μήνυμα

μήνυμα

Πέμπτη 5 Ιανουαρίου 2017

Πως ο Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος απομακρύνεται από τον Κύριον

Αποτέλεσμα εικόνας για ut unum sint  Avvenire
Πως ο Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος απομακρύνεται από τον Κύριον
Του π. Εμμανουήλ Χατζηδάκη, Ι. Α. Αμερικής
 Με την ευκαιρία της 30ης επετείου της ετήσιας Παγκόσμιας Ημέρας Προσευχής για την Ειρήνη, που διοργανώθηκε στην Ασσίζη (18-20 Σεπτεμβρίου 2016), ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος εξέδωσε ανακοίνωση στα ιταλικά στην «Avvenire», εφημερίδα των Ρωμαιοκαθολικών επισκόπων της Ιταλίας, με τίτλο, «Ίνα πάντες εν ώσιν ‘ut unum sint’». 
Το φετινό θέμα ήταν: «Δίψα για την ειρήνη: Θρησκείες και Πολιτισμοί σε διάλογο». Πριν φτάσουμε στο μήνυμα του Πατριάρχη και τα σχόλιά μου, θα ήθελα να προσφέρω μερικές εισαγωγικές παρατηρήσεις.
Κατά την πρώτη Παγκόσμια Ημέρα Προσευχής για την Ειρήνη το 1986, 160 θρησκευτικοί ηγέτες συγκεντρώθηκαν, αντιπροσωπεύοντες 32 χριστιανικές ομάδες και 11 μη χριστιανικές θρησκείες, «διερχόμενοι την ημέρα όλοι μαζί με νηστεία και προσευχή στον Θεό η Θεούς τους». Ο Πάπας Βενέδικτος το 2011 δεν επέτρεψε μία κοινή προσευχή, επειδή δεν ήθελε να δώσει την εντύπωση «ότι οι θεολογικές διαφορές έχουν αμβλυνθεί η ότι δεν είναι σημαντικές». Ωστόσο, κατέληξε τη δική του τοποθέτηση λέγοντας: «στο όνομα του Θεού, ας φέρει κάθε θρησκεία επάνω στη γη δικαιοσύνη και συγχώρεση και ζωή, την αγάπη!» – μία εξολοκλήρου συγκρητιστική προσευχή, θα ήθελα να προσθέσω. Πως θα μπορούσε η προσευχή να απουσιάσει από ένα γεγονός που λαμβάνει χώρα ακριβώς με σκοπό την προσευχή για την ειρήνη; Η φετινή εκδήλωση συγκέντρωσε πάνω από 450 θρησκευτικούς ηγέτες διαφορετικών πίστεων.
Ακολουθούν αποσπάσματα της δήλωσης του Πατριάρχη και στη συνέχεια τα σχόλιά μου:
«Παρήλθαν 30 χρόνια από τότε που ο Πάπας Ιωάννης Παύλος ΙΙ ξεκίνησε τα όσα συμβαίνουν στην Ασσίζη, εκδηλώσεις περισυλλογής και αποφάσεων για τις θρησκείες που εργάζονται και πορεύονται μαζί προς την παγκόσμια ειρήνη…».
