Τὸν πανιερώτατο Μητροπολίτη Κυρηνείας κ. Χρυσόστομο γνωρίζω ἀπὸ χρόνια, ἀπὸ τότε ποὺ ἦταν λαϊκός, καὶ δηλώνω ἐξαρχῆς ὅτι τίποτα προσωπικὸ δὲν ἔχω μαζί του. Μάλιστα πάντοτε διατηρούσαμε φιλικὲς σχέσεις. Περαιτέρω, σέβομαι καὶ τὸ ἀρχιερατικό του ἀξίωμα.
Ἡ ὡς ἄνω ὅμως ἀνακοίνωσή του, τὴν ὁποία παραθέτω ἐφεξῆς αὐτούσια, ὁμολογῶ ὅτι μὲ λύπησε βαθύτατα, ὄχι ἁπλῶς γιατὶ καταφέρεται μὲ ὄχι εὐθὺ τρόπο κατὰ τοῦ οἰκείου Μητροπολίτου μου, τοῦ Μόρφου κ. Νεοφύτου, ἀλλὰ κυρίως καὶ κατεξοχὴν γιατὶ μὲ τὰ λίγα σὲ ἔκταση ἀλλὰ ἀφοριστικά του αὐτὰ γραφόμενα, πλήττει καίρια τὸ ἦθος καὶ τοὺς λόγους τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας, παλαιῶν καὶ συγχρόνων, ἀλλοιώνει τὴ σχετικὴ Ἱερὰ Παράδοση τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας καὶ τὸν ἐκφραζόμενο στὴν Ἁγία Γραφὴ λόγο τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ τὴν ἀποκαλυφθεῖσα ἀπὸ τὸν Τριαδικὸ Θεὸ «ἐν προσώπῳ Ἰησοῦ Χριστοῦ» σωστικὴ τῶν ἀνθρώπων Ἀλήθεια.
Ἐπειδή, λοιπόν, «φίλος ὁ Πλάτων, ἀλλὰ φιλτάτη ἡ ἀλήθεια», παραθέτω ἐδῶ τὴν ἀπόφανση τοῦ ἁγίου Κυρηνείας καὶ προχωρῶ στὴν ἀναθεώρηση καὶ ἀνασκευή της, βάσει ὄχι νεφελωδῶν καὶ ἀνερείστων ἀφορισμῶν, ἀλλὰ βάσει τῶν πηγῶν τῆς Ὀρθόδοξης πίστης.
Τὸ ἀνακοινωθὲν τοῦ Μητροπολίτου Κυρηνείας ἔχει ὡς ἑξῆς:
«Γραφείο Ιεράς Μητροπόλεως Κυρηνείας στη Λευκωσία [30.07.2019]
Εκφράζοντας τη θέση της Ιεράς Μητροπόλεως Κυρηνείας και τη δική μου προσωπικώς, πιστεύουμε ότι ο κληρικός δεν πρέπει να ανακατεύεται μέσα στις κρεβατοκάμαρες των ζευγαριών. Επίσης από την εμπειρία μας μέσα από τη μελέτη των έργων αγίων ανθρώπων της Εκκλησίας ή και σε προσωπική επικοινωνία μαζί τους, δεν έχουμε διαβάσει και δεν έχουμε ακούσει οι άγιοί μας να αναφέρονται σε τέτοιου είδους θέματα με τόση λεπτομέρεια. +Ο Κυρηνείας Χρυσόστομος».
«Ἀρχὴ ἐπιστήμης», ἅγιε Κυρηνείας, «ἡ τῶν ὀνομάτων ἐπίσκεψις» καὶ τῶν πραγμάτων ὁ ἔλεγχος. Ἂς ἐξετάσουμε λοιπὸν τὸ κείμενό σας ἐνδελεχῶς.
Σημειώνετε προοιμιακὰ ὅτι τὸ κείμενό σας ἐκφράζει και «τὴ θέση της Ιεράς Μητροπόλεως Κυρηνείας». Δὲν γνωρίζω κατὰ πόσον τὸ ἔχετε διερευνήσει αὐτό, πάντως ἐσᾶς σᾶς ἐκφράζει ἀσφαλῶς πλήρως, ὅπως δηλώνετε. Ἡ ἀπόφανσή σας διακρίνεται σὲ δύο σκέλη: α. «ο κληρικός δεν πρέπει να ανακατεύεται μέσα στις κρεβατοκάμαρες των ζευγαριών» καί, β. τα έργα και οι λόγοι «των αγίων ανθρώπων της Εκκλησίας» ἔρχονται σὲ πλήρη ἀντιδιαστολὴ μὲ ὅσα ὁ ἅγιος Μόρφου ἀνέφερε σὲ πρόσφατη ὁμιλία του σὲ συγκέντρωση πιστῶν στὸ Ἀκάκι γιὰ τὸ πολύκροτο θέμα τῆς ὁμοφυλοφιλίας καὶ τῶν αἰτίων της, καθὼς αὐτοὶ «δεν αναφέρονται σε τέτοιου είδους θέματα με τόση λεπτομέρεια».
Ἂς ἀρχίσουμε ἀπὸ τὸ πρῶτο σκέλος τῆς θέσης σας: «ο κληρικός δεν πρέπει να ανακατεύεται μέσα στις κρεβατοκάμαρες των ζευγαριών». Ἀντιλαμβάνομαι ὅτι ἀσφαλῶς τῆς ἀπαγόρευσης ἐξαιρεῖται ὁ ἔγγαμος κληρικὸς καὶ ἡ δική του κρεβατοκάμαρα. Πρῶτο μου ἐρώτημα, ἅγιε Κυρηνείας, εἶναι τί ἐστὶ κληρικός, καὶ δὴ ἐπίσκοπος. Διοικητικὸς ὑπάλληλος Μητροπόλεως; Τελετουργὸς ναῶν; Ἀπαραίτητο γραφικὸ καὶ «παραδοσιακὸ» decorκοινωνικῶν κ.λπ. ἐκδηλώσεων; Ἐπειδὴ τυγχάνω καὶ ἐγὼ κληρικός, θὰ ἀπαντήσω πὼς ὁ Ὀρθόδοξος κληρικὸς (τὸ τονίζω, γιατὶ ἐκτὸς Ὀρθοδοξίας ὑπάρχει διαφοροποιημένη ἀντίληψη καὶ κατάσταση), μὲ τὴ Χάρη τῆς Ἱερωσύνης ποὺ λαμβάνει, μετέχει, χαρισματικὰ πλέον, στὸ τρισσὸ ἀξίωμα τοῦ μεγάλου Ἀρχιερέως Χριστοῦ: Τὸ ἱερατικό, τὸ προφητικὸ καὶ τὸ βασιλικό. Ἔτσι ὁ κληρικός, καὶ δὴ ὁ ἐπίσκοπος, ποὺ κατεξοχὴν τυγχάνει «εἰς τόπον καὶ τύπον Χριστοῦ», εἶναι —πρέπει νὰ εἶναι—καὶ λειτουργὸς τῶν σωστικῶν Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας (ἱερατικὸ ἀξίωμα), καὶ διδάσκαλος καὶ τοῦ νοητοῦ ἀμπελῶνος «ἐργάτης ἀνεπαίσχυντος» (χωρὶς δηλ. νὰ ντρέπεται) «ὀρθοτομῶν τὸν λόγον τῆς ἀληθείας» (Β´ Τιμ. 2, 15) (προφητικὸ ἀξίωμα), καὶ κριτὴς καὶ διαχειριστὴς πνευματικὸς τῆς ζωῆς τῶν πιστῶν (βασιλικὸ ἀξίωμα).
Ἡ Ὀρθόδοξη ζωή, σεβαστέ μου ἅγιε Κυρηνείας, δὲν διακρίνεται σὲ ἱερὲς καὶ μὴ στιγμές, σὲ ζωὴ στὸν ναό, σὲ σαλόνια, σὲ τραπεζαρίες, σὲ κρεβατοκάμαρες... Δὲν ὑπάρχουν ἠθικὰ οὐδέτερες πράξεις. Ἡ ζωὴ τοῦ Ὀρθοδόξου πιστοῦ, σὲ ὅλες τὶς ἐκφάνσεις καὶ ἐκφράσεις της, πρέπει νὰ λούζεται στὸ Φῶς τοῦ Εὐαγγελίου, στὸ Φῶς τοῦ Χριστοῦ. «Κατὰ πάντα καὶ διὰ πάντα» στοχεύει στὴν ἐν-Χρίστωση τοῦ πιστοῦ, στὴν πραγμάτωση στὴ ζωή του τοῦ Θείου θελήματος, τῶν ἐντολῶν τοῦ Κυρίου. Ὁ Χριστὸς πρέπει νὰ εἶναι παρὼν παντοῦ καὶ πάντοτε στὴ ζωή μας. Οὐαὶ καὶ ἀλίμονο, ἐὰν ἡ ζωή μας ὡς Ὀρθοδόξων χριστιανῶν εἶναι κατ᾽ ἐπιλογήν, à lacarte... Γιὰ τοῦτο καὶ ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ Ἱερὰ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας καλύπτουν ὅλο τὸ φάσμα τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς, μέχρι... καὶ τὶς «κρεβατοκάμαρες των ζευγαριών». Κι αὐτὸ βεβαίως δὲν γίνεται γιὰ νὰ ζεῖ ὁ πιστὸς κάτω ἀπὸ ἕνα συνεχὴ βραχνά, σὰν νὰ εἴχαμε ἕνα Θεὸ «μπαμπούλα καὶ ἀστυνόμο», ἀλλὰ ἀντίθετα γιὰ νὰ διασφαλίζονται ἐν παντὶ τὰ ὅρια τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς καὶ ἐλευθερίας καὶ νὰ ἁγιάζεται κάθε στιγμὴ τῆς ζωῆς τοῦ πιστοῦ. «Τοῦτο γὰρ ἐστὶ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὁ ἁγιασμὸς ὑμῶν» (Α´ Θεσ. 4, 3).
Καί, γιὰ νὰ μὴ νομισθεῖ ὅτι λέγω δικά μου πράγματα, ἀποκυήματα τῆς φαντασίας μου, ἂς δοῦμε συνοπτικώτατα τὶς σχετικὲς θέσεις τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ τῶν Ἱερῶν Κανόνων γιὰ τὸ θέμα τῆς ὁμοφυλοφιλίας. Καὶ λέγω συνοπτικώτατα, γιατὶ ἡ ἐνδελεχὴς τεκμηρίωση τοῦ θέματος θὰ ἀπόβαινε ἐκτενέστατη διατριβή. Καί, ἀσφαλῶς, ὁμοφυλοφιλικὴ συνεύρεση συνιστᾶ καὶ ὁ κατ᾽ εὐφημισμὸν σήμερα ἀποκαλούμενος «πρωκτικὸς ἔρωτας» ἄνδρα καὶ γυναίκας. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὅσα κατωτέρω, συναναφέρονται καὶ στὴν πτώση αὐτή. Οἱ ὅποιες ὑπογραμμίσεις εἶναι δικές μας.
Ἡ ὁμοφυλοφιλία καταδικάζεται ἀπερίφραστα ἀπὸ τὸν Θεὸ στὴν Παλαιὰ Διαθήκη καὶ τιμωρεῖται παραδειγματικώτατα ἀπὸ Αὐτὸν στὰ πρόσωπα τῶν Σοδομιτῶν: «κραυγὴ Σοδόμων καὶ Γομόρρας πεπλήθυνται, καὶ αἱ ἁμαρτίαι αὐτῶν μεγάλαι σφόδρα» (Γεν. 18, 20). Ἐὰν ἡ κατὰ φύσιν σαρκικὲς ἁμαρτίες τῶν ἀνθρώπων τιμωρήθηκαν μὲ τὸν «κατὰ φύσιν» κατακλυσμὸ τοῦ ὕδατος, «διὰ τὸ εἶναι αὐτοὺς σάρκας», ἡ παρὰ φύσιν ἁμαρτία τῶν κατοίκων Σοδόμων καὶ Γομόρρας τιμωρήθηκε μὲ τὸν «παρὰ φύσιν» κατακλυσμὸ τῆς φωτιᾶς (Γεν. 19). Ὁ λόγος καὶ νόμος τοῦ Θεοῦ ἦταν καὶ εἶναι ξεκάθαρος: «καὶ μετά ἄρσενος οὐ κοιμηθήσῃ κοίτην γυναικείαν, βδέλυγμα γάρ ἐστι» (Λευϊτ. 18, 22)· «καὶ ὃς ἂν κοιμηθῇ μετὰ ἄρσενος κοίτην γυναικός, βδέλυγμα ἐποίησαν ἀμφότεροι· θανάτῳ θανατούσθωσαν, ἔνοχοί εἰσιν» (Λευϊτ. 20, 13).
Ἂς ἔλθουμε ὅμως καὶ στὴν ἐποχὴ τῆς Χάριτος, τὴν Καινὴ Διαθήκη. Τὸ «στόμα τοῦ Χριστοῦ», ὁ ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν Παῦλος, στηλιτεύει μὲ τὸν ἐμφαντικώτερο τρόπο, μεταξὺ πολλῶν ἄλλων σοβαρῶν ἁμαρτημάτων στὰ ὁποῖα ἐπιδίδονταν οἱ εἰδωλολάτρες τῆς ἐποχῆς, τὰ παρὰ φύσιν ἁμαρτήματα τῶν ἀνθρώπων, γιὰ νὰ διασφαλίσει τὸ χριστιανικὸ ἦθος τῶν πιστῶν, ποὺ ἀναπόφευκτα συναναστρέφονταν μαζί τους. Ἐξάλλου, πλεῖστοι ὅσοι ἀπὸ αὐτοὺς ἦσαν καὶ οἱ ἴδιοι προηγουμένως εἰδωλολάτρες. Στὸ ἀθάνατο κείμενο τῆς πρὸς Ῥωμαίους ἐπιστολῆς του, ἀποφαίνεται θεόπνευστα καὶ ἀνεπαίσχυντα ὁ θεηγόρος ἀπόστολος: «οὐ γὰρ ἐπαισχύνομαι τὸ εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ· δύναμις γὰρ Θεοῦ ἐστιν εἰς σωτηρίαν παντὶ τῷ πιστεύοντι, Ἰουδαίῳ τε πρῶτον καὶ Ἕλληνι. δικαιοσύνη γὰρ Θεοῦ ἐν αὐτῷ ἀποκαλύπτεται ἐκ πίστεως εἰς πίστιν, καθὼς γέγραπται· ὁ δὲ δίκαιος ἐκ πίστεως ζήσεται. Ἀποκαλύπτεται γὰρ ὀργὴ Θεοῦ ἀπ᾽ οὐρανοῦ ἐπὶ πᾶσαν ἀσέβειαν καὶ ἀδικίαν ἀνθρώπων τῶν τὴν ἀλήθειαν ἐν ἀδικίᾳ κατεχόντων, διότι τὸ γνωστὸν τοῦ Θεοῦ φανερόν ἐστιν ἐν αὐτοῖς· ὁ γὰρ Θεὸς αὐτοῖς ἐφανέρωσε. τὰ γὰρ ἀόρατα αὐτοῦ ἀπὸ κτίσεως κόσμου τοῖς ποιήμασι νοούμενα καθορᾶται, ἥ τε ἀΐδιος αὐτοῦ δύναμις καὶ θειότης, εἰς τὸ εἶναι αὐτοὺς ἀναπολογήτους, διότι γνόντες τὸν Θεὸν οὐχ ὡς Θεὸν ἐδόξασαν ἢ εὐχαρίστησαν, ἀλλ' ἐματαιώθησαν ἐν τοῖς διαλογισμοῖς αὐτῶν, καὶ ἐσκοτίσθη ἡ ἀσύνετος αὐτῶν καρδία· φάσκοντες εἶναι σοφοὶ ἐμωράνθησαν, καὶ ἤλλαξαν τὴν δόξαν τοῦ ἀφθάρτου Θεοῦ ἐν ὁμοιώματι εἰκόνος φθαρτοῦ ἀνθρώπου καὶ πετεινῶν καὶ τετραπόδων καὶ ἑρπετῶν. Διὸ καὶ παρέδωκεν αὐτοὺς ὁ Θεὸς ἐν ταῖς ἐπιθυμίαις τῶν καρδιῶν αὐτῶν εἰς ἀκαθαρσίαν τοῦ ἀτιμάζεσθαι τὰ σώματα αὐτῶν ἐν αὑτοῖς, οἵτινες μετήλλαξαν τὴν ἀλήθειαν τοῦ Θεοῦ ἐν τῷ ψεύδει, καὶ ἐσεβάσθησαν καὶ ἐλάτρευσαν τῇ κτίσει παρὰ τὸν κτίσαντα, ὅς ἐστιν εὐλογητὸς εἰς τοὺς αἰῶνας· ἀμήν. Διὰ τοῦτο παρέδωκεν αὐτοὺς ὁ Θεὸς εἰς πάθη ἀτιμίας. αἵ τε γὰρ θήλειαι αὐτῶν μετήλλαξαν τὴν φυσικὴν χρῆσιν εἰς τὴν παρὰ φύσιν, ὁμοίως δὲ καὶ οἱ ἄρσενες ἀφέντες τὴν φυσικὴν χρῆσιν τῆς θηλείας ἐξεκαύθησαν ἐν τῇ ὀρέξει αὐτῶν εἰς ἀλλήλους, ἄρσενες ἐν ἄρσεσι τὴν ἀσχημοσύνην κατεργαζόμενοι καὶ τὴν ἀντιμισθίαν ἣν ἔδει τῆς πλάνης αὐτῶν ἐν ἑαυτοῖς ἀπολαμβάνοντες. Καὶ καθὼς οὐκ ἐδοκίμασαν τὸν Θεὸν ἔχειν ἐν ἐπιγνώσει, παρέδωκεν αὐτοὺς ὁ Θεὸς εἰς ἀδόκιμον νοῦν, ποιεῖν τὰ μὴ καθήκοντα» (Ρωμ. 1, 16-28). Καὶ παραπέμπουμε τὸν κάθε φιλομαθὴ ἀναγνώστη στὴ θεοφόρο ἑρμηνεία τῆς περικοπῆς ἀπὸ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Χρυσοστόμο, ποὺ λέει τὰ πράγματα μὲ τὸ ὄνομά τους, ἀπὸ τὴν ὁποία σταχυολογοῦμε ἐνδεικτικὰ τὸ ἑξῆς ἀπόσπασμα: «Ἐπὶ δὲ τῶν ἀῤῥένων πάλιν ἑτέρως τὸ αὐτὸ ἐδήλωσεν, εἰπών· ‘‘Ἀφέντες τὴν φυσικήν χρῆσιν τῆς θηλείας’’. Καὶ ὁμοίως ἐκείναις καὶ τούτους ἐκβάλλει πάσης ἀπολογίας, κατηγορῶν αὐτῶν, οὐ μόνον ὅτι εἶχον ἀπόλαυσιν, καὶ ἀφέντες ἣν εἶχον, ἐπ᾽ ἄλλην ἦλθον, ἀλλ᾽ ὅτι τὴν κατά φύσιν ἀτιμάσαντες, ἐπὶ τὴν παρὰ φύσιν ἔδραμον. ∆υσκολώτερα δὲ τὰ παρὰ φύσιν καὶ ἀηδέστερα, ὥστε οὐδὲ ἡδονὴν ἂν ἔχοιεν εἰπεῖν· ἡ γὰρ γνησία ἡδονὴ ἡ κατὰ φύσιν ἐστίν· ἀλλ᾽ ὅταν ὁ Θεὸς ἐγκαταλίπῃ, πάντα ἄνω καὶ κάτω γίνεται. ∆ιὰ τοῦτο οὐ τὸ δόγμα αὐτοῖς σατανικόν μόνον ἦν, ἀλλὰ καὶ ὁ βίος διαβολικός... Ἐνταῦθα δὲ ἀντὶ τοῦ κόσμου τὴν κατά φύσιν τέθεικεν ἡδονήν, ἧς ἠδύναντο μετὰ ἀδείας πλείονος ἀπολαύοντες καὶ μείζονος τῆς εὐφροσύνης, ἀπηλλάχθαι αἰσχύνης· ἀλλ᾽ οὐκ ἠθέλησαν· ὅθεν καί συγγνώμης ἁπάσης εἰσὶν ἐκτὸς καὶ εἰς αὐτὴν τὴν φύσιν ὑβρίσαντες».
Ἂς παραθέσουμε ἐνδεικτικὰ ἀκόμη τρία παύλεια χωρία καὶ ἕνα τοῦ ἀποστόλου καὶ θεαδέλφου Ἰούδα γιὰ τὸ ἁμάρτημα τῆς ὁμοφυλοφιλίας, καθὼς καὶ τῆς σωφροσύνης τῶν συζύγων μέσα στὸ Γάμο, ὅπου τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δηλώνει μὲ σαφήνεια πὼς ὅσοι περιπίπτουν στὸ πάθος τοῦτο καὶ δὲν μετανοοῦν, ἀποκλείονται τῆς σωτηρίας, τῆς αἰώνιας ζωῆς.
α. «ἢ οὐκ οἴδατε ὅτι ἄδικοι βασιλείαν Θεοῦ οὐ κληρονομήσουσι; μὴ πλανᾶσθε· οὔτε πόρνοι οὔτε εἰδωλολάτραι οὔτε μοιχοὶ οὔτε μαλακοὶ οὔτε ἀρσενοκοῖται οὔτε πλεονέκται οὔτε κλέπται οὔτε μέθυσοι, οὐ λοίδοροι, οὐχ ἅρπαγες βασιλείαν Θεοῦ οὐ κληρονομήσουσι. καὶ ταῦτά τινες ἦτε· ἀλλὰ ἀπελούσασθε, ἀλλὰ ἡγιάσθητε, ἀλλὰ ἐδικαιώθητε ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ καὶ ἐν τῷ Πνεύματι τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. Πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾽ οὐ πάντα συμφέρει· πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾽ οὐκ ἐγὼ ἐξουσιασθήσομαι ὑπό τινος» (Α´ Κορ. 6, 9-12).
β. «Οἴδαμεν δὲ ὅτι καλὸς ὁ νόμος, ἐάν τις αὐτῷ νομίμως χρῆται, εἰδὼς τοῦτο, ὅτι δικαίῳ νόμος οὐ κεῖται, ἀνόμοις δὲ καὶ ἀνυποτάκτοις, ἀσεβέσι καὶ ἁμαρτωλοῖς, ἀνοσίοις καὶ βεβήλοις, πατρολῴαις καὶ μητρολῴαις, ἀνδροφόνοις, πόρνοις, ἀρσενοκοίταις, ἀνδραποδισταῖς, ψεύσταις, ἐπιόρκοις, καὶ εἴ τι ἕτερον τῇ ὑγιαινούσῃ διδασκαλίᾳ ἀντίκειται, κατὰ τὸ εὐαγγέλιον τῆς δόξης τοῦ μακαρίου Θεοῦ, ὃ ἐπιστεύθην ἐγώ» (Α´ Τιμ. 1, 8-11).
γ. «Τὸ λοιπὸν οὖν, ἀδελφοί, ἐρωτῶμεν ὑμᾶς καὶ παρακαλοῦμεν ἐν Κυρίῳ Ἰησοῦ, καθὼς παρελάβετε παρ᾽ ἡμῶν τὸ πῶς δεῖ ὑμᾶς περιπατεῖν καὶ ἀρέσκειν Θεῷ, ἵνα περισσεύητε μᾶλλον· οἴδατε γὰρ τίνας παραγγελίας ἐδώκαμεν ὑμῖν διὰ τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. Τοῦτο γάρ ἐστι θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὁ ἁγιασμὸς ὑμῶν, ἀπέχεσθαι ὑμᾶς ἀπὸ τῆς πορνείας, εἰδέναι ἕκαστον ὑμῶν τὸ ἑαυτοῦ σκεῦος κτᾶσθαι ἐν ἁγιασμῷ καὶ τιμῇ, μὴ ἐν πάθει ἐπιθυμίας καθάπερ καὶ τὰ ἔθνη τὰ μὴ εἰδότα τὸν Θεόν, τὸ μὴ ὑπερβαίνειν καὶ πλεονεκτεῖν ἐν τῷ πράγματι τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, διότι ἔκδικος ὁ Κύριος περὶ πάντων τούτων, καθὼς καὶ προείπομεν ὑμῖν καὶ διεμαρτυράμεθα. οὐ γὰρ ἐκάλεσεν ἡμᾶς ὁ Θεὸς ἐπὶ ἀκαθαρσίᾳ, ἀλλ᾽ ἐν ἁγιασμῷ. τοιγαροῦν ὁ ἀθετῶν οὐκ ἄνθρωπον ἀθετεῖ, ἀλλὰ τὸν Θεὸν τὸν καὶ δόντα τὸ Πνεῦμα αὐτοῦ τὸ ἅγιον εἰς ὑμᾶς» (Α´ Θεσ. 4, 1-8).
δ. «ὡς Σόδομα καὶ Γόμορρα καὶ αἱ περὶ αὐτὰς πόλεις τὸν ὅμοιον τούτοις τρόπον ἐκπορνεύσασαι καὶ ἀπελθοῦσαι ὀπίσω σαρκὸς ἑτέρας, πρόκεινται δεῖγμα, πυρὸς αἰωνίου δίκην ὑπέχουσαι» (Ἰούδα, 7).
Ἀλλά, ἂς ἔλθουμε καὶ στὸν ἁγιοπνευματικὸ ὑπομνηματισμὸ τῶν ἀνωτέρω ἁγιογραφικῶν χωρίων ἀπὸ τὴ ζῶσα ἐκκλησιαστική μας Παράδοση, ἀρχίζοντας ἀπὸ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες. Ἐδῶ νὰ τονίσουμε πὼς οἱ ἴδιες Οἰκουμενικὲς Σύνοδοι, ποὺ ἐξέφρασαν θεόπνευστα τὰ Δόγματα καὶ ἀποκρυστάλλωσαν τὴν Ὀρθόδοξη δογματικὴ διδασκαλία, οἱ ἴδιες καθόρισαν τὸ Ὀρθόδοξο ἦθος μὲ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες ποὺ θεσμοθέτησαν, ἐπικυρώνοντας συχνὰ Κανόνες παλαιοτέρων τοπικῶν Συνόδων καὶ μεμονωμένων ἁγίων πατέρων, προσδίδοντάς τους ἔτσι οἰκουμενικὸ κύρος.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Νηστευτής διδάσκει ὅτι εἶναι πολὺ βαρύτερη ἡ παρὰ φύσιν ἁμαρτία ἀνάμεσα στὸ ἀνδρόγυνο, παρὰ αὐτὴ ποὺ γίνεται μὲ ξένους. «Ἡ ὁμοφυλοφιλία εἶναι δύο εἰδῶν», παρατηρεῖ. «Ἡ μία σέ γυναῖκες, ὅταν οἱ ἄνδρες πέσουν μ’ αὐτὲς στό παρὰ φύσιν (πρωκτικὴ ἀνωμαλία), ἐνῶ ἡ ἄλλη ἀναφέρεται στὴν ἴδια συγχαμερὴ πράξη, πού γίνεται μεταξὺ τῶν ἀνδρῶν... Τὸ νὰ τὴν κάνει κάποιος σὲ ξένες γυναῖκες εἶναι βαρύτερο ἁμάρτημα ἀπὸ τὸ νὰ τὴν κάνει σὲ ἄνδρες. Καί, τὸ νὰ τὴν κάνει στὴ δική του γυναῖκα εἶναι ἀκόμη βαρύτερο ἀπὸ τὸ νὰ τὴν κάνει σὲ ξένη γυναίκα [καθὼς μολύνει ἕνα Μυστήριο, αὐτὸ τοῦ Γάμου]. Ἀπ’ αὐτὰ λοιπόν, συμπεραίνουμε ὅτι τὸ ἀνδρόγυνο ποὺ θὰ πέσει στὸ παρὰ φύσιν, κανονίζεται ἀπὸ τὸν Πνευματικὸ πολὺ βαρύτερα ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ διέπραξε τὴν ἁμαρτία αὐτὴ σὲ ἄνδρες ἢ σὲ ξένες γυναῖκες... Ὀκτὼ χρόνια ἀποχὴ ἀπὸ τὴ Θεία Κοινωνία κανονίζεται αὐτὴ ἡ ἁμαρτία» (βλ. Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, Ἐξομολογητάριον. Ἀπόδοσις στὴ Νεοελληνικὴ ὑπὸ Βενεδίκτου Ἱερομονάχου Ἁγιορείτου, Ἅγιον Ὄρος 2013, σελ. 181, ὑποσημ. 151, ὅπου προστίθεται: «Ὁ δὲ ξβ΄ κανόνας τοῦ ἁγίου Βασιλείου 15 χρόνια ἐμποδίζει τοὺς ὁμοφυλόφιλους ἀπὸ τὴν Κοινωνία· ὁ δὲ τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης 18 χρόνια).
Μετὰ ἀπὸ αὐτά, ἅγιε Κυρηνείας, νὰ ὑπενθυμίσουμε ὅτι θεματοφύλακες τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς Ἱερᾶς Παράδοσης εἶναι οἱ κληρικοί, κατεξοχὴν οἱ ἐπίσκοποι, μέσα στὸ πλαίσιο τοῦ τρισσοῦ ἀξιώματος τῆς χαρισματικῆς ἱερωσύνης. Καὶ ἔχουν χρέος, «ἐν παντὶ καιρῷ καὶ πάσῃ ὥρᾳ», νὰ ὀρθοτομοῦν «τὸν λόγον τῆς ἀληθείας» χάριν τοῦ ποιμνίου τους, χάριν τῶν ψυχῶν «δι᾽ ἃς Χριστὸς ἀπέθανεν». Ἀπὸ τὰ πάμπολλα, ποὺ θὰ μποροῦσαν ἐν προκειμένῳ νὰ λεχθοῦν, Σᾶς παραπέμπω στὰ κεφ. β´- δ´ τῆς Ἀποκαλύψεως τοῦ Ἰωάννου. Οἱ ἐκεῖ λόγοι-ἐπιστολὲς τοῦ Χριστοῦ —μέσῳ τοῦ Θεολόγου Ἰωάννου— στοὺς ἑπτὰ «ἀγγέλους», δηλαδὴ ἐπισκόπους τῶν ἰσαρίθμων Ἐκκλησιῶν τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, μᾶς ἀποκαλύπτουν σαφέστατα τὸ πόσο ὁ Κύριος παρακολουθεῖ λεπτομερῶς τὸ ποιμαντικὸ ἔργο τῶν ἐπισκόπων, καὶ τὸ τί ζητεῖ καὶ ἀναμένει ἀπὸ αὐτούς, προαναγγέλλοντας αὐστηρὲς τιμωρίες σὲ ὅσους δὲν μεριμνοῦν ἀντάξια τοῦ ἐπισκοπικοῦ τους ἀξιώματος γιὰ τὴ σωστικὴ διδαχὴ καὶ διαποίμανση τῶν πιστῶν.
Κατόπιν τῶν ἀνωτέρω, νομίζω πὼς τὸ πόρισμα ποὺ ἀπορρέει εἶναι σαφὲς καὶ lucisclarior: Ὁ κληρικός, καὶ δὴ ὁ ἐπίσκοπος, εἶναι ἐπωμισμένος μὲ τὴ βαρεία εὐθύνη νὰ ἀναγγέλλει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ στοὺς πιστοὺς γιὰ τὴν ὅλη βιοτή τους καὶ νὰ τοὺς καθοδηγεῖ «εἰς νομὰς σωτηρίας». Αὐτὸ τοῦτο, ἀκριβῶς, ἅγιε Κυρηνείας, ἔπραξε ἐν προκειμένῳ γιὰ τὸ ζήτημα τῆς ὁμοφυλοφιλίας ὁ ἅγιος Μόρφου, ἕνεκα τοῦ ὁποίου ὁ ἄνθρωπος λοιδορήθηκε, κοροϊδεύθηκε χυδαιότατα, γελοιοποιήθηκε, ὑβρίσθηκε ἀπροκάλυπτα, ἐκ πιστῶν καὶ ἀπίστων, ἐξ οἰκείων καὶ ἀλλοτρίων τῆς πίστεως, καὶ παρέμεινε μέχρι στιγμῆς σιωπῶν ἐν ὑπομονῇ. Βεβαίως, ἑτοιμάζει σύντομα ἐπίσημη ἀπάντησή του, γραπτὴ καὶ προφορικὴ γιὰ τὸ θέμα. Καί, γιατί ὅλα αὐτά; Ἐπειδὴ τόλμησε καὶ ὀρθοτόμησε καὶ ἐν προκειμένῳ λόγον ἀληθείας, γιὰ τὴ σωτηρία ψυχῶν, μὴ λέγοντας κάτι δικό του, ἀλλὰ μεταφέροντας στοὺς ἀκροατές του τὰ ὅσα λέγει σχετικὰ ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, τὰ ὅσα ἀναφέρουν οἱ ἄγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, παλαιοὶ καὶ σύγχρονοι.
Κι αὐτό, μᾶς ὁδηγεῖ στὸ β´ σκέλος τῆς ἀπόφανσής σας: Ὅτι τάχα τὰ ἔργα καὶ οἱ λόγοι «των αγίων ανθρώπων της Εκκλησίας» ἔρχονται σὲ πλήρη ἀντιδιαστολὴ μὲ τὰ ὅσα ὁ ἅγιος Μόρφου ἀνέφερε σὲ πρόσφατη ὁμιλία του σὲ συγκέντρωση πιστῶν στὸ Ἀκάκι γιὰ τὸ πολύκροτο θέμα τοῦ πρωκτικοῦ καὶ στοματικοῦ ἔρωτα καὶ τῶν ἀναπόδραστων συνεπειῶν τους στὸ χαρακτήρα καὶ τὴ διαμόρφωση τοῦ κυοφορούμενου ἐμβρύου, καθὼς αὐτοὶ «δεν αναφέρονται σε τέτοιου είδους θέματα με τόση λεπτομέρεια».
Καταρχήν, νὰ μοῦ ἐπιτρέψετε τὴν εὔλογη ἐρώτηση, ποιά ἔργα «αγίων ανθρώπων της Εκκλησίας» μελετήσατε ἢ μὲ ποιούς ἐξ αὐτῶν ἤλθατε «και σε προσωπική επικοινωνία» καὶ δὲν βρήκατε ἢ ἀκούσατε κάτι σχετικὸ μὲ ὅσα ἀνέφερε ὁ ἅγιος Μόρφου.
Μέχρι νὰ ἔχουμε τὴν ἀπάντησή σας, θὰ σταχυολογήσω στὴ συνέχεια, καὶ πάλιν τελείως ἐνδεικτικά, κείμενα «αγίων ανθρώπων της Εκκλησίας», παλαιοτέρων καὶ συγχρόνων, ποὺ περίτρανα ἀποδεικνύουν τὸ ἀκριβῶς ἀντίθετο ἀπ᾽ αὐτὸ ποὺ διακηρύττετε στὴν ὑπὸ ἐξέταση ἀπόφανσή σας.
Ὁ Μ. Βασίλειος γράφει: «Παρὰ τῶν μεθυόντων αἱ τῆς φύσεως ἐναλλαγαί, ἐν ἄρρενι μὲν τὸ θῆλυ, ἐν δὲ τῷ θήλει τὸ ἄρρεν ἐπιζητούντων» (Μεγ. Βασιλείου, Περὶ Νηστείας Λόγος Α´, PG31, 181).
Ὁ θεοφόρος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς ἐπισημαίνει: «Ἢ πάλιν κακία ἐστίν, ἡ ἐσφαλμένη κρίσις τῶν νοημάτων, ᾗ ἐπακολουθεῖ ἡ παράχρησις τῶν πραγμάτων. Οἷον ὡς ἐπὶ τῆς γυναικός, ἡ ὀρθὴ κρίσις τῆς συνουσίας, ὁ σκοπός ἐστι τῆς παιδοποιίας. Ὁ οὖν εἰς τὴν ἡδονὴν ἀποβλεψάμενος, ἐσφάλη περὶ τὴν κρίσιν, τὸ μὴ καλὸν ὡς καλὸν ἡγησάμενος. Ὁ γοῦν τοιοῦτος, παραχρῆται γυναικὶ συνουσιαζόμενος. Καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων πραγμάτων καὶ νοημάτων» (ὁσίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, Περὶ Ἀγάπης, Ἑκατοντὰς Β´, 17, PG90, 989ΑΒ).
Ὁ μεγάλος Κύπριος ἅγιος τοῦ 7ου αἰώνα καὶ πατὴρ τῆς Ἐκκλησίας, ὅσιος Ἀναστάσιος ὁ Σιναΐτης, εἶναι σαφέστατος στὴ στηλίτευση τοῦ πάθους τῆς παρὰ φύσιν σχέσης στὸ Γάμο, ἀναδεικνύοντας τὸ μέγεθος τοῦ ἁμαρτήματος: «Ἀλλιῶς τιμωρεῖται αὐτός, ποὺ μὲ τρόπο φυσιολογικὸ κάνει χρήση τῆς φύσεως, καὶ μὲ ἄλλον τρόπο καὶ περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλη ἁμαρτία καὶ αὐστηρότερα θὰ τιμωρηθεῖ αὐτός, ποὺ διαπράττει τὴν παρὰ φύσιν ἁμαρτία τῶν Σοδόμων, τὴν ὁποία οὔτε τὰ ζῶα κάνουν, ὅπως ἡ Γραφὴ διηγούμενη λέγει: ‘‘Φεῦγε τὴν φωτιὰ ποὺ ἔπεσε στὴν Πεντάπολη τῶν Σοδόμων, ἡ ὁποία, ὡς ἀπόδειξη τῆς κακίας της, καιομένη ἔμεινε ἄγονη καὶ σὲ ἀκατάλληλες ἐποχὲς βλαστάνει φυτά. Ἄγονες πράξεις ἔκαναν, ἄγονη ἔμεινε γιὰ πάντα ἡ γῆ τους καὶ παρὰ φύσιν ἡ γῆ ζωογονεῖ τοὺς σπόρους της’’. Ὁ Κύριος γνωρίζει νὰ γλυτώνει τοὺς εὐσεβεῖς ἀπὸ πειρασμό, καὶ τοὺς ἀδίκους τοὺς φυλάσσει κολαζόμενους τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως, ἰδιαίτερα μάλιστα ἐκείνους ποὺ βαδίζουν πίσω ἀπὸ ἄλλη σάρκα μὲ ἐπιθυμία μιασμοῦ... Ἂς ἀκούσουν αὐτὰ οἱ παντρεμένοι μὲ γυναῖκες, οἱ ὁποῖοι ἀπὸ ἐρωτικὴ μανία καὶ σπατάλη καί, κυρίως, ἀπὸ ἔλλειψη συνειδήσεως καὶ φόβου Θεοῦ, ἐγκαταλείποντας τὴ φυσικὴ χρήση, ἀναμιγνύονται κατὰ τρόπο ἀφύσικο, οἱ ὁποῖοι δὲν θά ἔχουν καμμία ἀπολογία τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως» (Ἁγίου Ἀναστασίου Σιναΐτου, Ἐρωταποκρίσεις, ἐκδ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2008, σελ. 60-62).
Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός: «Κάθε ἁμαρτία ποὺ κάνουν οἱ γονεῖς, εἶναι δηλητήριο στὶς ψυχὲς τῶν παιδιῶν τους. Καὶ κάνει τὰ παιδιὰ ξερόκλαδα» (Διδαχὴ Ζ΄).
Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ἑρμηνεύοντας τὸ χωρίο τοῦ ἀποστόλου Παύλου Α΄ Κορ. 7, 4, «ἡ γυνή τοῦ ἰδίου σώματος οὐκ ἐξουσιάζει, ἀλλ᾿ ὁ ἀνήρ· ὁμοίως δέ καί ὁ ἀνήρ τοῦ ἰδίου σώματος οὐκ ἐξουσιάζει, ἀλλ᾿ ἡ γυνὴ» («Ἡ γυναίκα τὸ δικό της σῶμα δὲν τὸ ἐξουσιάζει, ἀλλὰ ὁ ἄντρας. Ὅμοια ἐπίσης καὶ ὁ ἄντρας τὸ δικό του σῶμα δὲν τὸ ἐξουσιάζει, ἀλλὰ ἡ γυναίκα»), παρατηρεῖ: «Ναί, δὲν ὁρίζει τὸ σῶμα της ἡ γυναίκα, ἀλλὰ ὁ ἄνδρας. Πλὴν στὴν κατὰ φύσιν καὶ νόμιμη μίξη (συζυγικὴ σχέση) καὶ ὄχι στὴν παρὰ φύσιν καὶ ἄνομη μίξη. Ἑπομένως, ἂν ὁ ἄνδρας κάποιας γυναίκας ζητάει παρανόμως νὰ ἔλθει σὲ παρὰ φύσιν μίξη (σαρκικὴ σχέση) μὲ αὐτή, ἡ γυναίκα δέν πρέπει νὰ ὑποτάσσεται σ’ αὐτό, ἀλλὰ νὰ τὸν ἐμποδίζει καὶ κατ’ οὐδένα τρόπο νὰ μὴν συγκατατίθεται» (Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, Ἑρμηνεία εἰς τὴν Α΄ Πρὸς Κορινθίους, κεφαλ. Ζ΄, ἐκδ. Ὀρθοδόξου Κυψέλης, τόμ. Α΄, Ἡ Πρὸς Ρωμαίους καὶ ἡ Α΄ Πρὸς Κορινθίους, σελ. 460).
Ὁ μεγάλος σύγχρονος θεολόγος καὶ ἅγιος Γέροντας Σωφρόνιος Σαχάρωφ σημειώνει θεόπνευστα: «Ὁ καθηγιασμένος Γάμος, ὁ πειθαρχημένος, ὁ χωρὶς διαστροφήν, διατηρεῖ τὸν ἄνθρωπον φυσικῶς καὶ ἠθικῶς, ἐνῶ πᾶσα ἄλλη μορφὴ σαρκικῆς ἀπολαύσεως, ἔστω καὶ ὑπὸ ὀνειρώδη μόνον μορφήν, διαφθείρει ὁλόκληρον τὸν ἄνθρωπον, ἤτοι ψυχὴν καὶ σῶμα» (Βιβλίο Ἄσκησις καὶ Θεωρία, ἐκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Τιμίου Προδρόμου Ἔσσεξ, σελ. 61-62).
Ἂς ἔλθουμε καὶ στὸν μεγάλο ἀσκητή, προφήτη καὶ θαυματουργὸ τοῦ 20οῦ αἰώνα, ὅσιο Παΐσιο τὸν Ἁγιορείτη. Μᾶς ἀναφέρει σχετικὰ ὁ ἀρχιμανδρίτης Σάββας Ἁγιορείτης: «Μοῦ διηγήθηκε κάποια κυρία ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη, ὅτι κάποτε ὁ ὅσιος Παΐσιος ἔδωσε δυναμικὸ τέλος σ’ ἕνα φορτικὸ καὶ ἄκρως ἐφάμαρτο συζυγικό της βάσανο. Εἶχαν διαφορετικό Πνευματικὸ ἐκείνη καὶ ὁ σύζυγός της. Ὁ δικός της Πνευματικὸς ἦταν πατερικὸς καὶ εὐσυνείδητος καὶ ὑπεδείκνυε τὶς θεοχάρακτες γραμμὲς καὶ προϋποθέσεις τοῦ τίμιου γάμου. Ὁ Πνευματικὸς τοῦ συζύγου της ἦταν νεωτεριστὴς καί μεταπατερικὸς καὶ ἔλεγε στὸ σύζυγό της τὸ γνωστό, ‘‘ὁ Θεός ἀφήνει ἐλεύθερες τὶς κρεβατοκάμαρες καὶ δὲν ἀσχολεῖται μὲ τὸ τί κάνουν οἱ σύζυγοι κατὰ τὴν σχέση, ἀλλὰ μὲ τὴν καρδιά...’’. Ὁ σύζυγος ἀπαιτοῦσε νὰ μεταβληθεῖ ἡ σύζυγός του σὲ χοιρώδη καὶ λασπώδη κρεάτινη μάζα καὶ διαρκῶς τὴν πίεζε νὰ ἐνδώσει, μὲ εὐλογία τοῦ Πνευματικοῦ του, στὴν παρὰ φύσιν θεομίσητη καὶ βδελυρὴ ἁμαρτία! Ἐκείνη ἀκολουθοῦσε τὴν ὑπόδειξη τῆς φωνῆς τοῦ Θεοῦ μέσῳ τοῦ καλοῦ της Πνευματικοῦ καὶ οὐδέποτε διανοήθηκε νὰ προβεῖ σὲ ἕνα τέτοιο παθογενὲς ἀνοσιούργημα.
Κάποτε ἀπελπισμένη κατέφυγε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου Σουρωτῆς καὶ συνάντησε τὸν ἐκεῖ παρεπιδημοῦντα Γέροντα τῆς ἀδελφότητος, ὅσιο καὶ Θεοφόρο πατέρα Παΐσιο τὸν Ἁγιορείτη. Τοῦ ἐκμυστηρεύθηκε τὸ πρόβλημά της καὶ ζήτησε τὴν βοήθειά του. Ὁ Ὅσιος, κατὰ τὴ μαρτυρία τῆς γυναίκας, ἔγινε κατὰ τὸ κοινῶς λεγόμενο «ἡφαίστειο» ἀπὸ ἱερὰ ἀγανάκτηση. Ὑπέδειξε στὴ γυναίκα νὰ μὴν ἐνδώσει οὔτε καὶ μὲ ἀπειλή θανάτου στὶς σιχαμερότερες καὶ θανασιμότερες ἁμαρτίες ποὺ ἔχει νὰ παρουσιάσει ὀ ἐκπεσὼν ἄνθρωπος. Ἐξήγησε ὅτι μέσῳ αὐτῶν τῶν ἁμαρτιῶν ἐπεισέρχεται ὁ διάβολος στὸν γάμο καὶ φυγαδεύεται ὁ Παράκλητος... Ὀνόμασε τὶς πράξεις αὐτὲς μάστιγα τῆς ἐποχῆς καὶ παθογένεια γιὰ τὰ διαζύγια, τὴν ψυχικὴ διάσπαση τῶν συζύγων, καὶ ἰδίως γιὰ τὴ διαστροφὴ καὶ κατρακύλα τῶν σημερινῶν παιδιῶν, ποὺ εἰσροφοῦν δαιμονικὴ ἐνέργεια ἀπὸ τὰ κυριαρχικὰ δικαιώματα ποὺ ἔχει ὁ διάβολος ἐπὶ τοῦ γενετικοῦ ὑλικοῦ ἀπὸ τὸ ὁποῖο προέρχονται καὶ ἀπὸ τὶς χαίνουσες πνευματικὲς πληγές, ποὺ ὐπάρχουν ἀθεράπευτες στὶς ψυχὲς τῶν γονέων τους... Ἐκεῖνο ποὺ ἔκανε ἰδιαίτερη ἐντύπωση στὴν κυρία ἐκείνη, ἦταν ἡ ἐπιμονὴ τοῦ ὁσίου Παϊσίου νὰ καταγγείλει τὸν Πνευματικὸ τοῦ συζύγου της στὸν Ἐπίσκοπό του γιὰ νὰ τὸν καθαιρέσει. Τῆς εἶπε ἐπί λέξει: ‘‘Νά πᾶς νὰ τὸ πεῖς στὸν Δεσπότη γιὰ νὰ τὸν ξυρίσει!!!’’» (Πηγή: https://hristospanagia3.blogspot.com/2018/07/blog-post_957.html#more).Ἰδιαίτερα βαρυσήμαντα τὰ ὅσα διδάσκει γιὰ τὸ θέμα μας ὁ σύγχρονος μεγάλος ἅγιος Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης, ποὺ μάλιστα ἀποτολμᾶ μέχρι... «τις κρεβατοκάμαρες των ζευγαριών». Τὰ ἐφεξῆς ἀποσπάσματα ἀποτελοῦν συμβουλές του σὲ μελλόνυμφη κοπέλλα, ποὺ ὑπῆρξε ἀπὸ τὰ στενώτερα πνευματικά του τέκνα.
«Ὁ φυσικὸς τρόπος ἐπαφῆς (συνεύρεσης τῶν συζύγων) σὲ κάνει νὰ εὐτυχεῖς κι αὐτὸ πρέπει νὰ γίνει ἀπὸ τὴν πρώτη φορά. Γιατί, ὅπως μάθεις. Ὅλα τὰ ἄλλα (οἱ ἄλλοι, μὴ φυσικοὶ τρόποι συνεύρεσης) εἶναι ἐκ τοῦ πονηροῦ. Διαστρέφουν τὴν ψυχή, μπερδεύουν. Παθογένεια» (Ἁγίου Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Ἕνας νὰ μὲ ἀκούσει..., ἐκδ. Ἡ Μεταμόρφωσις τοῦ Σωτῆρος, Μήλεσι 2019, σελ. 31).
«Νὰ μελετᾶτε, νὰ λιβανίζετε, νὰ προσεύχεσθε καὶ μετὰ νὰ συνέρχεσθε. Νὰ ἔχετε δύο κρεββάτια, ὥστε ἡ κίνηση τοῦ ἑνὸς (συζύγου) πρὸς τὸν ἄλλον ἀρχικὰ νὰ εἶναι πνευματική, ψυχικὴ καὶ μετὰ σωματική. Ὄχι δηλαδὴ ἐπειδὴ εἶστε δίπλα καὶ ἀκουμπᾶτε. Ἄλλωστε εἶναι πιὸ ὑγιεινό, γίνεται καλύτερος ἀερισμός, ἄδηλη ἀναπνοή, πιὸ ἄνετη κίνηση. Μετά, βλέπουν καὶ τὰ παιδιά...» (ὅπ. ἀν., σελ. 31).
«Ὅ,τι θέλουμε, γεννᾶμε. Θέλουμε ἁγίους, γεννᾶμε ἁγίους. Στὸ χέρι μας εἶναι νὰ γεννήσουμε ἁγίους. Ἡ ψυχοσωματικὴ ὑγεία τοῦ παιδιοῦ ἀρχίζει νὰ διαμορφώνεται ἀπὸ τὴ σύλληψη, ἐν συνεχείᾳ ἐπηρεάζεται ἀπὸ τὴ ζωὴ τῆς μητέρας κατὰ τὴν κύηση καί, φυσικά, ἀπὸ τὴ ζωὴ τοῦ ζεύγους» (ὅπ. ἀν., σελ. 33).
«Ἡ στεναχώρια τῆς μητέρας κατὰ τὴν κύηση προσβάλλει ψυχικὰ καὶ σωματικὰ τὸ παιδί, ὅπως ἀλλεργίες, καρκίνος, καρδιὰ» (ὅπ. ἀν., σελ. 35).
«Δὲν φαντάζεσαι πόσο ἐπηρεάζει τὸ ἔμβρυο τὸ περιεχόμενο τῶν αἰσθήσεών μας κατὰ τὴν ἐγκυμοσύνη, ἀκόμα καὶ τὴν ὄψη του. Πῶς νὰ τὸ ποῦμε αὐτό, εἶναι ἀδόκιμη λέξη. Νὰ τὸ λέμε «ἰδεοπλασία». Ψάξε στὸ λεξικὸ νὰ δεῖς ἂν ὑπάρχει. Ἡ ἰδέα ὑλοποιεῖται, παίρνει χαρακτηριστικά, ἀλλάζει ἀκόμα καὶ τὸ DNA. Ὅπως συνέβη στὸν Ἰακὼβ καὶ τὸν Λάβαν ὅταν ἦταν νὰ χωρίσουν τὴν περιουσία τους. Λέει ὁ Ἰακώβ: ‘‘Θὰ μοῦ δώσεις τὰ πρόβατα ποὺ αὐτὴ τὴν χρονιὰ θὰ βγοῦν παρδαλά’’. Κι ὁ Ἰακὼβ ἐκεῖ ποὺ τὰ πρόβατα ἔπιναν νερό, ἔβοσκαν καὶ μετὰ συνευρίσκοντο, ξεφλούδισε κατὰ μέρη τοὺς φλοιοὺς τῶν δένδρων, κι ἐκείνη τὴ χρονιὰ ὅλα τὰ ζῶα γέννησαν παρδαλὰ νεογνὰ (Γεν. 30, 31-42)» (ὅπ. ἀν., σελ. 36-37).
«Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς κύησης μὴ συνέρχεσθε, γιατὶ αὐτὴ ἡ συγκίνηση διαταράσσει τὴν ὁμαλὴ ἀνάπτυξη τοῦ ἐμβρύου κι ἂς λένε οἱ γιατροὶ μέχρι τὸν ἕκτο μήνα (ἐπιτρέπεται). Τὸ τράνταγμα... Ἡ αἴσθηση τῆς ἡδονῆς διεγείρεται, τὸ ἔμβρυο συμμετέχει. Ἐπίσης, κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ θηλασμοῦ νὰ ἀποφεύγετε τὶς συνευρέσεις, γιατὶ τὸ γάλα ‘‘χαλάει’’. Δὲν εἶναι τὸ ἴδιο» (ὅπ. ἀν., σελ. 41-42).
«Δὲν χρειάζεται νὰ φορᾶς παντελονάκια στὰ κοριτσάκια σου. Κατευθείαν φουστανάκια. Ὅταν φορᾶνε ἀντρικὰ παντελόνια, χαλάει ὁ ψυχισμός τους. Κάτι παθαίνει καὶ μετὰ δὲν ἀγαπᾶνε τοὺς ἄνδρες τους ὅταν παντρευτοῦν. Ὑπάρχει μεγάλη προσπάθεια ἐξομοίωσης τῶν δύο φύλων καὶ θὰ τὸ δεῖς ἀργότερα. Οἱ ὁμοφυλοφιλικὲς τάσεις ἀρχίζουν ἀπὸ τὴν βρεφικὴ ἡλικία. Ἀπόφυγε ἐντελῶς τὰ παντελόνια. Ἐκεῖ ποὺ πιέζουν ἀνάμεσα στὰ πόδια εἶναι τὰ κύτταρα τῆς ἡδονῆς, τὰ ὁποῖα εἶναι εὐπαθῆ καὶ ἀδρανοποιοῦνται μὲ τὴν πίεση, καταστρέφονται καὶ δὲν ἱκανοποιοῦνται ἀπὸ τοὺς ἄνδρες τους καὶ ζητᾶνε μὴ φυσιολογικὲς διεξόδους» (ὅπ. ἀν., σελ. 48-49).
* * *
Ὁλοκληρώνοντας, κάτι πολὺ σημαντικό, ἅγιε Κυρηνείας: Τὸ ἂν ὁ ἅγιος Μόρφου χρησιμοποίησε αὐτὴ τὴ γλῶσσα νὰ πεῖ τὰ πράγματα μὲ τὸ ὄνομά τους, ὡς πρὸς τὰ παρὰ φύσιν ἀμαρτήματα ἐντὸς καὶ ἐκτὸς τοῦ Γάμου, δὲν εἶναι ἀπὸ ἀφιλανθρωπία καὶ μίσος ἢ καὶ ἀπόρριψη τῶν περιπιπτόντων σὲ αὐτά, ἀλλὰ ἀπὸ φιλάνθρωπη ποιμαντικὴ αἴσθηση τοῦ χρέους του, ὡς ἐπισκόπου τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, γιὰ νὰ ὁριοθετήσει ἐν προκειμένῳ τὴ σωστικὴ ἀλήθεια, ἀρυόμενος ρήσεις συγχρόνων ἁγίων, καταθέτοντας θαρραλέα καὶ ἀνυπόστολα τὸ διαχρονικὸ φρόνημα καὶ ἦθος τῆς μίας, ἁγίας, καθολικῆς καὶ ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Καὶ ἡ Ἐκκλησία, τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, δὲν ἀπορρίπτει κανένα, ἀλλὰ δέχεται μὲ ἀγάπη τὸν πονεμένο, τὸν ἁμαρτωλό, ὄχι γιὰ νὰ τὸν ἐπαναπαύσει στὴν ὅποια πτώση του, ἀλλὰ γιὰ νὰ τὸν θεραπεύσει, νὰ τὸν σώσει, νὰ τὸν ἁγιάσει... Κι ὁ ἅγιος Μόρφου, ὅπως πολὺ καλὰ γνωρίζω, πολλοὺς εἶναι ποὺ ἔχει βοηθήσει πατρικὰ νὰ βροῦν τὸν δρόμο τοῦ Θεοῦ, νὰ βροῦν ἀνάπαυση, νὰ βροῦν τὸν Χριστὸ στὴ ζωή τους.
Μὲ σεβασμὸ
Ἀρχιμανδρίτης Φώτιος Ἰωακεὶμ
Πρωτοσύγκελλος τῆς Μητροπόλεως Μόρφου
Ἐπισκοπεῖον Εὐρύχου, 31.07.2019