέροντες καὶ εὐσεβέστατους λαϊκούς, τιμώντας τὴν μνήμη τῶν ἐξ αὐτῶν ὁσίως κοιμηθέντων καὶ ἐνισχύοντας τὸ ἀγωνιστικὸ φρόνημα τῶν ἐργαζομένων καὶ συνεργαζομένων, θὰ καταγράψομε μερικὲς σκέψεις γιὰ τὴν ἑτοιμαζόμενη πρὸ πολλοῦ ψευδοένωση μὲ τοὺς ἑτεροδόξους, ἡ ὁποία ἐν πολλοῖς ἐφαρμόζεται καὶ τείνει νὰ ὁλοκληρωθεῖ, χωρὶς οἱ Ὀρθόδοξοι πιστοὶ νὰ τὸ ἀντιλαμβάνονται, διότι οἱ περισσότεροι ἀπὸ τοὺς ἐπισκόπους ἔχουν προσχωρήσει στὸ στρατόπεδο τῶν «φιλενωτι κῶν», ἐνῶ οἱ «ἀνθενωτικοί» διώκονται καὶ συκοφαντοῦνται.
2. «Φιλενωτικοί» καὶ «ἀνθενωτικοί». Πρέπει νὰ ἀλλάξει ἡ ὁρολογία
Θέσαμε εἰσαγωγικὰ στοὺς ὅρους «φιλενωτικοί» καὶ «ἀνθενωτικοί», διότι, ὅπως χρησιμοποιοῦνται στὴν θεολογικὴ γλώσσα ἀπὸ ἐπίδραση δυτική, δὲν ἀποδίδουν τὴν πραγματικότητα ἀπὸ ὀρθοδόξου πλευρᾶς, καὶ πρέπει νὰ ἀλλάξει ἡ χρήση τους, ὥστε ἐννοιολογικὰ νὰ ἀνταποκρίνονται πρὸς τὴν ὀρθόδοξη κατανόηση τῶν πραγμάτων. Ἡ δουλικὴ στάση ἀπέναντι στὴν δυτικὴ βιβλιογραφία, ἰδιαίτερα ἀπὸ τοὺς πανεπιστημιακοὺς θεολόγους καὶ ἱστορικούς, ποὺ ἐσπούδασαν στὴν Ἑσπερία, εἶχε σὰν συνέπεια νὰ υἱοθετηθεῖ αὐτὴ ἡ διάκριση μεταξὺ «φιλενωτικῶν» καί «ἀνθενωτικῶν», ἡ ὁποία γιὰ μὲν τοὺς δυτικοὺς εἶναι ὀρθή, γιὰ μᾶς τοὺς Ὀρθοδόξους ὅμως εἶναι ἐσφαλμένη, διότι παρουσιάζει τοὺς ἰδικούς μας Ἁγίους καὶ θεολόγους νὰ εἶναι ἀντίθετοι μὲ τὴν ἕνωση, μὲ τὴν ἀγάπη, μὲ τὴν εἰρήνη, πρᾶγμα ὅμως, ποὺ δὲν εἶναι ἀληθές. Οἱ δικοί μας θεολόγοι, ὅπως ὁ Ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός, ποὺ χαρακτηρίζονται ὡς «ἀνθενωτικοί», δὲν εἶναι ἐναντίον τῆς ἑνώσεως, ἀλλὰ ἐναντίον τῆς κακῆς ἑνώσεως, ὅπως π.χ. μᾶς τὴν ἐπέβαλε ὁ πάπας στὴν σύνοδο Φερράρας - Φλωρεντίας, μιᾶς ἑνώσεως, δηλαδή, ποὺ δὲν συνοδεύεται ἀπὸ τὴν ἀλήθεια, ἀλλὰ υἱοθετεῖ τὶς αἱρέσεις ὡς ἀλήθεια καὶ δέχεται τὴν παγκόσμια ἐκκλησιαστικὴ δικαιοδοσία τοῦ πάπα, τὴν ἀντιευαγ γελική, ἀντισυνοδική, ἀντιπατερικὴ καὶ παράλογη διδασκαλία γιὰ τὸ πρωτεῖο τοῦ πάπα. Αὐτὴ ἡ ἕνωση ὅμως, χωρὶς τὴν ἀλήθεια, δὲν εἶναι ἀληθινὴ ἕνωση, ἀλλὰ ψευτοένωση, ὑποκρισία καὶ ἀπάτη, διότι, ἐφ᾽ ὅσον δὲν καταδικάζει τὶς αἱρέσεις καὶ δὲν ἐξαλείφει τὰ χωρίζοντα, σημαίνει πὼς ἀφήνει ἄθικτα ὅσα διαιροῦν καὶ χωρίζουν.
