του
Νεκτάριου Δαπέργολα
Διδάκτορος Ιστορίας
Μία ακόμη τηλεοπτική επίθεση κατά της Θείας Κοινωνίας ζήσαμε πρόσφατα - και αυτή τη φορά στο κεντρικό δελτίο προπαγάνδας και γκεμπελίστικης χυδαιότητας μεγάλου καναλιού (κάποιοι έχουν το θράσος τα εν λόγω σκουπίδια να τα αποκαλούν ακόμη δελτία ειδήσεων). Εκεί παρουσιάστηκε δημοσκόπηση γνωστής εταιρείας και φυσικά ένα από τα ερωτήματα ήταν αν «θεωρείτε ότι κολλάει ο κορωνοϊός με τη θεία κοινωνία» (γραμμένο ακριβώς έτσι, χωρίς κεφαλαία). Περιχαρής λοιπόν η παρουσιάστρια ανακοίνωσε ότι «ευτυχώς, το 70% των ερωτηθέντων απάντησε ότι κολλάει» (τονίζοντας εμφατικά το «ευτυχώς»), ένα ποσοστό 8% δεν απάντησε, υπάρχει όμως και ένα 22% που μάλλον πιστεύει ότι προστατεύεται με κάποιο τρόπο ή από κάποια δύναμη»! Ακόμη και αυτό το νέο έπος αντικειμενικής δημοσιογραφίας όμως δεν ήταν αρκετό στον παρακαθήμενο υπεύθυνο της δημοσκοπικής εταιρείας που προφανώς θεώρησε μικρό αυτό το 70%, γιατί σχολίασε και τους μειοψηφούντες, κάνοντας υποτιμητικά λόγο για αντιλήψεις που παραμένουν ακόμη μέσα στην ελληνική κοινωνία και μπορεί να προκαλέσουν πρόβλημα στην πορεία υλοποίησης και εφαρμογής των υγειονομικών μέτρων.
Άλλο ένα περιστατικό συνεπώς που προστίθεται σε μία μεγάλη αλυσίδα αθλιοτήτων οι οποίες κλιμακώνονται τον τελευταίο καιρό, εν μέσω μία τεράστιας γκάμας από καγχασμούς και γέλωτες έως εκνευρισμένες «αναλύσεις» και οργισμένα σχόλια για τους ανεύθυνους που έτσι όπως πηγαίνουν στους ναούς και μεταλαμβάνουν, «βάζουν σε κίνδυνο τη ζωή των συνανθρώπων τους». Ένας πολυπληθής ρυπαρολόγος και βλάσφημος συρφετός που έχει κατακλύσει τα ξεφτιλισμένα ΜΜΕ της καταισχύνης και κοπρίζει αδιάντροπα πάνω σε όλα τα ιερά και τα όσιά μας. Και φυσικά ξέρουμε καλά ότι αυτό θα συνεχιστεί. Όπως το είχαμε γράψει επανειλημμένα εδώ και μήνες, όλα αυτά τα εγκάθετα καθεστωτικά μαντρόσκυλα θα επανέρχονται και θα κλιμακώνουν τις επιθέσεις τους συνεχώς μέχρι το θέμα της αλλαγής του τρόπου μετάδοσης των Αχράντων Μυστηρίων να τεθεί επίσημα και επιτακτικά από το αντίχριστο κράτος.
Η ευθύνη όμως δεν είναι ασφαλώς μόνο δική τους. Για μία ακόμη φορά θα το πούμε ότι ένα τεράστιο μέρος της ευθύνης ανήκει και στη διοικούσα Εκκλησία. Ίσως μάλιστα και το μεγαλύτερο, δεδομένου ότι από το κράτος δεν αναμέναμε ούτως ή άλλως κάτι καλύτερο, ενώ από την άλλη οι πνευματικοί μας ταγοί όχι μόνο είχαν ξεκάθαρη ευθύνη και αποστολή να αντισταθούν σε όλη αυτή την ευρύτερη αντεκκλησιαστική εκστρατεία που ζούμε από τον περασμένο Μάρτιο, αλλά και είναι απολύτως βέβαιο ότι, αν το έπρατταν με αποφασιστικότητα εξαρχής, τα πράγματα δεν θα έφταναν ποτέ μέχρι τη σημερινή κατάντια. Αρνούμενη εξαρχής όμως η διοικούσα Εκκλησία να αντισταθεί στο παραμικρό και δίνοντας γη και ύδωρ στον αδηφάγο Καίσαρα από τις πρώτες κιόλας ημέρες εμφάνισης της δήθεν πανδημίας, βρίσκεται πια εδώ και πολύ καιρό στη θλιβερή φάση όπου όλο και πιο πέρα αναγκάζεται καθημερινά πλέον να σπρώχνει τις λεγόμενες «κόκκινες γραμμές» της. Στη θλιβερή φάση, όπου για να θυμηθούμε για μια ακόμη φορά τον Θουκυδίδη, μετά από κάθε υποχώρηση που κάνει και κάθε δικαίωμα που εκχωρεί στο δυστοπικό καθεστώς, συνεχώς «καὶ ἄλλο τι μεῖζον εὐθὺς ἐπιτάσσεται, ὡς φόβῳ καὶ τοῦτο ὑπακούσασα».
Εδώ μάλιστα βλέπουμε πλέον όλο και περισσότερους κληρικούς, από επισκόπους (κάποιους μάλιστα φερομένους εδώ και χρόνια ως λέοντες της Ορθοδοξίας και ως θεματοφύλακες της πίστης) έως απλούς ιερείς, να βγαίνουν δημοσίως στα ίδια άθλια ΜΜΕ και να παίζουν το παιχνίδι του καθεστώτος, δηλώνοντας πλήρη υποταγή στις εντολές του και άκριτη αποδοχή των αλλοπρόσαλλων μέτρων που εισηγούνται οι δήθεν «ειδικοί», σε θέματα όπως η απολύμανση των ναών, ο μη ασπασμός των εικόνων ή η βλάσφημη εντός των ναών μασκοφορία. Ποια εικόνα άραγε περνούν όλα αυτά και ποια πεποίθηση προκαλεί στο καθεστώς αυτός ο άκρατος ενδοτισμός; Και το κύριο προβαλλόμενο επιχείρημα που ακούμε από τόσα χείλη κληρικών μας ότι «υποχωρούμε κατ’ οικονομίαν σε κάποια θέματα για να κερδίσουμε το μείζον, όπως π.χ. να κρατήσουμε ανοιχτούς τους ναούς και να διατηρήσουμε κάποια ζητήματα αδιαπραγμάτευτα, όπως η Θεία Κοινωνία», δεν έχει άραγε ήδη αποδειχθεί πόσο ανεπαρκές είναι στην πραγματικότητα; Εδώ όμως ούτε η έννοια της «οικονομίας» υφίσταται, γιατί η νεοβαρλααμική και νεοεικονομαχική πλάνη που σχετίζεται με όσα θλιβερά βλέπουμε εσχάτως στους ναούς μας είναι θέματα ουσιαστικά και δογματικά και καθόλου ήσσονος σημασίας. Ακόμη όμως κι αν ήταν τέτοια, όταν βρίσκεσαι απέναντι σε ορκισμένο εχθρό (και δεν μπορεί να νοηθεί αλλιώς πια το συγκεκριμένο κράτος έναντι της πίστης μας) είναι αδιανόητο τακτικά να υποχωρείς τόσο εύκολα. Ακόμη και στα πλέον ασήμαντα.
Και όλο και συχνότερα βλέπουμε μάλιστα πλέον όχι απλώς αποδοχή του όλου ψευδαφηγήματος με επιχείρημα τη δήθεν «οικονομία», αλλά και απόπειρα ενίοτε να δικαιολογηθούν αφ’ υψηλού τα αδικαιολόγητα και με άλλα κωμικοτραγικά επιχειρήματα που εκφέρονται με βαρύγδουπους τρόπους ως θεολογικά. Και εννοώ βεβαίως τη λεγόμενη «θεολογία της μάσκας», αυτό το τερατώδες ψευτοθεολογικό κατασκεύασμα διαταραγμένων μεταπατερικών νοών, που…εμπλούτισε με νέα τοξικά απόνερα την ευρύτερη πλάνη της αγαπολογίας και της οικουμενιστικής δογματικής διαστρέβλωσης. Με τέτοια όμως συμπεριφορά, επαναλαμβάνω και πάλι: ποια εικόνα περνάς προς τα έξω απέναντι στο εχθρικό κράτος, αλλά και σε ποιαν αντίσταση μπορούμε κι εμείς άραγε να περιμένουμε και να ελπίζουμε εφεξής;
Η ερώτηση φυσικά είναι ρητορική. Και η απάντηση δυστυχώς απλούστατη: σε καμία αντίσταση. Γι’ αυτό και οι επιθέσεις του καθεστώτος σε βάρος όλων των ιερών και των οσίων μας θα συνεχιστούν και θα κλιμακωθούν (πολύ λογικό, από τη στιγμή που καθημερινά διαπιστώνουν ότι μπορούν και τους «παίρνει») και απολύτως τίποτε ουσιώδες δεν θα δούμε από την πλευρά της άφωνης κι ενδοτικής ιεραρχίας, πέρα ίσως από κάπο
ια ψελλίσματα που όμως βέβαια κανείς δεν πρόκειται να τα πάρει στα σοβαρά. Και γι’ αυτό ακριβώς είναι και θέμα χρόνου να δούμε και τα χειρότερα. Και οι ναοί θα ξανακλείσουν και οι πιέσεις για αλλαγή του τρόπου μετάδοσης της Θείας Κοινωνίας θα γίνουν ασφυκτικές. Και πλαστικά κουταλάκια ίσως δούμε σύντομα ή εμβαπτισμένα ψωμάκια τύπου όστιας ή οτιδήποτε άλλο απαιτήσει και επιβάλει το καθεστωτικό μασωνοκίνητο κρατικό (αλλά και ενδοεκκλησιατικό) κατεστημένο.
Και οι περισσότεροι κληρικοί μας δυστυχώς θα τα αποδεχτούν και πάλι εύκολα όλα αυτά. Είτε ψευδοθεολογώντας και γι’ αυτά ακόμη μέσα στη σύγχυση και την πλάνη τους (εμπλουτίζοντας ίσως περαιτέρω και την ανοιξιάτικη εκείνη ανοησία με την ατομική προσευχή στις…κατ’ οίκον εκκλησίες - λες κι υπάρχει δηλαδή τίποτε που να μπορεί να υποκαταστήσει τη συμμετοχή στα εκκλησιαστικά Μυστήρια και στην εντός του ναού Θεία Λατρεία), είτε απλώς επειδή δεν θα έχουν κουράγιο ούτε και για τα πιο σοβαρά να αντιδράσουν.
Ναι, και πάλι ακριβώς όπως το έγραφε ο μέγας Θουκυδίδης: «ὡς φόβῳ καὶ τοῦτο ὑπακούσαντες»…