μήνυμα

μήνυμα

Δευτέρα 16 Απριλίου 2018

ΣΧΟΛΙΟ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ


ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

Αποτέλεσμα εικόνας για ΣτΕ 

Εν Πειραιεί τη 16η Απριλίου 2018.

 

   Η ελληνική Δικαιοσύνη έδειξε για μια ακόμα φορά ότι στέκεται στο ύψος των περιστάσεων και συνεχίζει να αναδεικνύεται στους εσχάτους χρόνους που ζούμε το βάθρο της διάσωσης της εθνοθρησκευτικής μας ιδιοπροσωπίας και παραδόσεως. Αποτελεί το αποκούμπι και το καταφύγιο των εξαθλιωμένων πολιτών από τις άφρονες πολιτικές των τελευταίων δεκαετιών όλων των κομματικών αποχρώσεων και τις ποικιλότροπες επιθέσεις κατά της ελληνικής κοινωνίας από εσωτερικούς και εξωτερικούς εχθρούς. Ο λόγος για την πρόσφατη ιστορική απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας να ακυρώσει την υπ' αριθμ. 14375/Δ2/7-9-2016 απόφαση του πρώην Υπουργού Παιδείας κ. Φίλη με τίτλο «Πρόγραμμα Σπουδών του μαθήματος των Θρησκευτικών στο Δημοτικό και το Γυμνάσιο». Όπως είναι γνωστό με την παρά πάνω απόφαση του Υπουργείου Παιδείας ουσιαστικά καταργήθηκε το προηγούμενο για πολλές δεκαετίες ισχύσαν «Αναλυτικό Πρόγραμμα», στο οποίο το μάθημα των Θρησκευτικών είχε σαφώς Ορθόδοξο προσανατολισμό και εισήχθη στα Σχολεία το «Νέο Πρόγραμμα Σπουδών», με το οποίο επιχειρήθηκε η διαθρησκειακή μετάλλαξη του μαθήματος με έντονο τον χαρακτήρα του θρησκειολογικού συγκρητισμού. Το γεγονός αυτό προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων από ορισμένους, (ελάχιστους δυστυχώς), Μητροπολίτες, μεταξύ των οποίων και ο Σεβασμιώτατος ποιμενάρχης μας, την Π.Ε.Θ., την «Εστία Πατερικών Μελετών» και τον πιστό λαό του Θεού. Διοργανώθηκαν συλλαλητήρια, Ημερίδες, Συνέδρια και δημοσιεύθηκε μια πληθώρα άρθρων και μελετών από ειδικούς επιστήμονες σε εφημερίδες, περιοδικά και διαδίκτυο, ενώ παράλληλα πολλοί γονείς των παιδιών επέστρεφαν τους φακέλους του μαθήματος ως απαράδεκτους. Το  αποκορύφωμα όλων αυτών υπήρξε η  προσφυγή στο Σ.τ.Ε. του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας της Π.Ε.Θ. και της «Εστίας Πατερικών Μελετών» με το αίτημα της ακυρώσεως της ως άνω υπουργικής αποφάσεως ως αντισυνταγματικής. Πράγματι το Σ.τ.Ε., το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο της χώρας μας, εξέδωσε την υπ' αριθμ. 660/2018 απόφαση της Ολομέλειας του, με την οποία, με ισχυρά νομικά επιχειρήματα, ακύρωσε την ως άνω Υπουργική απόφαση. Πιο συγκεκριμένα η απόφαση - Φίλη θεωρήθηκε ως αντισυνταγματική επειδή: α) «έρχεται σε αντίθεση με τις διατάξεις των άρθρων 16, παρ. 2 και 13, παρ. 1 του Συντάγματος, διότι, με το πρόγραμμα σπουδών που εισάγει για τις Γ'-ΣΤ' τάξεις του Δημοτικού και για το Γυμνάσιο, φαλκιδεύεται ο επιβεβλημένος από τη συνταγματική αυτή διάταξη σκοπός, η σύμπτυξη δηλαδή της ορθόδοξης χριστιανικής συνειδήσεως των μαθητών, που ανήκουν στην επικρατούσα θρησκεία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού», και επί πλέον «διότι προκαλεί σύγχυση στους ορθόδοξους μαθητές και κλονίζει την ορθόδοξη χριστιανική συνείδηση». β) «επεμβαίνει στον ευαίσθητο ψυχικό κόσμο των μαθητών αυτών που δεν διαθέτουν την ωριμότητα και την κριτική αντίληψη των ενηλίκων και είναι ικανή να τους εκτρέψει από την ορθόδοξη χριστιανική συνείδηση». γ) «έρχεται σε αντίθεση προς την διάταξη του άρθρου 2 του Π.Π.Π. της Ε.Σ.Δ.Α. διότι προσβάλλει το ευθέως καθιερούμενο από την διάταξη αυτή δικαίωμα των ανηκόντων στην επικρατούσα θρησκεία ορθόδοξων χριστιανών γονέων να διασφαλίσουν τη μόρφωση και εκπαίδευση των παιδιών τους σύμφωνα με τις δικές τους θρησκευτικές πεποιθήσεις». δ) «έρχεται σε αντίθεση προς την συνταγματικώς κατοχυρωμένη αρχή της ισότητας και προς το άρθρο 14, (σε συνδυασμό με το άρθρο 9), της Ε.Σ.Δ.Α. διότι στερεί από τους μαθητές του ορθοδόξου χριστιανικού δόγματος το δικαίωμα να διδάσκονται αποκλειστικώς τα δόγματα, τις ηθικές αξίες και τις παραδόσεις της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού, ενώ η νομοθεσία όπως έχει εκτεθεί προβλέπει για μαθητές ρωμαιοκαθολικούς, εβραίους και μουσουλμάνους τη δυνατότητα να διδάσκονται αποκλειστικώς τα δόγματα της πίστεώς τους, (όχι δε και τα δόγματα άλλων θρησκειών), μάλιστα δε από δασκάλους προτεινόμενους από την οικεία θρησκευτική κοινότητα».
  Η παρά πάνω ιστορική απόφαση προκάλεσε μεγάλη χαρά και αγαλλίαση στους Ιεράρχες της Εκκλησίας μας, που σθεναρά αντιστάθηκαν και εξέφρασαν την αντίθεσή τους στην αλλαγή του μαθήματος,  στην Π.Ε.Θ., στην «Εστία Πατερικών μελετών», σε χριστιανικούς συλλόγους και σωματεία, αλλά και στον πιστό λαό του Θεού, οι οποίοι έσπευσαν να εκφράσουν την ικανοποίησή τους με πλήθος δημοσιευμάτων. Ο Μητροπολίτης Πειραιώς κ.κ. Σεραφείμ, ο συντονιστής στον αγώνα για το μάθημα των θρησκευτικών και πρωτεργάτης της προσφυγής στο Σ.τ.Ε., δήλωσε σχετικά με την ιστορική αυτή απόφαση μεταξύ άλλων τα εξής: «…σε μία ευνομούμενη Πολιτεία δεν μπορείς να καταστρατηγείς τα δικαιώματα της πλειονοψηφίας και τήν ίδια στιγμή να αναγνωρίζεις τα καταστρατηγημένα δικαιώματα της πλειοψηφίας, στις μειοψηφίες γιατί αυτό προσβάλλει τον πυρήνα της Δημοκρατίας, που είναι η ισότητα των πολιτών έναντι του Νόμου και ιδιαίτερα του θεμελιώδους Νόμου του Κράτους που είναι το Σύνταγμα Παρέλκει να τονιστεί ότι και αυτές, [οι υπουργικές αποφάσεις του κ. Γαβρόγλου] έχουν ήδη προσβληθεί ακυρωτικώς, αλλά το κυριώτερο, έχουμε προσφύγει ενώπιον της Επιτροπής Αναστολών και τής Επιτροπής Συμμορφώσεως του Σ.τ.Ε., διότι υφίσταται δεσμία υποχρέωση της Διοικήσεως να συμμορφωθεί, διότι άλλως παραβιάζει ευθέως το άρθρο 95 του ισχύοντος Συντάγματος και η μεν Διοίκησι τιμωρείται με ημερήσιο πρόστιμο, ο δε αυθαιρετών Υπουργός ενέχεται για το αδίκημα της κατάχρησης εξουσίας. Κατά ταύτα ευγενώς προτείνομε, στους επικριτές της Αποφάσεως της Ολομελείας του Σ.τ.Ε. να επανασταθμίσουν τα δημοκρατικά τους αισθητήρια και να προσπαθήσουν να απεμπλέξουν την κρίση τους από τα ιδεολογήματα που τους κατατρύχουν, εάν θέλουν να υπολογίζονται εντός του δημοκρατικού τόξου, στο κράτος δικαίου και ισονομίας, που θέλουμε να είναι η Χώρα μας». Ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ιερόθεος, συμφωνώντας πλήρως με την απόφαση του Σ.