Ἡ Ἐκκλησία πάντοτε, ἀπὸ τῆς ἐποχῆς τοῦ Κυρίου καὶ τῶν Ἀποστόλων, ἤθελε οἱ πιστοὶ νὰ εἶναι ἑνωμένοι στὴν πίστη, νὰ φρονοῦν τὰ αὐτά, διότι «εἷς Κύριος μία πίστις, ἓν βάπτισμα»1· γι᾽ αὐτὸ καὶ ὅσους δὲν συμφωνοῦσαν στὴν μία καὶ ἑνιαία πίστη καὶ διετύπωναν δικές τους διδασκαλίες τοὺς ἀναθεμάτιζε καὶ τοὺς καταδίκαζε ὡς αἱρετικούς. Ἡ ἀληθινὴ ἕνωση λοιπὸν προϋποθέτει ἑνότητα στὴν πίστη, «τὸ αὐτὸ φρονεῖν ἐν ἀλλήλοις κατὰ Χριστὸν Ἰησοῦν»2, καὶ γι᾽ αὐτὴν τὴν ἀληθινὴ ἕνωση ἀγωνίσθηκαν ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι Ἅγιοι καὶ Πατέρες, καὶ ἑπομένως στὴν πραγματικότητα αὐτοὶ εἶναι οἱ φιλενωτικοί, ἐνῶ οἱ ἄλλοι, ὁ Βησσαρίων καὶ ἡ ὁμάδα του, ποὺ προσχώρησαν στὴν παπικὴ ἀντίληψη περὶ ἑνότητος καὶ στὴν ἀποδοχὴ τοῦ πρωτείου τοῦ πάπα εἶναι οἱ ἀνθενωτικοί. Οἱ δυτικοὶ θεολόγοι καὶ ἱστορικοὶ ἀντιλαμβανόμενοι τὴν ἕνωση ὡς ἕνωση μὲ τὸν πάπα καὶ τὶς αἱρέσεις του, δικαιολογημένα χρησιμοποιοῦν τὸν ὅρο «ἀνθενωτικοί» γιὰ τὸν Ἅγιο Μᾶρκο τὸν Εὐγενικό, γιὰ τὸν Γεννάδιο Σχολάριο καὶ ὅλους τοὺς μετὰ ταῦτα Ὀρθοδόξους, ποὺ ἀπορρίπτουν αὐτὴν τὴν παπικὴ ἕνωση, καὶ τὸν ὅρο «φιλενωτικοί» γιὰ τὸν Βησσαρίωνα καὶ ὅλους τοὺς μετὰ ταῦτα φιλοπαπικούς. Οἱ Ὀρθόδοξοι ὅμως θεωροῦμε φιλενωτικούς, φίλους τῆς ἑνώσεως ἐν τῇ ἀληθείᾳ, τὸν Ἅγιο Μᾶρκο καὶ τοὺς σὺν αὐτῷ, καὶ ἀνθενωτικοὺς τοὺς ἀντίθετους μὲ αὐτὴν τὴν ἕνωση, τὸν Βησσαρίωνα καὶ τοὺς σὺν αὐτῷ. Ἔχει πάντως τόσο πολὺ ἐπικρατήσει αὐτὴ ἡ παπικῆς προελεύσεως διάκριση μεταξὺ «φιλενωτικῶν» και «ἀνθενωτικῶν», ὥστε κυριαρχεῖ καὶ
στὴν Ὀρθόδοξη θεολογικὴ καὶ ἱστορικὴ βιβλιογραφία, ἀπὸ τὴν ὁποία πρέπει σιγά-σιγά νὰ ἐξοβελισθεῖ, ὅπως ἔχει ἀρχίσει σιγά-σιγά νὰ ἐξοβελίζεται στοὺς κύκλους τῶν Ὀρθοδόξων καὶ ὁ χαρακτηρισμὸς ὡς ἐκκλησιῶν τῶν αἱρέσεων τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ, τοῦ Παπισμοῦ, τοῦ Προτεσταντισμοῦ, παρὰ τὸ ὅτι οἱ Οἰκουμενισταὶ ἐξακολουθοῦν νὰ τὶς ὀνομάζουν ἐκκλησίες.
3. Καλὴ καὶ κακὴ ἕνωση
Ἀπὸ ὅσα σύντομα ἐλέχθησαν προκύπτει ὅτι ὑπάρχει καλὴ ἕνωση, ἡ ἕνωση μὲ τὴν ἀλήθεια τῶν δογμάτων, καὶ κακὴ ἕνωση, ἡ ἕνωση μὲ τὸ ψεῦδος τῶν αἱρέσεων, ἡ ἕνωση, δηλαδή, μὲ τοὺς αἱρετικούς, χωρὶς νὰ ἀποκηρύξουν τὴν αἵρεση καὶ τὴν πλάνη. Φαντασθῆτε, ἂν ἐπὶ τῆς ἐποχῆς τῶν Ἁγίων Πατέρων θὰ ἦταν ποτὲ δυνατὸν νὰ ἑνωθοῦν οἱ Ὀρθόδοξοι μὲ τοὺς Ἀρειανούς, τοὺς Νεστοριανούς, τοὺς Μονοφυσίτες, τοὺς Εἰκονομάχους, χωρὶς νὰ καταδικασθοῦν οἱ αἱρέσεις τους. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ἐπειδὴ οἱ ἐν λόγῳ αἱρετικοὶ ἐλεγχθέντες δὲν ἀποκήρυξαν τὶς αἱρέσεις, τοὺς κατεδίκασαν ὡς αἱρετικοὺς καὶ τοὺς ἀπέκοψαν ἀπὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας.
