Τοῦ γέροντος ἡγουμένου Ἁγίας Παρασκευῆς Μηλοχωρίου Πτολεμαΐδος
Ὁ Δεσπότης τῆς Φλώρινας ὡμίλησε περί “ὑπακοῆς εἰς τούς δεσποτάδες”, λησμονώντας τήν ἀπάντηση τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου πρός τούς “δεσποτάδες” τῆς ἐποχῆς του: «πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἤ ἀνθρώποις» (Πράξ. ε΄29), δηλαδή πρέπει νά πειθαρχοῦμε πρῶτα εἰς τόν Θεόν καί μετά στούς ἀνθρώπους. Λησμόνησε, ἐπίσης, καί τούς λόγους τοῦ πατρός Αὐγουστίνου, τοῦ ἁγίου Γέροντα εἰς τόν ὁποῖον μαθήτευσε: «Θὰ ὑπακούῃς στὸν ἐπίσκοπό σου ἐὰν κι ἐκεῖνος ὑπακούῃ στὸ Χριστό, ἐὰν ἔχῃ τὸ Εὐαγγέλιο στὸ κεφάλι του. Ἀλλ᾿ ἐὰν τὸ βάλῃ κάτω ἀπ᾽ τὰ πόδια, τότε ἄλτ! Δὲν θὰ ἐπιτρέψῃς ποτέ νὰ κάνῃ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὸ Πηδάλιο πατητήρια! Χριστιανέ μου, εἶσαι ζωντανὸ ψάρι ἢ ψόφιο; Ἐὰν εἶσαι ζωντανός, τότε κόντρα στὸ ῥεῦμα! Κάνε ἔργα. Καὶ ποιό εἶνε τὸ μεγαλύτερο ἔργο; Ἡ Ὁμολογία τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως!»1.
Ἐρώτησε, λοιπόν, ὁ Φλωρίνης κάποιον ἀξιωματικόν τοῦ στρατοῦ εὑρισκόμενον εἰς τήν ἐκκλησίαν λέγοντάς του: «Ὅταν οἱ στρατιῶτες σας δέν ὑπακούουν στούς ἀξιωματικούς των, τί τούς κάμνετε;» Καί ὁ ἀξιωματικός τοῦ ἀπήντησε: «Τούς τιμωροῦμε». Καί ὁ Δεσπότης, πλήρης χαρᾶς πού πῆρε τήν ἀπάντηση πού ἐπιθυμοῦσε, εἶπε: «Αὐτό κάμνω καί ἐγώ!»
Ἡ ἐρώτηση ὅμως τοῦ Δεσπότη δέν ἦτο ὀρθή, ἀλλά τέτοια πού θά ἔπαιρνε τήν ἀπάντηση πού ἤθελε. Ἡ ὀρθή ἐρώτηση ἔπρεπε νά εἶναι κατ’ αὐτόν τόν τρόπον: «Ὅταν οἱ στρατιῶτες σας δέν ὑπακούουν ἕναν προδότη ἀξιωματικό, τί τούς κάμνετε;» Καί τότε θά ἔπαιρνε τήν ὀρθή ἀπάντηση: «Τούς παρασημοφοροῦμε»!
Αὐτό ἀκριβῶς ἐπιτάσσει καί ὁ 15ος Ἱερός Κανόνας τῆς Πρωτοδευτέρας (ΑΒ΄) Συνόδου: «…Ἐκεῖνοι ὅμως [οἱ κληρικοί] πού ἐξ αἰτίας κάποιας αἱρέσεως καταδικασμένης ἀπό Ἃγιες Συνόδους ἤ Πατέρες, διέκοψαν τήν [ἐκκλησιαστική] κοινωνία μέ τόν ἐπίσκοπό τους, ἐπειδή ἐκεῖνος κήρυττε τήν αἵρεση δημόσια καί ἀπροκάλυπτα, αὐτοί λοιπόν ὄχι μόνο δέν ὑπόκεινται σέ Κανονικό ἐπιτίμιο ―ἀποτειχιζόμενοι ἀπό τόν, κατ’ ὄνομα, ἐπίσκοπο καί πρίν ἀπό τή συνοδική ἀπόφαση [πού θά τόν καταδικάσει]―, ἀλλά καί πρέπει νά τούς ἀποδοθεῖ ἡ τιμή πού τούς ἀξίζει! Διότι δέν ἐναντιώθηκαν σέ ἐπισκόπους [ὅπως τούς θέλει ὁ Χριστός] ἀλλά σέ ψευδεπισκόπους καί σέ ψευδοδιδασκάλους! [Κι ὄχι μόνο] δέν κατατεμάχισαν μέ σχίσμα τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά, [ἀντιθέτως], προφύλαξαν τήν Ἐκκλησία ἀπό σχίσματα»2 (ἀπόδοσις εἰς τήν δημοτική).
Ἐπειδή ὅμως προφασίζονται ὅτι ἡ παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ δέν ἔχει καταδικαστεῖ ἀπό Σύνοδο, ὡς αἵρεσις, κόπτοντας τόν Κανόνα στά μέτρα των, ἄς προσέξουν λίγο γιά νά μή γελοιοποιοῦνται, ἀφοῦ ὁ 15ος Κανόνας τῆς ΑΒ΄ Συνόδου πού ἀναφέραμε προηγουμένως λέγει: «…Ἐκεῖνοι πού ἐξ αἰτίας κάποιας αἱρέσεως καταδικασμένης ἀπό Ἃγιες Συνόδους ἤ Πατέρες…». Θά ἀναφέρω, λοιπόν, γνῶμες Ἁγίων σύγχρονων γιά νά κλείσουν τά ἀπύλωτα στόματά των: Ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος Πόποβιτς λέγει: «Ἡ παναίρεσις τοῦ Οἰκουμενισμοῦ»3. Ὁ προσφάτως ἁγιοκαταταχθείς Ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης θεωροῦσε τόν Οἰκουμενισμό ὡς ἕνα ἀπό τά τρία «πλοκάμια τοῦ διαβόλου»4 μέ τά ὁποία πλανᾶ τούς ἀνθρώπους. Ὁ πατήρ Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος, ὁ νέος Χρυσόστομος τῆς Ἐκκλησίας μας, τόν ἀποκαλοῦσε: «ἡ ἐσχάτη αἵρεσις τῆς Ἱστορίας» καί «τελευταῖο πρόδρομο τοῦ Ἀντιχρίστου»!5 Ὁμοίως καί ὁ νῦν Φλωρίνης κάποτε ἔλεγε τόν Οἰκουμενισμό «παναίρεση» (βλ. ἐγκύκλιο Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας 2008), ἀλλά ἀκολουθεῖ πιστά τόν ἀρχιαιρεσιάρχη Βαρθολομαῖο. Δίκιο εἶχε ὁ Ἱερός Χρυσόστομος ὅταν ἔλεγε «Οὐδένα γάρ δέδοικα ὡς τούς ἐπισκόπους, πλήν ὀλίγων» (ΕΠΕ 37,440), δηλαδή «Κανέναν δέν φοβήθηκα, παρά μόνο τούς ἐπισκόπους, ἐκτός ἀπό λίγους»!
Καί σήμερα θά μποροῦσε νά λεχθῆ τό ἴδιο. Τρέμουν οἱ ἱερεῖς τούς δεσποτάδες! Οἱ μέν ἔγγαμοι τρέμουν μήπως ὁ Δεσπότης τούς κόψη τό μισθό· «ἠγάπησαν γάρ τόν χρυσόν ὑπέρ τόν Χριστόν»· οἱ δέ ἄγαμοι χάριν τοῦ «δυστήνου δοξαρίου», δηλαδή τῆς ἀθλίας καί ποταπῆς δόξας, τῆς ἀρχιερατικῆς ράβδου, τοῦ ἐπισκοπικοῦ ἀξιώματος! Οἱ δεσποτάδες ἀνέκαθεν, ἀλλά πολύ περισσότερο σήμερα, πλήν ἐλαχίστων ἐξαιρέσεων, ζοῦν στό ψεῦδος, ἀκολουθοῦν τό ψεῦδος, κηρύττουν τό ψεῦδος, ἐπιβάλλουν τό ψεῦδος, καί μισοῦν αὐτούς πού ἀντιπαθοῦν τό ψεῦδος καί ὁμολογοῦν τήν ἀλήθεια. Μήπως λοιπόν ἔπρεπε νά τούς δικαιολογήσουμε, ἀφοῦ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἀπαγορεύει μόνον εἰς τούς ἱερεῖς νά ψεύδωνται («χείλη ἱερέως οὐ ψεύδονται»), ἐνῶ δέν συμπεριλαμβάνει καί τούς ἀρχιερεῖς;… Ἑπομένως, μποροῦν νά λένε ἀσυστόλως ψέματα καί σέ θέματα Πίστεως ἀκόμα, χωρίς νά ἁμαρτάνουν! Ποῦ καταντήσαμε, ἀδελφοί μου! Κατεβήκαμε πλέον στό τελευταῖο σκαλοπάτι τῆς ἀβύσσου!
Ζοῦμε σέ καιρόν αἱρέσεως. Προϋπόθεσις, λοιπόν, γιά νά μᾶς δεχθεῖ ὁ Κύριος εἶναι ἡ Ὁμολογία. Καί ἡ ὑψηλότερη μορφή Ὁμολογίας εἶναι ἡ διακοπή τῆς κοινωνίας μας μέ τούς αἱρετίζοντες ἀπό τούς ὁποίους ἐπηρεαζόμεθα διά τῆς μετ’ αὐτῶν ἐπικοινωνίας, ὅπως λέγουν οἱ Ἅγιοί μας.
Ταῦτα τά ὀλίγα περί ὑποταγῆς εἰς τούς ψευδοδιδασκάλους καί ψευδεπισκόπους, κατά τόν 15ο Κανόνα τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου, μήπως μάθουν τό «πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἤ ἀνθρώποις», ἄν καί πιστεύω ὅτι ὅσον ἐπείσθησαν ἐκεῖνοι, οἱ Ἰουδαῖοι Ἀρχιερεῖς, ἄλλο τόσο θά πεισθοῦν καί τοῦτοι.
Ἄς διαβάσουν τουλάχιστον Ἐκκλησιαστικήν Ἱστορίαν, μήπως διδαχθοῦν ἐξ αὐτῆς, καθ’ ὅτι «ὄλβιος ὅστις τῆς ἱστορίας ἔσχε μάθησιν» (Πολύβιος). Δηλαδή, εἶναι μακάριος ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος γνωρίζει ἱστορίαν, διότι ἡ ἱστορία διαφωτίζει. Ἕνας ἦταν ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, ἕνας ἦταν ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής καί ἁπλός μοναχός, ἕνας ὁ Ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός, καίτοι ἦταν ἡ αὐτοκρατορία ὅλη αἱρετική, καί παρά τίς καθαιρέσεις καί τίς ἐξορίες αὐτοί ἐνίκησαν διότι εἶχαν τήν ἀλήθειαν, πού εἶναι ὁ Θεός, ἐνῶ οἱ πλανεμένοι καί αἱρετικοί εἶχαν καί ἔχουν τήν πλάνη καί τό ψεῦδος, ὧν πατέρας, κατά τό λόγον τοῦ Κυρίου, εἶναι ὁ διάβολος (Ἰω. 8:44).
Ἡ ἐρώτηση ὅμως τοῦ Δεσπότη δέν ἦτο ὀρθή, ἀλλά τέτοια πού θά ἔπαιρνε τήν ἀπάντηση πού ἤθελε. Ἡ ὀρθή ἐρώτηση ἔπρεπε νά εἶναι κατ’ αὐτόν τόν τρόπον: «Ὅταν οἱ στρατιῶτες σας δέν ὑπακούουν ἕναν προδότη ἀξιωματικό, τί τούς κάμνετε;» Καί τότε θά ἔπαιρνε τήν ὀρθή ἀπάντηση: «Τούς παρασημοφοροῦμε»!
Αὐτό ἀκριβῶς ἐπιτάσσει καί ὁ 15ος Ἱερός Κανόνας τῆς Πρωτοδευτέρας (ΑΒ΄) Συνόδου: «…Ἐκεῖνοι ὅμως [οἱ κληρικοί] πού ἐξ αἰτίας κάποιας αἱρέσεως καταδικασμένης ἀπό Ἃγιες Συνόδους ἤ Πατέρες, διέκοψαν τήν [ἐκκλησιαστική] κοινωνία μέ τόν ἐπίσκοπό τους, ἐπειδή ἐκεῖνος κήρυττε τήν αἵρεση δημόσια καί ἀπροκάλυπτα, αὐτοί λοιπόν ὄχι μόνο δέν ὑπόκεινται σέ Κανονικό ἐπιτίμιο ―ἀποτειχιζόμενοι ἀπό τόν, κατ’ ὄνομα, ἐπίσκοπο καί πρίν ἀπό τή συνοδική ἀπόφαση [πού θά τόν καταδικάσει]―, ἀλλά καί πρέπει νά τούς ἀποδοθεῖ ἡ τιμή πού τούς ἀξίζει! Διότι δέν ἐναντιώθηκαν σέ ἐπισκόπους [ὅπως τούς θέλει ὁ Χριστός] ἀλλά σέ ψευδεπισκόπους καί σέ ψευδοδιδασκάλους! [Κι ὄχι μόνο] δέν κατατεμάχισαν μέ σχίσμα τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά, [ἀντιθέτως], προφύλαξαν τήν Ἐκκλησία ἀπό σχίσματα»2 (ἀπόδοσις εἰς τήν δημοτική).
Ἐπειδή ὅμως προφασίζονται ὅτι ἡ παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ δέν ἔχει καταδικαστεῖ ἀπό Σύνοδο, ὡς αἵρεσις, κόπτοντας τόν Κανόνα στά μέτρα των, ἄς προσέξουν λίγο γιά νά μή γελοιοποιοῦνται, ἀφοῦ ὁ 15ος Κανόνας τῆς ΑΒ΄ Συνόδου πού ἀναφέραμε προηγουμένως λέγει: «…Ἐκεῖνοι πού ἐξ αἰτίας κάποιας αἱρέσεως καταδικασμένης ἀπό Ἃγιες Συνόδους ἤ Πατέρες…». Θά ἀναφέρω, λοιπόν, γνῶμες Ἁγίων σύγχρονων γιά νά κλείσουν τά ἀπύλωτα στόματά των: Ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος Πόποβιτς λέγει: «Ἡ παναίρεσις τοῦ Οἰκουμενισμοῦ»3. Ὁ προσφάτως ἁγιοκαταταχθείς Ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης θεωροῦσε τόν Οἰκουμενισμό ὡς ἕνα ἀπό τά τρία «πλοκάμια τοῦ διαβόλου»4 μέ τά ὁποία πλανᾶ τούς ἀνθρώπους. Ὁ πατήρ Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος, ὁ νέος Χρυσόστομος τῆς Ἐκκλησίας μας, τόν ἀποκαλοῦσε: «ἡ ἐσχάτη αἵρεσις τῆς Ἱστορίας» καί «τελευταῖο πρόδρομο τοῦ Ἀντιχρίστου»!5 Ὁμοίως καί ὁ νῦν Φλωρίνης κάποτε ἔλεγε τόν Οἰκουμενισμό «παναίρεση» (βλ. ἐγκύκλιο Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας 2008), ἀλλά ἀκολουθεῖ πιστά τόν ἀρχιαιρεσιάρχη Βαρθολομαῖο. Δίκιο εἶχε ὁ Ἱερός Χρυσόστομος ὅταν ἔλεγε «Οὐδένα γάρ δέδοικα ὡς τούς ἐπισκόπους, πλήν ὀλίγων» (ΕΠΕ 37,440), δηλαδή «Κανέναν δέν φοβήθηκα, παρά μόνο τούς ἐπισκόπους, ἐκτός ἀπό λίγους»!
Καί σήμερα θά μποροῦσε νά λεχθῆ τό ἴδιο. Τρέμουν οἱ ἱερεῖς τούς δεσποτάδες! Οἱ μέν ἔγγαμοι τρέμουν μήπως ὁ Δεσπότης τούς κόψη τό μισθό· «ἠγάπησαν γάρ τόν χρυσόν ὑπέρ τόν Χριστόν»· οἱ δέ ἄγαμοι χάριν τοῦ «δυστήνου δοξαρίου», δηλαδή τῆς ἀθλίας καί ποταπῆς δόξας, τῆς ἀρχιερατικῆς ράβδου, τοῦ ἐπισκοπικοῦ ἀξιώματος! Οἱ δεσποτάδες ἀνέκαθεν, ἀλλά πολύ περισσότερο σήμερα, πλήν ἐλαχίστων ἐξαιρέσεων, ζοῦν στό ψεῦδος, ἀκολουθοῦν τό ψεῦδος, κηρύττουν τό ψεῦδος, ἐπιβάλλουν τό ψεῦδος, καί μισοῦν αὐτούς πού ἀντιπαθοῦν τό ψεῦδος καί ὁμολογοῦν τήν ἀλήθεια. Μήπως λοιπόν ἔπρεπε νά τούς δικαιολογήσουμε, ἀφοῦ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἀπαγορεύει μόνον εἰς τούς ἱερεῖς νά ψεύδωνται («χείλη ἱερέως οὐ ψεύδονται»), ἐνῶ δέν συμπεριλαμβάνει καί τούς ἀρχιερεῖς;… Ἑπομένως, μποροῦν νά λένε ἀσυστόλως ψέματα καί σέ θέματα Πίστεως ἀκόμα, χωρίς νά ἁμαρτάνουν! Ποῦ καταντήσαμε, ἀδελφοί μου! Κατεβήκαμε πλέον στό τελευταῖο σκαλοπάτι τῆς ἀβύσσου!
Ζοῦμε σέ καιρόν αἱρέσεως. Προϋπόθεσις, λοιπόν, γιά νά μᾶς δεχθεῖ ὁ Κύριος εἶναι ἡ Ὁμολογία. Καί ἡ ὑψηλότερη μορφή Ὁμολογίας εἶναι ἡ διακοπή τῆς κοινωνίας μας μέ τούς αἱρετίζοντες ἀπό τούς ὁποίους ἐπηρεαζόμεθα διά τῆς μετ’ αὐτῶν ἐπικοινωνίας, ὅπως λέγουν οἱ Ἅγιοί μας.
Ταῦτα τά ὀλίγα περί ὑποταγῆς εἰς τούς ψευδοδιδασκάλους καί ψευδεπισκόπους, κατά τόν 15ο Κανόνα τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου, μήπως μάθουν τό «πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἤ ἀνθρώποις», ἄν καί πιστεύω ὅτι ὅσον ἐπείσθησαν ἐκεῖνοι, οἱ Ἰουδαῖοι Ἀρχιερεῖς, ἄλλο τόσο θά πεισθοῦν καί τοῦτοι.
Ἄς διαβάσουν τουλάχιστον Ἐκκλησιαστικήν Ἱστορίαν, μήπως διδαχθοῦν ἐξ αὐτῆς, καθ’ ὅτι «ὄλβιος ὅστις τῆς ἱστορίας ἔσχε μάθησιν» (Πολύβιος). Δηλαδή, εἶναι μακάριος ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος γνωρίζει ἱστορίαν, διότι ἡ ἱστορία διαφωτίζει. Ἕνας ἦταν ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, ἕνας ἦταν ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής καί ἁπλός μοναχός, ἕνας ὁ Ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός, καίτοι ἦταν ἡ αὐτοκρατορία ὅλη αἱρετική, καί παρά τίς καθαιρέσεις καί τίς ἐξορίες αὐτοί ἐνίκησαν διότι εἶχαν τήν ἀλήθειαν, πού εἶναι ὁ Θεός, ἐνῶ οἱ πλανεμένοι καί αἱρετικοί εἶχαν καί ἔχουν τήν πλάνη καί τό ψεῦδος, ὧν πατέρας, κατά τό λόγον τοῦ Κυρίου, εἶναι ὁ διάβολος (Ἰω. 8:44).
21/5/2018, Ἁγίου Κωνσταντίνου καί Ἑλένης
Μέ τήν ἐν Χριστῷ ἀγάπη καί ὑπακοή,
ἀρχιμανδρίτης Μάξιμος Καραβᾶς.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:Μέ τήν ἐν Χριστῷ ἀγάπη καί ὑπακοή,
ἀρχιμανδρίτης Μάξιμος Καραβᾶς.
- 1. Ἀπόσπασμα ἀπομαγνητοφωνημένης ὁμιλίας τοῦ π. Αὐγουστίνου Καντιώτου, ποὺ ἔγινε στὴν αἴθουσα τοῦ συλλόγου «Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς» Ἀθηνῶν τὴν 25-5-1952. Κυκλοφόρησε τυπωμένο στό φυλλάδιο «ΚΥΡΙΑΚΗ» ἀριθμ. φύλ. 1176.
2. Τό πρωτότυπο κείμενο τοῦ 15ου Ἱεροῦ Κανόνα τῆς Πρωτοδευτέρας (ΑΒ΄) Συνόδου: «Οἱ γὰρ δι’ αἳρεσίν τινα, παρὰ τῶν ἁγίων Συνόδων ἢ Πατέρων κατεγνωσμένην, τῆς πρὸς τὸν πρόεδρον κοινωνίας ἑαυτοὺς διαστέλλοντες, ἐκείνου τὴν αἵρεσιν δηλονότι δημοσίᾳ κηρύττοντος καὶ γυμνῇ τῇ κεφαλῇ ἐπ’ ἐκκλησίας διδάσκοντος, οἱ τοιοῦτοι οὐ μόνον τῇ κανονικῇ ἐπιτιμήσει οὐχ ὑποκείσονται, πρὸ συνοδικῆς διαγνώσεως ἑαυτοὺς τῆς πρὸς τὸν καλούμενον ἐπίσκοπον κοινωνίας ἀποτειχίζοντες, ἀλλὰ καὶ τῆς πρεπούσης τιμῆς τοῖς ὀρθοδόξοις ἀξιωθήσονται. Οὐ γὰρ ἐπισκόπων, ἀλλὰ ψευδεπισκόπων καὶ ψευδοδιδασκάλων κατέγνωσαν, καὶ οὐ σχίσματι τὴν ἕνωσιν τῆς ἐκκλησίας κατέτεμον, ἀλλὰ σχισμάτων καὶ μερισμῶν τὴν ἐκκλησίαν ἐσπούδασαν ῥύσασθαι».
3. Ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς, «Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί ὁ Οἰκουμενισμός», σελ. 224-225.
4. † Μακαρίου Ἱερομονάχου, Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου, Λόγοι σοφίας καί χάριτος, Ἅγιον Ὅρος, σελ. 73: «Ὁ διάβολος ἔχει τρία πλοκάμια. Γιά τούς φτωχούς τόν ἄθεο κομμουνισμό, γιά τούς πιστούς τόν Οἰκουμενισμό καί γιά τούς πλουσίους τήν μασσωνία».
5. Ἀρχιμ. Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος, 5η ὁμιλία στόν προφήτη Δανιήλ τῆς 15-11-1981. Σχετικά βλ. Χριστιανική Σπίθα, Μάιος 2011.