τ.Ε., παρατηρεί σχετικά ότι «το μάθημα των Θρησκευτικών με το Νέο Πρόγραμμα Σπουδών είναι συγκρητιστικό, διαθρησκειακό, και υπονομεύει όλη την παράδοσή μας, η οποία στηρίζεται στην γνώση του δικού μας πολιτιστικού προτύπου, με τον παράλληλο σεβασμό κάθε ετερότητας…Από όσα ανεφέρθησαν προηγουμένως είναι προφανές ότι το προηγούμενο Αναλυτικό Πρόγραμμα ήταν σύμφωνο με το Σύνταγμα, την Διεθνή Σύμβαση της Ρώμης και την νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, ενώ το Νέο Πρόγραμμα Σπουδών είναι αντισυνταγματικό…Επειδή ζούμε σε ευνομούμενη Πολιτεία, δεν είναι δυνατόν το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων να μην εφαρμόση την απόφαση αυτή, ούτε φυσικά και η Εκκλησία να την αγνοήση». Ο κ. Ηρακλής Ρεράκης, Καθηγητής της Χριστιανικής Παιδαγωγικής στη Θεολογική Σχολή του Α.Π.Θ. και πρόεδρος της Π.Ε.Θ., παρατηρεί σχετικά ότι: «Το πρόβλημα του ορθόδοξου Μαθήματος είναι πλασματικό, δηλαδή κατασκευασμένο από συγκεκριμένους ανθρώπους, ειδικούς στο να χρησιμοποιούν την προπαγάνδα και την αλλοίωση της πραγματικότητας, προκειμένου να αποδομούν την αλήθεια και να πετυχαίνουν τους στόχους της πολεμικής τους. Το ορθόδοξο μάθημα βασίζεται στη θεολογική, ορθόδοξη και παιδαγωγικά έγκυρη διδασκαλία των Θρησκευτικών στα ορθόδοξα Ελληνόπουλα και έχει εγκριθεί από τον νομικό μας πολιτισμό. Αλλαγές στη μεθοδολογία του Μαθήματος μπορούν και είναι εύλογο να γίνονται στο πλαίσιο του υγιούς εκσυγχρονισμού του.  Όμως, στο περιεχόμενο και στον χαρακτήρα του δεν χωράνε αλλαγές, διότι, έτσι, απειλείται το αναλλοίωτο της διδασκαλίας της ορθόδοξης πίστης. Ωστόσο, το νεωτερικό Πρόγραμμα, που εμφανίστηκε στον ελληνικό πνευματικό ορίζοντα από το 2010 και εξής, αλλάζει την εσωτερική οντολογία και δομή του Μαθήματος, διότι καταργεί τη μονοθρησκειακή διδασκαλία και εισάγει τον πολυθρησκειακό – πολυθεϊστικό προσανατολισμό της».
   Μόνον οι πρωτεργάτες του εκτρωματικής υπουργικής αποφάσεως ελυπήθησαν σφόδρα, γιατί δεν άντεχαν να βλέπουν να καταρρέουν σαν χάρτινος πύργος τα νεοεποχίτικα σχέδια τους και οι δόλιες μεθοδεύσεις τους. Άρχισαν πανικόβλητοι να επιτίθενται εναντίον της δικαστικής αποφάσεως του Σ.τ.Ε. με φαιδρά δημοσιεύματα, με τα οποία όχι απλώς εξέφρασαν την διαφωνία τους και την αντιδημοκρατική τους συνείδηση, αλλά και με πολύ αυθαιρεσία διεκήρυξαν, ούτε λίγο ούτε πολύ, ότι δεν πρόκειται να εφαρμόσουν την ιστορική αυτή απόφαση. Με πολλή θλίψη πληροφορηθήκαμε ότι ο νυν Υπουργός Παιδείας κ. Γαβρόγλου εδήλωσε σχετικά ότι η απόφαση του Σ.τ.Ε. ελάχιστα επηρεάζει το τρέχον πρόγραμμα σπουδών, (το οποίο σημειωτέον είναι σχεδόν πιστό αντίγραφο του προηγουμένου), και ότι επομένως τίποτε το ουσιαστικό δεν πρόκειται να αλλάξει.  Ο πρώην Υπουργός κ. Ν. Φίλης χαρακτήρισε την απόφαση ως «σκοταδιστικό πισωγύρισμα»! Με την διαγωγή τους αυτή έδειξαν πόσο σέβονται το Σύνταγμα και τους δημοκρατικούς θεσμούς, για τους οποίους κόπτονται ότι τους υπηρετούν πιστά. Τις συνταγματικές διατάξεις και τις δικαστικές αποφάσεις ξέρουν να τις σέβονται και να τις εφαρμόζουν μόνον όταν συμφωνούν με τις ιδεοληψίες των. Για παράδειγμα, όταν η σημερινή κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ κλήθηκε να αντιμετωπίσει την περίπτωση των οκτώ τούρκων αξιωματικών, που ζήτησαν να βρουν άσυλο στην πατρίδα μας, διεκήρυξε ότι «δεν είναι υπεράνω της δικαιοσύνης». Αντίθετα τώρα, στην περίπτωση του μαθήματος των θρησκευτικών, ουσιαστικά η κυβέρνηση τοποθετεί εαυτήν «υπεράνω της δικαιοσύνης» και του Συντάγματος. Τέτοιου είδους συμπεριφορές μας θυμίζουν τα πάλαι ποτέ διαλάμψαντα μαρξιστικά καθεστώτα στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης, όπου ως γνωστόν κυριάρχησε η δικτατορία του προλεταριάτου.
  Στην προκειμένη περίπτωση αμείλικτα τίθενται τα ερωτήματα: Γιατί άραγε δεν προσέφυγε σύπμασα η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος στο Σ.τ.Ε. παρά μόνο ο Σεβασμιώτατος μητροπολίτης μας κ.κ. Σεραφείμ, η Π.Ε.Θ. και η «Εστία Πατερικών Μελετών»; Το θέμα του μαθήματος των θρησκευτικών αφορά μόνο μια Μητρόπολη, ή ένα σωματείο; Γιατί δεν διοργάνωσε η ίδια συλλαλητήρια κατά της επιχειρηθήσης αλλαγής στο μάθημα, με την οποία η κυβέρνηση, ντε φάκτο πλέον, αγνόησε την διοικούσα Εκκλησία, συμμετέχοντας έτσι στον πόνο, την αγωνία και την αγανάκτηση του πιστού λαού του Θεού; Πως εξηγείται η διοικούσα Εκκλησία να κρατάει ίσες αποστάσεις εις ό,τι αφορά το μάθημα των θρησκευτικών, μεταξύ της μικρής μειοψηφίας των θεολόγων του «Καιρού» (που εισηγούνται την μετατροπή του μαθήματος σε θρησκειολογικό), και της συντριπτικής πλειοψηφίας των θεολόγων της Π.Ε.Θ., η οποία αγωνίζεται και αντιστέκεται στην επιχειρηθείσα ανατροπή; Γιατί τέλος η διοικούσα Εκκλησία δεν ζήτησε ξεκάθαρα και απερίφραστα την πιστή εφαρμογή των αποφάσεων του Σ.τ.Ε. από την κυβέρνηση, όταν αυτό το έχουν επιτύχει η Ρωμαιοκαθολική Ιεραρχία, το Κ.Ι.Σ. και οι Μουφτίες;
   Θα κλείσουμε με την ευστοχώτατη παρατήρηση του Σεβασμιωτάτου ποιμενάρχου μας σχετικά με το χρέος της διοικούσης Εκκλησίας εις ό,τι αφορά το μάθημα των θρησκευτικών στην παρούσα φάση: «Όσον αφορά στήν αγία μας Εκκλησία καλείται να διεκδικήσει όχι ένα ‘φιλολογικό διάλογο’ με το αρμόδιο Υπουργείο για το περιεχόμενο τού μαθήματος των Θρησκευτικών, αλλά αυτό που δικαιωματικά τής ανήκει και που παρανόμως και αντιδημοκρατικά τής αφαιρείται, να συγγράφει η ίδια μέσω των Συνοδικών Επιτροπών Χριστιανικής Αγωγής και Νεότητος και Πολιτιστικής Ταυτότητος τα βιβλία θρησκευτικών που θα διδάσκονται στους Ορθόδοξους Ελληνόπαιδες και να προτείνει τους διδάσκοντες αυτά κατά τά ισχύοντα στις λοιπές θρησκευτικές κοινωνίες της Χώρας, Μουσουλμάνους, Ρωμαιοκαθολικούς και Εβραίους». Τέλος θα θέλαμε να παρακαλέσουμε τους Σεβασμιωτάτους Μητροπολίτες που πονούν για το μάθημα των θρησκευτικών, όλες τις υγιείς θεολογικές δυνάμεις της πατρίδος μας, αλλά και τον πιστό λαό του Θεού, να συνεχίσουν τον καλό αγώνα που ξεκίνησαν με την Χάρη του Θεού, έστω και μόνοι τους, χωρίς την συμμετοχή της διοικούσης Εκκλησίας.
   Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών