Διανύουμε άλλο ένα παράδοξο και σκοτεινό καλοκαίρι. Μετά τις περσινές πλημμύρες και πυρκαγιές με αποκορύφωμα την εθνική τραγωδία της Αττικής, νέα παράξενα «φυσικά» φαινόμενα πλήττουν και φέτος τη χώρα, μέσα σε ένα Ιούλιο που στο μεγαλύτερο μέρος του περισσότερο θύμιζε προχωρημένο φθινόπωρο. Πρωτοφανείς σε ένταση θύελλες – με κορυφαίο μέχρι στιγμής τον απίστευτο εκείνο μανητοκλυδωνισμό που ξεκινώντας από τις Πρέσπες (!!!), διέσχισε τη Μακεδονία πριν σκάσει με λύσσα πάνω στη Χαλκιδική και όπου από μέγα θαύμα δεν θρηνήσαμε εκατοντάδες θύματα – αλλά και σεισμοί σε διάφορα σημεία της χώρας, έχουν αρχίσει να συνθέτουν ένα ανησυχητικό, ζοφερό και ενίοτε εφιαλτικό σκηνικό, που εναρμονίζεται μάλιστα και με τα μαύρα σύννεφα που πυκνώνουν στα ανατολικά μας σύνορα και πάνω από την Κύπρο λόγω της αφιονισμένης τουρκικής προκλητικότητας. Κι ενώ συμβαίνουν όλα αυτά, ενώ τα φαινόμενα εντείνονται, προάγγελοι – όπως όλα δείχνουν – μεγαλύτερων δοκιμασιών, εμείς συνεχίζουμε να τα παρατηρούμε αδιάφοροι κι ανυποψίαστοι, μωροί και τυφλοί. Όπως ανυποψίαστοι κι ανάλγητοι παραγνωρίζουμε και το πόσο πιο αιματηρά κι επώδυνα θα μπορούσαν να είναι ήδη αυτά τα συμβάντα. Και συνήθως αρκούμαστε στο να στέκουμε απορημένοι ή να ψελλίζουμε ανοησίες για την κλιματική αλλαγή, για ανθρώπινα σφάλματα (όπως η άναρχη και αυθαίρετη δόμηση) ή και για…τύχη (επειδή δεν έχουμε ως τώρα θρηνήσει πολλαπλάσια θύματα). Και φυσικά ουδείς αντιλέγει ότι και στο κλίμα μπορεί όντως να παρατηρούνται μεταβολές, αλλά και για την ευθύνη της ανθρώπινης παρέμβασης, ελάχιστοι ωστόσο δείχνουν να αντιλαμβάνονται ότι αυτά δεν μπορούν να αποτελούν πρωτογενείς αιτίες. Και μάθαμε βέβαια να χρησιμοποιούμε κατά κόρον και τη λέξη «θεομηνία». Περισσότερο όμως κι αυτήν την ψελλίζουμε ως ανόητοι παπαγάλοι, χωρίς να εμβαθύνουμε στο νόημά της, χωρίς να ξέρουμε καν τι πραγματικά σημαίνει.
Και μιλάμε επίσης για την ανάγκη να παταχθούν η παρανομία, η αυθαιρεσία και η προχειρότητα ή να γίνουν νέες υποδομές προστασίας απέναντι στα καιρικά φαινόμενα. Σε αυτά όλοι συμφωνούμε. Οι περισσότεροι όμως υποτιμούν (ή και παντελώς αγνοούν) το βασικό: ότι η πατρίδα είναι διαλυμένη και ευάλωτη όχι μόνο υλικά, αλλά πρωτίστως πνευματικά. Ένας λαός από δεκαετίες εκμαυλισμένος, που έχει βολευτεί μέσα στον βούρκο της αποστασίας από τον Θεό και αρνείται πεισματικά να ελευθερωθεί από τα δεσμά και να ξαναζητήσει το έλεός Του. Λαός δυσσεβής και παράνομος, που νυχθημερόν μελετά κενά. Λαός που δεν αντιδρά σχεδόν για τίποτε, αλλά παρακολουθεί απαθής την καθημερινή και συστηματική εθνική, δημογραφική, εκπαιδευτική και πρωτίστως πνευματική διάλυση του τόπου του και του μέλλοντος των ίδιων των παιδιών του. Λαός που συνεχίζει να αποχαυνώνεται μπροστά στις τηλεοπτικές οθόνες, να αναλίσκεται σε χαρωπές και πλήρεις ανοησίας γελοιότητες στο facebook, να καταπίνει αμάσητα τόσα και τόσα νεοταξίτικα σκουπίδια. Λαός που έχει ξεχάσει την αυθεντική ορθόδοξη πίστη των πατέρων του, που χαίρεται για τις ψευτοπροοδευτικές φωνές των νεοεποχιτών ρασοφόρων του και που εξεμεί ύβρεις εναντίον όσων του λένε πραγματικό λόγο αληθείας. Λαός που πόρρω απέχει από το να πέσει στα γόνατα για να κλάψει για τις αμαρτίες και την αποστασία του, από τη στιγμή που ακόμη δεν έχει καν στοιχειώδη επίγνωση περί αυτών. Λαός που όχι μόνο αγνοεί παντελώς τι σημαίνουν πνευματικοί νόμοι και πώς λειτουργούν, αλλά και χλευάζει από πάνω, εξουθενώνοντας όσους το επισημαίνουν ως σκοταδιστές και φρενοβλαβείς.
Και φυσικά δεν πρέπει να γενικεύουμε, γιατί σίγουρα υπάρχουν και αρκετοί σε αυτόν τον τόπο που αισθάνονται και ζουν διαφορετικά. Κάποιοι ζουν εν μετανοία και αυτό είναι καταλυτικής σημασίας, κυρίως μαζί με τις μεσιτείες της Παναγίας και των αγίων μας (πάνω απ’ όλα τ’ άλλα αυτή είναι η σκέπη και η ασπίδα που κρατάει ακόμη άφθορη την πατρίδα), καθώς και με τις αδιάλειπτες προσευχές των εν ζωή πνευματικών αγωνιστών της πίστης μας (στα μοναστήρια και στον κόσμο), που μας κρατούν ακόμη όρθιους, κόντρα στη γενική κατάρρευση, την ανομία, τη σαρκολατρεία, την εκτεταμένη διαστροφή, τον δαιμονισμό, το ατέλειωτο αίμα των εκτρώσεων, το παιδομάζωμα και την πνευματική γενοκτονία των παιδιών μας. Δεν ξέρουμε όμως έως πότε θα αρκεί αυτό, από τη στιγμή που το μείζον μέρος του λαού συνεχίζει να ζει εσκεμμένα μέσα στη λάσπη, πετώντας στα σκουπίδια κάθε προειδοποίηση και κάθε ευκαιρία που νυχθημερόν του δίνει ο Θεός. Και από τη στιγμή που αυτό που βλέπουμε γύρω μας δεν είναι εικόνα ενός λαού που μαθαίνει από τα παθήματά του, που διδάσκεται από τις δοκιμασίες του, που δείχνει σημάδια ανάνηψης και μεταστροφής, αλλά αντίθετα είναι εικόνα που μάλλον γίνεται ολοένα και πιο ζοφερή, όλο κι πιο σπιλωμένη από τη λάσπη της ανοησίας, της χυδαιότητας, της αμετανοησίας και της βλασφημίας.
Και τη ζοφερή αυτή εικόνα δυστυχώς την επιτείνουν και όσοι φέρουν την κατεξοχήν πνευματική ευθύνη για την ανατροπή της. Ο λόγος για τη συντριπτική πλειονότητα των επισκόπων μας (αλλά και γενικότερα των κληρικών μας) που συνεχίζουν πάντοτε να αδρανούν ή και να συναινούν με όσους αποκοιμίζουν τον λαό, εκφέροντας λόγο ακατάσχετης αγαπολογίας και νεοεποχίτικης κακοδοξίας και επιχειρώντας να ερμηνεύσουν τον Θεό κατά τα τραγικά μέτρα τους και τον χαλασμένο λογισμό τους. Και πάλι βλέπουμε επιθέσεις από τέτοιους νανουριστές του λαού εναντίον όσων μιλούν για οργή Θεού ή προειδοποιούν για δοκιμασίες που έρχονται, πάλι διαβάζουμε ανοησίες βγαλμένες από τη στρεβλή ψευτοθεολογία τους, πάλι ακούμε τερατολογίες ότι τάχα ο Θεός είναι μόνο αγάπη και συνεπώς δεν εκδικείται (λες και μίλησε δηλαδή ποτέ κανείς για εκδίκηση). Από την άλλη πλευρά όμως, έχουν άραγε ακούσει ποτέ τους τίποτε όλοι αυτοί οι διαπρύσιοι κήρυκες της…αγάπης για την ύπαρξη των «πνευματικών νόμων» (όπως με τόση έμφαση τόνιζε ο Άγιος Παΐσιος); Έχουν ακούσει για τα επίχειρα της αποστασίας και της εωσφορικά εμμονικής αμετανοησίας; Έχουν ακούσει τίποτε περί θείας οργής ή θείας παιδαγωγίας, όταν ο λαός αρνείται πεισματικά να βγει από τον βούρκο μέσα στον οποίο ζει και ο Θεός επιτρέπει δεινά και δοκιμασίες, για να ξυπνήσει και να έλθει «εις εαυτόν»; Έχουν πραγματικά διαβάσει καθόλου το Ευαγγέλιο και τα κείμενα των Πατέρων της Εκκλησίας για να δουν τι αναγράφεται σχετικά, αντί να τα επικαλούνται διαστρεβλωτικά για να τα χωρέσουν με τρόπο προκρούστειο στην έωλη αγαπολογία τους; Δεν περνάει καν από το μυαλό τους η υποψία ότι το πνευματικό χρέος τους είναι να καλέσουν επιτέλους αυτόν τον λαό σε μετάνοια (πέφτοντας φυσικά πρώτοι οι ίδιοι στα γόνατα για να κλάψουν για τις δικές τους πολυπληθείς αμαρτίες), αντί να συνεχίσουν να τον καθησυχάζουν και να τον αποκοιμίζουν με ανυπόστατα αγαπολογικά παραμύθια της νεοεποχίτικης Χαλιμάς (τα οποία δεν είναι απλώς ανούσια, αλλά και ολέθρια, καθώς η αποδοχή τους καθιστά ουσιαστικά περιττή και την έμπρακτη μετάνοια και τον αναγκαίο επακόλουθο πνευματικό αγώνα); Ή μήπως έχουν υποστεί τόση πνευματική τύφλωση, που τα θεωρούν μυθεύματα όλα αυτά πλέον, όπως κι οτιδήποτε άλλο παρεκκλίνει από την πλάνη που έχει εδώ και χρόνια κατακλύσει τους εγκεφάλους τους; Έχουν εντέλει την παραμικρή υποψία για το πόσο ένοχοι πνευματικής προδοσίας είναι και τι λόγο θα δώσουν μια μέρα στον Θεό, που όχι μόνο φάνηκαν ανίκανοι να εμπνεύσουν και να καθοδηγήσουν τον λαό μας στην κρισιμότερη ίσως ώρα της Ιστορίας του, αλλά – ακόμη χειρότερα – κατάντησαν εκμαυλιστές και διαφθορείς, «ὁδηγοὶ τυφλοί», που «κλείουσιν τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων»;
Ας μην τρέφουμε αυταπάτες όμως για τον ρόλο και όλων ημών των υπολοίπων. Το ότι πλείστοι από τους φερόμενους ως πνευματικούς ταγούς μας έχουν φτάσει σε αυτή την κατάντια και το ότι πάμπολλοι ακόμη συναινούν έστω και σιωπηρά, ουδόλως αποσείει τις ευθύνες όλων μας και ουδόλως μας προσφέρει δικαιολογίες. Το αν οι οδηγοί μας οι πνευματικοί (όπως άλλωστε και οι κοσμικοί) είναι ανάξιοι, αυτό δεν αναιρεί ότι προφανώς τελικά είναι απολύτως αντάξιοι ημών, ως σαρξ εκ της σαρκός του ίδιου αλλοτριωμένου κι εκφαυλισμένου λαού – και προφανώς δεν μπορεί παρά να περνάει από τον νου μας το γνωστό περιστατικό, όπου απαντώντας ο Θεός στις επίμονες ερωτήσεις ενός αγίου ασκητή γιατί έστειλε στον λαό ένα τόσο κακό βασιλέα (για τον τύραννο Φωκά των αρχών του 7ου αιώνα ο λόγος), του αποκρίθηκε το ανατριχιαστικά αφοπλιστικό «επειδή δεν μπόρεσα να βρω χειρότερο». Προφανώς λοιπόν, τοιούτοι έπρεπον ημίν και αρχιερείς και πολιτικοί και λοιποί αξιωματούχοι και διανοούμενοι και δημοσιογράφοι και δικαστικοί και εκπαιδευτικοί και ό, τι άλλο μπορούμε να φανταστούμε. Τέτοιοι και χειρότεροι. Και ενώ οι πλημμύρες, οι πυρκαγιές, οι σεισμοί και οι άλλες – κυριολεκτικά – θεομηνίες (καιρός να εμβαθύνουμε επιτέλους στην πραγματική σημασία της λέξης, ό,τι κι αν λένε οι διάφοροι νανουριστές) θα συνεχίζονται και θα κλιμακώνονται μέρα με τη μέρα γύρω μας (και καθώς ταυτόχρονα εμείς θα επιμένουμε να τα παραβλέπουμε όλα αυτά, μιλώντας ως πείσμονες ανόητοι για τυχαιότητες, κλιματικές αλλαγές ή οτιδήποτε άλλο, πλην της πραγματικής αιτίας), δεν αφορά ασφαλώς μόνο στους ταγούς η περίφημη ερώτηση του Χριστού: «ὑποκριταί, τὸ μὲν πρόσωπον τοῦ οὐρανοῦ γινώσκετε διακρίνειν, τὰ δὲ σημεῖα τῶν καιρῶν οὐ δύνασθε γνῶναι;» Απευθύνεται σε όλους μας…
ΠΗΓΗ