ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 6η Νοεμβρίου 2017
Όπως έχει κατά κόρον επισημανθεί, κυρίαρχη θέση μεταξύ των αιρέσεων της εποχής μας έχει η «παναίρεση» του Οικουμενισμού, η οποία συνιστά σήμερα την μεγαλύτερη απειλή στο σώμα της Εκκλησίας. Και τούτο διότι τώρα πλέον, μετά την ψευδοσύνοδο της Κρήτης (τον Ιούνιο του 2016), έχει νομιμοποιηθεί, αντί να καταδικαστεί, και συνοδικά.
Με πολλή λύπη διαπιστώνουμε δυστυχώς ότι η πλειονότητα των κληρικών μας, των οποίων βασική αποστολή είναι να επισημαίνουν και να καταδιώκουν τους λύκους των αιρέσεων και των πλανών, όχι μόνον δεν βλέπουν να υπάρχουν λύκοι, για να τους καταδιώξουν, (αφού δεν θεωρούν πλέον τους ετεροδόξους ως αιρετικούς, αλλ’ ως γνησίους και αληθινούς χριστιανούς), αλλά μεταβάλλονται και οι ίδιοι σε λύκους. Διαποτισμένοι με το δηλητήριο του Οικουμενισμού, και επικαλούμενοι τις αποφάσεις της εν λόγω ψευδοσυνόδου, διαστρέφουν τα υγιή δόγματα της πίστεως, κατασπαράζουν τα ανύποπτα ποίμνια, τα οποία μη έχοντα επαρκή πληροφόρηση, αδυνατούν να αντιληφθούν, ότι οι ποιμένες έχουν μεταβληθεί σε λύκους. Έτσι τα οδηγούν στο βάραθρο της απώλειας.
Η οικουμενιστική ιδεολογία έχει διαβρώσει σχεδόν όλα τα Πατριαρχεία και τις Αυτοκέφαλες Εκκλησίες, τις Θεολογικές Σχολές, τα περισσότερα μοναστήρια, την πλειονότητα των κληρικών και λαϊκών, ακόμη και αυτό το Άγιον Όρος, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων. Η μόνη σώζουσα αλήθεια της Ορθοδοξίας σχετικοποιείται, υποβαθμίζεται και εξομοιώνεται με πλήθος αιρετικές δοξασίες. Η είσοδος των Ορθοδόξων Εκκλησιών στο λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών», ή καλύτερα αιρέσεων και η συμπερίληψις αυτών ως ισοτίμων μελών με ένα πλήθος άλλων προτεσταντικών ομάδων και κοινοτήτων υπήρξε ο μεγαλύτερος πειρασμός της Ορθοδοξίας, η μεγαλύτερη παγίδα του αντικειμένου. Μέσω του διεθνούς αυτού οργανισμού και μέσω των διαλόγων με τους παπικούς, προωθείται πυρετωδώς μια επίπλαστη και ψευδής, οικουμενιστικού τύπου, ενότητα με τις άλλες χριστιανικές ομολογίες χωρίς την προϋπόθεση της απόρριψης των κακοδοξιών τους. Απόδειξη οι δημόσιες τοποθετήσεις ηγετικών προσώπων της Εκκλησίας μας, οι οποίοι ομιλούν, γράφουν και συμπεριφέρονται ωσάν οι αιρετικοί να είναι Ορθόδοξοι.
Μέσα στα πλαίσια της παρά πάνω οικουμενιστικής ατμόσφαιρας και ιδεολογίας θα πρέπει να εντάξουμε και την πρόσφατη επίσκεψη του Πατριάρχου Ιεροσολύμων κ. Θεοφίλου στο Βατικανό, για συνομιλίες με τον «Πάπα» και την ηγεσία του «κράτους του Θεού». Κύριο θέμα των συζητήσεων, όπως δημοσιοποιήθηκε, ήταν η «ενότητα των εκκλησιών». Η εν λόγω επίσκεψη σύμφωνα με την ειδησεογραφία, θα «έχει σκοπό να προάγει την ενότητα των Χριστιανών» και την προαγωγή των διαθρησκειακών διαλόγων, αφού συναντήθηκε και με τον «Πρόεδρο του Ποντιφικού Συμβουλίου για τον διαθρησκειακό διαλογο Καρδιναλιο Ζαν-Λουί Τοράν» (Ιστ. Κατάνυξις).
Όπως αναφέρει ο εκκλησιαστικός δημοσιογράφος κ. Μανόλης Κείος: «Με τον Πάπα Φραγκίσκο συναντήθηκε τις προηγούμενες μέρες στο Βατικανό ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Θεόφιλος στο πλαίσιο του ταξιδιού του που ολοκληρώνεται αύριο. Και η… αγαπολογία και οι οικουμενιστικές αναφορές περίσσευαν! Κατά τη διάρκεια της συνάντησης ο Πάπας Φραγκίσκος θυμήθηκε το δικό του ταξίδι στην Ιερουσαλήμ το 2014 και εξέφρασε την ευχαρίστησή του για την πρόσφατη αποκατάσταση του τάφου του Ιησού στη Βασιλική του Παναγίου Τάφου, έργο που έγινε σε στενή συνεργασία μεταξύ των Ορθοδόξων, των Αρμενίων και των Φραγκισκανών των Αγίων Τόπων» (Ιστ. Κατάνυξις). Πράγματι, οι «αγαπολογίες» και τα «κούφια λόγια» φιλοφρονήσεων κυριαρχούν σ’ αυτές τις οικουμενιστικές συναντήσεις, καθώς οι διαλεγόμενοι νομίζουν, ότι με τη βοήθεια μιας κίβδηλης και ψεύτικης, κοσμικού τύπου, αγάπης θα γεφυρώσουν τις χαώδεις δογματικές διαφορές που χωρίζουν την Ορθοδοξία από την αίρεση. Λησμονούν ότι η αγάπη ποτέ δεν χωρίζεται από την αλήθεια της πίστεως και ότι η πιο γνήσια έκφραση της αγάπης μας προς τους πεπλανημένους αδελφούς μας είναι η επισήμανση των αιρετικών τους διδασκαλιών, που οδηγούν στην απώλεια και η πρόσκλησή τους προς την αλήθεια της Ορθοδοξίας.
Επίσης όπως αναφέρει ο κ. Κείος: «Ο Πάπας εξέφρασε εκ νέου την προσέγγισή του για όλους εκείνους που υποφέρουν από τη συνεχιζόμενη σύγκρουση μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων, σημειώνοντας ότι η έλλειψη κατανόησης συνεχίζει «να δημιουργήσει ανασφάλεια, περιορισμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων και έξοδο πολλών ανθρώπων από τη γη τους». Ζήτησε αυξημένες προσπάθειες για την επίτευξη ειρήνης με βάση τη δικαιοσύνη και την αναγνώριση των δικαιωμάτων όλων των ανθρώπων. Το status quo της Ιερουσαλήμ πρέπει να υπερασπιστεί και να διατηρηθεί, τόνισε ο Πάπας, ενώ η βία, οι διακρίσεις και η μισαλλοδοξία εναντίον εβραϊκών, χριστιανικών ή μουσουλμανικών τόπων λατρείας πρέπει να απορριφθούν» (όπου ανωτέρω)!
Κανείς δεν έχει αντίρρηση ότι θα πρέπει να διατηρηθεί το status quo, το νομικό δηλαδή καθεστώς, που διέπει την διοίκηση των προσκυνημάτων των Αγίων Τόπων και ότι όλες οι εμπλεκόμενες χριστιανικές ομολογίες θα πρέπει να το σεβαστούν, για να υπάρξει αρμονία και ειρήνη μεταξύ αυτών. Η τραγική όμως πραγματικότητα αποδεικνύει, ότι εκείνοι που ως επί το πλείστον παραβιάζουν το status quo δεν είναι οι Ορθόδοξοι, αλλά οι Παπικοί και οι Μονοφυσίτες. Γι’ αυτό άλλωστε οι αγιοταφίτες πατέρες πάντοτε αγρυπνούν και αγωνίζονται, να προφυλάξουν τα προσκυνήματα από τις αρπακτικές διαθέσεις των ετεροδόξων. Όλοι συμφωνούν επίσης, ότι πρέπει να απορριφθούν «η βία, οι διακρίσεις και η μισαλλοδοξία εναντίον εβραϊκών, χριστιανικών ή μουσουλμανικών τόπων λατρείας». Ωστόσο και εδώ φαίνεται να αγνοεί ο ρωμαίος Ποντίφηκας, ότι οι αγιοταφίτες πατέρες ουδέποτε παρασύρθηκαν σε πράξεις βίας, κινούμενοι από μισαλλοδοξία και φανατισμό, εναντίον μουσουλμανικών, ή των εβραϊκών κοινοτήτων. Εκείνοι που παρασύρονται σε τέτοιου είδους πράξεις είναι οι Μουσουλμάνοι και οι Εβραίοι, αφού όπως γνωρίζουμε στην Παλαιστίνη οι μεν Ορθόδοξοι αποτελούν μια θρησκευτική μειονότητα, ενώ κυριαρχεί ο Εβραϊσμός και το Ισλάμ, και ως εκ τούτου ο εβραϊκός και ο ισλαμικός φανατισμός βρίσκονται σε έξαρση.
Δεν χωράει αμφιβολία ότι η συνεργασία, σε καθαρά υπηρεσιακό επίπεδο, του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων με τις άλλες θρησκευτικές κοινότητες και χριστιανικές ομολογίες, όπως και με το κράτος του Ισραήλ, για την εξασφάλιση και διατήρηση των προνομίων και δικαιωμάτων των αγιοταφιτών πατέρων στα προσκυνήματα είναι αναγκαία και επιβεβλημένη. Από αυτής της απόψεως η επίσκεψη του Πατριάρχου στον Πάπα δεν θα ήταν ίσως αξιοκατάκριτη, αν θα είχε σαν μοναδικό σκοπό την συμβολή του ρωμαίου Ποντίφηκος στην εξασφάλιση των ως άνω προνομίων. Δεν φαίνεται όμως, τουλάχιστον από την ειδησεογραφία, ότι ο σκοπός ήταν αυτός. Διότι σαφώς αναφέρεται ότι ο σκοπός ήταν η «ενότητα των εκκλησιών» και η «προαγωγή των διαθρησκειακών διαλόγων, αφού συναντήθηκε και με τον Πρόεδρο του Ποντιφικού Συμβουλίου για τον διαθρησκειακό διάλογο Καρδινάλιο Ζαν-Λουί Τοράν». Το να αγωνίζεται ο Πατριάρχης για τα προνόμια των Αγίων Τόπων είναι εύλογο και επιβεβλημένο. Από του σημείου όμως αυτού μέχρι του σημείουνα επισκέπτεται τον Πάπα για να προωθήσει μια οικουμενιστικού τύπου ενότητα σε διαθρησκειακό και διαχριστιανικό επίπεδο, υπάρχει χαώδης απόσταση. Άλλο το ένα και άλλο το άλλο.
Περαίνοντας, εκφράζουμε για μια ακόμη φορά την απογοήτευσή μας, διότι η επίσκεψη του Πατριάρχου κ. Θεοφίλου στον Πάπα δεν είχε ομολογιακό χαρακτήρα. Πιστεύουμε ότι εν προκειμένω ο Μακαριώτατος όφειλε, ως Ορθόδοξος Επίσκοπος και Πατριάρχης, να επισημάνει στον αιρεσιάρχη κ. Φραγκίσκο τις πλάνες του και να του ζητήσει ευθέως και ευθαρσώς, να επιστρέψει στην πίστη της Εκκλησίας. Να του τονίσει ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία μας παραμένει η ίδια και απαράλλαχτη, όπως ήταν, όταν η δική του «εκκλησία» αποσχίστηκε, με τον τρόπο που αποσχίσθηκε και ότι οι δεκάδες πλάνες, που συσσωρεύτηκαν σ’ αυτήν αποτελούν ανυπέρβλητο εμπόδιο για την ένωση.
Με πόνο ψυχής βλέπουμε καθημερινά ορθοδόξους εκκλησιαστικούς ηγέτες να προχωρούν με βήματα επικίνδυνα προς τους αιρετικούς και εκείνοι να παραμένουν απόλυτα αμετακίνητοι στις πλάνες τους. Οι μόνοι χαμένοι από αυτά τα διαχριστιανικά και διαθρησκειακά «ανοίγματα» είμαστε εμείς οι Ορθόδοξοι, διότι έχουμε προφανώς αποτύχει στην προσπάθειά μας να μαρτυρήσουμε την σώζουσα πίστη μας στους αιρετικούς και τους αλλοθρήσκους, αφού ούτε ένας αιρετικός, ή αλλόθρησκος δεν προσήλθε στην Ορθοδοξία, μέσα από τους ατέρμονες Διαλόγους και τις ατελείωτες Συναντήσεις. Τι έχει μείνει ως έργο τους μέχρι τώρα; Τίποτε περισσότερο από καπνός και αποκαΐδια, που αφήνουν πίσω τους οι πυρκαγιές! Δε θα πάψουμε να τονίζουμε πως δεν υπάρχει άλλος τρόπος επιστροφής από τη μετάνοια. Το έργο μας για την ενότητα του κατακερματισμένου χριστιανικού κόσμου δεν θα πρέπει να είναι άλλο από το κήρυγμα της μετάνοιας και όποιος το ακούσει. Όποιος δεν το ακούσει θα είναι αξιοκατάκριτος!
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών