ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ
ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 6η Μαΐου 2019
Με πολύ πόνο ψυχής, αλλά και με βαθειά
απογοήτευση, πληροφορηθήκαμε από τα ΜΜΕ για την πρόσφατη, (18 και 19 Απριλίου 2019), Σύναξη των Προκαθημένων της Μέσης
Ανατολής, (Αλεξανδρείας, Αντιοχείας, Ιεροσολύμων και Κύπρου), στη Λευκωσία, προκειμένου
να εξετάσουν σύγχρονα εκκλησιαστικά προβλήματα και ιδιαιτέρως να πάρουν θέση
πάνω στο καίριο και φλέγον θέμα της αποδόσεως της Αυτοκεφαλίας στους σχισματικούς
της Ουκρανίας. Εκείνο που μπορούμε να συμπεράνουμε για μια ακόμη φορά, με
αφορμή τις αποφάσεις των τεσσάρων Προκαθημένων, όπως αυτές δημοσιεύθηκαν στα
ΜΜΕ, είναι ότι δυστυχώς το Συνοδικό Σύστημα της Εκκλησίας μας περνάει μια
βαθειά κρίση. Μια κρίση, η οποία εδώ και αρκετές δεκαετίες γίνεται όλο και πιο
αισθητή και η οποία, θα μπορούσαμε να πούμε, ότι εκφράζεται και ως αδράνεια και
ως στρέβλωση. Και οι δύο αυτές βασικές παθογένειες του Συνοδικού Συστήματος φάνηκαν
ξεκάθαρα με την εμφάνιση και εξέλιξη της παναιρέσεως του Οικουμενισμού, αλλά
κατ’ εξοχήν στους δύο πικρούς καρπούς της, την «Σύνοδο» της Κρήτης και
στο περιβόητο ουκρανικό ζήτημα.
Υπάρχει ένας νόμος στον χώρο της ιατρικής
επιστήμης, ο λεγόμενος νόμος των φαύλων κύκλων. Σύμφωνα με
τον νόμο αυτό, όταν ο ανθρώπινος οργανισμός πέσει σε κατάσταση κώματος,
αρχίζουν να λειτουργούν οι λεγόμενοι φαύλοι κύκλοι. Αυτό σημαίνει ότι η δυσλειτουργία
ενός συστήματος προκαλεί μια δεύτερη δυσλειτουργία άλλου συστήματος. Η δεύτερη
δυσλειτουργία με τη σειρά της, ενώ επιτείνει την πρώτη, προκαλεί παράλληλα και άλλες.
Στη συνέχεια η επιδείνωση της πρώτης δυσλειτουργίας έχει σαν αποτέλεσμα της
επαύξηση της δεύτερης, αλλά και άλλων δυσλειτουργιών κ.ο.κ., έτσι ώστε να
δημιουργείται τελικά ένας φαύλος κύκλος, που οδηγεί στο θάνατο. Όλη η προσπάθεια
του ιατρικού προσωπικού στις μονάδες εντατικής θεραπείας, συνίσταται σ’ αυτόν
ακριβώς τον στόχο, στο να σπάσουν δηλαδή αυτούς τους φαύλους κύκλους με τα θεραπευτικά
μέσα που διαθέτουν.
Το ίδιο περίπου, μπορούμε να πούμε, ότι
συμβαίνει και στον εκκλησιαστικό οργανισμό. Μια πνευματικά αρρωστημένη
κατάσταση φέρνει με τη σειρά της μια δεύτερη αρρωστημένη κατάσταση. Αυτή με τη
σειρά της επιδεινώνει την πρώτη κατάσταση κ.ο.κ. Για παράδειγμα η εμφάνιση μιάς
αιρέσεως στο σώμα της Εκκλησίας, σαν άλλο πνευματικό καρκίνωμα, προκαλεί, όταν
δεν αντιμετωπιστεί εγκαίρως και αποτελεσματικώς, μια σειρά πνευματικών δυσλειτουργιών
στον εκκλησιαστικό οργανισμό, μια από τις οποίες είναι και η δυσλειτουργία του Συνοδικού
Συστήματος. Η κακή λειτουργία του Συνοδικού Συστήματος με τη σειρά της
διευκολύνει την περαιτέρω εξάπλωση της αιρέσεως κ.ο.κ., έτσι ώστε να δημιουργείται
ένας φαύλος κύκλος. Αυτός ο φαύλος κύκλος φάνηκε ξεκάθαρα στην περίπτωση του Οικουμενισμού.