Ο αιρετικός Πάπας παρείχε την έναρξη, για να ενώσει όλες τις θρησκείες υπ’ αυτόν, και ο Πατριάρχης μας προθύμως και αφελώς έτρεξε οπίσω του. Η πρωτοβουλία αυτή ακούγεται ευγενής και αθώα, αλλά αποτελεί μία μεγάλη απάτη. Κατ’ αρχάς, ο Πατριάρχης δεν την αποκαλεί σύμφωνα με αυτό που είναι. Δεν έχει συγκληθεί για «να εργάζονται και να πορεύονται μαζί προς την παγκόσμια ειρήνη», αλλά είναι μία «ημέρα προσευχής για την ειρήνη». Υπάρχει ένα πρόβλημα ακριβώς σε αυτό, διότι Ορθόδοξοι χριστιανοί ωθούνται σε συμπροσ­ευχή με μη Ορθοδόξους, ιδιαίτερα με μη χριστιανούς! Εκτός αυτού, δεν νομίζω ότι η αποστολή της Εκκλησίας είναι «να εργάζεται και να πορεύεται μαζί (με τις θρησκείες του κόσμου) προς την παγκόσμια ειρήνη». Ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος είπε, «ο λέγων εν αυτώ μένειν οφείλει, καθώς εκείνος περιεπάτησε, και αυτός ούτω περιπατείν» (Α  Ἰωάννου 2,6). Ο Κύριος δεν εργάστηκε και οι ακόλουθοί του οι Άγιοι δεν «εργάστηκαν και πορεύτηκαν μαζί» με τις θρησκείες του κόσμου. Ο Κύριος είπε: «εάν εμοί διακονή τις, εμοί ακολουθείτω» (Κατά Ιωάννην 12,26) Ποιόν ακολουθεί ο Πατριάρχης; Ποιόν άραγε υπηρετεί;
Κατά δεύτερον, θέλω να προβληματιστούμε σχετικά με το θέμα της φετινής χρονιάς, «Θρησκείες και Πολιτισμοί σε Διάλογο». Ποιός είναι ο σκοπός αυτού του «διαλόγου»; Δεν είναι τόσο πολύ για την ειρήνη, αλλά «για να πορευθούμε μαζί» με τις θρησκείες του κόσμου, ενωμένοι υπό τον Πάπα, έτσι ώστε «να γίνει ένα ποίμνιο και ένας ποιμένας» – όχι ο Κύριος, αλλά ο Πάπας! Καμία αποδοχή του ίδιου Ποιμένα, του Κυρίου μας και Σωτήρα Ιησού Χριστού δεν είναι απαραίτητη. Ο καθένας είναι ελεύθερος να πιστεύει ο,τι θέλει. Ο Πάπας Φραγκίσκος εργάζεται μανιωδώς, για να ενώσει όλες τις θρησκείες  υπ’ αυτόν και να δημιουργήσει τη Μία Παγκόσμια Θρησκεία και τη Νέα Παγκόσμια Τάξη.
«… Φέτος, κατά την 25η επέτειο της ταπεινής διακονίας μας στον πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως, είμαστε ευτυχείς που είμαστε σε θέση να είμαστε μαζί με τους αδελφούς μας και τις αδελφές μας των άλλων δογμάτων και των κοινοτήτων της χριστιανικής πίστης, …».
«Ιδού δη τι καλόν η τι τερπνόν, αλλ’  η το κατοικείν αδελφούς επί το αυτό» (Ψαλμ. 132,1). Πράγματι, ο Πατριάρχης μας θα πρέπει να είναι χαρούμενος να είναι μαζί με τους αδελφούς του, όπως λέει ο ψαλμωδός. Το πρόβλημα είναι ότι αυτοί δεν ήταν αδελφοί του. Οι Χριστιανοί πάντα αποκαλούν «αδελφούς» αυτούς με τους οποίους μοιράζονται την ίδια πίστη. Ο Απόστολος Παύλος εξήγησε στους Κορινθίους ότι, όταν τους παρότρυνε «μη συναναμίγνυσθαι εάν τις (αν και ανήθικος ευρίσκεται ανάμεσά σας ως) αδελφός ονομαζόμενος», δεν εννοούσε τους «έξω» (Α  Κορ. 5,9.11.12) «Αδελφοί και αδελφές» είναι ισοδύναμο με το να είναι όλοι παιδιά του Θεού, την έννοια του οποίου πραγματευθήκαμε σε άλλο άρθρο. Αποκαλούμε «αδελφούς» μόνο εκείνους που είναι ενωμένοι μαζί μας στην πίστη, αφού έχουν γίνει παιδιά του Θεού μέσω της πίστης στον Ιησού Χριστό και του βαπτίσματος (Γαλ. 3,26-27). Αντ’ αυτού, ο Πατριάρχης μας διώκει τους αληθινούς Ορθοδόξους, αγαλλόμενος στην συντροφιά των μη Ορθοδόξων Χριστιανών.