Δυστυχῶς σήμερα ἔχει ἐγκαταλειφθῆ αὐτὴ ἡ πατερικὴ γραμμή, καὶ οἱ ἐκκλησιαστικοί μας ἡγέτες προετοιμάζουν κακὴ ἕνωση μὲ τοὺς αἱρετικοὺς Μονοφυσίτες, Παπικοὺς καὶ Προτεστάντες, ἕνωση, δηλαδή, μετὰ τὴν ὁποία ὁ καθένας θὰ κρατήσει τὰ δικά του πιστεύματα, εἴτε εἶναι ὀρθόδοξα εἴτε εἶναι αἱρετικά. Τὸ μοντέλο αὐτὸ τῆς ἑνότητος τὸ ἔχει ἐφαρμόσει ἤδη ὁ Παπισμὸς μὲ τὴν περιβόητη Οὐνία, ποὺ σημαίνει ἕνωση (Οὐνία = ἕνωση), σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ὅσοι ἑνώνονται μὲ τὸν πάπα δὲν χρειάζεται νὰ ἐγκαταλείψουν τὰ τῆς πίστεως καὶ τῆς λατρείας τους, ἀρκεῖ νὰ δεχθοῦν τὸ πρωτεῖο τοῦ πάπα καὶ νὰ τὸν μνημονεύουν στὶς ἱερὲς ἀκολουθίες. Δὲν ἐνδιαφέρει, δηλαδή, τὸν Παπισμὸ ἡ ἀλήθεια στὴν πίστη, στὰ δόγματα, ἀλλὰ μόνο ἡ ἐξουσία. Μήπως θὰ ἐνδιαφέρει τὸν Ἀντίχριστο ἡ πίστη τῶν λαῶν; Ἀρκεῖ νὰ πέσουν καὶ νὰ τὸν προσκυνήσουν. Τὸ ἴδιο μοντέλο ἑνότητος, ἐπεκτεινόμενο καὶ στὶς θρησκεῖες, προβάλλει καὶ ἡ Μασονία, ἡ ὁποία δέχεται στοὺς κόλπους της ὀπαδοὺς ὅλων τῶν θρησκειῶν, τὶς ὁποῖες ἐξισώνει, ἀρκεῖ νὰ ἀναγνωρίσουν τὴν δική της θεότητα, ὄχι βέβαια τὸν Ἅγιο Τριαδικὸ Θεό, τὸν μόνο ἀληθινὸ Θεό, ἀλλὰ τὸν δικό τους κατασκευασμένο θεό, ψευδῆ καὶ ἀνύπαρκτο, ἢ μᾶλλον τὸν ὑπαρκτὸ καὶ ὑψωμένο εἰς Θεό Ἑωσφόρο, τὸν «Μέγα Ἀρχιτέκτονα τοῦ Σύμπαντος», ὁ ὁποῖος ἀνθίσταται, ἀντιστέκεται, ἀντιμάχεται τὴν ἀλήθεια ὅτι ὁ Χριστός, ὡς Θεάνθρωπος, εἶναι ὁ μοναδικὸς Σωτήρας καὶ Λυτρωτής, εἶναι τὸ φῶς, ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή. Κατὰ τοὺς Μασόνους φῶς καὶ ἀλήθεια ὑπάρχουν σὲ ὅλες τὶς θρησκεῖες καὶ περισσότερο βέβαια στὴν δική τους μυστικὴ καὶ ἀπόκρυφη θρησκεία. Ἡ παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ποὺ προωθεῖ τὰ δύο αὐτὰ μοντέλα ἑνότητος σὲ διαχριστιανικὸ καὶ διαθρησκειακὸ ἐπίπεδο, εἶναι τέκνο τῆς Μασονίας. Ὅπως διακηρύξαμε τελευταῖα ἡ ἄτυπη «Σύναξη Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν» σὲ κείμενό μας γιὰ τὴν Μασονία «Ὁ Μασονισμὸς εἶναι ἡ μήτρα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ».
4. Τώρα καὶ ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ὑπὲρ τῆς κακῆς ἑνώσεως
Αὐτὰ τὰ μοντέλα ψευδοῦς ἑνότητος προβάλλουν ἐπὶ ἕνα σχεδὸν αἰώνα οἱ ἐκ τῶν Ὀρθοδόξων Οἰκουμενισταί, κληρικοὶ καὶ θεολόγοι, πρωτοστατούσης δυστυχῶς τῆς ἄλλοτε Μεγάλης στὴν ὑπεράσπιση τῆς Ὀρθοδοξίας Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως, ἰδιαίτερα ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρου καὶ μὲ μεγαλύτερη ἔνταση καὶ ἔκταση ἐπὶ τοῦ νῦν Πατριάρχου Βαρθολομαίου. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, μέχρι καὶ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Σεραφείμ, παρὰ τὸν σεβασμὸ καὶ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, ποὺ χαρακτηρίζουν ὅλους μας, δὲν ἐνέκρινε οὔτε ἀκολουθοῦσε τὰ πρωτοφανῆ στὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση ἀνοίγματα πρὸς τοὺς αἱρετικούς, ἐπικρινόμενη γι᾽ αὐτὸ ἀπὸ τοὺς Οἰκουμενιστὰς ὡς ἀναχρονιστικὴ καὶ ἀπροσάρμοστη. Ἀρκεῖ νὰ ὑπενθυμίσομε τὴν σφοδρὴ ἀντίδραση τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου Β’, τοῦ ἀπὸ Φιλίππων, στὴν συνάντηση τοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρου μὲ τὸν πάπα Παῦλο ΣΤ’ στὰ Ἱεροσόλυμα τὸν Ἰανουάριο τοῦ 1964 καὶ τὴν διακοπὴ τοῦ μνημοσύνου τοῦ Ἀθηναγόρου τὸ 1970 ἀπὸ τοὺς Μητροπολίτες Παραμυθίας κ. Παῦλο, Ἐλευθερουπόλεως κ. Ἀμβρόσιο καὶ Φλωρίνης κ. Αὐγουστῖνο. Τώρα στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος τὰ πράγματα ἔχουν ἀλλάξει δραματικά. Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος συναγωνιζόταν τὸ Φανάρι σὲ φιλοπαπικὰ καὶ οἰκουμενιστικὰ ἀνοίγματα, καὶ ἡ σύνθεση τῆς Ἱεραρχίας ἔκτοτε, μὲ τὴν ἀποχώρηση τῶν παλαιῶν ἱεραρχῶν, διαρκῶς καθίσταται εὐνοϊκώτερη ὑπὲρ τῆς κακῆς ἑνώσεως καὶ τοῦ δογματικοῦ μινιμαλισμοῦ, συνεχιζομένης κατὰ πάντα τῆς φιλοπαπικῆς καὶ οἰκουμενιστικῆς γραμμῆς τοῦ ἀρχιεπισκόπου κυροῦ Χριστοδούλου. Ἐλάχιστοι ἀρχιερεῖς, ἐκ τῶν παλαιῶν καὶ νέων, διαφωνοῦν μὲ τὴν οἰκουμενιστικὴ καὶ φιλοπαπικὴ γραμμὴ τοῦ Φαναρίου, μὲ πρώτιστο στὴν παρρησία καὶ στὴν θεολογικὴ ἐπιχειρηματολογία, ποὺ ὑπενθυμίζει μεγάλους Ἁγίους Πατέρες, τὸν Σεβ. Πειραιῶς. Δὲν διστάζουν πολλοὶ ἐκ τῶν Οἰκουμενιστῶν νὰ ὑποστηρίξουν τὴν κακὴ ἕνωση, τὴν ἕνωση, δηλαδή, μὲ παραμονὴ τῶν αἱρέσεων, τὴν ἕνωση παρὰ τὶς αἱρέσεις, ἔστω καὶ ἂν ὑπάρχει αἵρεση. Μητροπολίτης τῆς Μακεδονίας, ἐπιπλήττοντας κληρικὸ τῆς Μητροπόλεώς του γιὰ τὴν ἀντιοικουμενιστική του στάση, τοῦ εἶπε περίπου ὅτι ἄδικα γίνεται ὅλος αὐτὸς ὁ ἀντιοικουμενιστικὸς ἀγώνας, διότι ἡ ἕνωση θὰ γίνει ὁπωσδήποτε, καὶ ἡ κάθε χριστιανικὴ «ἐκκλησία» θὰ κρατήσει τὰ δικά της, υἱοθετώντας ἀπολύτως τὸ μοντέλο τῆς κακῆς ἑνώσεως. Θὰ τὸν παρακαλούσαμε μόνο αὐτὰ νὰ τὰ γράψει καὶ νὰ τὰ εἰπεῖ δημοσίως, γιὰ νὰ τεθοῦν ὑπ᾽ ὄψιν καὶ τοῦ ποιμνίου του καὶ τοῦ εὐρυτέρου ἐκκλησιαστικοῦ πληρώματος. Ἄλλος Μητροπολίτης, γνωστὸς γιὰ τὶς καινοτομίες του, ἔλαβε μέρος σὲ ἐκδήλωση, ποὺ ὀργάνωσαν οἱ Παπικοὶ στὴν Ἀθήνα, τὸ Σάββατο, 9 Νοεμβρίου,καὶ στὴν εἰσή γησή του, ὅπως πληροφορηθήκαμε, ἐπήνεσε ἐνθουσιαστικὰ τὴν Β´ Βατικάνειο Σύνοδο, γιὰ τὴν ὁποία γινόταν ἡ ἐκδήλωση μὲ ἀφορμὴ τὴ συμπλήρωση πενήντα ἐτῶν ἀπὸ τὴν σύγκλησή της (1963- 2013). Ἔχουμε πλέον οὐσιαστικὰ ταυτισθῆ μὲ τοὺς Παπικοὺς καὶ χαιρόμαστε καὶ ἐνθουσιαζόμαστε γιὰ τὰ κατὰ τὴ δική τους κρίση ἐπιτεύγματα, τὰ ὁποῖα ὅμως οἱ ὀρθοδόξως κρίνοντες τὰ θεωροῦν ἀνύπαρκτα· οὔτε τὸ πρωτεῖο καὶ τὸ ἀλάθητο τοῦ πάπα ἀποδοκίμασε ἡ σύνοδος, μᾶλλον τὸ ἐνίσχυσε καὶ τὸ ἑδραίωσε, οὔτε τὸ μοντέλο τῆς Οὐνίας ἀπέρριψε, καὶ περιμένει τὸ Βατικανὸ νὰ ἑνωθοῦμε μαζί του ὡς Οὐνίτες. Τὸ χειρότερο εἶναι ὅτι ἐρωτηθεὶς ἀπὸ παπικό, ἂν συμμερίζεται τὴ γνώμη πολλῶν Ὀρθοδόξων περὶ τοῦ ὅτι ὁ Παπισμὸς εἶναι αἵρεση, ὅπως τοῦ Μητροπολίτου Πειραιῶς καὶ ἄλλων ἢ θεωρεῖ τὸν Παπισμὸ ὡς Ἐκκλησία, ἀπήντησε, ἂν οἱ πληροφορίες μας εἶναι σωστές, ὅτι ὁ Παπισμὸς δὲν εἶναι αἵρεση, ἀλλὰ κανονικὴ ἐκκλησία, καὶ οἱ ἰσχυριζόμενοι τὸ ἀντίθετο ἔχουν ψυχολογικά προβλήματα. Φαίνεται ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος, γιὰ τὸν ὁποῖο βγάζει ἀπὸ τὴ μέση τοὺς Ἁγίους Πατέρες μὲ τὴν Μεταπατερικὴ Θεολογία, γιατὶ τοὺς θεωρεῖ ψυχικὰ ἀσθενεῖς, συμφωνώντας μὲ ἄλλους, ποὺ τοὺς θεωροῦν ὡς «ὄργανα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως», ποὺ ὑπόκεινται στὴν κρίση τοῦ Θεοῦ, γιατὶ προκάλεσαν τὸ σχίσμα. Αὐτὸ εἶναι σαφῶς βλασφημία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τοῦ ἐνεργοῦντος, ἐν τοῖς Ἁγίοις, ἁμαρτία, ποὺ εἶναι ἀσυγχώρητη, κατὰ τὸν ἀψευδῆ λόγο τοῦ Κυρίου ὅτι «πᾶσα ἁμαρτία καὶ βλασφημία ἀφεθήσεται τοῖς ἀνθρώποις, ἡ δὲ τοῦ Πνεύματος βλασφημία οὐκ ἀφεθήσεται τοῖς ἀνθρώποις»3. Εἶναι λοιπὸν ψυχικὰ ἄρρωστοι ὁ Μέγας Φώτιος, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς, ὁ Ἅγιος Μᾶρκος Εὐγενικός, ὁ Γεννάδιος Σχολάριος, ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, οἱ Ἅγιοι Κολλυβάδες καὶ τόσοι ἄλλοι, ποὺ θεωροῦν τὸν Παπισμό αἵρεση;
5. Ἰωσὴφ Βρυέννιος καὶ Γεννάδιος Σχολάριος ἐναντίον τῆς κακῆς ἑνώσεως
Δὲν θὰ ἐπιχειρηματολογήσουμε τώρα θεολογικὰ ἐναντίον τῆς κακῆς ἑνώσεως, ποὺ καὶ λογικὰ δὲν στέκεται. Πῶς θὰ εἴμαστε ἑνωμένοι, ἐνόσῳ μᾶς χωρίζουν καὶ μᾶς διαιροῦν τεράστιες διαφορές; Θὰ τὸ κάνουμε στὸ ἀμέσως προσεχὲς μέλλον ἐπικαλούμενοι καὶ ἀρχαίους Πατέρες, οἱ ὁποῖοι δέχονται ὅτι ὑπάρχει καλὸς πόλεμος καὶ κακὴ εἰρήνη, κακὴ ὁμόνοια καὶ καλὴ διαφωνία4, ἀλλὰ ἰδιαίτερα δύο μεγάλες θεολογικὲς μορφὲς τοῦ 15ου αἰῶνος, ποὺ ἔζησαν στὸ κλῖμα τῆς προετοιμασίας ἀλλὰ καὶ τῶν ἐργασιῶν τῆς ψευτοσυνόδου Φερράρας-Φλωρεντίας, ὅπου πραγματοποιήθηκε ἡ ψευδὴς καὶ κακὴ ἕνωση. Πρόκειται γιὰ τὸν ὁσιολογιώτατο μοναχὸ Ἰωσὴφ Βρυέννιο καὶ τὸν ὀρθοδοξώτατο Πατριάρχη καὶ ἐθνάρχη Γεννάδιο Σχολάριο. Ὁ πρῶτος σὲ ὁμιλία του, ποὺ ἔγινε στὸν περιώνυμο Ἱ. Ναὸ τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας ἀνέγνωσε ἐνώπιον τῆς Συνόδου μελέτη ὄχι περὶ τῆς ἑνώσεως μὲ τοὺς Λατίνους, ἀλλὰ μὲ τὴν Ἐκκλησία τῆς Κύπρου, ἡ ὁποία εἶχε ὑποταγῆ καὶ ἑνωθῆ τότε μὲ τὸν πάπα5. Θεωρεῖ τὴν ἕνωση μὲ τοὺς Κυπρίους ἀδύνατη καὶ ἀδιανόητη, ἂν ἡ Ἐκκλησία τῆς Κύπρου δὲν ἀπορρίψει ὅλα ὅσα προσέλαβε ἀπὸ τοὺς Λατίνους καὶ ἰδιαίτερα τὴν ὑποταγὴ στὸν πάπα. Δὲν εἶναι δυνατόν, γράφει γιὰ ὁποιαδήποτε αἵρεση νὰ ἑνωθεῖ μὲ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ νὰ κρατήσει ἀμετακίνητα τὰ δικά της: «Καὶ πᾶσα δὲ αἵρεσις, ἀμετακινήτων αὐτῇ τῶν συνήθων φυλαττομένων παρακαλεῖ ἑνωθῆναι τοῖς Ὀρθοδόξοις ἡμῖν· καὶ αὐτὸς δὲ ὁ πάπας οὐδὲν ἄλλο ζητεῖ παρ᾽ ἡμῶν, ἢ τὸ καλεῖν αὐτὸν ἅγιον καὶ συλλειτουργεῖν τοῖς ἐκείνῳ ὑπείκουσιν»6. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Κύπρου ἑνωθεῖσα μὲ τὸν πάπα ἑνώθηκε μὲ τὴν πλάνη, μὲ ἐκκλησία ποὺ εἶναι ἀντίθετη πρὸς ἐμᾶς εἰς τὰ καίρια τῶν δογμάτων: «Ἐγὼ περὶ τῆς μελετωμένης ταύτης ἑνώσεως ἐκεῖνό φημι· τίς κοινωνία ἀληθείας πρὸς πλάνην; Τί δὲ ἡμῖν καὶ Κυπρίοις κοινόν; Ἐκεῖνοι, ἀνέκαθεν ὄντες αὐτόνομοι, ἐκκλησίᾳ ἡμῖν ἀντιθέτῳ περὶ τὰ καίρια τῶν δογμάτων, τὴν αὐτονομίαν ταύτην προδόντες, ὑπόκεινται πάντως, καὶ ἑκόντες ἢ ἄκοντες ἤδη δουλεύουσι»7. Καὶ ὁ Πατριάρχης Γεννάδιος Σχολάριος, ἀφοῦ ἔζησε ὅλα τὰ συντελεσθέντα στὴν ψευτοσύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας καὶ ἔφυγε λίγο πρὶν ἀπὸ τὴν λήξη τῶν ἐργασιῶν της, γιὰ νὰ μὴ ὑπογράψει τὴν ψευτοένωση, ἀκολουθώντας τὸν Ἅγιο Μᾶρκο Εὐγενικό, σὰν αὐτὴν τὴν κακὴ ἕνωση, ποὺ ἑτοιμάζονται τώρα νὰ μᾶς ἐπιβάλουν οἱ τὰ τοῦ πάπα φρονοῦντες, οἱ παπόδουλοι καὶ παπόφρονες, ἔγραψε ἕνα ἐξαιρετικὸ κείμενο μὲ τίτλο: «Ἔλεγχος τῶν σοφιστικῶν τρόπων τῆς εἰρήνης, οὓς οἱ λατινισταὶ περιᾴδουσιν εἰς ἐξαπάτην τῶν ἁπλουστέρων»8. Ἀπαντώντας στὴν κατηγορία ὅτι ἐμποδίζει τὸ καλὸ καὶ ἅγιο ἔργο τῆς ἑνώσεως, ὅπως κατηγοροῦν καὶ ἐμᾶς σήμερα οἱ Οἰκουμενισταί, ἀπαντᾶ ὅτι κατὰ τὴν Πατερικὴ Παράδοση ὑπάρχει καὶ πόλεμος ἐπαινετὸς καὶ εἰρήνη ψεκτή, καὶ ὅτι ἀκόμη καὶ ὁ Χριστὸς στὰ θέματα τῆς πίστεως προτιμᾶ τὸν πόλεμο ἀπὸ τὴν εἰρήνη: «Ἐγὼ δὲ κατὰ τοὺς ἱεροὺς θεολόγους οἶδα καὶ πόλεμον ἐπαινετὸν καὶ εἰρήνην ψεκτήν, μᾶλλον δὲ καὶ τὸ ἐμὸν Ἰησοῦν καὶ δεσπότην ἐλθόντα βαλεῖν οὐκ εἰρήνην ἀλλὰ μάχαιραν ἐπὶ γῆς»9. Δὲν εἶναι εὐχαριστημένος μὲ τὴν διαίρεση τῶν Χριστιανῶν· πονᾶ, γιατὶ δὲν εἴμαστε ἑνωμένοι, ὅπως πονοῦμε ὅλοι μας. Αἴτιοι ὅμως αὐτῆς τῆς διαιρέσεως εἶναι ἄλλοι, καὶ αὐτοὶ πρέπει νὰ τὴν θεραπεύσουν. Δὲν θὰ κρίνει ἐμᾶς ὁ Θεός, ἀλλὰ αὐτοὺς ποὺ προκάλεσαν τὸ σχίσμα. Ἐμεῖς ὀφείλουμε νὰ ὁμολογοῦμε τὴν ἀλήθεια καὶ ἔτσι, χωρὶς φόβο, νὰ περάσουμε τὴν ζωή μας: «Ἀλγοῦμεν οὖν μὴ ἑνούμενοι· ἀλλ᾽ οὔτε τὴν ἀρχὴν αὐτοὶ αἴτιοι τοῦ σχίσματος γεγονότες, καὶ νῦν ἄλλοις προσῆκον μᾶλλον λύειν αὐτό, λύειν ὁπώσποτε μὴ βουλομένων, ὡς δὴ αὐτοὶ μὴ ὀφείλοντες τὸν λόγον τῆς εἰρήνης τῷ Θεῷ, τά τε ἀληθῆ ὁμολογοῦντες ἀδεῶς διαπερῶμεν τὸν βίον»10.
Ἐπίλογος
Ἐνδεικτικὰ ἀναφερθήκαμε στοὺς δύο αὐτοὺς μεγάλους ἀγωνιστὰς καὶ ὑποστηρικτὰς τῆς καλῆς ἑνώσεως καὶ τῆς καλῆς εἰρήνης, ποὺ ἐκφράζουν διαχρονικὰ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ τὴν Μεγάλη Ἐκκλησία Κωνσταντινουπόλεως, ἡ ὁποία ἀπὸ τὸν περασμένο αἰώνα προωθεῖ τὴν κακὴ ἕνωση μὲ σοφιστικὰ ἐπιχειρήματα, ὅπως γράφει ὁ Γεννάδιος Σχολάριος, καὶ ἀποκαλεῖ τὸν πάπα ὄχι ἁπλῶς «ἅγιο», πρᾶγμα ποὺ κατακρίνει ὁ Ἰωσὴφ Βρυέννιος, ἀλλὰ ἁγιώτατο καὶ σεβασμιώτατο καὶ ἀγαπητὸ ἀδελφὸ καὶ κανονικὸ ἐπίσκοπο Ρώμης, θυμιάζουσα αὐ τὸν ὡς «εὐλογημένον ἐρχόμενον ἐν ὀνόματι Κυρίου» καὶ μνημονεύουσα τὸ ὄνομά του σὲ ὀρθόδοξη ἀκολουθία καὶ πλεῖστα ἄλλα. Ὅταν ὁ «Ὀρθόδοξος Τύπος» ἱδρύθηκε ἀπὸ τὸν Γέροντα Χαράλαμπο Βασιλόπουλο, ὁ Ἀθηναγόρας ποὺ προσπαθοῦσε νὰ ἐπιβάλει τὴν κακὴ ἕνωση εἶχε ἀντιμέτωπη στὸ σύνολό της σχεδὸν τὴν Ἐκκλησία τῆς ῾Ελλάδος καὶ ἰσχυρὲς θεολογικὲς καὶ μοναστικὲς δυνάμεις. Ὁ τωρινὸς Πατριάρχης τὴν ἔχει σύμμαχο, καὶ οἱ θεολογικὲς καὶ μοναστικὲς δυνάμεις μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου ἐξασθενοῦν, ἀκόμη καὶ στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ὁ «Ο.Τ» καὶ ὅσοι συμφωνοῦν στὴν Ὀρθόδοξη καὶ Πατερικὴ γραμμή του θὰ ἐξακολουθήσουμε νὰ ὁμολογοῦμε καὶ νὰ ἀγωνιζόμαστε γιὰ τὴν καλὴ ἕνωση καὶ τὴν καλὴ εἰρήνη. Ἐμεῖς εἴμαστε οἱ φιλενωτικοί· οἱ Οἰκουμενισταὶ καὶ οἱ παπόφρονες εἶναι οἱ ἀνθενωτικοί, γιατὶ εἶναι ἐναντίον τῆς καλῆς ἑνώσεως, ποὺ προϋποθέτει τὴν ἀλήθεια τῶν δογμάτων. Ὁ Θεὸς ἐν τῇ σοφίᾳ καὶ παντοδυναμίᾳ Του θὰ βρεῖ τρόπον νὰ διώξει τὸ μαῦρο σύννεφο τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, γιὰ νὰ ἁπλωθεῖ ἡ φωτεινὴ νεφέλη τῆς εὐσεβείας, νὰ ἐπικρατήσει ἡ ὁμόνοια καὶ ἡ εἰρήνη μὲ τὴν ἐπικράτηση τῆς ἀληθείας τῶν δογμάτων, ὅπως ἔγινε μὲ τὴν αἵρεση τῶν Εἰκονομάχων, ποὺ ταλαιπώρησε τὴν Ἐκκλησία περισσότερο ἀπὸ ἕνα αἰώνα. Ὅσοι τότε θὰ βρίσκονται ἐν ζωῇ, ἀλλὰ καὶ οἱ ἐν Κυρίῳ τεθνεῶτες θὰ ψάλλουν μέ χαρὰ καὶ ἀγαλλίαση: «Ἡμέρα χαρμόσυνος καὶ εὐφροσύνης ἀνάπλεως πεφανέρωται σήμερον· φαιδρότης δογμάτων γάρ τῶν ἀληθεστάτων ἀστράπτει καὶ λάμπει... καὶ ὁμόνοια γίνεται τῶν πιστῶν θεοβράβευτος»11. Θὰ λάμψει ἡ φαιδρότητα τῶν ἀληθεστάτων δογμάτων, καὶ θὰ ἐπικρατήσει ἡ ἀληθινὴ καὶ θεοβράβευτη ὁμόνοια, ἡ ἀληθινὴ καὶ καλὴ ἕνωση. Αὐτὴν τὴν ἕνωση βραβεύει ὁ Θεός, τὴν ἄλλη μὲ τοὺς αἱρετικοὺς τὴν βραβεύει ἄλλος.
Ὑποσημειώσεις:
1.Ἐφ. 4, 5.
2. Ρωμ. 15, 5.
3. Ματθ. 12, 31.
4.Βλ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, Ἀπολογητικὸς τῆς εἰς Πόντον φυγῆς, 82, ΕΠΕ 1, 176: «Κρείττων γὰρ ἐπαινετὸς πόλεμος εἰρήνης χωριζούσης Θεοῦ». ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, Εἰς τὸ κατὰ Ἰωάννην Ὁμιλία ΝΖ/ ΕΠΕ 14, 58, PG 59, 316: «Ἔστι καὶ κακὴ ὁμόνοια καὶ καλὴ διαφωνία». ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ, Εἰς τὸ κατὰ Ματθαῖον Ὁμιλία ΛΕ/, ΕΠΕ 10, 492, PG 57, 405: «Οὐ πανταχοῦ ὁμόνοια καλόν, ἐπεὶ καὶ λησταὶ συμφωνοῦσιν».
5. ΙΩΣΗΦ ΒΡΥΕΝΝΙΟΥ, Μελέτη περὶ τῆς τῶν Κυπρίων πρὸς τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν μελετηθείσης ἑνώσεως. Εἴρηται δὲ ἐν τῷ περιωνύμῳ τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας ναῷ, ἐν τῷ συνοδικῷ, πρὸς τὴν σὺνοδον, ἐν ΙΩΣΗΦ ΒΡΥΕΝΝΙΟΥ, Τὰ Εὑρεθέντα ἔκδ. Β. ΡΗΓΟΠΟΥΛΟΥ, Θεσ/νίκη 1990, τόμ. Β/, σελ. 11ἑἑ.
6. Αὐτόθι, σελ. 12.
7. Αὐτόθι, σελ. 11.
8. ΓΕΝΝΑΔΙΟΥ ΣΧΟΛΑΡΙΟΥ, Ἅπαντα τὰ Εὑρισκόμενα, ἔκδ. L. PETIT - X. SIDERIDES - M. JUGIE, τόμ. ΙΙΙ, 22-49.
9.Αὐτόθι, 36.
10. Αὐτόθι, 41.
11. Στιχηρὸ τῶν Αἴνων τῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας.
πηγή: