Ἡ Ἐκκλησία -ἡ Ὀρθοδοξία μας- ποτίστηκε καὶ ἔγινε δέντρο μεγάλο, μὲ δύο πράγματα: Δάκρυ μετανοίας καὶ αἷμα μαρτυρίου.
ΣΧΟΛΙΟ ΔΙΚΟ ΜΑΣ: Όσα διαβάζουμε παρακάτω, ας τα διαβάσουν και ας τα κατανοήσουν.... πρώτα όσοι τρέφουν τη ψευδαίσθηση ότι θα κάνουμε πίσω στον αγώνα μας εναντίον οικουμενισμού και εναντίον της Κρήτης...
Πλανώνται πλάνην οικτράν...
π. Φώτιος Βεζύνιας.
Ἡ
ἑορτὴ τῆς Ὀρθοδοξίας μᾶς ἔδωσε ἀφορμὴ νὰ σκιαγραφήσουμε τὸν χαρακτῆρα της.
Μερικὲς πινελλιὲς στὸ πορτραῖτο της ἦταν· ἡ
ἱερὰ παράδοσις, τὸ μυστήριο θείας εὐχαριστίας, ἡ ἐν Χριστῷ ἐλευθερία, καὶ ἡ
ἁγιότης. Τί ὑπολείπεται τώρα γιὰ νὰ ὁλοκληρώσουμε;
ΜΑΡΤΥΡΙΟ. Μία ἀκόμη
πινελλιά, ἀλλ᾽ αὐτὴ εἶνε κόκκινη· εἶνε τὸ αἷμα! Ποιό αἷμα; Ὄχι τὸ ξένο ἀλλὰ τὸ
δικό μας. Ἡ Ἐκκλησία – ἡ Ὀρθοδοξία μας ποτίστηκε καὶ ἔγινε δέντρο μεγάλο μὲ
δύο πράγματα· δάκρυ μετανοίας καὶ αἷμα μαρτυρίου. «Τῶν ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ
μαρτύρων σου ὡς πορφύραν καὶ βύσσον τὰ αἵματα ἡ Ἐκκλησία σου στολισαμένη δι᾽
αὐτῶν βοᾷ σοι, Χριστὲ ὁ Θεός…» (ἀπολυτ. Κυρ. ἁγ. Πάντ.)· ἡ Ἐκκλησία, λέει,
στολίστηκε μὲ τὰ αἵματα τῶν μαρτύρων σὰν μὲ ἁλουργίδα βασιλική, καὶ λάμπει
καὶ ἀστράφτει.
................................................................................................................... Οἱ ὀρθόδοξοι –δὲν καυχώμεθα, τὸ λέμε ἀντικειμενικά–, ἐδῶ στὴ γωνιὰ ποὺ σταθήκαμε, στὴν Ἀνατολὴ ποὺ μᾶς ἐφύτευσε ὁ Θεός, εἴμαστε στὴν πρώτη γραμμή. Ἐὰν σπάσῃ ἡ Ὀρθοδοξία, δὲν θὰ ὑπάρχῃ Χριστιανισμός.
Ἐμπρός,
στρατιῶτες, σαλπίζει· προχωρεῖτε προχωρεῖτε! Καὶ πέφτουν καὶ συνεχῶς πέφτουν
κορμιὰ καὶ ματώνει τὸ χῶμα καὶ γέμισε ἡ γῆ μυριάδες μαρτύρων. Ποτάμια αἷμα
ἔχυσε αὐτὴ ἡ Ὀρθοδοξία. Καὶ ἔτσι ἀποδεικνύεται ἡ γνησιότης.
Θέλετε
νὰ καταλάβετε τὸν Χριστιανὸ καὶ τὸν κληρικό; θέλετε νὰ καταλάβετε τοὺς παπᾶδες
σας, τοὺς δεσποτάδες σας, τοὺς θεολόγους σας; Παρατηρῆστε ποιός εἶνε ἕτοιμος
γιὰ θυσία, ποιός διώκεται. «Πάντες οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ
διωχθήσονται» (Β΄ Τιμ. 3,12). Ὅποιος θέλει νὰ κρατήσῃ τὸ Εὐαγγέλιο, θὰ διωχθῇ
στὸν κόσμο αὐτόν. Ὁ κλῆρος τοῦ δικαίου, τοῦ τιμίου ἀνδρός, τοῦ εἰλικρινοῦς
κήρυκος τοῦ εὐαγγελίου, εἶνε ὁ διωγμός. Καὶ διώχθηκε πράγματι ἡ κατὰ ἀνατολὰς
ἡ Ἐκκλησία. Ἔδωσε ἀγῶνα. Ποῦ; Ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν, π.χ. τῶν εἰκονομάχων
ἐπὶ ἑκατὸ καὶ πλέον ἔτη. Ἐμπροσθοφυλακὴ δὲν εἴπαμε;
Ξέρεις
πόσο αἷμα ἔχυσε ἡ Ἐκκλησία μας ν᾽ ἀναχαιτίσῃ – ποιό; τὸ Ἰσλάμ.
Ἄχ!
ζωντανεύει πάλι τὸ Ἰσλάμ, θηρίο ποὺ κοιμόταν – δὲν πήραμε χαμπάρι. Δὲν θέλω
τώρα νὰ μπῶ στὴν πολιτική, εἶνε ἔξω ἀπὸ τὸ στόχο μου. Ξύπνησε πάλι τὸ Ἰσλὰμ μὲ
κεφαλὲς πολλές… Τί κῦμα τῆς ἀβύσσου εἶν᾽ αὐτό! Σὰ ν᾽ ἀκούω Ἀποκάλυψι. Εἶδα νὰ
βγαίνῃ θηρίο ἀπὸ τὴν ἔρημο, τὸ θηρίο τοῦ Μωάμεθ· καὶ προχώρησε, καὶ ἔφθασε
μέχρι ποῦ; μέχρι τὴ Βιέννη. Καὶ ἀπέναντί του στάθηκε – ποιός ἐδῶ στὴν Ἀνατολή;
ἡ ἐμπροσθοφυλακή, ἡ Ὀρθοδοξία μας.
Σήμερα
ἀκοῦμε στὴν Ἐκκλησία «Αἰωνία ἡ μνήμη» τῶν πατέρων, ὅλων ἐκείνων ποὺ μᾶς
παρέδωσαν τὴν Ὀρθοδοξία κ᾽ ἔφθασε μέχρι τὰ χρόνια μας. Δυὸ ἑκατομμύρια
σφάχτηκαν σὰν ἀρνιὰ ἀπὸ τὸν ἀντίχριστο Κεμὰλ στὴ Μικρὰ Ἀσία. Κ᾽ ἐμεῖς φρουροῦμε
γι᾽ αὐτὸν στὴ Θεσσαλονίκη. Ὅταν περνάω καὶ τὸ βλέπω, ῥαγίζει ἡ καρδιά μου νὰ
βλέπω Ἕλληνες φαντάρους νὰ φυλᾶνε τό μνῆμα τοῦ θηρίου αὐτοῦ τῆς Ἀποκαλύψεως.
Κι ὅταν ἀκούω τὰ λόγια ἑνὸς ἀρχιεπισκόπου Ἀμερικῆς ὅτι «Ἐγὼ εἶμαι Τοῦρκος»,
τί νὰ πῶ; Ξέρω ὅτι πάνω ἀπὸ τὰ ἔθνη εἶνε ἡ Ὀρθοδοξία, ἀλλὰ θὰ εἴμαστε ἄδικοι
ἂν πέσουμε νὰ προσκυνήσουμε τὸν Τοῦρκο. Ὄχι. Θὰ ἀγαπήσουμε καὶ τὸν δήμιό μας,
ἀλλὰ δὲν θὰ τὸν κάνουμε ἀφέντη.
Θέλετε
νὰ δῆτε τί εἶνε Ὀρθοδοξία; Σ᾽ ἕνα χωριὸ τῶν Γρεβενῶν ἕνας εὐκατάστατος ἰεχωβίτης
παντρεύτηκε ἕνα σεμνὸ κορίτσι βοσκοῦ – θυμᾶμαι ποὺ ὁ μητροπολίτης τὴν κάλεσε
καὶ τὴν ἐπῄνεσε, διότι τί ἔγινε; Τὴν πρώτη βραδιὰ τοῦ γάμου, πῆγε ἐκείνη ν᾿
ἀνάψῃ τὸ καντήλι στὸ εἰκονοστάσι τῆς καλύβας· καὶ σηκώνεται αὐτός –τότε
φανερώθηκε· σοῦ λέει, τώρα τὴν ἔχω στὸ χέρι–, ἁρπάζει τὶς εἰκόνες καὶ τὶς
καίει! Ἂν ἤτανε καμμιὰ ἀπ᾿ τὸ Κολωνάκι, θὰ τὸν ἀνεχόταν· αὐτὴ ἡ ἀγράμματη,
μόλις τὸ εἶδε αὐτό, τοῦ λέει «Φύγε, διάβολε!…» καὶ τὸν ἔδιωξε πὺξ-λάξ.
Εὐλογημένη νά ᾿νε!
Τὸ 1822 ἔφθασε στὴ Χίο ἡ ἀρμάδα, τὰ πλοῖα τῶν Τούρκων.
Ἔπιασαν 30.000 γυναικόπαιδα, ὅπως ἱστορεῖ ὁ Γάλλος Πουκεβίλ, τὰ πῆγαν στὴν παραλία, ἔβαλαν χάμω στὴν ἁμμουδιὰ ἕνα σταυρό, τὸν πάτησαν, καὶ τοὺς λένε· Ὅποιος ἀπὸ σᾶς θὰ πατήσῃ τὸ σταυρό, θὰ ζήσῃ· ὅποιος δὲν τὸν πατήσῃ, δὲν θὰ ζήσῃ· σᾶς δίνω προθεσμία. Δὲν κουνήθηκε οὔτε ἕνας, οὔτε παιδὶ οὔτε νέος, κανείς. Σὰν ἀρνιὰ τοὺς ἔσφαξαν καὶ κοκκίνισε ἡ θάλασσα.
Αὐτὴ
εἶνε ἡ πίστις μας καὶ αὐτοὶ οἱ ἥρωες ποὺ τὴν κρατᾶνε. «Ὦ Ὀρθοδοξία, ὦ πατροπαράδατον σέβας· ἐν σοὶ ἐγεννήθημεν, ἐν σοὶ ζῶμεν,
καὶ ἐν σοὶ κοιμηθησόμεθα» (Ἰωσὴφ Βρυέννιος).