Αλλά υπάρχουν και χειρότερα εκτός αυτών. Ο Πατριάρχης γνωρίζει ότι σε αυτή τη συγκεκριμένη συγκέντρωση δεν είναι μόνο μεταξύ «αδελφών» του των διαφόρων χριστιανικών δογμάτων, αλλά επίσης μεταξύ «αδελφών» άλλων θρησκειών. Ας επαναλάβουμε πάλι: αυτή η συγκέντρωση γίνεται με σκοπό τον διάλογο της Βαβυλώνας των Θρησκειών και των Πολιτισμών του κόσμου. Έτσι, τίθεται το ερώτημα: πως ο Πατριάρχης μας συμβιβάζει αυτές τις προσπάθειες με τα λόγια του Αποστόλου: «Μη γίνεσθε ετεροζυγούντες απίστοις· τις γαρ μετοχή δικαιοσύνη και ανομία; τις δε κοινωνία φωτί προς σκότος; τις δε συμφώνησις Χριστώ προς Βελίαλ; η τις μερίς πιστώ μετά απίστου; τις δε συγκατάθεσις ναώ Θεού μετά ειδώλων;» (Β  Κορ. 6,14-16) Θα ήθελα πολύ να έχω μία απάντηση από τον Πατριάρχη μας.
«… Καθοδηγούμενοι από τον αγαπημένο μας Πάπα Φραγκίσκο, …».
«Δικός μας»; «Αγαπητός»; Δεν πηγαίνουν αυτές οι εκφράσεις οικειότητας λίγο μακριά; «Πάπας»; Έτσι τώρα αναγνωρίζουμε επίσημα τον “σφετεριστή» (σύμφωνα με τον Μητροπολίτη Πειραιώς Σεραφείμ) της έδρας του Απ. Πέτρου ως το νόμιμο Πάπα; «Καθοδηγούμενοι»; Μήπως έχουμε ήδη αποδε­χθει τον Πάπα ως το πρώτο (Primus), και να τον ακολουθούμε ως οδηγό μας (ποιμένα); Όντως τους αγαπάμε όλους, όπως ο Κύριός μας εντέλλει, και προσευχόμαστε ο καθένας να έρθει σε γνώση της αλήθειας, και έτσι να σωθεί. Αλλά δεν θα πρέπει να παράσχουμε στους ετερόδοξους (αιρετικούς και σχισματικούς Χριστιανούς) φρούδες ελπίδες ότι το να είσαι σε αίρεση και σχίσμα (όπως είναι), και με το να ευρίσκονται αποκομμένοι από το Σώμα του Χριστού (όπως είναι) δεν έχει σημασία. Αν αποτύχουμε να τους ευαγγελίσουμε τότε αποτυγχάνουμε στην αποστολή μας.
«… Σε μία συνάντηση και σε μία κοινή δέσμευση –παραθέτοντας την Ορθόδοξη Θεία Λειτουργία- «υπέρ της άνωθεν ειρήνης» και «υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου». Αρμόζει ιδιαιτέρως ότι αυτή η διεθνής εκδήλωση φιλοξενείται από την επισκοπή της Ασσίζης, την οικογένεια των Φραγκισκανών και τους αγαπητούς μας φίλους της κοινότητας του Αγίου Αιγιδίου…».
Οι ακόλουθες λέξεις γραμμένες από τον όσιο Γέροντα Άγιο Παΐσιο τον Αγιορείτη για τον Πατριάρχη Αθηναγόρα ισχύουν επίσης και σε αυτή την περίπτωση:
«Τα γραπτά μου δεν είναι τίποτα περισσότερο από μία έκφραση του βαθέως πόνου μου για τη γραμμή και, δυστυχώς, την κοσμική αγάπη του πατέρα μας κ. Αθηναγόρα. Όπως φαίνεται, αγάπησε μία άλλη γυναίκα, που είναι σύγχρονη, που ονομάζεται Παπική «Εκκλησία», επειδή η Ορθόδοξη Μητέρα μας δεν τον εντυπωσιάζει, γιατί είναι πολύ σεμνή… Με μία τέτοια σχεδόν κοσμική αγάπη ο Πατριάρχης μας φθάνει στη Ρώμη. Και ενώ ο ίδιος θα έπρεπε να δείξει την αγάπη πρώτα σε μας τα παιδιά του και προς την Μητέρα Εκκλησία μας, δυστυχώς, έστειλε την αγάπη του πολύ μακριά. Το αποτέλεσμα ήταν να παρηγορήσει όλα τα κοσμικά παιδιά του που αγαπούν τον κόσμο και έχουν αυτή την κοσμική αγάπη, αλλά να σκανδαλίσει όλους εμάς, τα παιδιά της Ορθοδοξίας, μικρούς και μεγάλους, που έχουν φόβο Θεού».
Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος είναι ένας πιστός ακόλουθος του προκατόχου του, του Πατριάρχη Αθηναγόρα, ο οποίος είναι τρελά ερωτευμένος με «την μεγάλη πόρνη» (Αποκάλυψη 17,1), κολυμπώντας μαζί της στη λάσπη.
«… Έχουμε πρόσφατα γίνει μάρτυρες αυτής της βαθιάς επιθυμίας να θεραπευτεί η ανθρώπινη κοινότητά μας και να προστατευτεί ο πλανήτης μας, όταν ο κόσμος θρήνησε την απώλεια της ζωής και της ομορφιάς στο σεισμό που έπληξε την κεντρική Ιταλία. Αναγνωρίζουμε, λοιπόν, ότι η ειρήνη είναι κάτι το οποίο λαχταρούμε με μεγάλο πάθος και μεγάλο πόνο…».
Ο Κύριος είπε, «Ειρήνην αφίημι υμίν, ειρήνην την εμήν δίδωμι υμίν· ου καθώς ο κόσμος δίδωσιν, εγώ δίδωμι υμίν»(Κατά Ιωάννην 14,27) Το αίτημά μας κατά τις ακολουθίες μας (αναφέρθηκε παραπάνω από τον Πατριάρχη) είναι να λάβουμε «την άνωθεν ειρήνη». Η ειρήνη είναι μία εγγύηση που μας δίνεται από τον Χριστό, η οποία πηγάζει από την πίστη και την ελπίδα μας σ’ Αυτόν και στις υποσχέσεις Του. «η ειρήνη του Θεού βραβευέτω εν ταις καρδίαις υμών, εις ην και εκλήθητε εν ενί σώματι» (Κολ 3,15). Ωστόσο, η ειρήνη την οποία ο Πατριάρχης επιδιώκει διακαώς είναι μία κοσμική ειρήνη. Αντί να στρέψει τους οφθαλμούς του στον ουρανό, για να αναζητήσει «την άνωθεν ειρήνη», τους κρατάει στη γη, και μαζί με «τις θρησκείες που εργάζονται και πορεύονται μαζί προς την παγκόσμια ειρήνη», προσπαθεί να επιτύχει γήινη ειρήνη με ανθρώπινα μέσα, στρέφων τα νώτα του προς τον «άρχοντα της ειρήνης» (Ησ. 9,6).
«… Πολλοί από εσάς σίγουρα γνωρίζουν πως τα τελευταία 50 χρόνια έχουν αναληφθεί κάποια  αξιοσημείωτα βήματα προς την κατεύθυνση της συμφιλίωσης μεταξύ της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και των Ορθοδόξων Εκκλησιών…».
Αυτή είναι η πρώτη από τις όχι λιγότερες από τέσσερις φορές που χρησιμοποιείται η λέξη «συμφιλίωση»  σε αυτή την σύντομη δήλωση. Δυστυχώς, τα μέτρα που έχουν ληφθεί προς την κατεύθυνση της συμφιλίωσης είναι σε λάθος κατεύθυνση. Ξέρετε τι εννοεί ο Πατριάρχης μας, όταν λέει συμφιλίωση; Την εννοεί ως «ενότητα εν τη ποικιλία». Υπάρχει μόνο μία οδός για τη συμφιλίωση: οι Ρωμαιοκαθολικοί και όλοι οι ετερόδοξοι να επανενταχθούν στην Ορθόδοξη (αληθινή) Εκκλησία. Ο Πατριάρχης μας δεν έχει κάνει ούτε ένα βήμα, για να τους ενθαρρύνει να κινηθούν προς αυτή την κατεύθυνση. Αντιθέτως, λέει στους Ρωμαιοκαθολικούς «αδελφούς» του, ότι είναι μία χαρά εκεί που είναι, με τον τρόπο που είναι, και ότι οι δογματικές διαφορές είναι «παρανοήσεις».
«… Οφείλουμε την αρχή στους πάπες Ιωάννη XXIII και Παύλο VI, καθώς και στους προκατόχους μας, Οικουμενικούς Πατριάρχες Αθηναγόρα και Δημήτριο. Το όραμά τους υπενθυμίζει σε όλους μας την επείγουσα παραίνεση του Κυρίου στους μαθητές του στο Όρος των Ελαιών, «Ίνα πάντες εν ώσιν» (ut unum sint) …».
Διόρθωση, Παναγιώτατε: Δεν είναι μία «επείγουσα παραίνεση» του Κυρίου, αλλά ένθερμο αίτημα προς τον Πατέρα Του. Παρακαλώ, ξαναδιαβάστε τα λόγια του: » εγώ περί αυτών (των Μαθητών) ερωτώ· ου περί του κόσμου ερωτώ αλλά περί ων δέδωκάς μοι… τήρησον αυτούς εν τω ονόματί σου… ίνα ώσιν εν καθώς ημείς»(Ιωάννης 17,9.11). Ο Κύριος Ιησούς Χριστός προσεύχεται για τους μαθητές Του, ώστε να «παραμείνουν ενωμένοι» (καθηγητής Π. Τρεμπέλας), ώστε να διατηρήσουν την ενότητα που ήδη έχουν – όχι να προσπαθήσουν να επιτύχουν μία ενότητα που δεν έχουν. Η ενότητα για την οποία προσευχήθηκε είναι ενότητα της πίστεως και της αγάπης. Ο Απόστολος Παύλος λέει, «Ειρήνη τοις αδελφοίς και αγάπη μετά πίστεως από Θεού πατρός και Κυρίου Ιησού Χριστού» (Εφεσ. 6,23).
«…Ωστόσο, υπάρχει και μία άλλη συμφιλίωση, η ενότητα δράσης, η οποία αφορά στα δεινά που βλέπουμε γύρω μας στον κόσμο…».
Εδώ έγκειται η μεγάλη αποστασία, εδώ πρόκειται για μία ριζική αναχώρηση από την Παράδοση της Εκκλησίας. Ο Πατριάρχης έξυπνα επινόησε ένα άλλο είδος συμφιλίωσης. Μία συμφιλίωση που δεν βασίζεται στην πίστη, αλλά στη δράση. Δυστυχώς, αυτή η άλλη ενότητα είναι ένα ανθρώπινο κατασκεύασμα, το οποίο όσο ευγενές και αν είναι δεν αποτελεί την κύρια αποστολή της Εκκλησίας, αλλά μία απόκλιση και μία αναχώρηση από την ενότητα και τη συμφιλίωση που ο Χριστός ήρθε να μας φέρει: » τα δε πάντα εκ του Θεού του καταλλάξαντος ημάς εαυτώ δια Ιησού Χριστού και δόντος ημίν την διακονίαν της καταλλαγής, ως ότι Θεός ην εν Χριστώ κόσμον καταλλάσσων εαυτώ… και θέμενος εν ημίν τον λόγον της καταλλαγής. Υπέρ Χριστού ουν πρεσβεύομεν…»(Β  Κορ. 5,18-20). Αυτή θα πρέπει να είναι η κορυφαία μας προτεραιότητα, και ιδιαίτερα η κορυφαία προτεραιότητα της Α.Θ.Π.. Αυτή η «άλλη συμφιλίωση», η «ενότητα δράσης» που επιδιώκει, αποτελεί τη μεγαλύτερη απειλή για τους πιστούς, επειδή παρακάμπτει την αλήθεια (που είναι ο Χριστός), ενεργώντας σε καθαρά ανθρώπινο επίπεδο. Θα πρέπει ο ίδιος να εξετάσει τον εαυτό του, αν ασκεί πιστά αυτό το υπούργημα, αυτή τη διακονία – αν αυτός είναι ένας αληθινός πρεσβευτής για τον Κύριο η προδότης Του.
«… Πράγματι, η αρχή στην οποία βασίζεται η ανοικτότητα και ο διάλογος είναι ότι όλα τα ανθρώπινα όντα, στο τέλος, αντιμετωπίζουν τις ίδιες προκλήσεις. Ο διάλογος αυτός σύρει τους ανθρώπους από διαφορετικές θρησκείες και πολιτισμούς έξω από την απομόνωση, προετοιμάζοντάς τους για τη συνύπαρξη και τη σχέση αμοιβαίου σεβασμού…».
Έτσι, η «Μεγάλη Αποστολή» («πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του αγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αυτούς τηρείν πάντα όσα ενετειλάμην υμίν» (Κατά Ματθαίον 28,19-20)) περιθωριοποιείται και αντικαταθίσταται από την «αρχή», «όλα τα ανθρώπινα όντα αντιμετωπίζουν τις ίδιες προκλήσεις». Το «κάνετε μαθητές» αντικαθίσταται από τη φράση «αμοιβαίος σεβασμός». «Στο τέλος» οι θρησκείες δεν έχουν καμία ουσιαστική διαφορά – συμπεριλαμβάνεται και η Ορθόδοξη Εκκλησία. Η αληθινή Εκκλησία που ίδρυσε ο Κύριος αντικαθίσταται από την πίστη σε μία «νέα ανθρωπότητα», σε μία Νέα Παγκόσμια Τάξη, που προωθείται από τον καθοδηγητή του Πατριάρχη, τον Πάπα Φραγκίσκο (31η Ιουλίου 2016, ομιλία στην Παγκόσμια Ημέρα Νεολαίας). Και για τους δύο, η μία θρησκεία είναι το ίδιο με την άλλη. Το να παραμείνει κανείς σταθερός στην πίστη ο Πατριάρχης το αποκαλεί «απομόνωση». Είναι φοβερό να θυσιάσουμε την πίστη μας στον Χριστό τον αληθινό Θεό μας στον κοσμικό βωμό της ψευδό-θρησκείας του Οικουμενισμού και συγκρητισμού.
«… Αυτός είναι ο λόγος που η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος της Ορθοδόξου Εκκλησίας, δήλωσε στο τελικό μήνυμά της: «Ένας νηφάλιος διαθρησκευτικός διάλογος συμβάλλει στην προώθηση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης, της ειρήνης και της συμφιλίωσης». Και η εγκύκλιος της Συνόδου ήταν ακόμη πιο συγκεκριμένη: «Καλούμε συνεπώς όλους… ανεξάρτητα από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις τους, να εργαστούν για τη συμφιλίωση και το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, πρώτα απ όλα για την προστασία του θείου δώρου της ζωής. Ο πόλεμος και η αιματοχυσία πρέπει να σταματήσουν, και πρέπει να επικρατήσει η δικαιοσύνη, έτσι ώστε η ειρήνη να μπορεί να αποκατασταθεί…».
Ειρήνη και ειρήνη και ειρήνη, ξανά και ξανά. Αλλά τι είναι η ειρήνη; Είναι το ίδιο με την αλήθεια: ο Χριστός, «ο Κύριος της ειρήνης» (Β  Θεσ 3,16.). Ο Κύριος μίλησε ξεκάθαρα: “ταύτα λελάληκα υμίν ίνα εν εμοί ειρήνην έχητε» (Κατά Ιωάννην 16,33) Ναι σ’ ‘Αυτον και σε κανένα και σε τίποτα άλλο. «Ειρήνην αφίημι υμίν, ειρήνην την εμήν δίδωμι υμίν· ου καθώς ο κόσμος δίδωσιν, εγώ δίδωμι υμίν»(Κατά Ιωάννην 14,27) Με κάθε ειλικρίνεια, τίνος την ειρήνη επιδιώκει ο  Πατριάρχης Βαρθολομαίος, του Χριστού η του κόσμου; Ας επισημάνουμε την νηφάλια αλήθεια, ότι ο Πατριάρχης και η ψευδό-σύνοδός του αποδέχθηκε άλλες «ετερόδοξες εκκλησίες», ως αν ο Κύριος έχει ιδρύσει άλλες εκκλησίες, εκτός από τη Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική, Ορθόδοξη Εκκλησία. Αλλά αυτό είναι μόνο το πρώτο βήμα. Το δεύτερο βήμα είναι η προώθηση και επίτευξη της ειρήνης και της συμφιλίωσης μεταξύ όλων των ανθρώπων «ανεξάρτητα από θρησκευτικές πεποιθήσεις».
«…Αυτή είναι επίσης η εμπειρία μας με τον Πάπα Φραγκίσκο στο νησί της Λέσβου ακριβώς πριν από πέντε μήνες, στις 16 Απριλίου 2016. Εκείνο το γεγονός ήταν μία συγκεκριμένη απάντηση των Εκκλησιών της Δύσης και της Ανατολής…».
Δεν υπάρχουν «Εκκλησίες της Δύσης και της Ανατολής». Δεν συμφωνούμε με την αιρετική θεωρία «περί δύο πνευμόνων», που χαρακτηρίζεται από τον καθηγητή Δ. Τσελεγγίδη «βλάσφημη». Η κοινή δήλωση της Λέσβου έγραφε ότι ο στόχος των συμμετεχόντων είναι «να εκπληρώσουν την αποστολή διακονίας των εκκλησιών [σημειώστε το πληθυντικό] προς τον κόσμο». Το κύριο έργο της Εκκλησίας δεν είναι η κοινωνική πρόνοια. Ας μη μετριάζουμε την αποστολή της, που είναι η μεταμόρφωση της ανθρωπότητας και ολόκληρου του κόσμου.
«… σε μία τραγική κρίση του κόσμου μας. Ταυτόχρονα, ήταν μία ισχυρή επιβεβαίωση του τρόπου με τον οποίο οι οικουμενικές σχέσεις μπορούν να προωθήσουν την ειρήνη και τα ανθρώπινα δικαιώματα σε μία εποχή που ο κόσμος αποστρέφει το βλέμμα του από τον εξτρεμισμό και από τους κατατρεγμένους η αποφασίζει για τη μοίρα τους με αμιγώς οικονομικά η εθνικά συμφέροντα. Η δύναμη του διαλόγου και της οικουμενικής δράσης είναι να ξεκινήσουμε να πάμε πέρα από τους εαυτούς μας και οτιδήποτε είναι δικό μας, πέρα από την κοινότητά μας, και τις εκκλησίες μας…».
Δεν είμαστε αντίθετοι στο διάλογο, σκοπός του οποίου είναι να διακηρύξει την αλήθεια σε αυτούς που είναι πρόθυμοι να την ακούσουν. Αλλά σε αυτό το είδος του διαλόγου αντιτίθενται, ακόμα και το καταδικάζουν (!), οι οικουμενιστές. Αντ’ αυτού, ο διάλογος που προωθούν είναι «να προχωρήσουμε πέρα από τους εαυτούς μας και οτιδήποτε είναι δικό μας», που σημαίνει να σταματήσουν να πιστεύουν ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι η Εκκλησία, η μία και μόνη Εκκλησία που ιδρύθηκε από τον Κύριο. Κάτι τέτοιο είναι αυτό που αποκαλούν «απομόνωση», ακόμα και εξτρεμισμό.
«…Να μάθουμε να μιλούμε τη γλώσσα της φροντίδας και της συμπόνιας. Και πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στην αλληλεγγύη και την διακονία».
Είναι ακριβώς σε αυτό το σημείο, όπου ο Πατριάρχης μας αναμιγνύει τις προτεραιότητές του και αναχωρεί από την Αποστολική Αποστολή του να είναι μάρτυρας του Κυρίου «έως εσχάτου της γης» (Πράξεις 1,8). Ο Κύριος ανέθεσε στους Αποστόλους Του να κάνουν μαθητές από όλα τα έθνη, διδάσκοντάς τους να τηρούν όλα όσα τους διέταξε (βλέπε Κατά Ματθαίον 28,19-20). Κάνει ο Πατριάρχης μας μαθητές από όλους τους θρησκευτικούς ηγέτες, οι οποίοι ήταν παρόντες στην Ασσίζη;
Όπως είπαμε σε άλλο άρθρο, ο Πατριάρχης μας δεν πιστεύει καν στο να κάνει μαθητές από τα έθνη, όπως εκφράζεται στη δήλωσή του: «Η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν επιδιώκει να πείσει τους άλλους για συγκεκριμένες αντιλήψεις της αλήθειας η της Αποκάλυψης, ούτε επιδιώκει να τους μεταστρέψει σε ένα συγκεκριμένο τρόπο σκέψης». Αυτή δεν είναι η μαρτύρια που ο Κύριος αναμένει.
Τόσο ο Πατριάρχης μας όσο και οι ομοϊδεάτες του οικουμενιστές πρέπει να αναλάβουν σοβαρά την Μεγάλη Αποστολή και να κάνουν δικό τους τον αφορισμό του Απ. Παύλου, «ουαί δε μοι εστιν εάν μη ευαγγελίζωμαι» (Α  Κορ. 9,16).

Ορθόδοξος Τύπος