μήνυμα

μήνυμα

Παρασκευή 21 Ιουλίου 2017

«Μια εστιν αυλή αγία του Θεού» (Μ. Βασίλειος – Ερμηνεία στον ψαλμό ΚΗ)



«Μια εστιν αυλή αγία του Θεού»
(Μ. Βασίλειος – Ερμηνεία στον ψαλμό ΚΗ)
Νίκος Σακαλάκης, Μαθηματικός
Αναμφίβολα, έχει μεγάλη σημασία όταν μιλάμε για την Ορθόδοξη Εκκλησία, για την Εκκλησιολογία της και για τη ζωή της, να χρησιμοποιούμε όρους όχι μόνο Αγιογραφικούς αλλά και όρους ενδελεχούς Πατερικής καταγραφής.
Σκόπιμα η οικουμενιστική αίρεση χρησιμοποιεί λέξεις και όρους με δυσδιάκριτη, πολλές φορές, σημασία.

Κάτω από την επιφάνεια της οικουμενιστικής ορολογίας κρύπτεται η εσώτατη υφή της παναιρέσεως του οικουμενισμού.
Ο Ζ. Σεβαλιέ τόνισε: «Οι ιστορικοί του μέλλοντος θα ονομάσουν τον 20ο αιώνα, αιώνα της προπαγάνδας».
Επίσης ο Κ. Μαρξ υπογράμμισε: «Η ιδέα μετατρέπεται σε δύναμη (υλική) όταν μπει μέσα στις μάζες».
Ο ιδεολογικός – προπαγανδιστικός μηχανισμός σκοπό έχει την κατάληψη του νου και της καρδιάς των ανθρώπων (αιχμαλωσία).
Η προπαγάνδα εξουδετερώνει τους αντιπάλους δημιουργώντας γι’ αυτούς «κλίμα λεπρών». Δημιουργεί στην κοινή γνώμη «αντανακλαστικά» εναντίον τους, ώστε τα ονόματά τους να συνδεθούν αυτόματα με επιφυλάξεις, απορρίψεις και απέχθειες. Σήμερα, η οικουμενιστική προπαγάνδα, προωθεί την πραγματικότητα αυτή. Δημιούργησε την αντιστοιχία: Αγιορείτες πατέρες – πλανεμένοι, Διακοπή μνημοσύνου – Σχίσμα, Αντι-οικουμενισμός – ανυπακοή στην Εκκλησία.
Ο εκφοβισμός αυτός διαλύεται από την ορθή πνευματική ζωή και τη μελέτη των Αγίων Πατέρων.
Στην οικουμενιστική λογική οι όροι «Εκκλησία», «Ορθοδοξία» και «αίρεση» έχουν αγιογραφικό περίγραμμα με ανατροπή της ιστορικοθεολογικής έννοιας, που μας παρέδωσαν οι Άγιες (9) Οικουμενικές Σύνοδοι και η διδασκαλία των Πατέρων, θεωρητική και πρακτική.
Στο ξεκίνημα του οικουμενισμού, στόχους απετέλεσαν η έννοια «Εκκλησία» και ο όρος «Ορθοδοξία».
Με τον όρο «Εκκλησία» εννοούν: «Το σύνολο εκείνων που πιστεύουν στον Χριστό, δηλ. το σύνολο των Χριστιανών και προκειμένου για την Ορθόδοξη Εκκλησία το σύνολο των Ορθοδόξων Χριστιανών».
Για τον οικουμενισμό οι αιρέσεις Παπισμός, Προτεσταντισμός, κλπ είναι διαιρέσεις «εν υμίν», εντός της «ολκάδος του Χριστού», εντός της Εκκλησίας.
Ο Μ. Βασίλειος χρησιμοποιεί όρους, που αποδίδουν ορθά το αληθινό νόημα των όρων «Εκκλησία», «Ορθοδοξία» και «αίρεση». Στην επιστολή του (258, ΠΡΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΝ ΕΠΙΦΑΝΙΟΝ) τονίζει: «Και τέτμηται μεν η αίρεσις προς την Ορθοδοξίαν, τέτμηται δε και αυτή προς εαυτήν η ορθότης», δηλ. «Και έχει μεν αποσπασθεί η αίρεσις από την Ορθοδοξίαν, αλλά έχει διασπασθεί και η Ορθοδοξία καθ’ εαυτήν».
Η αίρεση κατά τον Μ. Βασίλειο, δεν είναι διαίρεση εντός της Εκκλησίας αλλά απόσπαση από την Εκκλησία – Ορθοδοξία. Θέση αντιδιαμετρικά αντίθετη από τη θέση της «συνόδου» της Κρήτης περί «ετεροδόξων Εκκλησιών».
Η διάσπαση όμως της Ορθοδοξίας «αυτή προς εαυτήν», διαιρεί την ορθότητα της πίστεως ως τακτική (όπως σήμερα). Έχουμε δηλ. διαφοροποιήσεις των Ορθοδόξων στην άμυνα έναντι της αιρέσεως του οικουμενισμού, χωρίς αλλαγή στρατοπέδου.
Ο Μ. Βασίλειος, σε άλλο σημείο της ερμηνείας του στον ΚΗ Ψαλμό, επισημαίνει: «Μη μου, φησίν, ιδίας αυλάς και συναγωγάς επινοείτε. Μία εστιν αυλή (Εκκλησία) αγία του Θεού», δηλ. «Μη μου επινοείτε, λέγει, ιδιαίτεραςαυλάς και συναγωγάς. Μία είναι η αγία αυλή του Θεού».
Και συνεχίζει ο Ι. Πατήρ: «Ου τοινυν έξω της αγίας ταύτης αυλής προσκυνείνπροσήκε τω Θεώ, αλλ’ ένδον αυτής γενόμενον· ίνα μη έξω τις αυτής ων, μηδέ ελκόμενος υπό των έξω, απολέση το είναι εν αυλή Κυρίου».
Με απλά λόγια: «Δεν αρμόζει, λοιπόν, να προσκυνεί κανείς τον Θεόν έξω από την αγίαν αυτήν αυλήν, αλλά ευρισκόμενος μέσα εις αυτήν· μήπως ευρισκόμενος κανείς έξω από αυτήν και παρασυρόμενος από εκείνους που είναι έξω από την αυλήν χάση το προνόμιον να είναι στην αυλή του Κυρίου».
Η αλλοίωση της εκκλησιολογίας της Ορθοδοξίας είναι δεδομένη στον οικουμενισμό και συναντά αντιστάσεις καθοριστικές μόνο από την Πατερική θεολογία – ορολογία. Γι’ αυτό και στο παρελθόν (1970), ο τότε Μητροπολίτης (οικουμενιστής) Χαλκηδόνος Μελίτων είχε δηλώσει: «…Εξάγοντες την ορθόδοξον θεολογικήν σκέψιν εκ της χειμερίας νάρκης αυτής εις την ασφαλή περιπέτειαν του Θεού, επαναδίδοντες εις αυτήν το κύριον και ουσιώδες χαρακτηριστικόν της, το δυναμικόν, κατά το υπόδειγμα των Πατέρων, και δημιουργούντες ούτω μίαν νεοπατερικήν δυναμικήν θεολογίαν» (3 Μαρτίου 1970).
Οποία διαφορά, για παράδειγμα, από τον άγιο Κύριλλο Αλεξανδρείας, που επικαλείται τους Πατέρας για οικοδομή πνευματικής συνεχείας και όχι για ανατροπή:
«Πανταχόθεν ουν άρα συνωθούμενοι προς αλήθειαν, και το τοις ιεροίςΓράμμασιν δοκούν ιχνηλατείνεύμάλα σπουδάζοντες και ταις των Πατέρων επόμενοι δόξαις, τον εκ ριζηςΙεσσαί,…, κατά αλήθειαν πιστεύομεν» (Περί ορθής πίστεως, P.G. 76, στ. 1200).
Αν κοιτάξουμε την έννοια «Ορθοδοξία» από οικουμενιστικής σκοπιάς, θα διαπιστώσουμε την κακοποίηση – διαστρέβλωση της εννοίας. Σε οικουμενιστική ομιλία διαβάζουμε: «Ορθοδοξία είναι η πίστις εις ό,τι ο Θεός δια του Λόγου αυτού – είτε ασάρκου είτε εν συνεχεία, ενσάρκου – απεκάλυψεν από του Αγίου Πνεύματος Αυτού. Ορθοδοξία είναι η πίστις εις ό,τι ο Θεός είπε και εις ό,τι ο Θεός απεκάλυψεν ότι θέλει. Διότι αυτό είναι απόλυτος Αλήθεια» (Λεωνίδου Φιλιππίδου, 1970).
Με την οικουμενιστική λογική, κάθε Χριστιανική ομολογία από μόνη της, με μόνη την πίστη της (παραδοχή) στην Αγία Γραφή είναι Ορθόδοξη! Και όλες οι άλλες διαφορές είναι θέματα «θεολογούμενα»!
Για τον Μ. Βασίλειο, για την Ορθόδοξη Εκκλησία, όλες αυτές οι ομολογίες – αιρέσεις είναι εκτός Εκκλησίας, διότι δεν υπακούουν στον Πνευματικό άξονα: Αγία Γραφή, Αποστολικές και Πατερικές Παραδόσεις.
Ο Μ. Βασίλειος «ΠΡΟΣ ΤΟΥ ΛΟΓΙΩΤΑΤΟΥΣ ΤΗΣ ΝΕΟΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ» υπογραμμίζει: «Πίστεως διαστροφή παρ’ υμίν μελετάται εχθρά μεν τοις Αποστολικοίς και Ευαγγελικοίς δόγμασιν, εχθρά δε τη παραδόσει του μεγάλου ως αληθούς Γρηγορίου…».
Στ’ αλήθεια τι θα έλεγε ο Μ. Βασίλειος για τα σημερινά συλλείτουργα – συμπροσευχές των οικουμενιστών Πατριαρχών και επισκόπων;
«Πολλοί γαρ εστάσιν εν σχήματι μεν προσευχής, ουκ εισι δε εν τη αυλή» (Ερμηνεία στον ΚΗ Ψαλμό).