Η μακροχρόνια δράση της παναιρέσεως αυτής, (επί ένα περίπου αιώνα), και η μη έγκαιρη
συνοδική καταδίκη της, οδήγησε αναπόφευκτα σε αδράνεια του Συνοδικού Συστήματος,
αυτή δε με τη σειρά της διευκόλυνε την περαιτέρω εξάπλωσή της, έτσι ώστε σήμερα
να φθάσουμε στο τραγικό αποτέλεσμα, η φοβερή αυτή αίρεση, αντί να καταδικασθεί,
να επικυρωθεί και να νομιμοποιηθεί στη «Σύνοδο» της Κρήτης. Το κακό όμως δεν σταμάτησε
μέχρις εδώ. Στην «Σύνοδο» αυτή είχαμε για πρώτη φορά στη Συνοδική Παράδοση της
Εκκλησίας μας επί πλέον και στρέβλωση του Συνοδικού Συστήματος. Όπως έχουμε
επισημάνει σε παλαιότερες ανακοινώσεις μας, η «Σύνοδος» της Κρήτης οικοδόμησε
ένα «νέο
είδος Συνόδου». Όπως απερίφραστα ομολόγησε ένας από τους Προκαθημένους,
ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος, η «Σύνοδος» αυτή «δεν είναι αντίγραφο των παλαιών
συνόδων, αλλά ένα νέο είδος Συνόδου». Ήταν μια «Σύνοδος» όχι «επομένη τοις
Αγίοις Πατράσι», αλλά μια «Σύνοδος» οικουμενιστικών
προδιαγραφών. Πράγματι. Αν την συγκρίνουμε με παλαιότερες Ορθοδόξους Συνόδους,
θα διαπιστώσουμε ότι η «Σύνοδος» αυτή, για πολλούς λόγους δεν
αποτελεί οργανική συνέχεια των αρχαίων μεγάλων Οικουμενικών Συνόδων. Μνημονεύουμε
εδώ με άκρα συντομία δύο μόνον εξ’ αυτών: α) Δεν κατέγνωσε,
παρ’ ότι υφίστανται, καμία σύγχρονη
αίρεση. Η λέξη αίρεση είναι άγνωστη στα κείμενά της. β) Προσκάλεσε ετεροδόξους
αιρετικούς ως τιμώμενα πρόσωπα. Η στρέβλωση φαίνεται ακόμη πιο ξεκάθαρα και από
το γεγονός, ότι όλοι οι επίσκοποι που συμμετείχαν στη «Σύνοδο» δεν είχαν
δικαίωμα ψήφου, αλλά μόνον οι Προκαθήμενοι. Μ’ άλλα λόγια οι Προκαθήμενοι
ανυψώθηκαν υπεράνω των άλλων επισκόπων και έπαυσαν να θεωρούνται ως πρώτοι
μεταξύ ίσων, αλλά ως πρώτοι άνευ ίσων.
Στο περιβόητο ουκρανικό ζήτημα, που
αποτελεί πικρό καρπό της «Συνόδου» της Κρήτης, έχουμε συνδυασμό
αδράνειας και στρεβλώσεως του Συνοδικού Συστήματος, αλλά και καταπατήσεως
βασικών Ιερών Κανόνων της Εκκλησίας μας. Η αδράνεια φάνηκε ξεκάθαρα από το γεγονός,
ότι ενώ όλες οι Τοπικές Εκκλησίες ζητούν επιτακτικά την σύγκληση Πανορθοδόξου
Συνόδου για την επίλυσή του, ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος αρνείται
να συγκαλέσει Σύνοδο. Η στρέβλωση φάνηκε από τον τρόπο οργανώσεως και
λειτουργίας της λεγομένης «Ενωτικής Συνόδου» στην Ουκρανία. Η
δε καταπάτηση των Ιερών Κανόνων επισημάνθηκε από σχετικά πρόσφατο άρθρο του
Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας.
Η πρόσφατη Σύναξη των τεσσάρων Προκαθημένων
της Μέσης Ανατολής δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα ακόμη κλασικό παράδειγμα τόσο
της αδράνειας όσο και της στρέβλωσης του Συνοδικού Συστήματος. Κατ’ αρχήν το Ανακοινωθέν
της Συνάξεως είναι έτσι διατυπωμένο, ώστε ο αναγνώστης αβίαστα να βγάζει το
συμπέρασμα, ότι οι τέσσαρες Προκαθήμενοι συζήτησαν και πήραν αποφάσεις ερήμην
του σώματος της Ιεραρχίας, στο οποίο ανήκει ο καθένας από αυτούς. Και τούτο
διότι πουθενά δεν φαίνεται στο Ανακοινωθέν, ότι οι Προκαθήμενοι συναντήθηκαν
στη Λευκωσία, προκειμένου να μεταφέρουν, ως εντολοδόχοι του ιερού συνοδικού
σώματος, στα υπό συζήτηση θέματα, τις συνοδικές θέσεις και αποφάσεις, που πήραν
σε τοπικές Συνόδους των κατά τόπους επαρχιών των. Έτσι όμως παραβίασαν τον 34ο
Ιερό Αποστολικό Κανόνα, ο οποίος παραγγέλλει: «Αλλά μηδέ εκείνος, [ο προκαθήμενος],
άνευ της πάντων γνώμης, [άνευ δηλαδή της γνώμης των άλλων συνοδικών αρχιερέων],
ποιείτω τι». Συγκεκριμένα και εις ό,τι αφορά το ουκρανικό ζήτημα:
Πουθενά δεν αναφέρεται στο Ανακοινωθέν, ότι οι τέσσαρες Τοπικές Εκκλησίες
συζήτησαν συνοδικά το εν λόγω ζήτημα στις κατά τόπους επαρχίες των και αποφάσισαν
να μην αναγνωρίσουν το νέο σχισματικό εκκλησιαστικό μόρφωμα της Ουκρανίας, ούτε
την «Ενωτική
Σύνοδο», ούτε τον νέο «Προκαθήμενο» κ. Επιφάνιο. Ότι δεν
απέστειλαν αντιπροσώπους στην ενθρόνισή του, ούτε τον μνημονεύουν στα δίπτυχα. Ότι
αναγνωρίζουν ως μόνο κανονικό Μητροπολίτη Ουκρανίας τον κ. Ονούφριο, και ότι
θεωρούν ως μόνη ενδεδειγμένη λύση τη σύγκληση Πανορθοδόξου Συνόδου. Το μόνο που
αναφέρεται είναι ότι «συζήτησαν τα προβλήματα, τα οποία δημιουργήθηκαν μετά την χορήγηση της Αυτοκεφαλίας
στην Ορθόδοξη Εκκλησία στην Ουκρανία. Ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου τους ενημέρωσε για
την μεσολαβητική πρωτοβουλία, την οποία προσωπικώς ανέλαβε και όπως αναφέρεται,
οι τρεις Προκαθήμενοι συντάσσονται με αυτή, ‘ώστε ο Μακαριώτατος να τη
συνεχίσει προς όφελος της εν Χριστώ ενότητας της Ορθοδόξου Εκκλησίας’». Ποιά όμως είναι αυτή η «μεσολαβητική πρωτοβουλία»;
Έλαβαν γνώση και συζήτησαν συνοδικά όλοι οι αρχιερείς των τεσσάρων Τοπικών Εκκλησιών
το περιεχόμενο αυτής της «μεσολαβητικής πρωτοβουλίας»; Τίποτε
δεν αναφέρεται σχετικά. Και εν πάσει περιπτώσει, γιατί δεν αναλαμβάνουν και
αυτοί οι ίδιοι οι τρείς Προκαθήμενοι, (που ανήκουν μάλιστα στα τρία πρεσβυγενή Πατριαρχεία
και ως εκ τούτου έχουν ηυξημένο εκκλησιαστικό κύρος), μια από κοινού «μεσολαβητική
πρωτοβουλία», μετά από συνοδική μελέτη, για την μέθοδο και το
περιεχόμενο αυτής της «μεσολαβητικής πρωτοβουλίας»; Γιατί
αποποιούνται τον μεσολαβητικό τους ρόλο καθ’ όν χρόνον πρόκειται για ένα μείζον
και φλέγον εκκλησιαστικό ζήτημα με παγκόσμιες διαστάσεις;
Εκείνο που θα περιμέναμε από τους
τεσσάρες Προκαθημένους, (και μ’ αυτό κλείνουμε), ήταν να αξιοποιήσουν την
ευκαιρία αυτής της συναντήσεως και συναισθανόμενοι το βάρος της ιστορικής τους ευθύνης,
να προχωρήσουν, κατά την ταπεινή μας γνώμη, σε τρείς ρωμαλέες και δυναμικές
ενέργειες: Πρώτον να ενώσουν τις φωνές τους και να διαμηνύσουν προς το Οικουμενικό
Πατριαρχείο με κοινή επιστολή τους, (την οποία θα κοινοποιήσουν προς όλες τις
Τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες), την σαφή και ξεκάθαρη διαφωνία τους με τις
ενέργειες του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο ουκρανικό ζήτημα. Δεύτερον, (σε
περίπτωση μη ανταποκρίσεως του Φαναρίου), να συγκροτήσουν Διευρυμένη Σύνοδο,
στην οποία θα συμμετάσχουν όλοι οι αρχιερείς που ανήκουν στις τέσσερις αυτές Τοπικές
Εκκλησίες. Η εν λόγω Σύνοδος, αφ’ ενός μεν θα καταδικάσει, (τώρα πλέον και
συνοδικώς), το νέο σχισματικό εκκλησιαστικό μόρφωμα στο σύνολο του και αφ’ ετέρου
θα καλέσει όλες τις υπόλοιπες Τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες να επικυρώσουν τις συνοδικές
αποφάσεις των. Και τρίτον, (σε περίπτωση και πάλι μη ανταποκρίσεως του
Φαναρίου), να συγκαλέσουν Πανορθόδοξη Σύνοδο, με συμμετοχή όλων των Τοπικών
Ορθοδόξων Εκκλησιών, στην οποία θα καταδικάσουν, (τώρα πλέον και πανορθοδόξως),
το νέο σχισματικό εκκλησιαστικό μόρφωμα στο σύνολο του, επιβάλλοντας παράλληλα
κυρώσεις στους υπευθύνους του δημιουργηθέντος σχίσματος.
Βέβαια στο σημείο αυτό γεννάται το
ερώτημα: Πως μπορεί κανείς να περιμένει τέτοιου είδους ρωμαλέες και δυναμικές ενέργειες
από τις εν λόγω Τοπικές Εκκλησίες, καθ’ όν χρόνον πάσχει σοβαρά η μεταξύ τους
ενότητα; Όπως είναι γνωστό η Εκκλησία της Αντιοχείας και η Εκκλησία των
Ιεροσολύμων έχουν διακόψει την μεταξύ τους ευχαριστιακή κοινωνία λόγω της
εκκλησιαστικής δικαιοδοσίας του Κατάρ, ενώ επί πλέον η Εκκλησία της Αντιοχείας
δεν αναγνωρίζει την «Σύνοδο» της Κρήτης ως Πανορθόδοξη με οικουμενικό κύρος, σε
αντίθεση με τις άλλες τρείς. Πως λοιπόν μπορούν να θεραπεύσουν άλλα σχίσματα
και διαιρέσεις του εκκλησιαστικού σώματος, καθ’ όν χρόνον είναι μεταξύ τους
διηρημένες; Εδώ ισχύει ο λόγος του Κυρίου μας: «Ιατρέ,
θεράπευσον σεαυτόν», (Λουκ.4,23).
Εκ του
Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών