...και τι έγραψε... και τι θα έγραφε σήμερα... για αυτούς που κρατούν τα ηνία της Εκκλησίας... ή τουλάχιστον νομίζουν ότι τα κρατούν...
(Ἐστάλη πρὸς τὸν Πατριάρχην Ἀθηναγόραν καὶ τοὺς σὺν αὐτῷ)
Ἡ ἐπιθυμία τῆς Ὑμετέρας Παναγιότητος καὶ τῶν σὺν ὑμῖν ὅπως ὑποταχθῇ ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἰς τὸν Πάπαν, καὶ ἡ ἐκ μέρους σας ἀνεξήγητος σπουδὴ πρὸς τοῦτο, ἐπλήρωσε τὰς καρδίας μας ἀφάτου θλίψεως, καὶ ἀθυμία κατέλαβεν ἡμᾶς, κατὰ τὸν προφητάνακτα, ἀπὸ ἁμαρτωλῶν, τῶν ἐγκαταλιμπανόντων τὸν νόμον τοῦ Θεοῦ. Τὰ ὦτα μας συρίζουν ἀκόμη ἀπὸ τὸ φρικτὸν τοῦτο ἄκουσμα.
Ἡ Ὀρθόδοξος ποίμνη ἐδιχάσθη, καὶ σεῖς φέρετε τὸ κρίμα. Καὶ οἱ μέν, σᾶς ἠκολούθησαν εἰς τὴν εὐρύχωρον ὁδόν, τὴν ἀπάγουσαν εἰς τὴν ἀπώλειαν, οἱ δὲ παρέμειναν ἑδραῖοι καὶ ἀσάλευτοι εἰς τὴν Ὀρθόδοξον πίστιν τῶν πατέρων των, ἀποστρέφοντες τὸ πρόσωπον καὶ ἀπὸ μόνην τὴν σκέψιν, ὅτι ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης ἐνηγκαλίσθη καὶ ἠσπάσθη τὸν γυναικοπρόσωπον Πάπαν, καὶ ἐμολύνθη ἀπὸ τὸ βδέλυγμα τοῦτο τῆς ἀσεβείας.
Ἐκεῖνοι, οἵτινες σᾶς ἠκολούθησαν, ἦσαν ἐκ τῶν προτέρων προδικασμένοι ὅτι θὰ σᾶς ἠκολούθουν, ὅντες ὑλόφρονες, ματαιόδοξοι, ἄπιστοι, ἀλαζόνες, ξενόδουλοι, κόλακες καὶ κολακευόμενοι. Λοιπόν, ἔσπευσαν νὰ συναχθῶσι μὲ τὸν «κόσμον», τὸν ἁμαρτωλὸν κόσμον τῆς ἐπιγείου ἀνέσεως, τῆς ἄνευ ταλαιπωριῶν καὶ ἀγῶνος ζωῆς, πιστεύοντες μόνον εἰς «τὴν ὦδε μένουσαν πόλιν, μὴ ἐπιζητοῦντες δὲ τὴν μέλλουσαν», ὡς ἀνύπαρκτον καὶ μὴ πιστευτὴν εἰς αὐτούς.
Οἱ δὲ ἄλλοι, οἱ πιστοί, ἔμειναν εἰς τὴν χῶραν τῆς πενίας, τῶν στερήσεων, τῶν πειρασμῶν, τῶν διωγμῶν, βέβαιοι ὄντες ὅτι ἐν μέσῳ αὐτῶν παρίσταται ὁ Κύριος, ὁ εἰπὼν ὅτι ἡ Ἐκκλησία Του θὰ εἶναι συνδεδεμένη μὲ τὸ μαρτύριον, τὴν περιφρόνησιν, τὴν πτωχείαν, τὸν ἐμπαιγμόν, τὰ ὁποῖα θὰ εἶναι ἡ ἀντιμισθία τῆς σθεναρᾶς ὁμολογίας τῶν εἰς τοῦτον τὸν κόσμον. Εἰς τὰ ὦτα των ἠχοῦν ἡμέρας καὶ νυκτὸς οἱ παρήγοροι λόγοι τοῦ Χριστοῦ· «Εἰ ἐμὲ ἐδίωξαν, καὶ ὑμᾶς διώξουσιν». Ὁ διωγμός, ἡ κακοπάθησις καὶ ὁ θάνατος εἶναι ὁ μακάριος κλῆρος τῶν γνησίων μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ. Τὸ πανάγιον στόμα Του εἶπεν ἐπίσης· «Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ βιάζεται καὶ οἱ βιασταὶ ἁρπάζουσιν αὐτήν». Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρχουν βιασταὶ καὶ ἀγωνισταὶ εἰς τὴν παράταξιν ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι ἔσπευσαν νὰ συνθηκολογήσουν μὲ τὸ ψεῦδος, διὰ νὰ ζήσουν ἐν ἡσυχίᾳ καὶ ἀπολαύσει τῶν ἐγκόσμιων ἀγαθῶν;
Καὶ σεῖς, οἱ ποιμένες τοῦ λαοῦ, τί εἴδους ποιμένες εἶσθε; Τὰ πρόβατα, τὰ ὁποῖα σᾶς ἐνεπιστεύθη ὁ Κύριος, ἰδού, τὰ παραδίδετε εἰς τοὺς λύκους. Συναυλίζεσθε μὲ τοὺς ἄρχοντας τοῦ κόσμου τούτου τοῦ ματαίου, τοῦ παρερχομένου, διότι ἐζηλώσατε τὴν δόξαν αὐτῶν καὶ οὐχὶ τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ. Ὑπετάξατε τὴν πίστιν εἰς τους ἁμαρτωλοὺς ἀνθρώπους τῶν κοσμικῶν ἐπιθυμιῶν, οἵτινες ἔχουν ὡς ὁδηγόν των τὸν σατανᾶν. Παρεδόθητε καὶ παραδώσατε τὰ πρόβατα εἰς τὸν ἄρχοντα τοῦ κόσμου τούτου, εἰς τὸν κατέχοντα τὴν ὑλικὴν ἰσχύν, τὸν χρυσόν, τὰς ἐφευρέσεις καὶ τὰς μηχανάς, αἱ ὁποῖαι καταπλήττουν τὰ πλήθη, ὡς θαύματα τοῦ Ἀντιχρίστου. Παρεδόθητε καὶ παρεδωσατε τὰ πρόβατα εἰς τὴν ψευδώνυμον γνῶσιν, «τὴν κενὴν ἀπάτην», τὴν διδασκομένην εἰς τὰς χώρας τῆς ἀθεῖας καὶ τῆς ἀπογνώσεως, ὅπου μήτε ὀσμὴ ὑπάρχει τῆς αἰωνίου ζωῆς καὶ τῆς ἀληθοῦς γνώσεως, τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ.
* * *
«Ἀκούσατε ταῦτα, οἱ ἱερεῖς, καὶ προσέχετε,
ἐνωτίζεσθε, διότι πρὸς ὑμᾶς ἐστὶ τὸ κρίμα» (Ὠσηέ, Ε´, 1).
«Οὐαὶ αὐτοῖς, ἐνύσταξαν οἱ ποιμένες» (Ναοὺμ Γ´, 18).
ἐνωτίζεσθε, διότι πρὸς ὑμᾶς ἐστὶ τὸ κρίμα» (Ὠσηέ, Ε´, 1).
«Οὐαὶ αὐτοῖς, ἐνύσταξαν οἱ ποιμένες» (Ναοὺμ Γ´, 18).
Καὶ ταῦτα, διότι δὲν εἶσθε οἱ ποιμένες οἱ καλοί, οἱ θυσιάζοντες τὴν ζωήν των ὑπὲρ τῶν προβάτων καὶ ὁδηγοῦντες αὐτὰ εἰς τοὺς εὐώδεις λειμῶνας τῆς ἀθανάτου ζωῆς. Σεῖς εἶσθε «οἱ μισθωτοὶ ποιμένες», καὶ κατὰ τὸ πανάγιον στόμα τοῦ Κυρίου «ὁ μισθωτὸς ποιμὴν οὐκ ἐστὶ ποιμήν» (Ἰω. Ι´, 12). Εἶσθε μισθωτοὶ τῶν ἀρχόντων τοῦ κόσμου τούτου, διὰ τὴν δόξαν καὶ διὰ τὸν πλοῦτον τῶν ὁποίων ἐργάζεσθε.
Καὶ ἅπαξ εἶσθε δοῦλοι τοιούτων κυρίων, εἶσθε ὡπλισμένοι μὲ τὰ ὅπλα τῆς βίας, μὲ τὰ ὁποῖα ἀπειλεῖτε τὰ πιστὰ πρόβατα τοῦ Χριστοῦ, διὰ νὰ τὰ ἀναγκάσετε νὰ σᾶς ἀκολουθήσουν.
Ἀλλά, αὐτὰ τὰ μακάρια πρόβατα ἀπεκδέχονται τὸ μαρτύριον ὡς λύτρωσιν καὶ ὡς ἀψευδὲς σημεῖον, ὅτι θὰ λάβουν τὸν ἀμάραντον στέφανον ἀπὸ τὸν ἀγωνοθέτην Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν.
Ναί! Εἴμεθα ἕτοιμοι νὰ μαρτυρήσωμεν μετὰ χαρᾶς καὶ ἀγαλλιάσεως ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, τὴν ὁποίαν κρατῶμεν ὡς τὸν μέγαν θησαυρόν. Μακαρίζομεν ἑαυτούς, διότι θὰ διωχθῶμεν καὶ θ᾿ ἀποθάνωμεν ὑπὲρ πίστεως καὶ ἀληθείας.
Ἀκονίσατε τὴν μάχαιραν τῆς αἰσχύνης. Ἀποστείλατε τὰ ὄργανα τῆς βίας, τὰ ὁποῖα σᾶς δορυφοροῦν, καὶ μὲ τὰ ὁποῖα εἶναι πάντοτε πάνοπλος ἡ ἀποστασία. Ἤδη ἐνεφανίσθη τὸ αἱματωμένον φάσγανον τῆς βίας, διὰ νὰ ἐνσπείρῃ τὸν τρόμον εἰς τὰς ἁγίας καρδίας τῶν γερόντων, τῶν ἀσκητῶν καὶ ἐρημιτῶν, οἱ ὁποῖοι ἔζησαν ἐν δοκιμασίαις, ἐν στερήσει, ἐν ἀπαρνήσει τοῦ σαρκίου των, διὰ νὰ εὐαρεστήσουν τὸν Κύριον. Τὸ φρικτὸν πρόσωπον τῆς βίας ἐμφανίζεται, ὡς τὸ τῆς μυθικῆς κεφαλῆς τῆς Μεδούσης, εἰς τὸν ἡγιασμένον Κῆπον τῆς Παναγίας. Καὶ ὄπισθεν αὐτοῦ τοῦ φοβήτρου εὑρίσκεσθε σεῖς, «οἱ ποιμένες οἱ μισθωτοί», οἱ τρίδουλοι τῶν ἀρχόντων τοῦ σκοτεινοῦ κόσμου τοῦ χρήματος, τῆς ἀθεῖας, τοῦ ἐκφυλισμοῦ καὶ πάσης ἀκολασίας.
Σπαράξατε τοὺς ἀθώους καὶ ἁγίους ὁμολογητάς, ἀφοῦ ἐγίνατε λύκοι σεῖς οἱ ἴδιοι οἱ ποιμένες. Κατασπαράξατε τὴν ἁγίαν Ὀρθοδοξίαν μέσα εἰς τὸ Κολοσσαῖον, εἰς τὸ ὁποῖον παρίστανται οἱ Καίσαρες τῆς σημερινῆς κακούργου ἀθεῖας.
Ἀλλὰ εἶναι καιρὸς πλέον, ν᾿ ἀποβάλετε τὴν δορὰν τοῦ προβάτου, καθ᾿ ὅσον αὕτη οὐδένα ἀπατᾶ πλέον.
Ὃ ποιεῖτε, ποιεῖτε τάχιον!
Φώτιος Κόντογλου